icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Δικηγόρος, πολιτικός, στοχαστής και επαναστάτης ακτιβιστής. Ο Μαχάτμα Γκάντι, παγκόσμιο σύμβολο και ορόσημο της φιλοσοφικής και κοινωνικοπολιτικής διανόησης, ήταν ένα από τα πρόσωπα που καθόρισαν τον 20ο αιώνα, ωστόσο δολοφονήθηκε πριν από 76 χρόνια.

Το όνομά του ήταν Μοχαντάς Καραμτσάντ. Μαχάτμα ήταν το προσωνύμιο που φέρεται να του απέδωσε ο Ινδός νομπελίστας ποιητής και φιλόσοφος Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ και στα σανσκριτικά σημαίνει Μεγάλη Ψυχή. Όπως η ιστορία και η ζωή απέδειξαν, τού ταίριαζε απόλυτα.

Υπήρξε σημαντικός πνευματικός ηγέτης της Ινδίας και του κινήματος για την ανεξαρτησία της, καθώς και εμπνευστής της μεθόδου παθητικής αντίστασης, χωρίς τη χρήση βίας έναντι των καταπιεστών.

Η διδασκαλία του επηρέασε το διεθνές κίνημα για την ειρήνη και μαζί με τον ασκητικό βίο του, συνέτειναν στο να καταστεί παγκόσμιο σύμβολο και ορόσημο της φιλοσοφικής και κοινωνικοπολιτικής διανόησης του 20ού αιώνα. Πολέμησε για την ανεξαρτησία της Ινδίας από τη Βρετανία, ασκώντας πολιτική ανυπακοή μέσω ειρηνικών διαδηλώσεων που περιελάμβαναν νηστεία, μποϊκοτάζ και πορείες.

ένα μωσαϊκό από σημειώματα, φωτογραφίες κι αποκόμματα εφημερίδων απεικονίζει τον Μαχάτμα Γκάντι
Ο Μαχάτμα Γκάντι υπήρξε σημαντικός πνευματικός ηγέτης της Ινδίας και του κινήματος για την ανεξαρτησία της / Πηγή: EPA/IDREES MOHAMMED

Ο Γκάντι μεγάλωσε σε ένα σπίτι γεμάτο θρησκεία και θεωρούσε δεδομένη τη θρησκευτική ανεκτικότητα και το δόγμα της ahimsa, βασικό αξίωμα του οποίου, είναι ο μη τραυματισμός όλων των έμβιων όντων.

Σπούδασε νομικά στην Αγγλία από το 1888 έως το 1891 και το δύο χρόνια μετά την αποφοίτησή του, άρχισε να δουλεύει σε μια ινδική εταιρεία στη Νότια Αφρική. Εκεί βρέθηκε αντιμέτωπος με τον φυλετικό διαχωρισμό του απαρτχάιντ, ο οποίος εκδηλωνόταν από τους λευκούς εποίκους εις βάρος των ντόπιων έγχρωμων και των Ινδών μεταναστών.

Ο ίδιος εκδιώχθηκε από αίθουσα δικαστηρίου επειδή αρνούνταν να βγάλει το παραδοσιακό ινδικό τουρμπάνι, ενώ μία άλλη φορά δέχθηκε βία από τον οδηγό ταχυδρομικής άμαξας, λόγω του ότι αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση του σε κάποιον Ευρωπαίο επιβάτη. Αυτή η κατάσταση τον οδήγησε να δραστηριοποιηθεί πολιτικά, υπερασπιζόμενος τα ανθρώπινα δικαιώματα των συμπατριωτών του.

Κατά την εικοσάχρονη παραμονή στη Νότια Αφρική φυλακίστηκε πολλές φορές για τους αγώνες του. Εκεί πρώτη φορά ξεκίνησε να διδάσκει τη satyagraha, την τεχνική της μη βίαιης αντίστασης, μιας μεθόδου με σαφείς αναφορές στη σκέψη του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα Λέοντα Τολστόι. Στην άρνηση για τη χρήση βίας έναντι των καταπιεστών επηρεάστηκε, όπως ο ίδιος έλεγε, από τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και τον Αμερικανό συγγραφέα Χένρι Θορό, ο οποίος είχε γράψει ένα δοκίμιο για την πολιτική ανυπακοή.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος των Μπόερς ο Γκάντι οργάνωσε σώμα τραυματιοφορέων για τον βρετανικό στρατό και διηύθυνε μία μονάδα του Ερυθρού Σταυρού. Μετά τη λήξη του πολέμου επέστρεψε στον αγώνα για τα δικαιώματα των Ινδών μεταναστών και στα 1910 ίδρυσε το αγρόκτημα Τολστόι, κοντά στο Ντάρμπαν, μια συνεταιριστική παροικία για Ινδούς.

Κέρδισε τη στοργή και την αφοσίωση εκατομμυρίων ανθρώπων

Αργότερα η κυβέρνηση της Νοτιοαφρικανικής Ένωσης έκανε σημαντικές παραχωρήσεις στις απαιτήσεις του Γκάντι, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης των ινδικών γάμων και της κατάργησης του κεφαλικού φόρου. Έτσι, αφού κατάφερε την απόδοση ουσιωδών δικαιωμάτων στους συμπατριώτες του, κι έχοντας αποκτήσει διεθνή φήμη, αποφάσισε να επιστρέψει στην Ινδία, όπου μέσα σε λίγα χρόνια έγινε ο ηγέτης ενός εθνικού αγώνα για την ινδική αυτοδιοίκηση. Μέχρι το 1920 ο Γκάντι διέθετε επιρροή που δεν είχε επιτευχθεί μέχρι τότε από κανέναν πολιτικό ηγέτη στην Ινδία.

Αναδιαμόρφωσε το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο σε ένα αποτελεσματικό πολιτικό όργανο του ινδικού εθνικισμού και ανέλαβε μεγάλες εκστρατείες μη βίαιης αντίστασης το 1920-22, το 1930-34 συμπεριλαμβανομένης της βαρυσήμαντης πορείας του στη θάλασσα για να συλλέξει αλάτι σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το κυβερνητικό μονοπώλιο και το 1940-42.

Τη δεκαετία του 1930 διεξήγαγε επίσης εκστρατεία για τον τερματισμό των διακρίσεων εις βάρος των «ανέγγιχτων» της Ινδίας, που ανήκαν στην κατώτερη κάστα Dalits και επικεντρώθηκε στην εκπαίδευση της αγροτικής Ινδίας και στην προώθηση της οικοτεχνίας.

Ένα βιβλίο του Μαχάτμα Γκάντι, με φωτογραφία του και ιδιόχειρο σημείωμά του
Ο Μαχάτμα Γκάντι κατάφερε να κερδίσει τη στοργή και την αφοσίωση εκατομμυρίων ανθρώπων / Πηγή: EPA/PIYAL ADHIKARY

Η Ινδία απέκτησε καθεστώς κυριαρχίας το 1947, αλλά ο διαχωρισμός της υποηπείρου σε Ινδία και Πακιστάν αποτέλεσε μεγάλη απογοήτευση για τον Γκάντι, ο οποίος είχε εργαστεί επί μακρόν για την ενότητα Ινδουιστών και Μουσουλμάνων. Η διχοτόμηση αυτή οδήγησε σε ένα βίαιο θρησκευτικό πόλεμο μεταξύ Ινδουιστών και Μουσουλμάνων, που προκάλεσε τον εκτοπισμό πάνω από 15 εκατομμυρίων ανθρώπων και τον θάνατο περίπου 2 εκατομμυρίων ανθρώπων.

Σύμβολο πολιτικής ανυπακοής μέσω ειρηνικών διαδηλώσεων

Κατά τη διάρκεια των αγώνων του συνελήφθη και φυλακίστηκε αρκετές φορές, ενώ τον Σεπτέμβριο του 1947 έθεσε τέλος στις ταραχές στην Καλκούτα με νηστεία. Γνωστός ως Μαχάτμα (Μεγαλοψυχής), ο Γκάντι είχε κερδίσει τη στοργή και την αφοσίωση εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά όχι όλων.

Στις 20 Ιανουαρίου 1948 μια ομάδα φανατικών ινδουιστών, που δεν συμμεριζόταν τις εκκλήσεις του για ανοχή και ειρήνη, πυροδότησε μια βόμβα μερικά μέτρα μακριά του, η οποία πάντως δεν τον τραυμάτισε.

Όμως δέκα μέρες μετά, ένας φανατικός Ινδουιστής, οπλισμένος με ένα αυτόματο πιστόλι, πλησίασε τον 78χρονο και αδύναμο από τη νηστεία Γκάντι καθώς κατευθυνόταν σε μια συγκέντρωση προσευχής. Υποκλίθηκε μπροστά του κι αμέσως μετά τον πυροβόλησε τρεις φορές, στο στομάχι και το στήθος.

Ο Γκάντι ύψωσε τα χέρια μπροστά στο πρόσωπό του με τη χαρακτηριστική ινδουιστική χειρονομία χαιρετισμού και σωριάστηκε στο έδαφος, τραυματισμένος θανάσιμα.