icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Υπάρχει ένα μέρος στον πλανήτη που δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για προκλητικές ενέργειες

Πριν από μερικά χρόνια, ο Economist έγραψε ότι η Ταϊβάν, το μικροσκοπικό νησί που φιλοξενεί 24 εκατομμύρια ανθρώπους, ήταν «το πιο επικίνδυνο μέρος στη Γη». Οι λόγοι για τους οποίους κατέληξε σε αυτό το συμπέρασμα παραμένουν βάσιμοι. Στην πραγματικότητα, οι λόγοι έχουν πολλαπλασιαστεί, επισημαίνει ο δημοσιογράφος του CNN, Fareed Zakaria.

Το σκηνικό των εντάσεων για την Ταϊβάν είναι, φυσικά, η επεκτεινόμενη γεωπολιτική αντιπαλότητα μεταξύ της Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών. Από την άνοδο αρχικά του Κινέζου ηγέτη, Σι Τζινπίνγκ και στη συνέχεια του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και τα δύο έθνη έχουν αλλάξει ριζικά τη στάση τους απέναντι στο άλλο – από καλοπροαίρετη και επιφυλακτική, μετατράπηκε σε εχθρική.

Ίσως η ταχεία ανάπτυξη της Κίνας και η κυρίαρχη θέση της Αμερικής να το έκαναν αυτό αναπόφευκτο. Μια ανερχόμενη δύναμη αντιμετωπίζει μια εδραιωμένη δύναμη, με αποτέλεσμα να δημιουργεί μία κατάσταση, που σύμφωνα με τα λόγια του συγγραφέα και μελετητή διεθνούς ασφάλειας του Χάρβαρντ, Graham Allison, είναι προορισμένη σε πόλεμο.

Πορεία προς τον πόλεμο;

Αλλά είναι πράγματι προορισμένες για πόλεμο; Όπως εξηγεί ο δημοσιογράφος του CNN, οι ΗΠΑ και η Κίνα μπορεί να είναι γεωπολιτικοί αντίπαλοι, αλλά είναι επίσης και συνυφασμένες οικονομικά.

Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, στο αποκορύφωμα του αμερικανοσοβιετικού εμπορίου, οι δύο χώρες αντάλλαξαν μεταξύ τους αγαθά αξίας 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα σε ένα έτος.

Η Κίνα και οι ΗΠΑ πραγματοποιούν συναλλαγές ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων κάθε λίγες ημέρες. Και ο αριθμός αυτός δεν έχει μειωθεί τόσο πολύ, ακόμα και όταν τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί οι δασμοί, οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί στο εμπόριο.

Επιπλέον, όπως σημειώνει ο Fareed Zakaria, η Κίνα δεν φαίνεται να είναι ένα κράτος επαναστατικό που επιδιώκει να ανατρέψει το διεθνές σύστημα και να παρουσιάσει στον κόσμο μια εναλλακτική ιδεολογία στην Αμερική. Αυτή η ιδεολογική αντιπαλότητα, που ήταν η καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, απουσιάζει σε μεγάλο βαθμό σήμερα.

Ένα πράγμα καίει, ωστόσο, τώρα και αυτό είναι η πυρηνική αποτροπή. Τόσο η Κίνα όσο και οι ΗΠΑ διαθέτουν μεγάλα οπλοστάσια, τα οποία θα πρέπει να έχουν το αποτέλεσμα που είχαν κι αλλού, από τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση μέχρι το Πακιστάν και την Ινδία – δηλαδή στην αποτροπή ολοκληρωτικού πολέμου.

Κι όμως. Υπάρχει το πρόβλημα της Ταϊβάν που βρίσκεται στο επίκεντρο των σχέσεων ΗΠΑ – Κίνας.

Η Κίνα δεν έχει ποτέ αποδεχθεί ότι η Ταϊβάν μπορεί να είναι ανεξάρτητη χώρα. Αυτό δεν είναι μια καινοτομία του Σι Τζινπίνγκ. Είναι στο σύνταγμα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Κάθε Κινέζος ηγέτης, αρχής γενομένης από τον Μάο Τσετούνγκ, έχει επιβεβαιώσει τον στόχο της επανένωσης, αλλά στο παρελθόν η κομμουνιστική Κίνα πίστευε ότι μπορούσε να περιμένει, επειδή ο χρόνος ήταν με το μέρος της. Τελικά, η ηπειρωτική χώρα με την τεράστια οικονομία και τον πληθυσμό δισεκατομμυρίων ανθρώπων, θα τραβούσε το μικροσκοπικό νησί των 24 εκατομμυρίων στην τροχιά της.

Αυτό ήταν το σκεπτικό. Αλλά αυτή η υπόθεση αποδεικνύεται αναληθής.

Η Ταϊβάν έχει εξελιχθεί σε μια ανεξάρτητη δημοκρατία με πολιτική κουλτούρα που καθορίζεται από το πολιτικό της σύστημα, σε πλήρη αντίθεση με την Κίνα. Τις τελευταίες δεκαετίες, η Ταϊβάν είναι πλέον αποφασισμένη να μην επανενωθεί με την Κίνα. Έτσι, ο Σι πρέπει να αντιλαμβάνεται ότι ο χρόνος δεν είναι με το μέρος του.

Για την Αμερική και τους πολλούς συμμάχους της στην Ασία, η κινεζική επιθετικότητα για την ανακατάληψη της Ταϊβάν είναι απαράδεκτη. Η Ουάσινγκτον ήταν πρόθυμη να αποδεχτεί τις αξιώσεις της Κίνας στην Ταϊβάν, εφόσον δεν χρησιμοποιούσε εξαναγκασμό για να τις επιτύχει.

Η πολιτική της Ταϊβάν, για όλες τις πλευρές, ήταν η ανοχή σε φαντασιώσεις για το μέλλον, εφόσον δεν υπάρχουν πρακτικές αλλαγές στο παρόν. Οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ταϊβάν θέλουν απλώς να διατηρήσουν το status quo τους και να συνεχίσουν τα πράγματα ως έχουν. Ενώ οι πρόσφατες εκλογές στο νησί έφεραν στην εξουσία για τρίτη θητεία ένα κόμμα που συνδέεται στενά με την ιδέα μιας ανεξάρτητης Ταϊβάν, αξίζει να σημειωθεί ότι πήρε μόνο το 40% των ψήφων, με το υπόλοιπο 60% να πηγαίνει σε δύο υποψηφίους με λιγότερο ανεξάρτητες θέσεις.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η διαχείριση αυτού του ζητήματος θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική τόσο από το Πεκίνο, όσο και από την Ουάσιγκτον. Κι αυτό είναι ένα μέρος στη Γη όπου δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για προκλητικές ενέργειες. Και οι τρεις πλευρές θα πρέπει να συνεχίσουν τις συνομιλίες για να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρξουν λανθασμένες αντιλήψεις ή εσφαλμένοι υπολογισμοί.

Τίποτα από όλα αυτά δεν είναι ηθικά ικανοποιητικό. Αλλά το διακύβευμα είναι αρκετά σημαντικό ώστε ένα πράγμα να είναι σαφές: Εάν αυτές οι εντάσεις δεν αντιμετωπιστούν με τον σωστό τρόπο, εάν αυτή η σύγκρουση μετατραπεί σε πόλεμο, θα είναι χαμένα και τα τρία μέρη και ολόκληρος ο κόσμος θα υποστεί κατακλυσμιαίες συνέπειες. Καλύτερα να το καθυστερήσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο – και να ελπίζουμε ότι η βόμβα αυτή δεν θα εκραγεί.

Με πληροφορίες από CNN