icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Δύο φορές έφτασε κοντά στο να προχωρήσει σε αντίποινα το Ισραήλ αλλά «πρυτάνευσαν διπλωματικές ευαισθησίες»

Η κυβέρνηση του Ισραήλ εξέτασε το ενδεχόμενο να διατάξει να εξαπολυθούν πλήγματα στο Ιράν, σε αντίποινα για την ιρανική επίθεση στην ισραηλινή επικράτεια το σαββατοκύριακο, αλλά τελικά δεν έθεσε σε εφαρμογή τα σχέδια που της παρουσιάστηκαν, μετέδωσαν το βράδυ της Τετάρτης προς Πέμπτη ισραηλινά και αμερικανικά ΜΜΕ.

Σύμφωνα με το ισραηλινό κρατικό τηλεοπτικό δίκτυο Kan, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου αποφάσισε να μην θέσει σε εφαρμογή προεγκεκριμένα σχέδια για τη διεξαγωγή πληγμάτων αντιποίνων σε περίπτωση επίθεσης αφού συζήτησε με τον αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.

Πρυτάνευσαν «διπλωματικές» ευαισθησίες και «θα υπάρξει όντως ανταπόδοση, αλλά θα είναι διαφορετική από αυτή που προβλεπόταν αρχικά», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος στο δίκτυο, υπό τον όρο να μην κατονομαστεί.

Ισραηλινές πηγές είπαν στον αμερικανικό ειδησεογραφικό ιστότοπο Axios ότι η ισραηλινή κυβέρνηση πολέμου εξέτασε το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε επίθεση αντιποίνων τη Δευτέρα, δυο βράδια μετά την ιρανική επίθεση, αλλά τελικά αποφάσισε να μη δώσει το πράσινο φως.

«Δεν ξέρουμε γιατί και πόσο κοντά είχε φθάσει (το Ισραήλ) σε επίθεση (στο Ιράν)», είπε στον Axios αμερικανός αξιωματούχος. Κατά το ίδιο ρεπορτάζ, το Ισραήλ ενημέρωσε τη Δευτέρα την κυβέρνηση του αμερικανού προέδρου Μπάιντεν, που το καλεί να επιδείξει αυτοσυγκράτηση, πως αποφάσισε να περιμένει.

Σύμφωνα με πληροφορίες του αμερικανικού τηλεοπτικού δικτύου ABC News, η ισραηλινή κυβέρνηση εξέτασε δυο φορές το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε πλήγματα αντιποίνων στο Ιράν τις τελευταίες ημέρες, αλλά τελικά δεν έδωσε τη διαταγή.

Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου επανέλαβε ωστόσο χθες πως η χώρα του έχει δικαίωμα να «προστατευθεί», παρά τις εκκλήσεις της διεθνούς κοινότητας, που επιδιώκει να αποτρέψει ισραηλινή ανταπόδοση στο ιρανικό έδαφος, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανάφλεξη τη Μέση Ανατολή.

Οι ΗΠΑ, βασικός σύμμαχος του Ισραήλ, λένε πως δεν θέλουν «πόλεμο με το Ιράν» κι έκαναν σαφές πως δεν θα συμμετείχαν σε οποιαδήποτε ισραηλινή ανταπόδοση, πάντως προχθές Τρίτη ανακοίνωσαν πως θα προχωρήσουν στην επιβολή νέων κυρώσεων σε βάρος της Τεχεράνης.

Τη νύχτα του Σαββάτου προς Κυριακή, το Ιράν εξαπέλυσε πάνω από 350 drones και πυραύλους εναντίον του Ισραήλ, σχεδόν το σύνολο των οποίων καταστράφηκε προτού φθάσει στην ισραηλινή επικράτεια. Επρόκειτο για την πρώτη απευθείας επίθεση του Ιράν εναντίον του Ισραήλ στην ιστορία.

Η Τεχεράνη υποστήριξε πως ενήργησε σε νόμιμη άμυνα, μετά τον πολύνεκρο βομβαρδισμό στο ιρανικό προξενείο στη Δαμασκό την 1η Απριλίου, για τον οποίο κατηγόρησε τον ισραηλινό στρατό.

Οι αποφάσεις στη Σύνοδο Κορυφής και το μήνυμα στο Ιράν

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες καταδίκασαν την επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ και αποφάσισαν την επιβολή νέων κυρώσεων σε βάρος της Τεχεράνης, τόνισε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ στις δηλώσεις του μετά την ολοκλήρωση της πρώτης ημέρας της Συνόδου Κορυφής.

«Οι κυρώσεις κατά του Ιράν είναι σαφές μήνυμα που θέλουμε να στείλουμε» σημείωσε προσθέτοντας ότι σκοπός είναι η προστασία των αμάχων, ενώ παράλληλα οι 27 ζητούν απελευθέρωση όλων των ομήρων.

Ταυτόχρονα, ο Σαρλ Μισέλ επισήμανε ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τάχθηκε υπέρ της «άμεσης κατάπαυσης του πυρός» και της διανομής περισσότερης ανθρωπιστικής βοήθειας στους άμαχους στη Γάζα.

Υπογράμμισε επίσης ότι είναι πολύ σημαντικό να απομονωθεί το Ιράν.

Ερωτηθείς αν υπάρχουν ενδείξεις πως το Ισραήλ θα ανταποδώσει σύντομα την επίθεση, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου παρέπεμψε στις ανακοινώσεις της G7 και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που παροτρύνουν όλα τα μέρη να δείξουν αυτοσυγκράτηση.

«Αυτό είναι το σαφές μήνυμα. Αυτή είναι πραγματικά η κοινή μας θέση», επέμεινε.

Για την Τουρκία, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ανέφερε ότι η ΕΕ θέλει να αναπτύξει σταθερή σχέση και να εργαστεί με βάση σταδιακή, αναλογική και αναστρέψιμη προσέγγιση. Θύμισε το ζήτημα της Κύπρου, που παραμένει πάντα εξαιρετικά σημαντικό, όπως είπε.

Επιπλέον, ο Σαρλ Μισέλ τόνισε ότι η Ουκρανία χρειάζεται περισσότερο στρατιωτικό εξοπλισμό και τα κράτη μέλη, ιδίως όσα έχουν περισσότερες δυνατότητες, αντιλαμβάνονται πόσο σημαντική είναι η χορήγηση συστημάτων αντιαεροπορικής άμυνας και πυρομαχικών.