icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Τα Χριστούγεννα του 1971, η 17χρονη τότε Juliane Koepcke βρέθηκε να είναι η μοναδική επιζήσασα της πτήσης 508 της LANSA, η οποία ταξίδευε από τη Λίμα, την πρωτεύουσα του Περού, στην Πανγκουάνα.

Όταν το αεροπλάνο χτυπήθηκε από κεραυνό και διαλύθηκε στον αέρα, η Juliane έπεσε από ύψος 3.000 μέτρων στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου, στο Περού, ενώ ήταν ακόμα δεμένη στο κάθισμά της. Κολύμπησε σε νερά με πιράνχας και περιποιήθηκε μόνη της τις πληγές της πριν διασωθεί.

Η Juliane, η οποία ζει σήμερα στη Γερμανία, παρέμεινε σιωπηλή στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ) για αρκετά χρόνια μετά τη διάσωσή της, αλλά αποφάσισε να μοιραστεί την ιστορία της 15 χρόνια αργότερα, όταν ο σκηνοθέτης Werner Herzog την πήγε πίσω στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου για να ακολουθήσει τα βήματά της στο ντοκιμαντέρ Wings of Hope (Φτερά Ελπίδας) το 1998.

Η μοιραία πτήση

Η Juliane Koepcke, κόρη των ζωολόγων Maria και Hans-Wilhelm Koepcke, ζούσε με τους γονείς της στην περιοχή Πανγκουάνα, όπου είχαν δημιουργήσει έναν ερευνητικό σταθμό. Το βράδυ πριν από τη μοιραία πτήση, η Juliane και η μητέρα της είχαν παρακολουθήσει την αποφοίτηση της μαθήτριας στην πρωτεύουσα του Περού και, θέλοντας να περάσουν τα Χριστούγεννα στην πατρίδα τους, έκλεισαν αεροπορικά εισιτήρια για τις 24 Δεκεμβρίου.

ασπρόμαυρη φωτογραφία μητέρα με κόρη στη ζούγκλα
Για καλή της τύχη, η Juliane Koepcke είχε μάθει πολλά πράγματα για τη ζούγκλα από μικρή ηλικία / Πηγή: Instagram @juliane_koepcke

Αναφερόμενη στη μοιραία πτήση, στο Reader’s Digest το 2013, η Juliane περιέγραψε ότι τα πρώτα 30 λεπτά της πτήσης κυλούσαν ομαλά, με τους επιβάτες να σερβίρονται σνακ. Ωστόσο, σύντομα οι άνθρωποι γύρω της άρχισαν να τρομάζουν και να αντιδρούν όταν το αεροσκάφος πέρασε μέσα από καταιγίδα. Η Juliane θυμάται ότι όλοι γύρω της ούρλιαζαν και έκλαιγαν καθώς γίνονταν όλο και πιο έντονες οι αναταράξεις.

Περιγράφοντας τη στιγμή που το αεροπλάνο  χτυπήθηκε από κεραυνό, η Juliane φέρνει στο νου τη μητέρα της να λέει: «Τώρα όλα τελείωσαν». Κατά την πρόσκρουση, έχασε τις αισθήσεις της και ξύπνησε την επόμενη μέρα στις 9 το πρωί – το ρολόι της λειτουργούσε ακόμα. Είχε βαθιές αμυχές στο σώμα της, σπασμένη κλείδα, τραυματισμένο μάτι και διάσειση.

Μόλις συνήλθε και συνειδητοποίησε τι είχε συμβεί, η Juliane άρχισε να ψάχνει μανιωδώς τη μητέρα της, παρά το γεγονός ότι ήταν τραυματισμένη και απίστευτα αδύναμη από την πτώση και συντριβή του αεροπλάνου.

Το αίσθημα της επιβίωσης

Για τις επόμενες 11 ημέρες, η Juliane κατάφερε να επιβιώσει μόνη της στο τροπικό δάσος του Αμαζονίου, περιμένοντας απλώς να έρθει κάποιος να τη σώσει. Ευτυχώς, είχε περάσει αρκετό χρόνο στο δάσος ως παιδί και είχε αναπτύξει ισχυρές γνώσεις επιβίωσης.

Καθώς προσπαθούσε να φτάσει σε ασφαλές μέρος, συνάντησε μία μικροσκοπική πηγή από την οποία ήπιε νερό. Ταυτόχρονα, η ίδια αυτή πηγή τής έδωσε ελπίδα ότι θα μπορούσε να βρει τον δρόμο για να βγει από το δάσος, και έτσι, τις επόμενες ημέρες άρχισε να την ακολουθεί.

Στην προσπάθειά της να φτάσει σε ασφαλές μέρος, κολύμπησε μέσα σε ποτάμι με ερπετά, σαλάχια και πιράνχας

Κατά τη διάρκεια της διαδρομής προς τη σωτηρία, η Juliane κατέφυγε σε δραστικά μέτρα για να παραμείνει ζωντανή. Το 2009, δήλωσε στο CNN ότι το κόψιμο στο χέρι της είχε μολυνθεί από σκουλήκια.  «Ακόμα αναρωτιέμαι πώς τόσα πολλά σκουλήκια χωρούσαν σε αυτή τη μικρή τρύπα, που δεν ήταν μεγαλύτερη από ένα νόμισμα του ενός ευρώ», θυμάται.

Περπατώντας μέσα στο δάσος, βρήκε ένα ντεπόζιτο και χρησιμοποίησε τη βενζίνη για να απολυμάνει την πληγή της. Σιγά-σιγά άρχισε να βρίσκει  πτώματα άλλων επιβατών από τη συντριβή του αεροπλάνου, πολλά από τα οποία ήταν ακόμη δεμένα στα καθίσματά τους.

«Ήμουν τρομοκρατημένη. Δεν ήθελα να τα αγγίξω, αλλά ήθελα να βεβαιωθώ ότι η μητέρα μου δεν ήταν ένα από αυτά. Έτσι πήρα ένα ξύλο και χτύπησα ένα παπούτσι σε ένα από τα πτώματα. Τα νύχια των ποδιών είχαν βερνίκι πάνω τους και ήξερα ότι δεν θα μπορούσε να είναι η μητέρα μου, γιατί ποτέ δεν χρησιμοποιούσε», θυμάται.

Όταν το ρέμα τελικά έφτασε σε ποτάμι, οι ελπίδες της Juliane αναπτερώθηκαν. Στην προσπάθειά της να φτάσει σε ασφαλές μέρος, κολύμπησε μέσα στα νερά τα οποία είχαν ερπετά, σαλάχια αλλά και πιράνχας. Η βαθιά της γνώση για τον Αμαζόνιο τής είχε διδάξει ότι τα αρπακτικά πλάσματα ήταν απίθανο να βρίσκονται στο κέντρο του ποταμού. Ωστόσο, κάτω από τον καυτό ήλιο, η Juliane υπέστη έντονα εγκαύματα δευτέρου βαθμού.

Την 10η μέρα, η Juliane βρήκε μία μικρή βάρκα που ήταν αγκυροβολημένη δίπλα σε κάτι που έμοιαζε με μονοπάτι. Το ακολούθησε μέχρι που έφτασε σε μία μικρή καλύβα, όπου και πέρασε τη νύχτα. Την επόμενη ημέρα, στις 3 Ιανουαρίου 1972, τρεις ψαράδες βρήκαν την Juliane να κοιμάται στην καλύβα και τη βοήθησαν να σωθεί.

ασπρόμαυρη φωτογραφία - δημοσιογράφοι με κάμερες περιμένουν να μιλήσουν με τη Juliane Koepcke
Την περίοδο εκείνη, η υπόθεση της έφηβης Juliane Koepcke απασχολούσε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων / Πηγή: Instagram @juliane_koepcke

Το ντοκιμαντέρ

Μετά τη διάσωσή της, η Juliane έμαθε ότι ήταν η μόνη που επέζησε του δυστυχήματος της LANSA. Συνολικά 91 άνθρωποι είχαν σκοτωθεί, συμπεριλαμβανομένης και της μητέρας της, Μαρίας.

Τα αμέσως επόμενα χρόνια μετά τη συντριβή, η Juliane συνειδητά απέφευγε να μιλάει στα ΜΜΕ για την περιπέτειά της. Ωστόσο, το 1998 ο σκηνοθέτης Werner Herzog αποφάσισε να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ με συμμετοχή της ίδιας στον τόπο του δυστυχήματος. Στο ντοκιμαντέρ Wings of Hope, η Juliane επισκέφθηκε εκ νέου το σημείο της συντριβής.

Καθώς πετούσε με τον Herzog και το σύζυγό της, Erich Diller, επέλεξε να κάτσει στην ίδια θέση στην πτήση, 19F, στην οποία είχε καθίσει χρόνια πριν, όταν συνετρίβη το αεροπλάνο που επέβαινε η ίδια, η μητέρα της και άλλοι 90 επιβάτες.

Με πληροφορίες από: Daily Mail