icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Πετώντας αργά και αθόρυβα στον νυχτερινό ουρανό, οι κουκουβάγιες είναι μεγαλοπρεπή αρπακτικά που κυνηγούν με επιτυχία τα τρωκτικά που τρέχουν στο έδαφος

Οι επιστήμονες προβληματίζονται εδώ και καιρό για ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της κουκουβάγιας που μέχρι σήμερα θεωρούσαν ότι εμπόδιζε το πτηνό κατά τη διάρκεια των μεταμεσονύκτιων κυνηγιών του: το φτέρωμα στο κάτω μέρος της κοιλιάς και στα φτερά είναι αστραφτερό λευκό, ένα ασυνήθιστο χαρακτηριστικό για ένα αρπακτικό που θα έπρεπε να είναι πιο «διακριτικό», καθώς πλησιάζει τη λεία του.

Σε αντίθεση με τη χιονισμένη κουκουβάγια, η κουκουβάγια του αχυρώνα (τυτώ) ζει σε γεωγραφικά πλάτη όπου δεν χιονίζει τακτικά και έτσι το παράδοξα φωτεινό φτέρωμά της ενεργοποίησε την περιέργεια του βιολόγου Juanjo Negro και των συναδέλφων του, οι οποίοι θεώρησαν ότι το ενδιαφέρον βιολογικό φαινόμενο χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.

«Η εξαιρετική λευκότητα της κουκουβάγιας είναι τόσο σοκαριστική που θα πρέπει να συνεπάγεται κάποιο προσαρμοστικό πλεονέκτημα», λέει ο Negro στο CNN.

Σοκ και δέος

Προηγούμενη έρευνα από τον Σεπτέμβριο του 2019 είχε προτείνει ότι ο έντονος λευκός χρωματισμός ήταν ουσιαστικά ένα είδος «σοκ και δέους», που εκμεταλλεύεται την αποστροφή των τρωκτικών στο έντονο φως.

Κάνοντας το αρπακτικό πιο ορατό στα τρωκτικά θηράματα, τα οποία παγώνουν από φόβο, η λευκότητα των φτερών της κουκουβάγιας τη βοηθούσε να τα πιάνει πιο εύκολα.

Η τελευταία έρευνα του Negro και της ομάδας του, ωστόσο, υποδηλώνει αντίθετα ότι το λαμπερό λευκό φτέρωμα της κουκουβάγιας είναι στην πραγματικότητα μια μορφή νυχτερινού καμουφλάζ ή αντιφωτισμού που δίνει στον κυνηγό το στοιχείο του αιφνιδιασμού.

Το φως του φεγγαριού

Η λευκή αντανακλαστική κάτω πλευρά του πτηνού μιμείται αποτελεσματικά το φως του φεγγαριού, σύμφωνα με τη νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PNAS στα μέσα Δεκεμβρίου. Το φωτεινό φτέρωμα επιτρέπει στη σιλουέτα της να αναμειγνύεται με τον νυχτερινό ουρανό και δυσκολεύει τα ποντίκια ή άλλα τρωκτικά να εντοπίσουν την κουκουβάγια.

«Όταν το φεγγάρι είναι ορατό, ο ουρανός έχει κάποια φωτεινότητα που ποικίλλει ανάλογα με την κατεύθυνση παρατήρησης. Υπό αυτές τις συνθήκες, ένα σκούρο πουλί θα γινόταν αντιληπτό από το πιθανό θήραμά του ως μια μαύρη σιλουέτα στον ουρανό», λέει ο Negro.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των ερευνητών, η αντίθεση μεταξύ της αντανακλαστικής, λευκής κάτω πλευράς των κουκουβάγιας και μεγάλων περιοχών του φωτισμένου νυχτερινού ουρανού πέφτει κάτω από το όριο ανίχνευσης της οπτικής οξύτητας των τρωκτικών, επιτρέποντας στο πτηνό να πλησιάζει τη λεία του σε απόσταση λίγων μέτρων από ένα ευρύ φάσμα κατευθύνσεων χωρίς να γίνεται αντιληπτό.

«Αυτή η εξήγηση δεν έχει προταθεί στο παρελθόν για να δικαιολογήσει τη λευκότητα των κουκουβάγιας», σημειώνει ο Negro.

Ένα παρόμοιο φαινόμενο, μάλιστα, συναντάται και στον ωκεανό, όπου τα ψάρια έχουν συχνά ανοιχτόχρωμη κάτω πλευρά για να ταιριάζουν με το ηλιόλουστο νερό και να είναι λιγότερο ορατά στα αρπακτικά που αιωρούνται στα βάθη από κάτω.

Καμουφλάζ ή αιφνιδιασμός;

Ο καθηγητής βιολογίας Alexandre Roulin ο οποίος διεξήγαγε την προηγούμενη έρευνα που υποστήριζε ότι το λευκό χρώμα του πτηνού είναι προορισμένο για να σοκάρει και να ακινητοποιεί τη λεία του, υποστηρίζει πως αν και δεν πείστηκε πλήρως από τη νέα εξήγηση, δεν μπορεί, ωστόσο, να την αποκλείσει.

«Δεν επιθυμούμε να απορρίψουμε εντελώς την υπόθεση των συγγραφέων. Μπορεί, στην πραγματικότητα, να είναι συμπληρωματική της δικής μας. Ίσως σε μεγάλες αποστάσεις το λευκό φτέρωμα να βοηθά στο καμουφλάζ, ενώ σε κοντινές αποστάσεις μπορεί να χρησιμεύει για να κάνει την κουκουβάγια πιο ορατή», ανέφερε στο CNN.

Μια βασική πτυχή που, σύμφωνα με τον Roulin, χρειάζεται περαιτέρω εξήγηση ήταν η συμπεριφορά ορισμένων τρωκτικών υπό το φως του φεγγαριού.

«Παρατηρήσαμε ότι τα ποντίκια παρέμεναν ακίνητα περισσότερο όταν η κουκουβάγια που πλησίαζε ήταν λευκή αντί για κοκκινωπή.», λέει ο Roulin. «Με βάση αυτό, θα υποστηρίζαμε ότι τα τρωκτικά αναγνώριζαν τη λευκή κουκουβάγια ως θηρευτή», κάτι που υποδηλώνει πως το πτηνό ήταν ορατό και όχι καμουφλαρισμένο.

Ο Negro, από την άλλη, ισχυρίζεται πως η ικανότητα της κουκουβάγιας να πετάει με απόλυτη σιωπή, ένα χαρακτηριστικό που τη βοηθά να προσεγγίζει τη λεία της με μυστικότητα, δεν συνάδει με την ιδέα ότι το αρπακτικό θα ήθελε να γίνει πιο ορατό. Ωστόσο, συμφώνησε ότι η νέα υπόθεση δεν καταρρίπτει πλήρως την προηγούμενη θεωρία.