icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Η Ghada Ageel, μία Παλαιστίνια πρόσφυγας τρίτης γενιάς περιγράφει τη ζοφερή πραγματικότητα του πολέμου.

Στη γενέτειρά μου τη Χαν Γιουνίς, σε έναν προσφυγικό καταυλισμό στα νότια της Λωρίδας της Γάζας, βρίσκεται το σπίτι της οικογένειάς μου, το οποίο επιτέλους εκκενώθηκε.

Το κτήριο υπέστη σημαντικές ζημιές σε βομβιστική επίθεση στις 26 Οκτωβρίου, όπου σκοτώθηκαν 36 συγγενείς μου. Παρά την ανασφάλεια που ένιωθε, η οικογένεια συνέχιζε να ζει στο σπίτι της. Την ημέρα των Χριστουγέννων όμως, τα τρομακτικά νέα ήρθαν από τον ουρανό. Ήταν η οδηγία εκκένωσης γραμμένη σε φέιγ βολάν.

Στη χριστιανική εκδοχή της ιστορίας του Ιησού, η Παναγία και ο Ιωσήφ ταξίδεψαν σε όλη τη χώρα αναζητώντας ένα ασφαλές μέρος για να μείνουν.

Παντού άκουγαν πως «δεν υπάρχει χώρος στο πανδοχείο». Ανάμεσα στα μέρη που επισκέφτηκαν, ήταν και η Γάζα. 2.000 χρόνια μετά, το ερώτημα παραμένει για τους Παλαιστίνιους: «Πού μπορούμε να πάμε;».

«Είναι σαν να ζούμε σε ένα κοτέτσι, περιμένοντας να μας σφάξουν»

Τα αδέλφια μου και οι οικογένειές τους δεν είχαν χρόνο να σκεφτούν. Γι΄ αυτούς, τέτοιες στιγμές, δεν έχουν να κάνουν μόνο με τη σκληρή επιλογή ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο. Έχουν να πάρουν μία χειρότερη απόφαση: πρέπει να επιλέξουν πού θα πεθάνουν.

Οι άνθρωποι στη Γάζα αναρωτιούνται: Θα μείνουμε στα σπίτια μας και θα αντιμετωπίσουμε τον αναπόφευκτο θάνατο μαζί ή θα φύγουμε και θα πεθάνουμε σε ένα ξένο μέρος, ίσως μόνοι;

Πολλοί έχουν γίνει μάρτυρες της γενοκτονίας που εκτυλίσσεται και προτίμησαν να πεθάνουν στα σπίτια τους μαζί με τις οικογένειές τους και την ελπίδα οτι ίσως διασωθούν.

Μπορεί να αναγνωρίζονταν τα πτώματα τους ή τουλάχιστον θα μπορούσαν να θαφτούν και όχι να γίνουν τροφή για τις γάτες και τα σκυλιά.

Τα αδέλφια μου, με τις οικογένειές τους, συγκέντρωσαν τα απαραίτητα: κουβέρτες, στρώματα, μαξιλάρια, ρούχα, είδη κουζίνας, τρόφιμα και νερό, σημαντικά έγγραφα και πολύτιμα αντικείμενα. Οι ενήλικες αποφάσισαν γρήγορα για το τι θα πάρουν και τι θα αφήσουν πίσω.

Ωστόσο, τα οκτώ παιδιά, ηλικίας μεταξύ 3 και 16 ετών, με την παιδική τους αθωότητα, είχαν άλλες προτεραιότητες. Τα δάκρυα των ανιψιών μου έτρεχαν, καθώς δέχονταν τη μία άρνηση μετά την άλλη.

Η 16χρονη Αμάλ, η οποία ονειρεύεται, μια μέρα, να γίνει γιατρός, ρώτησε: «Αυτή θα είναι η τελευταία μας μέρα στο σπίτι; Θα επιστρέψουμε ποτέ; Θα πάρω τα βιβλία μου και τη σχολική μου τσάντα»;

Δεν υπήρχε καν χρόνος να της εξηγήσουν…

Πρόσφυγες από την Παλαιστίνη, κάθονται σε καρέκλες σε καταυλισμό
Πρόσφυγες από την Παλαιστίνη σε καταυλισμό. / Πηγή: Reuters

Η φρικτή πραγματικότητα του πολέμου

Η οικογένειά μου αποφάσισε να μετακομίσει στο al-Mawasi, στα παράλια της Μεσογείου, καθώς είχε κηρυχθεί ασφαλής ζώνη. Τελικά, βρήκαν έναν άνδρα και τον πλήρωσαν 70 δολάρια (περίπου ο μισθός μίας ή δύο εβδομάδων στη Γάζα) ώστε να τους μεταφέρει εκεί με ένα κάρο που έσερναν γαϊδούρια.

Τους είπε πως η μισή του οικογένεια χάθηκε, όταν το σπίτι τους βομβαρδίστηκε. Είχε ταξιδέψει νότια, μαζί με τα υπόλοιπα παιδιά του, αφήνοντας πίσω τον προσφυγικό καταυλισμό al-Shati της πόλης της Γάζας, σε μία απελπισμένη αναζήτηση για ασφαλές καταφύγιο. Τελικά το βρήκε σε ένα σχολείο του ΟΗΕ στη Χαν Γιουνίς.

Αστειεύτηκε πικρά, λέγοντας πως ίσως αυτό ήταν τελευταίο τους ταξίδι, αλλά τουλάχιστον τα χρήματα θα βοηθούσαν τα παιδιά του να επιβιώσουν μερικές εβδομάδες ακόμα.

Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, μη επανδρωμένα αεροσκάφη πετούσαν από πάνω τους, έτοιμα να στοχεύσουν οποιοδήποτε κινούμενο αντικείμενο. Ένα φαινομενικά απλό ταξίδι που συνήθως θα διαρκούσε 20 λεπτά με τα πόδια, μετατράπηκε σε μία οδυνηρή οδύσσεια.

«Έχουμε γίνει πιόνια σε έναν περιφερειακό αγώνα για την εξουσία»

Το Al-Mawasi είναι μία από τις πιο όμορφες παραλίες της Γάζας, που κάποτε ήταν δημοφιλές σημείο για οικογένειες. Σήμερα δεν είναι τόπος αναψυχής, αλλά απόγνωσης.

Όταν η οικογένειά μου έφτασε εκεί, δεν υπήρχε τίποτα. Πεταμένα πλαστικά και κομμάτια ξύλου μετατράπηκαν σε δομικά υλικά, ενώ σε μία απελπισμένη προσπάθεια να καταπολεμήσουν το τσουχτερό κρύο ή να μαγειρέψουν, οι άνθρωποι έκαιγαν οτιδήποτε.

Είτε ό,τι είχε απομείνει από τα σπίτια τους, είτε ό,τι έβρισκαν στο δρόμο και τα χαλάσματα.

Τα αδέλφια μου έφτιαξαν το καταφύγιό τους χρησιμοποιώντας κουβέρτες και ό,τι άλλο μπορούσαν να μαζέψουν.

Εκείνη τη νύχτα, ο ύπνος ήταν αδύνατος. Το τσουχτερό κρύο και το σκοτάδι, σε συνδυασμό με τον ήχο, πότε από τις βόμβες, πότε από τα κυμάτα και τον άνεμο και πότε από τις κραυγές ανθρώπινου πόνου, δημιουργούσαν ένα σκηνικό βγαλμένο από τον πιο νοσηρό νου.

Τις επόμενες ημέρες και νύχτες, η έλλειψη στέγης τούς εξέθεσε στην τρομακτική πραγματικότητα του πολέμου, από την οποία τούς είχε προστατεύσει το σπίτι τους μέχρι τις 25 Δεκεμβρίου.

Είδαν ανθρώπους με τραύματα, απειλητικά για τη ζωή τους, να αναγκάζονται να κοιμηθούν σε σκηνές ή στην άμμο, ενώ παιδιά, πεινασμένα και παγωμένα, με ακρωτηριασμένα άκρα, ούρλιαζαν από τον πόνο και την απελπισία.

Η τετράχρονη Shahd αρνείται να βγει από τη σκηνή, καθώς δεν μπορεί να κατανοήσει τι συμβαίνει γύρω της.

Στην τελευταία μας συνομιλία, η κουνιάδα μου, Arwa, μού περιέγραψε μια εικόνα απόγνωσης και ταπείνωσης: ουρές για ανεπαρκείς μερίδες φαγητού και νερού, απουσία κατάλληλων εγκαταστάσεων για βασικές ανάγκες, όπως τουαλέτες και ντους (ειδικά για τις γυναίκες και τα κορίτσια), άτομα που κάποτε ήταν αξιοπρεπή, εξωθήθηκαν στην επαιτεία.

Παιδιά από την Παλαιστίνη περιμένουν να λάβουν φαγητό που μαγειρεύεται από μία φιλανθρωπική κουζίνα εν μέσω ελλείψεων σε τρόφιμα
Παιδιά από την Παλαιστίνη σε αναμονή για το συσσίτιο. / Πηγή: Reuters

Ο βομβαρδισμός του al-Mawasi

Στη συνέχεια, η φρίκη που «έβρεχε» τον θάνατο από τον ουρανό, έφθασε στο al-Mawasi στις 4 Ιανουαρίου, όταν οι ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές έπληξαν σκηνές, όχι πολύ μακριά.

Από τους βομβαρδισμούς ξεκληρίστηκαν, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, δύο οικογένειες: 10 παιδιά και οι γονείς τους.

Ακολούθησε χάος και πανικός, καθώς οι άνθρωποι διασκορπίστηκαν ουρλιάζοντας, πριν επιστρέψουν στις σκηνές για να δουν ποιος είχε επιζήσει και ποιος όχι.

Ο κόσμος συγκεντρώθηκε για να θάψει τα θύματα και να μεταφέρει τους τραυματίες στο νοσοκομείο Nasser με γαϊδούρια. Δεν υπήρχε χρόνος να ενημερωθούν οι συγγενείς ή τα άλλα μέλη της οικογένειας.

Τα ανίψια μου ήταν τρομοκρατημένα. Τις νύχτες που ακολούθησαν, ο Shahd έκλαιγε γιατί δεν ήθελε να επιστρέψει στο αυτοσχέδιο «σπίτι» τους, φοβούμενος ότι η επόμενη οβίδα θα χτυπούσε τη σκηνή τους.

Λίγες ημέρες αργότερα, μίλησα με τον αδελφό μου, ο οποίος μοιράστηκε τη ζοφερή πραγματικότητα: «Επιζήσαμε, αλλά δεν ξέρουμε τι μας επιφυλάσσει το αύριο. Είναι σαν να ζούμε σε ένα κοτέτσι, περιμένοντας να μας σφάξουν. Κάθε μέρα έρχονται και διαλέγουν 300, 400 ή 500 για να τους σφάξουν. Η σειρά μας δεν έχει έρθει ακόμη».

Δυστυχώς, αυτή η ανατριχιαστική περιγραφή δεν είναι η μοναδική. Είναι ένα παράδειγμα της φρίκης που βιώνουν καθημερινά οι 2,3 εκατομμύρια άνθρωποι της Γάζας. Έχουμε γίνει πιόνια σε έναν περιφερειακό αγώνα για την εξουσία.

Οι κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ ισχυρίζονται ότι τηρούν το Διεθνές Δίκαιο, επιτιθέμενες στους Χούθι στην Υεμένη. Αλλά δεν κάνουν αρκετά για την τήρηση του Διεθνούς Δικαίου στη Γάζα.

Το Ισραήλ ισχυρίζεται ότι έχει ξεκινήσει μία νέα φάση στη σύγκρουση, όμως οι αδιάκριτοι βομβαρδισμοί οικογενειών και αμάχων συνεχίζονται.

Χωρίς άμεση κατάπαυση του πυρός, ο λαός της Γάζας θα συνεχίσει να επωμίζεται το βάρος της αποτυχίας του κόσμου να δράσει.

Ο μεγαλύτερος μου φόβος είναι ότι την επόμενη φορά που θα ακούσω νέα από τη Γάζα, θα πρόκειται για μία ακόμα σπαρακτική απώλεια μέσα στη δική μου οικογένεια…

Το άρθρο της Ghada Ageel δημοσιεύθηκε στη Guardian. Η Ghada είναι μία Παλαιστίνια πρόσφυγας τρίτης γενιάς, ενώ εργάστηκε ως μεταφράστρια για τη βρετανική εφημερίδα στη Γάζα, από το 2000 έως το 2006. Σήμερα είναι καθηγήτρια στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Αλμπέρτα.