Πηγή: Freepik / pvproductions
Μεγέθυνση κειμένου
Παρόλο που όλα έχουν να κάνουν με τη γεύση και το προσωπικό γούστο, για όσους αναζητούν μια πιο ήπια δόση καφεΐνης, γεμάτη από αντιοξειδωτικά, το τσάι είναι ο αδιαφιλονίκητος νικητής
Για τους περισσότερους, η ημέρα δεν μπορεί να ξεκινήσει – ή τουλάχιστον να ξεκινήσει «καλά» – χωρίς καφέ, ενώ υπάρχουν και οι πιο «παραδοσιακοί» που προτιμούν, ειδικά τον χειμώνα, μία κούπα ζεστό και αρωματικό τσάι.
Πρόκειται, άλλωστε, για δύο από τα πιο δημοφιλή ροφήματα στον κόσμο, κάτι απόλυτα λογικό, καθώς αρκετές μελέτες δείχνουν ότι οι άνθρωποι που πίνουν τακτικά καφέ ή τσάι ζουν περισσότερο και έχουν λιγότερα προβλήματα υγείας από εκείνους που δεν το κάνουν.
Παρόλο, όμως, που ο καφές συχνά θεωρείται ο «απόλυτος βασιλιάς», το τσάι έχει τα τελευταία χρόνια καταφέρει να σταθεί απέναντί του ως ένας ισχυρός ανταγωνιστής. Ποια είναι τα σημεία στα οποία υπερτερεί;
Χαμηλότερη καφεΐνη, λιγότερες παρενέργειες
Ένας από τους κύριους λόγους για τους οποίους αξίζει κάποιος να στραφεί στο τσάι είναι η χαμηλότερη περιεκτικότητά του σε καφεΐνη. Η καφεΐνη μπορεί να οξύνει την εστίαση και να αυξήσει την εγρήγορση για κάποιους, αλλά για άλλους, οι παρενέργειες της υπερκατανάλωσης – νευρικότητα, αϋπνία, ακόμη και ταχυπαλμία – μπορεί να υπερτερούν των ωφελειών.
Παρόλο που η FDA (Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ) συνιστά ως ημερήσιο όριο καφεΐνης τα 400 χιλιοστόγραμμα, ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να είναι πολύ πιο ευαίσθητοι στην καφεΐνη λόγω ηλικίας, φύλου, γενετικής ή φαρμακευτικής αγωγής.
Δεδομένου ότι ένα φλιτζάνι τσάι περιέχει μεταξύ 20 και 60 χιλιοστόγραμμα καφεΐνης, ανάλογα με τον τύπο, σε σύγκριση με τα 80 έως 100 χιλιοστόγραμμα καφεΐνης σε ένα μέσο φλιτζάνι καφέ, το πρώτο χρίζεται ο απόλυτος νικητής.
Ειδικά το τσάι βοτάνων – που είναι από τη φύση του απαλλαγμένο από καφεΐνη – μπορεί επίσης να αποτελέσει μια καταπραϋντική εναλλακτική λύση. Το χαμομήλι, για παράδειγμα, είναι γνωστό για τις ηρεμιστικές του επιδράσεις, ενώ το rooibos είναι γεμάτο αντιοξειδωτικά.
Μια δύναμη αντιοξειδωτικών
Τόσο ο καφές όσο και το τσάι είναι πλούσια σε βιοδραστικές ενώσεις – χημικές ουσίες φυτικής προέλευσης που προάγουν την υγεία – αλλά το τσάι ξεχωρίζει για την ιδιαίτερα ποικιλόμορφη ποικιλία αντιοξειδωτικών του.
Αυτές οι ενώσεις, συμπεριλαμβανομένων των φλαβονοειδών, των πολυφαινολών και των κατεχινών, συνδέονται με χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, διαβήτη και ορισμένων τύπων καρκίνου.
Το πράσινο τσάι, για παράδειγμα, είναι ιδιαίτερα πλούσιο σε γαλλική επιγαλλοκατεχίνη (EGCG), ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό που υποστηρίζει την υγεία των κυττάρων και μπορεί να επιβραδύνει τη γήρανση.
Τα μαύρο τσάι, από την άλλη πλευρά, είναι πλούσιο σε θεαφλαβίνες, ενώσεις που υποστηρίζουν την καρδιαγγειακή υγεία.
Έρευνες που επικαλείται το National Geographic, μάλιστα, δείχνουν ότι πολλά από τα οφέλη για την υγεία που σχετίζονται με την κατανάλωση τσαγιού – από τον μειωμένο κίνδυνο χρόνιων ασθενειών έως τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής – μπορούν να αποδοθούν στις θαυματουργές ουσίες που εμπεριέχει.
Και ύστερα έρχεται η χαλάρωση
Μία από τις σημαντικότερες διαφορές μεταξύ καφέ και τσαγιού είναι η παρουσία ενός μορίου, της L-θεανίνης. Το συγκεκριμένο μη πρωτεϊνικό αμινοξύ βρίσκεται κυρίως στα φύλλα του τσαγιού και είναι γνωστό για τις χαλαρωτικές του ιδιότητες.
Ιδιαίτερα για τα άτομα που είναι ευαίσθητα στην καφεΐνη, η ηρεμιστική επίδραση της L-θεανίνης μπορεί να αντισταθμίσει το αίσθημα νευρικότητας που συνδέεται με τον καφέ, ενώ παράλληλα μειώνει το άγχος και δημιουργεί ένα αίσθημα ευφορίας.
Επιπλέον, η L-θεανίνη έχει αξιοσημείωτες επιδράσεις στην υγεία του εγκεφάλου, καθώς ενισχύει τη γνωστική απόδοση, μειώνει το στρες και μπορεί ακόμη και να βελτιώσει την ποιότητα του ύπνου.
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι