icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Το φαινόμενο μαστίζει εδώ και αιώνες. Η εκβιομηχάνιση της κοινωνίας, ωστόσο, φαίνεται να έχει επιδεινώσει την κατάσταση

Η αϋπνία περιγράφεται ως η δυσκολία να αποκοιμηθεί κάποιος ή να διατηρήσει τον ύπνο του και συνοδεύεται σχεδόν πάντα από νευρικότητα και δυσφορία κατά τη διάρκεια της ημέρας. Η Γαλλίδα συγγραφέας Marie Darrieussecq γράφει το 2023 στα απομνημονεύματά της Sleepless: «Ο κόσμος χωρίζεται σε αυτούς που μπορούν να κοιμηθούν και σε αυτούς που δεν μπορούν».

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι γιατί ορισμένοι άνθρωποι – δυστυχώς όλο και περισσότεροι – υποφέρουν από αϋπνία. Μπορεί να πρόκειται για βιολογικές αλλαγές που βιώνουμε καθώς μεγαλώνουμε ή λόγω των ορμονών, προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας, φάρμακα που παίρνουμε, καθώς και τον τρόπο ή τον τόπο που ζούμε και εργαζόμαστε.

Μορφή βασανιστηρίων

Η στέρηση ύπνου είναι κυριολεκτικά μία μορφή βασανιστηρίων. Ο Ρωμαίος ύπατος Marcus Atilius Regulus φέρεται να είναι ο πρώτος άνθρωπος στην καταγεγραμμένη ιστορία που πέθανε από αϋπνία.

Το 256 π.Χ. περίπου παραδόθηκε στους εχθρούς της Ρώμης, τους Καρχηδόνιους, οι οποίοι τον βασάνισαν μέχρι θανάτου, ακρωτηριάζοντας τα βλέφαρά του και αναγκάζοντάς τον να κοιτάει τον ήλιο.

Όσο φρικτό κι αν ακούγεται αυτό, η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχουν αξιόπιστες αναφορές για το πώς ακριβώς πέθανε ο Regulus. Παρ’ όλα αυτά, η στέρηση ύπνου εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να χρησιμοποιείται ως βασανιστήριο σε πολλές χώρες.

Μία από τις καλύτερες πρώιμες περιγραφές της αϋπνίας είναι αυτή του Άγγλου κληρικού Robert Burton στο βιβλίο του The Anatomy of Melancholy (1628).

Ο Burton γνώριζε ότι η αϋπνία αποτελούσε τόσο αιτία όσο και σύμπτωμα της κατάθλιψης. Συνιστούσε, μάλιστα, να αποφεύγεται η κατανάλωση λάχανου – το οποίο «προκαλεί ενοχλητικά όνειρα» – καθώς και ο ύπνος αμέσως μετά το βραδινό γεύμα.

Κι ύστερα ήρθε η εκβιομηχάνιση

Ένας σημαντικός παράγοντας που συνδέεται με την αύξηση των κρουσμάτων αϋπνίας στο δυτικό κόσμο είναι σαφέστατα η εκβιομηχάνιση της κοινωνίας – όταν ο πληθυσμός μίας χώρας μεταβαίνει από τις γεωργικές πρακτικές στην κατασκευή προϊόντων με τη χρήση μηχανημάτων.

Σε χώρες όπου η βιομηχανοποίηση είναι περιορισμένη, η αϋπνία είναι αρκετά σπάνια. Συγκεκριμένα, την εμφανίζει μόνο το 1-2% του πληθυσμού. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ωστόσο, σήμερα, τα εκτιμώμενα ποσοστά αϋπνίας αγγίζουν το 10-48%, ανάλογα πάντα με τη μελέτη.

Επιπλέον, μία έκθεση του 2021 αναφέρει ότι το 14,8% των Αυστραλών παρουσιάζουν συμπτώματα που πληρούν τα κριτήρια για χρόνια αϋπνία.

Ο  όρος «αϋπνία»

Καθώς οι δυτικές χώρες εκσυγχρονίστηκαν, τα πράγματα που σήμερα συνδέουμε με την αϋπνία, όπως ο τεχνητός φωτισμός και τα ρολόγια, έγιναν μέρος της καθημερινότητας των ανθρώπων.

Ταυτόχρονα, οι θόρυβοι περιβάλλοντος αυξήθηκαν, ενώ σημειώθηκαν σημαντικές αλλαγές στη διατροφή και τη στέγαση. Έτσι, ο νέος τρόπος ζωής και εργασίας αλλοίωσε τις συνήθειες του ύπνου μας.

Ο όρος «αϋπνία» εμφανίστηκε επίσημα στα τέλη του 18ου αιώνα – ταυτόχρονα με την άνθηση νέων επιστημών – και μία ξεχωριστή κατηγορία ανθρώπων που υπέφεραν από προβλήματα ύπνου, άρχισαν να απασχολούν τους ειδικούς.  

Ο 19ος και ο 20ός αιώνας

Τον 19ο αιώνα διαδίδονται ιατρικές θεραπείες για την αϋπνία – ορισμένες μάλιστα αρκετά αποτελεσματικές, όπως τα «ινδικά τσιγάρα» της Grimault & Co, τα οποία διαφημίζονταν στην Αυστραλία και περιείχαν κάνναβη.

Την ίδια εποχή επίσης, άρχισαν να ακούγονται ορισμένες από τις σύγχρονες ιατρικές απόψεις σχετικά με το άγχος – έναν από τους κύριους παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν αϋπνία.

Διάσημοι άυπνοι

Ο Ρουμάνος φιλόσοφος Emil Cioran (1911-1995) έπασχε από χρόνια αϋπνία. Στο βιβλίο του On the Hights of Despair (Στα ύψη της απελπισίας) του 1934 περιγράφει τη μοναξιά και την απομόνωση της αϋπνίας – την αίσθηση του να νιώθεις εντελώς αποκομμένος από την υπόλοιπη ανθρωπότητα.

Δεκάδες είναι οι διάσημοι συγγραφείς και καλλιτέχνες που έπασχαν από αϋπνία – τόσοι που πλέον αποτελεί κλισέ: Οι Victor Hugo (Βίκτωρ Ουγκώ), Franz Kafka (Φραντς Κάφκα), Marcel Proust (Μαρσέλ Προυστ) και Ernest Hemingway (Έρνεστ Χέμινγουεϊ) – όλοι δυσκολεύονταν να παραδοθούν στον ύπνο όταν έπεφτε το σκοτάδι.

Στο διήγημα του Hemingway, Now I Lay Me, ο στρατιώτης αφηγητής – και alter ego του – αναφέρει: «Εγώ ο ίδιος δεν ήθελα να κοιμηθώ γιατί ζούσα για πολύ καιρό με τη γνώση ότι, αν ποτέ έκλεινα τα μάτια μου στο σκοτάδι και άφηνα τον εαυτό μου να φύγει, η ψυχή μου θα έβγαινε από το σώμα μου».

Τα πρώτα βαρβιτουρικά

Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι τα πρώτα βαρβιτουρικά έκαναν την εμφάνισή τους τον 20ο αιώνα. Η βαρβιτάλη, που κυκλοφόρησε στην αγορά με την ονομασία Veronal, ήταν ένα μόνο από μία σειρά νέων φαρμάκων που υπόσχονταν ανέφελο ύπνο σε όσους υπέφεραν από αϋπνίες.

Οι ακούσιοι θάνατοι από υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια

Τα φάρμακα αυτά έκαναν τους ανθρώπους να χαλαρώνουν και να νυστάζουν, ενεργοποιώντας το σύστημα γάμμα-αμινοβουτυρικού οξέος (GABA) του οργανισμού.

Πρόκειται για το τμήμα του νευρικού μας συστήματος το οποίο αναστέλλει τις διεργασίες στο σώμα που διαφορετικά θα μας κρατούσαν ξύπνιους.

Ωστόσο, τα φάρμακα αυτά χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής: Οι αυτοκτονίες και οι ακούσιοι θάνατοι από υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών αυξήθηκαν σημαντικά τις επόμενες δεκαετίες.

Η επιστήμη μίλησε

Η διάσημη οικιακή εγκυκλοπαίδεια Enquire Within Upon Everything παρείχε επίσης μία θεραπεία για την αϋπνία που ακουγόταν «ιδιαιτέρως επιστημονική»: «Τα νευρικά άτομα, τα οποία είναι μονίμως σε εγρήγορση και νιώθουν υπερδιέγερση, έχουν την τάση να συγκεντρώνουν αίμα στον εγκέφαλο, ενώ έχουν κρύα άκρα. Η πίεση του αίματος στον εγκέφαλο τούς κρατάει σε διεγερμένη ή άγρυπνη κατάσταση».

«Σηκωθείτε και τρίψτε το σώμα και τα άκρα τους με μία βούρτσα ή πετσέτα ή τρίψτε με τα χέρια σας για να προάγετε την κυκλοφορία και να αποσύρετε την υπερβολική ποσότητα αίματος από τον εγκέφαλο, και [τα άτομα αυτά] θα κοιμηθούν μέσα σε λίγα λεπτά. Ένα κρύο μπάνιο με σφουγγάρι και τρίψιμο […] θα βοηθήσει στην εξισορρόπηση της κυκλοφορίας και στην προώθηση του ύπνου», πρότεινε η εγκυκλοπαίδεια.

Η αϋπνία στις μέρες μας

Τον 21ο αιώνα, ο δυτικός τρόπος ζωής ήρθε να προσθέσει δύο νέους παράγοντες που διαταράσσουν τον ύπνο: Την υπερβολική κατανάλωση καφεΐνης και τις φορητές συσκευές που χαζεύουμε το βράδυ στο κρεβάτι.

Οι σύγχρονες οικονομίες οργανώνονται όλο και περισσότερο γύρω από την εργασία που στερεί τον ύπνο

Ιδιαίτερα τα κινητά, με τη φωτεινότητα της οθόνης και τα συνεχή «χτυπήματα ντοπαμίνης» κατά τη διάρκεια της νύχτας, δημιουργούν υπερδιέγερση, κάνοντάς το πιο δύσκολο να διατηρήσουμε τον ύπνο μας.

Τα νέα σχετικά με την αϋπνία, δυστυχώς, δεν είναι ενθαρρυντικά. Το γεγονός ότι οι σύγχρονες οικονομίες οργανώνονται όλο και περισσότερο γύρω από την εργασία που στερεί τον ύπνο, κάνει τους επιστήμονες να πιστεύουν ότι η λύση βρίσκεται ακόμα μακριά.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι εργαζόμενοι στην παραγωγή έχουν τις περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν διαταραχές ύπνου, πιθανόν λόγω της εκ περιτροπής εργασίας.

Ταυτόχρονα, στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές κάνουν υπερβολική χρήση υπνωτικών φαρμάκων για να μπορέσουν να ηρεμήσουν μετά την αδρεναλίνη ενός αγώνα.

Το οικονομικό κόστος

Στην Αυστραλία, το οικονομικό κόστος του κακού ύπνου εκτιμάται σε 26 δισεκατομμύρια δολάρια  ετησίως, κυρίως λόγω της μειωμένης παραγωγικότητας ή των ατυχημάτων στο χώρο εργασίας.

Αυτό θα σήμαινε ίσως ότι υπάρχει ένα καλό οικονομικό κίνητρο για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Ταυτόχρονα όμως, η αϋπνία είναι και μία εξαιρετικά επικερδής επιχείρηση που όλο και μεγαλώνει: Προβλέπεται μάλιστα ότι θα φθάσει τα 6,3 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2030, κυρίως λόγω της αύξησης των διαγνώσεων και της θεραπείας, καθώς και της χρήσης ενισχυτικών ύπνου, όπως είναι τα διάφορα συμπληρώματα αλλά και οι sleep tracking εφαρμογές στο κινητό.

Με πληροφορίες από The Conversation