icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Μέσα από το βιβλίο του, ο Sir Noel Robert Malcolm, ακαδημαϊκός και ιστορικός, καταπιάνεται με τον βάρβαρο πόλεμο του Χριστιανισμού κατά της ομοφυλοφιλίας

Η έρευνα του ιστορικού Noel Malcolm για τη ζωή των ομοφυλοφίλων από τον 15ο έως τον 18ο αιώνα καταρρίπτει πολλούς μύθους, αλλά κυρίως καταγράφει την ακραία βία που ασκήθηκε εναντίον όσων θεωρήθηκε ότι παραβίασαν τους «ιερούς» νόμους.

Στο βιβλίο του με τίτλο Forbidden Desire in Early Modern Europe: Male-Male Sexual Relations, 1400-1750 (Απαγορευμένη Επιθυμία στην Πρώιμη Σύγχρονη Ευρώπη: Σεξουαλικές Σχέσεις Μεταξύ Ανδρών, 1400-1750), ο Malcolm, μέσα από τη νηφάλια ματιά του, περιγράφει ιστορίες με πρωταγωνιστές ισχυρούς λάγνους Τούρκους, καθολικούς ιερείςαρπακτικά, διεφθαρμένους υπηρέτες και μουσικούς με θελκτικά πρόσωπα, καθώς και δύο Άγγλους βασιλιάδες που περνούν όμορφα την ώρα τους παρέα με αρρενωπούς νεαρούς ευνοούμενους.

Ως επί το πλείστον, οι «σοδομίτες» – όπως επιμένει να τους αποκαλεί ο Malcolm – αφήνονται να ικανοποιούν τις επιθυμίες τους κατ’ ιδίαν. Έτσι, το ενδιαφέρον του ιστορικού στρέφεται στις απαγορευτικές θρησκευτικές εντολές που περιφρονούσαν τους ομοφυλόφιλους, αλλά και τις βάναυσες ποινές που επέβαλε η Εκκλησία, η οποία υποτίθεται ότι διατηρούσε τη θεία τάξη του σύμπαντος.

Βασανιστικές τιμωρίες

Στο βιβλίο, το σεξ μεταξύ ανδρών φαίνεται να ακολουθείται, σχεδόν αυτόματα, από βασανιστικό θάνατο. Τον 15ο αιώνα, ο σοδομισμός στη Βενετία τιμωρούνταν με αποκεφαλισμό. Στη συνέχεια, τα πτώματα των «παραβατών» καίγονταν για να μην απομείνει κανένα ίχνος τους.

Καθώς ήταν παράνομο να εκτελεσθεί ένας χειροτονημένος ιερέας, κλείδωναν τον «ακόλαστο» κληρικό σε ένα κλουβί στην Piazza San Marco και τον άφηναν να λιμοκτονήσει μπροστά στα μάτια του χαιρέκακου λαού.

Στη Φλωρεντία, υπάρχουν αναφορές ότι ευνούχισαν ένα αγόρι ηλικίας 15 ετών που βρισκόταν κρεμασμένο, ενώ στη συνέχεια το σοδόμισαν με πυρακτωμένο σίδερο μέχρι να πεθάνει. Σε μία άλλη περίπτωση, ένας νεαρός Ολλανδός τοποθετήθηκε σε λαιμητόμο, ενώ του πετούσαν ακαθαρσίες και πέτρες μέχρι να τον σκοτώσουν.

Άλλοι καταδικάστηκαν σε αργό θάνατο, δουλεύοντας ως σκλάβοι σε γαλέρα, ενώ στους πιο «τυχερούς» – σε μία ασυνήθιστη πράξη ελέους – έκοψαν απλώς τη μύτη και όχι το πέος ή το κεφάλι.

Οικονομικά και πολιτικά κίνητρα

Το ηθικό περίβλημα που περιέβαλε τις συγκεκριμένες διώξεις και τιμωρίες συχνά έκρυβε άθλια οικονομικά ή πολιτικά κίνητρα.

Μία γαλλική επίθεση κατά των μυστικοπαθών Ναϊτών Ιπποτών τον 14ο αιώνα χρησιμοποίησε τον σοδομισμό ως δικαιολογία για τη δήμευση του πλούτου τους. Στο Περού, φυλές ιθαγενών κατηγορήθηκαν για το ίδιο «βίτσιο», έτσι ώστε να δικαιολογηθούν οι επιδρομές των Ισπανών κονκισταδόρων.

Οι άνδρες που επέλεγαν παθητικό ρόλο στο σεξ θεωρούνταν προδότες

Στην περίπτωση που κάποιος αναρωτιέται γιατί η χριστιανική Ευρώπη ήταν τόσο απόλυτα εχθρική απέναντι στους ομοφυλόφιλους, ο Malcolm αναφέρει στο βιβλίο του τον αφηρημένο ψυχολογικό όρο ”xenohomophobia”.

Με βάση αυτόν, οι άνδρες που επέλεγαν παθητικό ρόλο στο σεξ θεωρούνταν προδότες, επειδή η σεξουαλικές τους προτιμήσεις ερμηνεύονταν ως αδυναμία αντίστασης είτε σε αλλόθρησκους λαούς που θα μπορούσαν εύκολα να τους προσηλυτίσουν είτε σε εχθρικά στρατεύματα, στα οποία υποτίθεται θα παραδίδονταν δίχως αντίσταση.

Το πρόβλημα εντοπίζεται στα Σόδομα

Όπως αναφέρει ο ιστορικός σε άλλο σημείο του βιβλίου του, αυτή η παρανοϊκή μισαλλοδοξία και η έλλειψη ανοχής προερχόταν από μία λανθασμένη ερμηνεία της Αγίας Γραφής: Ο Θεός τιμωρεί τα Σόδομα και τα Γόμορρα επειδή οι κάτοικοί διέπραξαν ένα ιδιαίτερα βδελυρό αμάρτημα. H Βίβλος ωστόσο, δεν διευκρινίζει εάν αυτό το παράπτωμα ήταν «η σεξουαλική επαφή ή επιθυμία μεταξύ ανδρών».

Έτσι, οι σχολιαστές της Πατρολογίας (χριστιανική εκκλησιαστική φιλολογία των πατέρων της Εκκλησίας) αποφάσισαν να συμπληρώσουν αυτό το κενό, καταδικάζοντας την ομοφυλοφιλία. Αναφέρονταν μάλιστα σε αυτή ως «η ακατονόμαστη», και προειδοποιούσαν τον κόσμο ότι ακόμη και αν κάποιος ξεστόμιζε τη λέξη δυνατά θα «μόλυνε το στόμα του» και ταυτόχρονα τα αυτιά εκείνου που την άκουγε. Και κάπως έτσι, οι πιστοί άρχισαν να φαντασιώνονται φρικιαστικά πράγματα σχετικά με τον ομοφυλοφιλικό έρωτα.

Οι «ΣοΜδομίτες»

Τα Σόδομα παρέμειναν τόσο βολικά απαγορευμένα και εκτός ορίων για έναν «ευσεβή χριστιανό» που όταν ο μαρκήσιος του Κουίνσμπερι θέλησε να καταγγείλει τον Όσκαρ Ουάιλντ πως διέφθειρε τον γιο του, δεν μπορούσε καν να προφέρει τη λέξη – πόσω μάλλον να τη γράψει. Έτσι, στο σημείωμα που άφησε στη λέσχη του Ουάιλντ για να επικοινωνήσει μαζί του, τον αποκαλούσε «ποζερά σοΜδομίτη» (“posing Somdomite”).

Προς το τέλος του βιβλίου ωστόσο, ο Malcolm αναφέρει πως οι Διαφωτιστές αμφισβήτησαν τελικά τη χριστιανική επιβολή ηθικών νόμων, επισημαίνοντας ότι οι σωματικές ορέξεις του ανθρώπου δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «αφύσικες».

Το 1785 μάλιστα, ο Άγγλος Τζέρεμι Μπένθαμ, φιλόσοφος, νομικός και κοινωνικός μεταρρυθμιστής, απέρριψε μονομιάς τα παλιά ιερά ταμπού αποκαλώντας τα ως «αδικήματα κατά του εαυτού μας». Συμπλήρωσε δε πως, αν η τιμωρία για τους παιδεραστές ήταν το κάψιμο στην πυρά, οι μοναχοί θα έπρεπε να ψήνονται ζωντανοί σε αργή φωτιά.

Ελεύθερο το gay sex στον Παράδεισο

Η μουσουλμανική θεολογία, έκανε διακριτικές παραχωρήσεις για τα σεξουαλικά «παραπτώματα»: Στην περιγραφή του οθωμανικού πολιτισμού, ο Malcolm παραθέτει ποιητές που παρομοιάζουν τους εφήβους σερβιτόρους με τους ποτηροφόρους στον παράδεισο και παραφράζουν την εκσπερμάτιση ως «εξαγωγή γάλακτος από ζαχαροκάλαμο».

Οι μουσουλμάνοι λόγιοι του 11ου αιώνα επέτρεπαν ακόμη και τον σοδομισμό στη μετά θάνατον ζωή. Στη Γη, το σεξ που δεν έχει σαν στόχο τη διαιώνιση του είδους, αποδοκιμαζόταν επειδή θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση του πληθυσμού. Ωστόσο, τέτοιες απαγορεύσεις είναι περιττές στον παράδεισο, όπου δεν θα υπάρξουν ούτως ή άλλως νέες γεννήσεις.

Παρόλο που ο Malcolm υποστηρίζει ότι ασχολήθηκε με το θέμα της ομοφυλοφιλίας στο βιβλίο του χωρίς να έχει προσωπικό όφελος, καταστρατηγεί τους ευσεβείς πόθους πολλών ιστορικών που αποδίδουν «αναχρονιστικές σεξουαλικές σημασίες» σε «άμεμπτες φιλίες» μεταξύ ανδρών στον Μεσαίωνα.

Με πληροφορίες από The Guardian