icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Τις ώρες που ο εγκέφαλος είναι νεκρός αλλά τα όργανα διατηρούνται ακόμα ζωντανά, στο κρύο χειρουργικό τραπέζι, μία ομάδα γιατρών αντιμετωπίζουν τον δότη με σεβασμό και τρυφερότητα που δεν μπορεί να δείξει καμία Τεχνητή Νοημοσύνη

Η ασθενής του Ronald W. Dworkin MD, αναισθησιολόγου στις ΗΠΑ, ήταν εγκεφαλικά νεκρή πολύ πριν τη συναντήσει. Το αμάξι της είχε διαλυθεί σε αυτοκινητιστικό και τώρα τη μετέφεραν στο νοσοκομείο. Η ίδια ήταν δωρήτρια οργάνων, κατηγορίας ASA 6.

Η Αμερικανική Εταιρεία Αναισθησιολόγων (ASA) έχει ένα σύστημα ταξινόμησης που βασίζεται στο πόσο «άρρωστος» είναι ένας ασθενής. Η κλίμακα κυμαίνεται από ένα υγιές άτομο ASA 1 έως ένα ετοιμοθάνατο ASA 5. Το ASA 6 σημαίνει ότι κάποιος δεν αναμένεται να ζήσει για πάνω από 24 ώρες.

Όταν δημιουργήθηκε το σύστημα στα μέσα του 20ού αιώνα, η έκτη κατηγορία για τους νεκρούς φαινόταν άσκοπη: Ο θάνατος ήταν για τους νεκρούς και η ζωή για τους ζωντανούς και, μεταξύ των δύο, δεν υπήρχε σύνδεση.

Όταν, ωστόσο, ο ορισμός του θανάτου άλλαξε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, καθιστώντας δυνατό ένα άτομο να είναι «εγκεφαλικά νεκρό» αλλά τα όργανά του να είναι ακόμα «ζωντανά» και διαθέσιμα για δωρεά, εμφανίστηκε και η έκτη τάξη στις – περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 1980.

Η αφαίρεση οργάνων μέσω AI

Από το 1988, όταν οι αρμόδιοι άρχισαν να συλλέγουν στοιχεία για τις μεταμοσχεύσεις οργάνων, έχουν πραγματοποιηθεί σχεδόν ένα εκατομμύριο μεταμοσχεύσεις οργάνων στις ΗΠΑ. Τα περισσότερα από τα όργανα έχουν προέλθει από εγκεφαλικά νεκρούς δότες – μόνο το 2021, στην Αμερική υπήρξαν σχεδόν 10.000 κατηγορίας ASA 6.

«Η γυναίκα μεταφέρθηκε στο χειρουργείο και τοποθετήθηκε στο χειρουργικό τραπέζι». Στην ουσία, ήταν εδώ και έξι ώρες επίσημα νεκρή, περιγράφει ο Dworkin στο βιβλίο του “Medical Catastrophe – Confessions of an Anesthesiologist”.

Ο αναισθησιολόγος αναφέρεται και στις νέες τεχνολογίες: «Σήμερα, η Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) απειλεί τις παραδοσιακές ιατρικές πρακτικές». Παρόλο που είναι απίθανο να αντικαταστήσει πλήρως τους γιατρούς, ορισμένες ιατρικές πρακτικές, όπως η αφαίρεση οργάνων από εγκεφαλικά νεκρούς δότες, θα μπορούσαν ενδεχομένως να γίνουν από ρομπότ. «Και γιατί όχι; Αφού [μεταξύ άλλων] υπόσχεται επίσης εξοικονόμηση χρημάτων».

Ωστόσο, αυτή η απρόσωπη, μη ανθρώπινη μέθοδος ανάκτησης οργάνων «μπορεί να αποθαρρύνει τους ανθρώπους να γίνουν δωρητές» ή τους συγγενείς να αποφασίσουν να δωρίσουν τα όργανα του δικού τους ανθρώπου, λέει ο Dworkin, κάτι που θα επιδεινώσει περαιτέρω την τρέχουσα έλλειψη οργάνων.

Τα στενά χρονικά περιθώρια

Ο χρόνος μεταξύ της αφαίρεσης οργάνων και της μεταμόσχευσης πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο σύντομος. Η καρδιά και οι πνεύμονες ενός δότη μπορούν να διαρκέσουν μόνο τέσσερις έως έξι ώρες εκτός σώματος. Ένας νεφρός, το συκώτι ή το πάγκρεας διαρκούν λίγο περισσότερο.

Για να διατηρηθούν τα όργανά του δότη υγιή μέχρι τη μεταμόσχευση, η φυσιολογία του πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά

Καθώς η δωρεά και η μεταμόσχευση πρέπει να συγχρονίζονται τέλεια, οι χειρουργικές ομάδες οφείλουν να επικοινωνούν και να συνεργάζονται απόλυτα.

Παρόλο που οι δότες είναι εγκεφαλικά νεκροί, η διαδικασία της αναισθησίας είναι ιδιαίτερα απαιτητική. Για να διατηρηθούν τα όργανά τους υγιή μέχρι τη μεταμόσχευση, η φυσιολογία τους πρέπει να παρακολουθείται προσεκτικά, ώστε ο εγκεφαλικός θάνατος να μην επηρεάσει το οργανικό σύστημα.

Για παράδειγμα, η υψηλή ενδοκρανιακή πίεση ενδεχομένως να οδηγήσει σε μια τεράστια εκροή αδρεναλίνης, η οποία με τη σειρά της μπορεί να τραυματίσει την καρδιά και άλλα όργανα, καθώς η κυκλοφορία αποτυγχάνει.

Επιπλέον, ο εγκεφαλικός θάνατος μπορεί να προκαλέσει πνευμονικό οίδημα, δηλαδή υγρό στους πνεύμονες, επηρεάζοντας το οξυγόνο στο αίμα, αλλά και προβλήματα στο ενδοκρινικό σύστημα, με αποτέλεσμα να καταστρέφονται τα όργανα.

Λίγο πριν το τέλος

«Ο χειρουργός έκοψε το στήθος της ασθενούς. Σχεδόν αμέσως οι καρδιακοί παλμοί και η αρτηριακή πίεση αυξήθηκαν κατακόρυφα», περιγράφει ο Dworkin. Συχνά, την ώρα εκείνη ο ασθενής μπορεί να τραντάζεται ή να κουνηθεί το χέρι ή το πόδι του. Αυτό, ωστόσο, δεν αποτελεί κάποιο σημάδι ζωής αλλά μία αντανακλαστική αντίδραση του σώματος.

«Χορήγησα στην ασθενή αναισθητικό αέριο». Γιατί; Παρόλο που ο εγκεφαλικά νεκρός ασθενής δεν αισθάνεται εκείνη τη στιγμή πόνο, τα φάρμακα βοηθούν στην άμεση μείωση του καρδιακού ρυθμού και της αρτηριακής πίεσης.

«Της έκανα μετάγγιση, καθώς η υπερβολική πήξη του αίματος, συνηθισμένη μετά τον εγκεφαλικό θάνατο, την είχε καταστήσει επικίνδυνα αναιμική. Άναψα το θερμαντικό στρώμα που βρισκόταν από κάτω της για να μην πέσει η θερμοκρασία του σώματός της κάτω από τους 36 βαθμούς Κελσίου».

Ο εγκεφαλικός θάνατος παρεμβαίνει στην ικανότητα του σώματος να ρυθμίζει τη θερμοκρασία και η υποθερμία που προκύπτει αποτελεί κίνδυνο για τα όργανα.

Μία τελευταία ανάσα, σαν «στεναγμός»

«Τέλος, της έδωσα ινσουλίνη για να ελέγξω τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα της, καθώς ο εγκεφαλικός θάνατος συχνά προκαλεί αύξηση του σακχάρου στο αίμα. […] Ο χειρουργός έβαλε στην καρδιά ψυχρό συντηρητικό και την τοποθέτησε στο ειδικό κουτί».

Μου ζητήθηκε να δώσω χειροκίνητα στη γυναίκα μια τελευταία βαθιά ανάσα, ώστε να μπορέσει ο χειρουργός να επιβεβαιώσει ότι όλα τα μέρη των πνευμόνων της είχαν διασταλεί πριν από την αφαίρεσή τους

Ο επόμενος στόχος του ήταν οι πνεύμονες. «Μου ζήτησε να δώσω χειροκίνητα στη γυναίκα μια τελευταία βαθιά ανάσα, ώστε να μπορέσει να επιβεβαιώσει ότι όλα τα μέρη των πνευμόνων της είχαν διασταλεί πριν από την αφαίρεσή τους», περιγράφει ο Dworkin.

«Η ανάσα που της έδωσα ήταν αργή και απαλή, σαν αναστεναγμός. Πράγματι, ιατρικά μιλώντας, ήταν ένας αναστεναγμός». Στους αναπνευστήρες, υπάρχει μια λειτουργία με την ένδειξη «αναστεναγμός», η οποία, όταν πατηθεί, δίνει στον ασθενή μια μοναδική παρατεταμένη βαθιά αναπνοή για να ανοίξουν οι μικροί αερόσακοι του πνεύμονα.

Όταν η γυναίκα άφησε τον τελευταίο της αναστεναγμό, «αφαίρεσα τον αναπνευστικό σωλήνα της. Ο χειρουργός έβγαλε τους πνεύμονές της και έκλεισε την τραχεία της. Σε αυτό το σημείο, δεν υπήρχαν πολλά που μπορούσα να κάνω, και η αδράνειά μου με βύθισε σε μια αίσθηση του τίποτα», συνεχίζει ο αναισθησιολόγος. Η ομάδα αφαίρεσε τα υπόλοιπα όργανά της και το χειρουργείο ολοκληρώθηκε.

«Η ασθενής ζει στο μυαλό μου»

«Η ασθενής μου έζησε παραπάνω απ’ ό,τι λέει το πιστοποιητικό θανάτου της», παραδέχεται ο Dworkin, ο οποίος εξηγεί πως η σχέση μεταξύ γιατρού και ασθενούς, ακόμη και του εγκεφαλικά νεκρού, είναι ιδιαίτερη και αντιμετωπίζεται από τη χειρουργική ομάδα με απόλυτο σεβασμό.

«Έζησε στο μυαλό μου κατά τη διάρκεια της ανάκτησης των οργάνων και συνεχίζει να ζει στη μνήμη μου επειδή δεν θέλω και δεν μπορώ να την ξεχάσω».

Για τον αναισθησιολόγο, όταν ένα ρομπότ Τεχνητής Νοημοσύνης πάρει τη θέση του ίδιου, ο δότης θα βρίσκεται σε ένα ψυχρό και κρύο δωμάτιο μόνο με μηχανήματα, στην απόλυτη σιωπή, χωρίς κανένα να βρίσκεται κοντά του τις τελευταίες αυτές ώρες. Κανείς δεν θα αποτυπώσει τα χαρακτηριστικά του ή δεν θα σκεφτεί να πει κάτι καλό για εκείνον. Τα πάντα θα γίνονται μηχανικά, βουβά, χωρίς συναίσθημα και μετά τέλος.

Μία τέτοια εικόνα, για τον Dworkin, θα μπορούσε να αποθαρρύνει πολλούς από το να γίνουν δωρητές οργάνων, κάτι που θα δυσχεράνει και άλλο τις μεταμοσχεύσεις: Ήδη εκτιμάται ότι 17 άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα, περιμένοντας για κάποιο όργανο, ενώ ένα άτομο προστίθεται στη λίστα αναμονής κάθε 9 λεπτά.

Με πληροφορίες από aeon