icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Όλα ξεκίνησαν από έναν χημικό που ανέφερε την ύπαρξη μίας ένωσης που ονόμασε πρωτεΐνη

Πορτοκάλια και ακτινίδιο για βιταμίνη C αν είσαι κρυωμένος, καρότα και βιταμίνη Α για καλή όραση και ηλιακό φως για ενίσχυση της βιταμίνης D που χτίζει γερά οστά. Παρόλο που οι άνθρωποι πάντα καταλάβαιναν ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της σωστής διατροφής και της καλής υγείας, χρειάστηκαν χιλιάδες χρόνια για να αναδυθεί η σύγχρονη διατροφική έρευνα, ενισχυμένη από τις εξελίξεις στη χημεία, τη φυσική και τη βιολογία.

Τα πρώιμα πειράματα διατροφής επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στο στοιχείο άζωτο, που ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1772, και στο αν η παρουσία ή η απουσία του στα τρόφιμα έκανε τους ανθρώπους υγιείς ή αρρώστους.

Εν συνεχεία, το 1838, ο Ολλανδός χημικός Gerardus Johannis Mulder πρότεινε την ύπαρξη μίας ένωσης που ονόμασε πρωτεΐνη και η οποία, υποστήριζε, πως έπαιζε «βασικό ρόλο» στη διατροφή.

Για δεκαετίες, γράφει ο ιστορικός Kenneth Carpenter, η πρωτεΐνη θεωρούνταν η «πραγματική θρεπτική ουσία» για την ανθρώπινη υγεία, παρά την αναδυόμενη γνώση ότι τα φρούτα, τα λαχανικά και το γάλα ανακουφίζουν καταστάσεις, όπως το σκορβούτο και η ραχίτιδα.

Διατροφικές ελλείψεις

Εν τω μεταξύ, οι ναυτικοί σε μεγάλα ταξίδια υπέφεραν για πολλά χρόνια από μια άλλη πάθηση, το μπέρι – μπέρι, που μπορούσε να προκαλέσει καρδιακή ανεπάρκεια και απώλεια της αίσθησης στα άκρα.

Ο Ιάπωνας ναυτικός γιατρός Kanehiro Takaki είχε μια βασική θεωρία: Στη δεκαετία του 1880 παρατήρησε ότι ο φτωχότερος πληθυσμός είχε περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξει τη νόσο σε σχέση με τους πλουσιότερους και, κάπως έτσι, υποψιάστηκε ότι η έλλειψη πρωτεΐνης στη διατροφή μπορεί να ενδεχομένως να παίζει ρόλο σε αυτό.

Παράλληλα, ο Ολλανδός στρατιωτικός γιατρός Christian Eijkman ανέπτυξε τη δική του θεωρία για το μπέρι-μπέρι μετά από πειράματα με κοτόπουλα: Τα πουλιά που έτρωγαν το λευκό ρύζι που συνηθιζόταν στα πλοία του ιαπωνικού πολεμικού ναυτικού είχαν παρόμοια συμπτώματα, ενώ τα πουλερικά που τρέφονταν με καστανό ρύζι παρέμεναν υγιή.

Έτσι, ακολουθώντας τα ευρήματα της έρευνας, ο Eijkman διαπίστωσε πως και οι τρόφιμοι στις φυλακές που τρέφονταν με λευκό ρύζι επίσης προσβάλλονταν από μπέρι-μπέρι. Ήταν, όμως, το επεξεργασμένο δημητριακό μέρος του προβλήματος;

Βιταμίνες για καλή υγεία

Ο Πολωνός χημικός Casimir Funk επικεντρώθηκε στην αφαίρεση του φλοιού και του πίτουρου για την παρασκευή λευκού ρυζιού και ξεκίνησε τα δικά του πειράματα με περιστέρια στις αρχές του 20ού αιώνα. Τα πουλιά που τρέφονταν μόνο με λευκό ρύζι αρρώστησαν, αλλά η υγεία τους βελτιώθηκε σημαντικά όταν άρχισε να τα ταΐζει με πίτουρο ρυζιού και μαγιά.

Η ανακάλυψη επιβεβαίωσε τη θεωρία του Takaki ότι η κακή διατροφή και το μπέρι-μπέρι συνδέονται. Ωστόσο, ο ένοχος δεν ήταν η έλλειψη πρωτεΐνης αλλά μίας άλλης ουσίας, όπως υποστήριξε ο Funk το 1912: Μίας ένωσης που περιέχει άζωτο και ονόμασε βιταμίνη, από τον συνδυασμό της λατινικής λέξης για τη ζωή “vita” και της «αμίνης» (amines), μιας ένωσης που περιέχει άζωτο.

Αυτή η ανακάλυψη έφερε επανάσταση στην επιστημονική σκέψη, υποδηλώνοντας ότι οι ασθένειες μπορεί να προκαλούνται από διατροφικές ελλείψεις και να θεραπεύονται από επαρκείς ποσότητες των πρόσφατα ανακαλυφθέντων ενώσεων. «Μια μονότονη δίαιτα πρέπει να αποφεύγεται», έλεγε ο Funk.

Βιταμίνη Α από το “accessory”

Οι ερευνητές έσπευσαν να απομονώσουν άλλα μικροθρεπτικά συστατικά που σχετίζονταν με παθήσεις όπως ραχίτιδα, σκορβούτο και βρογχοκήλη. Την εποχή που ο Funk επινόησε τη βιταμίνη, ο Αμερικανός επιστήμονας διατροφής Elmer McCullum διεξήγαγε πειράματα σε πολλά ζώα χρησιμοποιώντας διαφορετικές ζωοτροφές. Κάπως έτσι, ανακάλυψε ότι μια έξτρα ουσία (“accessory substance”) που υπάρχει σε ορισμένα λίπη ήταν απαραίτητη για την ανάπτυξη των αρουραίων. Αυτή η λιποδιαλυτή ουσία έγινε γνωστή ως βιταμίνη Α.

Βιταμίνη Β για το beri beri

Ο McCullum και άλλοι διεξήγαγαν επίσης περαιτέρω πειράματα με το θρεπτικό συστατικό του Funk που προέρχεται από πίτουρο ρυζιού, ονομάζοντάς το βιταμίνη Β από το μπέρι μπέρι (beriberi).

Τελικά, αποδείχθηκε ότι η ουσία ήταν στην πραγματικότητα οκτώ υδατοδιαλυτές βιταμίνες, στις οποίες δόθηκε ένα ξεχωριστό όνομα με αύξοντες αριθμούς, ανάλογα με τη σειρά που ανακαλύφθηκαν.

Το τελικό “e” στη λέξη “vitamine” (από το vita + amine) εγκαταλείφθηκε καθώς οι επιστήμονες αναγνώρισαν πως δεν ήταν όλες οι ενώσεις αμίνες που περιέχουν άζωτο. Έτσι, η λέξη άρχισε να γράφεται “vitamin”. Όμως η ιδέα της ονομασίας των βιταμινών αλφαβητικά και με σειρά ανακάλυψης συνεχίστηκε.

Σήμερα τέσσερις λιποδιαλυτές βιταμίνες – Α, D, Ε και Κ – θεωρούνται απαραίτητες για την ανάπτυξη και την υγεία του ανθρώπου. Το ίδιο είναι και οι εννέα υδατοδιαλυτές βιταμίνες: Β1 (θειαμίνη), Β2 (ριβοφλαβίνη), Β3 (νιασίνη), Β5 (παντοθενικό οξύ), Β6 (πυριδοξίνη), Β7 (βιοτίνη), Β9 (φολικό), Β12 (κοβαλαμίνη), και Γ.

Βιταμίνη Κ ή μήπως F;

Μία βιταμίνη «πήδηξε» μπροστά στο αλφάβητο. Δεδομένης της ημερομηνίας ανακάλυψής της το 1929 από τον Δανό ερευνητή Carl Peter Henrik Dam, η βιταμίνη Κ πιθανότατα θα είχε επισημανθεί με ένα παλαιότερο γράμμα, όπως το F.

Ωστόσο, η έρευνα του Dam αποκάλυψε ότι η ουσία ήταν απαραίτητη για την πήξη του αίματος – μια λέξη που ξεκινά με k στις Σκανδιναβικές γλώσσες — και αντ’ αυτού πρότεινε το γράμμα Κ.

Έχουν περάσει δεκαετίες από τότε που ανακαλύφθηκε η τελευταία απαραίτητη βιταμίνη, η Β12, το 1948. Από τότε, οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στα οφέλη των βιταμινών για την υγεία, μαθαίνοντας περισσότερα για τη σχέση μεταξύ ελλείψεων και ασθενειών και χρησιμοποιώντας τις ουσίες για τη θεραπεία παθήσεων όπως η πελλάγρα και η αναιμία.

Αν και φαίνεται απίθανο οι επιστήμονες να ανακαλύψουν πλέον κάποια νέα απαραίτητη βιταμίνη, οι διατροφικές έρευνες συνεχίζονται, επιτρέποντας στους ειδικούς να εμβαθύνουν στα μυστικά ακόμη και μικροσκοπικών ιχνοστοιχείων-μικροθρεπτικών συστατικών που επηρεάζουν την ανθρώπινη υγεία.

Με πληροφορίες από National Geographic