Υπάρχουν 1.000 είδη, τρώμε μόλις ένα και κάπως έτσι δημιουργήσαμε πρόβλημα στις μπανάνες
Πηγή: Unsplash / Zan Lazarevic
Μεγέθυνση κειμένου
«Γιατί, ενώ υπάρχουν περισσότερες από 1.000 ποικιλίες μπανάνας, οι άνθρωποι καταναλώνουμε μόνο το είδος Cavendish», αναρωτήθηκε πρόσφατα ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, Dr Qu Dongyu εξηγώντας ότι είμαστε μέρος ενός σημαντικού προβλήματος
Περισσότερα από 1.000 είδη μπανάνας υπάρχουν στον κόσμο, όμως οι άνθρωποι καταναλώνουν αποκλειστικά μόλις το ένα από αυτά, γεγονός που προκαλεί μεγαλύτερα προβλήματα απ’ όσα μπορούμε να φανταστούμε.
Τον περασμένο Μάρτιο πραγματοποιήθηκε στη Ρώμη η συνάντηση του Παγκόσμιου Φόρουμ Μπανάνας, δίνοντας ένα σημαντικό μήνυμα: η σημερινή δεινή θέσης της μπανάνας θα πρέπει να χρησιμεύσει ως πρόσκληση σε όλους να γίνουμε υπέρμαχοι της ποικιλομορφίας στα τρόφιμα. Προφανώς, τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε μέχρι και σήμερα…
Για να φτάσει μια μπανάνα στα χέρια μας, προϋπάρχει μια αλυσίδα ύψους περίπου 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μια αλυσίδα που στέλνει ατελείωτες ποσότητες του τροπικού φρούτου από τη μία στην άλλη άκρη του κόσμου, προκειμένου να αποτελέσει ένα από τα φθηνότερα και πιο εύκολα διαθέσιμα προϊόντα στους διαδρόμους των σούπερ μάρκετ.
Όλοι είμαστε μέρος του προβλήματος
«Γιατί, ενώ υπάρχουν περισσότερες από 1.000 ποικιλίες μπανάνας, οι άνθρωποι καταναλώνουμε μόνο το είδος Cavendish», αναρωτήθηκε πρόσφατα ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ, Dr Qu Dongyu. Ο ίδιος προειδοποίησε πως αυτό πρέπει να αλλάξει, υπονοώντας πως όλοι είμαστε μέρος του προβλήματος.
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν αναρωτιούνται γιατί όλες οι μπανάνες μοιάζουν και έχουν σχεδόν την ίδια γεύση. Ταυτόχρονα, οι περισσότεροι από εμάς δεν θα έχουν την ευκαιρία να δοκιμάσουν ποτέ μια blue java από την Ινδονησία με την απαλή, ζουμερή υφή και τη γεύση παγωτού βανίλιας ή την κινεζική μπανάνα που είναι τόσο αρωματική που της δόθηκε το όνομα go san heong, που σημαίνει «μπορείς να τη μυρίσεις από το διπλανό βουνό».
Η ζήτηση για χαμηλού κόστους, υψηλής απόδοσης ποικιλίες έχει οδηγήσει σε τεράστιες μονοκαλλιέργειες μόνο ενός τύπου μπανάνας που διακινείται παγκοσμίως και αυτό ισχύει και για πολλές άλλες καλλιέργειες. Η ομοιογένεια στο σύστημα τροφίμων είναι μια επικίνδυνη στρατηγική, επειδή μειώνει την ικανότητά μας να προσαρμοζόμαστε σε έναν ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο.
Οι μπανάνες σε κίνδυνο
Σε αντίθεση με τις άγριες μπανάνες, οι οποίες αναπτύσσονται από σπόρο, κάθε Cavendish είναι κλώνος. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχει τρόπο να εξελίσσεται, οπότε δεν μπορεί να προσαρμοστεί στις νέες περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Η ασθένεια του Παναμά, γνωστή και ως μάρανση από φουζάριο, αποτελεί μάστιγα για τις μονοκαλλιέργειες των μπανανών Cavendish στην Ασία, την Αυστραλία, την Αφρική και, πιο πρόσφατα, στη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, την πηγή του 80% των εμπορεύσιμων μπανανών στον κόσμο.
Μια λύση για την αντιμετώπιση αυτής της καταστροφικής για το γνωστό τροπικό φρούτο ασθένειας είναι η χρήση γενετικής τροποποίησης ή γονιδιακής επεξεργασίας, προκειμένου να αναπτυχθούν μπανάνες με μεγαλύτερη ανθεκτικότητα. Ο Τζέιμς Ντέιλ, καθηγητής στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ, πέρασε δεκαετίες δουλεύοντας πάνω σε μια τροποποιημένη εκδοχή της Cavendish, σχεδιασμένη έτσι ώστε να είναι «εξαιρετικά ανθεκτική» στην παραλλαγή της ασθένειας του Παναμά που προσβάλλει την Cavendish. Ωστόσο, ο επιστήμονας πιστεύει πως η μακροπρόθεσμη απάντηση είναι η εισαγωγή μεγαλύτερης ποικιλομορφίας στο τροφικό σύστημα.
Σύμφωνα με τον Ντέιλ, το γεγονός πως οι μονοκαλλιέργειες δεν υπάρχουν στη φύση, είναι κάτι που πρέπει να δώσει στους ανθρώπους ένα μάθημα. Παλαιότερα, εξήγησε, υπήρχε μεγαλύτερη ποικιλομορφία στο διατροφικό σύστημα, αλλά με την εισαγωγή ενός περιορισμένου αριθμού παραγωγικών καλλιεργειών, η ποικιλομορφία αυτή χάθηκε.
Ως απάντηση σε αυτό, οι επιστήμονες στα κορυφαία κέντρα έρευνας καλλιεργειών του Ηνωμένου Βασιλείου, το Εθνικό Ινστιτούτο Γεωργικής Βοτανικής (NIAB) στο Κέιμπριτζ και το Κέντρο John Innes στο Νόργουιτς, εργάζονται για να επαναφέρουν την ποικιλομορφία στους αγρούς χρησιμοποιώντας γενετικά στοιχεία από ποικιλίες κληρονομιάς που ωθήθηκαν στα όρια της εξαφάνισης από τις σύγχρονες ποικιλίες.
Πρωτοβουλίες για την τροφική ποικιλία
Σε επίπεδο πολιτικής, υπάρχουν λόγοι για να νιώθουμε αισιόδοξοι για το συγκεκριμένο ζήτημα. Στην Cop15, που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2022 στο Μόντρεαλ, 196 χώρες υπέγραψαν το Παγκόσμιο Πλαίσιο για τη Βιοποικιλότητα. Βασική του δέσμευση η διάσωση του 30% της φύσης σε ξηρά και θάλασσα έως το 2030, μέρος της οποίας περιλαμβάνει επείγουσα δράση για να «σταματήσει η εξαφάνιση των απειλούμενων ειδών».
Μάλιστα, λιγότερο γνωστό είναι το γεγονός ότι σε αυτά τα απειλούμενα είδη περιλαμβάνονται και τα εξημερωμένα.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν πρωτοβουλίες όπως αυτή της αγροτικής Wildfarmed, η οποία πειραματίζεται με ένα ευρύτερο φάσμα ποικιλιών σιταριού. Το αλεύρι βρίσκει ήδη το δρόμο του στην αγορά μέσω των μεγάλων λιανοπωλητών και των εθνικών αλυσίδων πίτσας.
Εν τω μεταξύ, στην ανατολική Αγγλία, η Hodmedod’s, μια επιχείρηση που ιδρύθηκε από τρεις ερευνητές τροφίμων και γεωργίας, ανατρέχει σε ό,τι καλλιεργούνταν στη Βρετανία κατά την εποχή του σιδήρου και αναβιώνει παραμελημένες ποικιλίες δημητριακών και οσπρίων, συμπεριλαμβανομένων των μπιζελιών carlin και του σιταριού emmer.
Με πληροφορίες από The Guardian
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι