icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Ως έφηβη που μεγάλωνε στην Ολλανδία, η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός μετέφερε γενναία μηνύματα για την ολλανδική αντίσταση κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής

Η Όντρει Χέπμπορν ήταν μία από τις πιο αγαπημένες και διάσημες ηθοποιούς του κινηματογράφου, αλλά και σύμβολο της μόδας. Γνωστή για τους ρόλους της σε ταινίες όπως το Breakfast at Tiffany’s και Roman Holiday, για την οποία κέρδισε και το βραβείο Όσκαρ καλύτερης ηθοποιού το 1953, η Χέπμπορν είχε και μια λιγότερο γνωστή, αλλά εξίσου ενδιαφέρουσα, δραστηριότητα εναντίον των ναζί, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Έφηβη ακόμα, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έπαιξε έναν πολύ διαφορετικό ρόλο – διοργανώνοντας μυστικές παραστάσεις μπαλέτου για να συγκεντρώσει χρήματα για την ολλανδική αντίσταση στη ναζιστική κατοχή, όπως αποκαλύπτεται στο podcast History’s Youngest Heroes του BBC Radio 4, που αφηγείται τις ιστορίες νέων ανθρώπων σε όλη την ιστορία που άλλαξαν τον κόσμο.

Η Χέπμπορν γεννήθηκε στις Βρυξέλλες το 1929 από μια Ολλανδή βαρόνη, την Έλλα βαν Χέμστρα, και έναν Βρετανοαυστριακό επιχειρηματία, τον Τζόζεφ Χέπμπορν-Ράστον. Στο Λονδίνο, οι γονείς της βρέθηκαν κοντά στον Όσβαλντ Μόσλεϊ, ηγέτη της βίαιης αντισημιτικής Βρετανικής Ένωσης Φασιστών (BUF).

Η Βαν Χέμστρα έγραψε ένα άρθρο για το περιοδικό της BUF σχετικά με αυτό που θεωρούσε ως δόξα της ναζιστικής Γερμανίας. Ο Χέπμπορν-Ράστον εγκατέλειψε την οικογένεια όταν η Όντρεϊ ήταν έξι ετών. Αργότερα συνελήφθη ως «συνεργάτης ξένων φασιστών» και πέρασε τον πόλεμο σε βρετανικές φυλακές.

«Ακόμα και από μικρό κορίτσι, ήταν εξωστρεφής, γελούσε, έπαιζε, υποκρινόταν. Ο παππούς μου την αποκαλούσε monkey puzzle», λέει ο Λούκα Ντότι, ο μικρότερος γιος της ηθοποιού, στον Ρόμπερτ Μάτζεν, συγγραφέα του βιβλίου Dutch Girl, το οποίο εξιστορεί τη ζωή της Χέπμπορν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε συνέντευξή του στο History’s Youngest Heroes.

«Η μητέρα της Όντρεϊ αποφάσισε ότι η Αγγλία γενικά και το Κεντ, ειδικότερα, δεν ήταν μέρος για την Όντρεϊ λόγω της απειλής που διαφαινόταν, ξαφνικά, ότι οι Γερμανοί θα εισέβαλαν στη Γαλλία και θα ξεκινούσαν εισβολή στην Αγγλία», λέει ο Μάτζεν.

Πηγή: EPA/PA

Η Βαν Χέμστρα έβγαλε την κόρη της από το βρετανικό οικοτροφείο. Μετακόμισαν σε ένα οικογενειακό κτήμα στην Ολλανδία και η Όντρεϊ γράφτηκε σε μια σχολή χορού, με ένα πιο ολλανδικό όνομα, Αντριαάντζε βαν Χέμστρα (αργότερα θα άλλαζε το επώνυμό της σε Χέπμπορν όταν άρχισε την υποκριτική) Η μητέρα της εξακολουθούσε να θαυμάζει τον Αδόλφο Χίτλερ και πίστευε ότι δεν θα εισέβαλε ποτέ στη χώρα «της».

«Η μετακόμιση στην Ολλανδία δεν ήταν μετακόμιση στην πατρίδα. Δεν μπορούσε να μιλήσει ολλανδικά. Έπρεπε να πάει σε ένα ολλανδικό σχολείο χωρίς να καταλαβαίνει ούτε μια λέξη με νέα παιδιά που την κορόιδευαν», λέει ο Ντότι, για την εμπειρία της μητέρας του στην Ολλανδία.

Ο Χίτλερ εισέβαλε και κατέλαβε την Ολλανδία τον Μάιο του 1940. «Το Ανατολικό Μέτωπο ήταν ένα καμίνι στο οποίο δεν μπορούσες να διοχετεύσεις πόρους αρκετά γρήγορα. Οι Γερμανοί χρειάζονταν τρόφιμα για τα στρατεύματα, χρειάζονταν ρουχισμό για τα στρατεύματα, και όλα αυτά τα έπαιρναν από τους Ολλανδούς και τις άλλες κατεχόμενες χώρες», λέει ο Μάτζεν για την κατάσταση.

Πίστευε πάρα πολύ ότι υπάρχει ένας αγώνας μεταξύ του καλού και του κακού και ότι πρέπει να πάρεις θέση

Ο θείος της Χέπμπορν, ο κόμης Ότο βαν Λίμπουργκ Στίρουμ, πήρε θέση απέναντι στους Ναζί. Το 1942, μια αντιστασιακή ομάδα επιχείρησε να ανατινάξει ένα γερμανικό τρένο κοντά στο Ρότερνταμ. Αν και ο βαν Λίμπουργκ Στίρουμ δεν συμμετείχε, συνελήφθη επειδή ήταν εξέχουσα αντιναζιστική προσωπικότητα.

Πράκτορες των Ναζί οδήγησαν αυτόν και άλλους τέσσερις στο δάσος, τους πυροβόλησαν και πέταξαν τα πτώματά τους σε τάφους χωρίς σήμανση. Η Χέπμπορν αγαπούσε τον θείο της ως υποκατάστατο πατέρα και ήταν συντετριμμένη από τη δολοφονία του. «Έγινε ένα εθνικό περιστατικό, ένα σημείο υποκίνησης για τον ολλανδικό λαό», λέει ο Μάτζεν.

Αν και η οικογένειά της ήταν προνομιούχα, οι Ναζί απέσπασαν τρόφιμα και πόρους από την Ολλανδία και η οικογένεια Βαν Χέμστρα πείνασε. Όταν η Χέπμπορν έγινε 15 ετών, διατάχθηκε να ενταχθεί στη ναζιστική Kulturkammer, την ένωση καλλιτεχνών, ή να εγκαταλείψει τη δημόσια εξάσκηση του χορού. Επέλεξε να εγκαταλείψει τις παραστάσεις.

«Μέσω του χορού μπορούσε να ονειρευτεί, να πετάξει, να ξεχάσει. Ήταν ο τρόπος με τον οποίο ξέφευγε από την πραγματικότητα», λέει ο Ντότι για το πάθος της μητέρας του. Η Χέπμπορν χόρευε σε ένα ασφαλές σπίτι με κλειστές περσίδες και μόνο ένα κερί για φως, ώστε να μην την ανακαλύψουν. Ένα πιάνο έπαιζε πολύ σιγά όσο χόρευε – αλλά δεν μπορούσε να υπάρξει χειροκρότημα. Στο τέλος της κρυφής παράστασης συγκεντρώνονταν χρήματα για την αντίσταση.

Από μπαλαρίνα, κατάσκοπος

Την άνοιξη του 1944, η Χέπμπορν προσφέρθηκε εθελοντικά να εργαστεί ως βοηθός ενός γιατρού – του Χέντρικ Βίσερ ‘τ Χούφτ – ο οποίος ήταν μέλος της αντίστασης. Αν και η μητέρα της θεωρούνταν ευρέως συνεργάτης των Ναζί, ο Βίσερ ‘τ Χούφτ χρειαζόταν απεγνωσμένα βοήθεια για να στηρίξει χιλιάδες ανθρώπους που κρύβονταν από τους Ναζί. Κι εμπιστευόταν αρκετά την Όντρεϊ ώστε να την έχει μαζί του.

Στις 17 Σεπτεμβρίου 1944, η Χέπμπορν βρισκόταν στην εκκλησία, όταν οι ύμνοι διακόπηκαν από το βουητό των μηχανών. Η επιχείρηση Market Garden, που ήταν ένα σχέδιο των συμμαχικών δυνάμεων να καταλάβουν εννέα γέφυρες που υπερέβαιναν τον ποταμό Ρήνο, είχε ξεκινήσει – και όταν έτρεξε έξω και κοίταξε ψηλά, χιλιάδες συμμαχικά στρατεύματα έπεφταν με αλεξίπτωτα.

Δυστυχώς, δύο βαριά θωρακισμένες ναζιστικές μεραρχίες ανασυντάσσονταν στην περιοχή. Τα ναζιστικά τανκς κύλησαν μπροστά από το σπίτι των Βαν Χέμστρα. Η Χέπμπορν και η οικογένειά της κρύφτηκαν στο κελάρι, ενώ η μάχη μαίνονταν για εννέα ημέρες. Όταν βγήκαν στο φως, οι Ναζί είχαν πια νικήσει. Άκουσε κραυγές από ένα κτήριο όπου οι Ναζί εκτελούσαν αντίποινα: Βασάνιζαν και σκότωναν μέλη της ολλανδικής αντίστασης.

Όταν συμμαχικά αεροσκάφη που κατευθύνονταν προς τη Γερμανία έπρεπε να κάνουν αναγκαστική προσγείωση στην Ολλανδία, ο Βίσερ ‘τ Χούφτ έστειλε τη Χέπμπορν στο δάσος για να συναντήσει έναν Βρετανό αλεξιπτωτιστή με κωδικοποιημένες λέξεις και ένα μυστικό μήνυμα κρυμμένο στην κάλτσα της.

Έφτασε στη συνάντηση, αλλά καθώς έβγαινε από το δάσος, είδε την ολλανδική αστυνομία να την πλησιάζει. Έσκυψε να μαζέψει αγριολούλουδα και στη συνέχεια τα παρουσίασε φλερτάροντας στους αστυνομικούς. Εκείνοι γοητεύτηκαν και δεν την ανέκριναν περαιτέρω. Μετά από αυτό, μετέφερε συχνά μηνύματα για την αντίσταση.

Πηγή: EPA/ANSA ARCHIVE

«Πίστευε πάρα πολύ ότι υπάρχει ένας αγώνας μεταξύ του καλού και του κακού και ότι πρέπει να πάρεις θέση», λέει ο Ντότι.

«Οι Γερμανοί δεν έπαιρναν τα παιδιά στα σοβαρά. Οι Ολλανδοί ήταν αρκετά πρακτικοί για να δουν ότι τα παιδιά, επειδή δεν ήταν ύποπτα για τίποτα, θα μπορούσαν να είναι εκείνα που διακινούσαν τα μηνύματα, που έκαναν αυτά τα ζωτικά πράγματα για την αντίσταση, και τα παιδιά το λάτρευαν. Ήταν συναρπαστικό, ήταν επικίνδυνο και έγιναν ήρωες της αντίστασης», προσθέτει ο Μάτζεν.

Τον Φεβρουάριο του 1945, αναφέρθηκε ότι 500 Ολλανδοί πέθαιναν από την πείνα κάθε εβδομάδα. Όπως τόσοι άλλοι, η Χέπμπορν και η οικογένειά της είχαν απελπιστική έλλειψη τροφίμων. Αρρώστησε σοβαρά με αναιμία, ίκτερο και οίδημα.

Με άγριες μάχες να μαίνονται και πάλι έξω από την πόρτα τους, η Χέπμπορν και η οικογένειά της κρύφτηκαν στο κελάρι για τρεις εβδομάδες. Τελικά, στις 16 Απριλίου 1945, επικράτησε ησυχία.

Μύρισε καπνό, τον οποίο ήταν αδύνατο να προμηθευτεί κανείς στην Ολλανδία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ανέβηκε τις σκάλες από το κελάρι και άνοιξε την πόρτα για να δει πέντε Καναδούς στρατιώτες να καπνίζουν τσιγάρα και να την σημαδεύουν με πολυβόλα. Αμέσως, άρχισε να τους μιλάει στα αγγλικά. Ο ένας φώναξε: «Όχι μόνο απελευθερώσαμε μια πόλη – απελευθερώσαμε και μια Αγγλίδα!».

Η Χέπμπορν είπε αργότερα στο γιο της ότι δεν συγχώρησε ποτέ τη μητέρα της για τις φασιστικές της συμπάθειες. Όταν τελείωσε ο πόλεμος, κέρδισε μια υποτροφία για το μπαλέτο Rambert στο Λονδίνο. Παρόλο που ήταν ταλαντούχα, το σώμα της είχε υποστεί μόνιμη βλάβη από τον υποσιτισμό και δεν είχε την αντοχή να γίνει μπαλαρίνα. Αντ’ αυτού, στράφηκε στην υποκριτική, με μικρούς ρόλους στο θέατρο West End και σε ταινίες όπως το The Lavender Hill Mob.

Το 1953, κέρδισε τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο στο Roman Holiday. Ήταν μια τεράστια κριτική και εμπορική επιτυχία και, εκτός από το Όσκαρ για την ταινία αυτή, η Χέπμπορν θα κέρδιζε βραβεία Emmy, Grammy και Tony. Καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας της, συνέχισε να ασκεί φιλανθρωπικό έργο, κυρίως ως πρέσβειρα καλής θέλησης της Unicef. Πέθανε το 1993.

«Το ένστικτο της Όντρεϊ είχε ακονιστεί σε πολύ λεπτό σημείο από τον πόλεμο και όλα όσα πέρασε, και είχε τόση μεγάλη εμπειρία για να αντλήσει, ώστε μπορούσε να βάλει τον εαυτό της σε αυτούς τους διάφορους χαρακτήρες», λέει ο Μάτζεν.