icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Το τραγούδι "Canción Sin Miedo" που έγινε ύμνος κατά των γυναικοκτονιών, περιγράφει το κοινό βίωμα των θηλυκοτήτων σε όλο τον κόσμο

Η πατριαρχία μιλάει την ίδια γλώσσα παντού, γιατί μιλάει τη γλώσσα του πόνου και της έμφυλης καταπίεσης. Κάπως έτσι, ένα μεξικανικό τραγούδι έγινε το «μανιφέστο» κατά των γυναικοκτονιών παγκοσμίως.

Ο λόγος για το “Canción Sin Miedo” (Τραγουδάμε δίχως φόβο) της Vivir Quintana, που έγινε ύμνος στα χείλη των φεμινιστριών ανά τον κόσμο, απαιτώντας να μπει ένα τέλος στις γυναικοκτονίες, στην έμφυλη καταπίεση και την κακοποίηση γυναικών και θηλυκοτήτων.

Κι έτσι το τραγούδι αντηχεί στους δρόμους των πόλεων ζητώντας Δικαιοσύνη για όσες δεν θα δουν το φως της ημέρας αύριο, επειδή κάποιος σύντροφος, πατέρας, πρώην, αδερφός, άγνωστος, χρησιμοποίησε τα όπλα που η πατριαρχία τού έδωσε για να τη δολοφονήσει.

Το τραγούδι της Quintana σε συνεργασία με τη Mon Laferte, έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Tiempo de Mujeres στις 7 Μαρτίου 2020.

Τις δύο καλλιτέχνιδες συνόδευσε η χορωδία El Palomar, που αποτελείται από περισσότερες από 70 γυναίκες τραγουδίστριες και μουσικούς.

«Είναι ένα αντικείμενο μελέτης για το πώς ο πόνος μάς φέρνει πραγματικά κοντά, μας συνδέει πολύ, όχι μόνο στο Μεξικό, αλλά και στη Λατινική Αμερική και στον κόσμο. Είναι σαν ένα οξύμωρο της γλυκιάς χαράς, αλλά και της πικρής γλύκας», είχε σχολιάσει η Quintana σχετικά με το τραγούδι.

Τραγουδάμε την ιστορία μας

Το τραγούδι μετατράπηκε σε ένα ηχηρό μήνυμα και στην Ελλάδα, όταν στις 8 Μαρτίου του 2022, Παγκόσμια Ημέρα των Γυναικών, θηλυκότητες της Ανοιχτής Ορχήστρας τραγούδησαν την ελληνική απόδοσή του.

Οι στίχοι του περιγράφουν το κοινό βίωμα. Λένε την ιστορία χιλιάδων θηλυκοτήτων από το Μεξικό, μέχρι την Ικαρία, την Κρήτη και την Κάρπαθο.

«Για όλα τα χέρια που σφίγγουν κλειδιά»: Είσαι εργαζόμενη στην εστίαση. Όταν γυρίζεις σπίτι μετά τη νυχτερινή βάρδια, κρατάς τα κλειδιά σου σφιχτά στα χέρια, είναι ο πρόχειρος τρόπος να προστατευθείς εκείνη την ώρα.

«Στη θέα μιας μορφής το αίμα μου να παγώνει»: Γυρνάς σπίτι μετά τη νυχτερινή έξοδο. Μιλάς με τη φίλη σου στο τηλέφωνο ή της έχεις στείλει την τοποθεσία σου στο κινητό για να ξέρει πού είσαι σε περίπτωση που κάτι συμβεί. Το βήμα σου ανοιχτό και γρήγορο, για να μειώσεις το χρονικό «παράθυρο» που μεσολαβεί από το σκοτεινό δρομάκι μέχρι τη στάση του λεωφορείου.

«Και κάθε λεπτό, σχεδόν κάθε μέρα θρηνούμε μια κόρη αδελφή και μητέρα»: Η τελευταία ήταν η Κυριακή Γρίβα. Φοβάσαι πως αύριο θα ανοίξεις το κινητό και ένα νέο όνομα θα εμφανιστεί στη λίστα των γυναικοκτονιών.

«Μέσα σε μια νύχτα μάς εξαφανίζουν»: Περίπου τόσο πήρε στους γυναικοκτόνους της Ελένης Τοπαλούδη να τη βιάσουν, να τη βασανίσουν και χωρίς τις αισθήσεις της να την πετάξουν στα βράχια για να την αποτελειώσουν.

«Μας παίρνουν με βία την ξεγνοιασιά»: Ήσουν πολύ μικρή, σχεδόν νήπιο, όταν κάποιος σού είπε πως αυτό που φοράς είναι πολύ κοντό. Όταν ο δάσκαλος σού είπε να μην σκύβεις στο διάλειμμα γιατί φαίνεται το εσώρουχό σου. Όταν έπρεπε να προσέχεις πώς κάθεσαι στο τραπέζι. Πιθανώς μετά έπεισες τον εαυτό σου πως πρέπει να φοράς πιο φαρδιά ρούχα, αλλά αυτό δεν σταμάτησε τον κακοποιητή σου, δεν τον ένοιαζαν τα ρούχα σου, αλλά το φύλο σου.

«Κι αν δεν το κατάλαβες, τούτοι οι στίχοι φωνάζουν πως βρίσκομαι εδώ από τύχη»: Έτσι, κράτησες σφιχτά τα κλειδιά στη γροθιά σου, έτρεχες να φτάσεις σπίτι σου στο σκοτάδι, μπορεί να φόρεσες φαρδιά ρούχα, να προσπάθησες να μην «προκαλείς» τους άνδρες. Δεν είχε σημασία, γιατί τίποτα από τα παραπάνω δεν έφταιξε. Δεν έφταιγες εσύ που κακοποιήθηκες, δεν έφταιγαν εκείνες που τις σκότωσαν. Το χέρι τους το όπλισε η πατριαρχία.

«Γινόμαστε όλες μαζί μια γροθιά»: Εξοργίστηκες. Δεν άντεχες άλλο. Κατάφερες να ξεχωρίσεις στο μυαλό σου τις φορές που καταπιέστηκες, κακοποιήθηκες, φοβήθηκες και ένιωσες σαν αντικείμενο. Γύρισες και κοίταξες, τότε, τη γυναίκα που καθόταν δίπλα σου στο λεωφορείο. Σκεφτόσασταν και οι δύο το ίδιο πράγμα, η καθημερινότητά σας έμοιαζε.

«Στο σπίτι αν δεν έρθω, κάψτε την πόλη»: Όσο το σκεφτόσουν, τόσο καταλάβαινες πως με τις δολοφονημένες δεν σας χωρίζουν και πολλά. Έβλεπες πως ο γυναικοκτόνος τους είχε τα κλειδιά του σπιτιού τους. Έβαζες το όνομά τους δίπλα από το δικό σου και τις ένιωθες αδερφές σου. Ήξερες πως εάν κάτι σου συμβεί αυτές θα φωνάξουν το όνομά σου δυνατά. Θα κάνεις κι εσύ το ίδιο για εκείνες, το έχεις αποφασίσει.

«Στ’ όνομά μου γράψτε νέα ιστορία»: Κατέβηκες στην πορεία, σήκωσες ψηλά τη γροθιά σου και ήταν εκείνη η στιγμή που ενώθηκες με τις φεμινίστριες όλου του κόσμου. Στη γλώσσα σας τραγουδήσατε τους ίδιους στίχους και υποσχεθήκατε πως «όλες απαντάμε αν αγγίξεις μία».

Και κάπως έτσι το τραγούδι αυτό είπε την ιστορία τη δική μας. Σε κάθε στίχο βλέπεις τον εαυτό σου, το σιγοτραγουδάς στη δουλειά, το βροντοφωνάζεις στον δρόμο μαζί με τις αδερφές σου.

Οι στίχοι

Να τρέμει το κράτος, να κλείνουν οι δρόμοι
Να τρέμει όποιος χέρι τολμά και σηκώνει
Μας παίρνουν με βία, την ξεγνοιασιά
Μας φύτεψαν φόβο, μα φυτρώσαν φτερά

Και κάθε λεπτό σχεδόν κάθε μέρα
Θρηνούμε μια κόρη αδερφή και μητέρα
Μέσα σε μια νύχτα μάς εξαφανίζουν
Συνένοχος είναι όποιος σιωπά, σα μας αφανίζουν

Για εκείνες τις νύχτες που γύριζα μόνη
Στη θέα μιας μορφής το αίμα μου να παγώνει
Για όλα τα χέρια που σφίγγουν κλειδιά
Γινόμαστε όλες μαζί μια γροθιά!

Δικαίωμα δεν έχεις στο σώμα μου επάνω,
Δεν σου πέφτει λόγος πού πάω και τι κάνω
Δεν είναι αγάπη ο πόνος κι η βία
Όλες απαντάμε, αν αγγίξεις μία

Κι αν δεν το κατάλαβες τούτοι οι στίχοι
Φωνάζουν πως βρίσκομαι εδώ από τύχη
Με οργή τραγουδάω, ακούστε με όλοι
Στο σπίτι αν δεν έρθω, κάψτε την πόλη

Με λένε Ανίσα, Καρολάιν και Ελένη
Με σκότωσε το σύστημα που τους ξεπλένει
Είμαι η Τζεβριέ, η Ζάκι, η Μαρία
Νεκταρία, Ανθή, Ζωή, Αδαμαντία
Στο όνομά μου γράψτε νέα, ιστορία

Για εκείνες τις νύχτες που γύριζα μονη
Στη θέα μιας μορφης το αίμα μου να παγώνει
Για όλα τα χέρια που σφίγγουν κλειδια
Γινόμαστε όλες μαζί μια γροθιά!

Δικαίωμα δεν έχεις στο σώμα μου επάνω,
Δεν σου πέφτει λόγος πού πάω και τι κάνω
Δεν είναι αγάπη ο πόνος κι η βία
Όλες απαντάμε, αν αγγίξεις μία