Πηγή: Unsplash
Μεγέθυνση κειμένου
Ενώ ο πληθυσμός της καμήλας αυξάνεται παγκοσμίως, στην Ινδία η κατάσταση είναι τραγική
Η καμήλα του Τζιτού Σινγκ στέκεται ήρεμη, μασουλώντας τα φύλλα ενός δέντρου Κετζρί στην επαρχία Τζαϊσαλμέρ, στην έρημο του Ρατζαστάν, στην Ινδία. Είναι ένα σύμβολο επιμονής σε έναν κόσμο που αλλάζει δραματικά.
Δίπλα της, το μοσχάρι της θηλάζει περιστασιακά από τη μητέρα του, μια σκηνή που φέρνει γαλήνη στο σκληρό τοπίο της ερήμου. Το νεογέννητο είναι η τελευταία προσθήκη στο κοπάδι του Τζιτού.
Παρόλα αυτά, η θλίψη είναι εμφανής στα μάτια του 65χρονου εκτροφέα. Τα άλλοτε λαμπερά του μάτια έχουν σκοτεινιάσει, καθώς παρακολουθεί τις καμήλες που βόσκουν, προσπαθώντας να κατανοήσει πώς η ζωή του και η παραδοσιακή του ασχολία κατέρρευσαν.
Αναμνήσεις μιας άλλης εποχής
Όταν ο Τζιτού ήταν έφηβος, η οικογένειά του είχε πάνω από 200 καμήλες. Το κοπάδι αποτελούσε όχι μόνο πηγή εισοδήματος αλλά και κοινωνικό σύμβολο. «Η εκτροφή καμήλων ήταν κάτι σαν ανταγωνισμός όταν ήμασταν παιδιά», λέει στο Al Jazeera.
Στο παρελθόν, οι καμήλες του αποτελούσαν αντικείμενο καμάρι. Τις περιποιούνταν με μεγάλη φροντίδα: έβαζε μουσταρδέλαιο στο δέρμα τους για να το διατηρεί υγιές και έκοβε τα καφέ και μαύρα μαλλιά τους, δημιουργώντας συμμετρικές γραμμές. Τις στόλιζε με πολύχρωμες χάντρες από το κεφάλι μέχρι την ουρά. Όταν περπατούσαν σε κοπάδια, ήταν ένα θέαμα εντυπωσιακό.
«Όλα αυτά είναι πλέον μια ανάμνηση», λέει μελαγχολικά. «Κρατάω καμήλες μόνο επειδή είμαι συναισθηματικά δεμένος μαζί τους. Διαφορετικά, δεν υπάρχει κανένα οικονομικό όφελος».
Η μείωση του πληθυσμού και ο νόμος του 2015
Παρότι παγκοσμίως ο πληθυσμός των καμήλων αυξάνεται, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) του ΟΗΕ, στην Ινδία η κατάσταση είναι τραγική. Από περίπου ένα εκατομμύριο καμήλες το 1961, σήμερα έχουν απομείνει μόλις 200.000.
Στην πολιτεία του Ρατζαστάν, οι αριθμοί είναι ακόμη πιο αποκαλυπτικοί. Το 2007, υπήρχαν περίπου 420.000 καμήλες. Μέχρι το 2012, μειώθηκαν σε 325.000, ενώ το 2019 ο αριθμός τους έπεσε στις 210.000 – μια πτώση 35% μέσα σε επτά χρόνια.
Η μεγαλύτερη αλλαγή συνέβη το 2015, όταν η κυβέρνηση του Ρατζαστάν, υπό το κυβερνών κόμμα BJP, ψήφισε τον Νόμο για την Απαγόρευση Σφαγής και Ρύθμισης της Μεταφοράς Καμήλων.
Ο νόμος απαγορεύει τη σφαγή, τη μεταφορά και την παράνομη κατοχή καμήλων. Επίσης, ορίζει αυστηρές ποινές, όπως φυλάκιση από έξι μήνες έως πέντε χρόνια και πρόστιμα από 3.000 ρουπίες (35 δολάρια) έως 20.000 ρουπίες (235 δολάρια).
Η πρόθεση του νόμου ήταν να προστατεύσει τις καμήλες, αλλά είχε το αντίθετο αποτέλεσμα. Οι εκτροφείς καμήλων δεν μπόρεσαν πλέον να τις πουλήσουν στις παραδοσιακές αγορές, όπως αυτές του Πούσκαρ, του Ναγκόρε και του Τιλβάρα.
«Πριν από το νόμο, πουλούσαμε τις καμήλες μας από 40.000 έως 80.000 ρουπίες», λέει ο Χανουγουάντ Σινγκ Σάντρι, συντηρητής καμήλων. «Μετά το 2015, η τιμή τους έπεσε στις 500 ή 1.000 ρουπίες».
Ο νόμος επηρέασε ιδιαίτερα τις μουσουλμανικές κοινότητες, που ήταν οι κύριοι αγοραστές καμήλων στις αγορές. Στο κλίμα πολιτικής και θρησκευτικής έντασης που επικρατεί στην Ινδία, οι αγοραστές φοβούνται για τη ζωή τους. «Η αγορά καμήλων έγινε επικίνδυνη», λέει ο Μπανούαρλαλ Τσόντχαρι.
Αυτό το πλήγμα δεν είναι μόνο οικονομικό. Οι καμήλες είναι συνδεδεμένες με τον πολιτισμό και τη γλώσσα του Ρατζαστάν. «Χωρίς καμήλες, η γλώσσα και η πολιτιστική μας ταυτότητα χάνουν το νόημά τους», λέει ο Τσόντχαρι.
Μια ζοφερή πρόβλεψη
Ο Χανουγουάντ Σινγκ Σάντρι είναι απαισιόδοξος. «Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, σε δέκα χρόνια δεν θα υπάρχουν καμήλες στην Ινδία», λέει.
Ο Τζιτού, καθισμένος δίπλα σε μια φωτιά, κοιτάζει το νεογέννητο στο κοπάδι του και αναρωτιέται: «Θα φέρει άραγε τύχη στο Ρατζαστάν αυτό το μικρό;». Η απάντηση, δυστυχώς, μοιάζει να είναι αρνητική.
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι