icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Μια σοκαριστική ιστορία βγαλμένη από ταινία τρόμου. Μόνο που είναι πέρα για πέρα αληθινή

Η πόρτα του ήταν ασφαλισμένη και από μέσα και από έξω με κόντρα πλακέ και μια κλειδαριά, προκειμένου να τον εμποδίσουν να βγει έξω, θα υποστήριζε αργότερα ο άντρας. Για χρόνια, του έδιναν μόνο δύο σάντουιτς – αβγά ή τονοσαλάτα ή φυστικοβούτυρο – και μια μικρή ποσότητα νερού κάθε μέρα, θυμόταν, στον αποθηκευτικό χώρο όπου τον κρατούσαν.

Τώρα, όμως, είχε ένα σχέδιο. Χαρτί εκτυπωτή για ανάφλεξη, απολυμαντικό χεριών για καύσιμο και έναν αναπτήρα.

Το προσωπικό από την υπηρεσία έκτακτης ανάγκης απάντησε στις 17 Φεβρουαρίου σε αναφορές για φλεγόμενο σπίτι στο Γουότερμπερι του Κονέκτικατ, όπως ενημέρωσε η τοπική αστυνομία.

Εκεί βρήκαν μια γυναίκα και τον 32χρονο θετό της γιο.

Η θετή μητέρα, η οποία αναγνωρίστηκε από την αστυνομία ως Κίμπερλι Σάλιβαν, είχε καταφέρει να βγει με ασφάλεια από το φλεγόμενο σπίτι.

Ο άνδρας, επηρεασμένος από την εισπνοή καπνού και την έκθεση στις φλόγες, χρειαζόταν βοήθεια. Σύντομα θα παραδεχόταν στην αστυνομία ότι αυτός ήτα που έβαλε τη φωτιά. Επίτηδες.

Μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες, ήθελε την ελευθερία του, εξομολογήθηκε, καθώς εξιστορούσε μια κολασμένη ιστορία «αιχμαλωσίας, κακοποίησης και πείνας».

«Τριάντα τρία χρόνια επιβολής του νόμου, αυτή είναι η χειρότερη μεταχείριση ανθρώπου που έχω δει ποτέ», ανέφερε στους δημοσιογράφους ο αρχηγός της αστυνομίας του Γουότερμπερι, Φρεντ Σπανιόλο, καθώς περιέγραφε όλα όσα είχαν μάθει οι ερευνητές από τότε που ξέσπασε η φωτιά.

«Είναι πραγματικά δύσκολο να μιλήσουμε γι΄ αυτό, ακόμη», είπε. Ανατρίχιασε σκεπτόμενος ότι κάποιος θα μπορούσε να γίνει αποδέκτης τέτοιας συμπεριφοράς από ένα μέλος της οικογένειάς του, μια γονική φιγούρα ή έναν κηδεμόνα.

H Kimberly Sullivan / Πηγή: Waterbury Police Department

Η Σάλιβαν, 56 ετών, συνελήφθη και αντιμετωπίζει κατηγορίες, μεταξύ άλλων για επίθεση, απαγωγή και βάναυση μεταχείριση. Ο ελληνικής καταγωγής δικηγόρος της αρκέστηκε να πει πως αυτά «δεν είναι απολύτως αληθή».

«Δεν ήταν κλεισμένος σε ένα δωμάτιο. Δεν τον εμπόδισε με κανέναν τρόπο», ισχυρίστηκε ο Ιωάννης Καλοΐδης. «Προσέφερε φαγητό. Παρείχε καταφύγιο. Είναι έκπληκτη από αυτούς τους ισχυρισμούς».

Όλα ξεκίνησαν πριν από περίπου δύο δεκαετίες.

Μια κάθε άλλο παρά «κανονική» παιδική ηλικία

Ο άνδρας, γνωστός πλέον ως «Αρσενικό θύμα 1», θυμόταν ότι στα πρώτα του χρόνια ήταν συνέχεια πεινασμένος και έβγαινε κρυφά από το δωμάτιό του τη νύχτα για κάτι να φάει και να πιει, σύμφωνα με μια ένορκη κατάθεση που περιλαμβάνεται στο ένταλμα.

Μέχρι την τέταρτη δημοτικού ζητιάνευε από άλλους ανθρώπους φαγητό, έκλεβε και έψαχνε τα σκουπίδια.

Αφού βρήκαν τις συσκευασίες των τροφίμων στο σπίτι, άρχισαν να τον κλειδώνουν στο δωμάτιό του. Τελικά, η θετή του μητέρα τού απαγόρευσε να πηγαίνει σχολείο και τον άφησε να βγει από το δωμάτιό του μόνο για δουλειές.

Αυτή ήταν η ρουτίνα του «σχεδόν κάθε μέρα», αναφέρεται στην ένορκη κατάθεση.

Δεν του επέτρεψαν ποτέ να έχει φίλους, ενώ η μόνο του διασκέδαση ήταν στο Halloween. Την τελευταία φορά που βγήκε για trick-or-treat ήταν 12 ετών και ντύθηκε πυροσβέστης.

Οι δύο ετεροθαλείς αδερφές του είχαν φίλους, αλλά δεν τους επιτρεπόταν να τις επισκεφθούν στο σπίτι.

«Με κρατούσαν κρυμμένο όλη μου τη ζωή», είπε στην αστυνομία.

Το σχολείο του αγοριού ειδοποίησε το κρατικό υπουργείο Παιδείας και Οικογένειας, ενώ κοινωνικοί λειτουργοί του κράτους επισκέφθηκαν δύο φορές το σπίτι για έλεγχο όταν ήταν στην τετάρτη.

Η Σάλιβαν τον είχε αναγκάσει να πει πως όλα ήταν καλά.

Το αγόρι δεν εγγράφηκε σε κάποιο δημόσιο σχολείο του Waterbury το 2004, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.

Όπως επιβεβαίωσε ο αρχηγός της αστυνομίας, οι Αρχές επισκέφτηκαν δύο φορές το σπίτι: Πρώτα το 2004 μετά από αίτημα του τμήματος επειδή τα παιδιά που γνώριζαν το αγόρι δεν το είχαν δει.

«Το σπίτι ήταν καθαρό, ζούσε», είπε ο Σπανιόλο, ο οποίος ανέλαβε το τιμόνι του τμήματος το 2018.

Οι αστυνομικοί μίλησαν με το αγόρι και δεν εντόπισαν τίποτα που να τους έκανε να υποψιαστούν ότι ζούσε «κάτι άλλο εκτός από μια κανονική παιδική ηλικία», πρόσθεσε.

Όταν επισκέφτηκαν ξανά το σπίτι, η οικογένεια ζήτησε να υποβάλει καταγγελία για παρενόχληση εναντίον μελών της τοπικής σχολικής περιφέρειας που συνέχισαν να τους καταγγέλλουν.

Η οικογένεια δεν είχε παράσχει καμία απόδειξη παρενόχλησης, είπε ο Spagnolo.

«Στείλαμε έναν αξιωματικό να επισκεφτεί το σπίτι. Μίλησε με το παιδί και επέστρεψε και ανέφερε ότι όλα ήταν εντάξει», ανέφερε από την πλευρά του ο δήμαρχος του Γουότερμπερι, Paul K. Pernerewski, στο CNN. «Στη συνέχεια, μετά από αυτό, δεν υπέπεσε τίποτα στην αντίληψη κάποιου και συνέχισε».

Το State Department of Children and Families του Κονέκτικατ είναι «σοκαρισμένο και λυπημένο για το θύμα και για τις ανείπωτες συνθήκες που υπέμεινε», αναφέρεται σε μια δήλωσή του, επαινώντας την «απίστευτη δύναμη και αντοχή του».

Το τμήμα «εξέτασε εκτενώς» τις βάσεις δεδομένων του και «δεν μπόρεσε να εντοπίσει κανένα αρχείο» που να σχετίζεται με την οικογένεια.

«Σύμφωνα με τον κρατικό κανονισμό, θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι αναφορές παραμέλησης και κακοποίησης που έχουν ερευνηθεί και δεν τεκμηριώνονται, διαγράφονται 5 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της έρευνας, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες τεκμηριωμένες αναφορές».

Κλειδωμένος 22 έως 24 ώρες την ημέρα

Όταν το αγόρι ήταν γύρω στα 14 ή 15, πήγε με τον πατέρα του για να πετάξει τα απορρίμματα, αναφέρει η ένορκη κατάθεση. Ήταν η τελευταία φορά που έφευγε από το ακίνητο, αν και τον άφηναν να βγαίνει από το μικρό του δωμάτιο κάθε μέρα για χρονικό διάστημα από 15 λεπτά έως μερικές ώρες.

Φυλακισμένος, είχε αναπτύξει έναν «επεξεργασμένο μηχανισμό» για να κάνει την ανάγκη του. Αναγκαζόταν να ανακουφιστεί σε ένα μπουκάλι και στη συνέχεια πετούσε τα ούρα μέσα από μια τρύπα στο παράθυρο, χρησιμοποιώντας καλαμάκια.

Δεν τολμούσε καν να ανοίξει το παράθυρο, είπε ο Spagnolo, καθώς ανησυχούσε για αντίποινα.

Φοβόταν ότι θα μείνει κλειδωμένος στο δωμάτιό του περισσότερο και θα του έδιναν ακόμα λιγότερο φαγητό, εκμυστηρεύτηκε ο άνδρας. Η Σάλιβαν τον είχε απειλήσει πως θα τον σκοτώσει αν τον έβλεπε κανείς, είπε στην αστυνομία, σύμφωνα με το ένταλμα.

Άλλα μέλη της οικογένειας, επίσης, φοβούνταν για τις αντιδράσεις της, είπε ο Spangolo, περιγράφοντας «υπό τον φόβο για αντίποινα, για το τι θα συνέβαινε εάν μιλούσαν ή βοηθούσαν το θύμα τα μέλη της οικογένειας», τα οποία δεν κατονόμασε.

Ένας θείος ανέφερε στην αστυνομία ότι θυμόταν το αγόρι ως «κοκαλιάρικο, πράο και ευγενικό», αναφέρει η ένορκη κατάθεση. Και όταν προσπάθησε να μιλήσει με το παιδί παρενέβη η Σάλιβαν.

Ο θείος επισκεπτόταν για αρκετά χρόνια την οικογένεια την παραμονή των Χριστουγέννων, προτού κόψουν επαφή με τον ίδιο και τη γυναίκα του, λέγοντας στην αστυνομία ότι δεν είχε δει το φερόμενο θύμα από το 2004 ή το 2005.

Πριν από περίπου μια δεκαετία, ανησυχώντας για το αγόρι, μίλησε με έναν ιδιωτικό ερευνητή, ο οποίος τού πρότεινε να αναζητηθεί πιστοποιητικό θανάτου.

Η μόνη επαφή του αγοριού με τον έξω κόσμο ήταν ένα ραδιόφωνο έξω από την κρεβατοκάμαρά του, το οποίο τον βοήθησε να μαθαίνει τα νέα. Προσπαθούσε να παρακολουθεί τα τρέχοντα γεγονότα, μαζί με αγώνες NASCAR και της ομάδας μπάσκετ του Πανεπιστημίου του Κονέκτικατ.

Διάβαζε τρία ή τέσσερα βιβλία κάθε χρόνο και χρησιμοποιούσε ένα λεξικό για να μάθει άγνωστες λέξεις, αναφέρει επίσης η ένορκη κατάθεση, προσθέτοντας: «Διαπιστώθηκε ότι (ο άνδρας) είχε τελικά επιμορφώσει τον εαυτό του».

Καθώς μεγάλωνε, προστέθηκαν περισσότερες κλειδαριές στο εξωτερικό της πόρτας του.

«Φάνηκε ότι οι κλειδαριές ανέβαιναν επίπεδα ασφαλείας όσο περνούσε ο καιρός και προφανώς γινόταν μεγαλύτερος και ίσως λίγο πιο δυνατός», είπε ο Spagnolo στους δημοσιογράφους.

Στη συνέχεια, τον Ιανουάριο του 2024, ο πατέρας του – ο οποίος κινείτο με αναπηρικό αμαξίδιο – πέθανε και η φερόμενη αιχμαλωσία του έγινε ακόμα πιο περιοριστική, είπε στην αστυνομία.

«[Ο άνδρας] δήλωσε ότι έφτασε σε ένα σημείο όπου η μοναδική φορά που θα έβγαινε από το σπίτι ήταν όταν πέθαινε ο πατέρας του και για αφήσει το σκύλο της οικογένειας στο πίσω μέρος του σπιτιού. Ήταν μόνο περίπου 1 λεπτό την ημέρα. Ουσιαστικά, ήταν κλειδωμένος στο δωμάτιό του 22 με 24 ώρες την ημέρα», σύμφωνα με την ένορκη κατάθεση.

Στη συνέχεια, πριν από περίπου έναν χρόνο, είπε στην αστυνομία, πως βρήκε τον αναπτήρα σε ένα σακάκι που ανήκε στον πατέρα του.

Εν τω μεταξύ, η αφήγηση της θετής μητέρας του για το τι συνέβη είναι διαφορετική.

Αθώα μέχρι αποδείξεως του εναντίου

Όλα όσα ακούγονται, είπε ο δικηγόρος της στους δημοσιογράφους έξω από το δικαστήριο, «δεν είναι απολύτως αληθή».

«Η κα Sullivan θεωρείται αθώα», δήλωσε στο CNN ο Καλοΐδης. «Το ένταλμα περιγράφει τους ισχυρισμούς που πρέπει να αποδειχθούν στη δίκη».

Όταν ήρθαν σε επαφή μαζί της ντετέκτιβ, τούς είπε ότι είχε μιλήσει με δικηγόρο και δεν θα έλεγε τίποτα στην αστυνομία. Αφέθηκε ελεύθερη με εγγύηση 300.000 δολαρίων και θα πρέπει να προσέλθει στο δικαστήριο στις 26 Μαρτίου. Ένας άλλος από τους δικηγόρους της Σάλιβαν, ο Jason Spilka, ανέφερε ότι η νομική ομάδα σχεδιάζει να δηλώσει αθώα.

Η Σάλιβαν «διατηρεί την αθωότητά της», πρόσθεσε ο Καλοΐδης, «και ανυπομονεί να καθαρίσει το όνομά της».

Μετά τη φωτιά, ένας αξιωματικός που είδε τον άνδρα, τον περιέγραψε ως «εξαιρετικά αδυνατισμένο». Ήταν περίπου 1.8 και ζύγιζε 70 κιλά. Ήταν βρόμικος. Τα μαλλιά του ήταν μπερδεμένα. Όλα του τα δόντια έμοιαζαν σάπια.

Η αστυνομία που εκτέλεσε εντάλματα έρευνας βρήκε κόντρα πλακέ και μια κλειδαριά στην πόρτα του δωματίου του άνδρα.

Τώρα, ο «άνδρας θύμα 1» – ο οποίος νοσηλεύεται σε σταθερή κατάσταση σε μια κλινική – αντιμετωπίζει την ανάγκη να φτιάξει τη ζωή του, είπε ο αρχηγός της αστυνομίας στους δημοσιογράφους. Θα πρέπει να ξεπεράσει τα ψυχικά και σωματικά τραύματα που ανέπτυξε μέσα στο μικρό δωμάτιο σε συνθήκες χειρότερες από αυτές του κελιού μιας φυλακής.

«Υπάρχει πολλή φυσικοθεραπεία που θα πρέπει να κάνει», είπε ο Spagnolo. «Υπάρχει πολύ ψυχολογική θεραπεία που θα πρέπει να ακολουθήσει».

Οι ντετέκτιβ του Γουότερμπερι, είναι και οι ίδιοι συγκλονισμένοι από την υπόθεση και ανέλαβαν να συγκεντρώσουν ρούχα, βιβλία κι άλλα αντικείμενα που μπορεί να τον κάνουν να αισθανθεί καλύτερα.

«Είναι καλύτερα να αναφέρετε κάτι και να αποδειχθεί ότι δεν είναι αλήθεια παρά να επιτρέψετε να συνεχιστεί κάτι τέτοιο για 20 χρόνια», ανέφερε ο δήμαρχος Pernerewski.

Όσο για τον πρόσφατα απελευθερωμένο άνδρα, κατέληξε: «Είμαστε δεσμευμένοι να τον υποστηρίξουμε με κάθε δυνατό τρόπο καθώς αρχίζει να θεραπεύεται από αυτό το αφάνταστο τραύμα».

Με πληροφορίες από CNN