icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Ο όρος «ομοφοβία» ήταν σημαντικός, επειδή μετέφερε στην ετεροφυλόφιλη κοινωνία το «πρόβλημα» της ομοφυλοφιλίας, δείχνοντας ότι ήταν οι ετεροφυλόφιλοι εκείνοι που δεν ήταν ανεκτικοί απέναντι στους γκέι

Ο Τζορτζ Γουάινμπεργκ, ο οποίος γεννήθηκε μια τέτοια μέρα σαν σήμερα, ήταν αυτός που, στα μέσα της δεκαετίας του 1960, επινόησε τον όρο «ομοφοβία» για να περιγράψει τη φοβία πολλών ανθρώπων απέναντι στους ομοφυλόφιλους.

Ως ψυχολόγος είχε προσέξει ότι αρκετοί συνάδελφοί του δεν ένιωθαν καθόλου άνετα με ομοφυλόφιλους άνδρες και λεσβίες και αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για ένα ειδικό τύπο φόβου, που είχε τα τυπικά χαρακτηριστικά μια φοβίας.

«Επινόησα τη λέξη ομοφοβία εννοώντας ότι αφορούσε μια φοβία για τους ομοφυλόφιλους. Ένα φόβο που φαινόταν να σχετίζεται με το φόβο της μόλυνσης, ένα φόβο για την υποτίμηση της οικογένειας.

Ήταν ένας θρησκευτικός φόβος και είχε οδηγήσει σε μεγάλη βαρβαρότητα, όπως πάντα ο φόβος οδηγεί», είχε πει ο Αμερικανός ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής.

Ο Γουάινμπεργκ είχε συζητήσει τις ιδέες του αυτές με τους γκέι ακτιβιστές Τζακ Νίκολς και Λιζ Κλαρκ, που χρησιμοποίησαν το νέο όρο «ομοφοβία» σε ένα άρθρο που έγραψαν στο περιοδικό Screw το Μάιο του 1969.

Ήταν η πρώτη φορά που ο όρος αυτός εμφανίστηκε σε γραπτή μορφή. Λίγους μήνες μετά, το διάσημο περιοδικό Time χρησιμοποίησε τον όρο στο κύριο άρθρο του εξωφύλλου του με τίτλο «Ο ομοφυλόφιλος στην Αμερική».

Ο ίδιος ο Γουάινμπεργκ χρησιμοποίησε για πρώτη φορά σε δικό του κείμενο τον όρο «ομοφοβία» αργότερα, το 1971, ενώ το 1972 εξέδωσε το βιβλίο του « Η κοινωνία και ο υγιής ομοφυλόφιλος» στο οποίο εξηγούσε επιστημονικά τα αίτια της ομοφοβίας και υπερασπιζόταν τα δικαιώματα του ατόμου ανεξάρτητα από τον σεξουαλικό του προορισμό.

Η χρήση του όρου «ομοφοβία» θεωρείται ορόσημο, σύμφωνα με τον καθηγητή ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Ντέηβις Γκρέγκορι Χέρεκ, «καθώς αποκρυστάλλωσε τις εμπειρίες απόρριψης, εχθρότητας και αορατότητας που είχαν βιώσει σε όλη τη ζωή τους οι ομοφυλόφιλοι άνδρες και γυναίκες της Βόρειας Αμερικής στα μέσα του 20ού αιώνα».

Με τους αγώνες του ο Γουάινμπεργκ κατάφερε να δικαιωθεί και το 1990 η ομοφυλοφιλία βγήκε από τον κατάλογο των ψυχικών ασθενειών του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.

Ο όρος «ομοφοβία» ήταν σημαντικός, επειδή μετέφερε στην ετεροφυλόφιλη κοινωνία το «πρόβλημα» της ομοφυλοφιλίας, δείχνοντας ότι ήταν οι ετεροφυλόφιλοι εκείνοι που δεν ήταν ανεκτικοί απέναντι στους γκέι.

Ο Γουάινμπεργκ είχε γεννηθεί το 1929 στο Μανχάταν, από πατέρα δικηγόρο και μητέρα γραμματέα. Αρχικά σπούδασε αγγλική φιλολογία και έμεινε για πάντα «εραστής» των έργων του Σέξπιρ, χρησιμοποιώντας τα για τις ενοράσεις του στην ψυχολογία. Στη συνέχεια σπούδασε μαθηματικά και στατιστική στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, αλλά τελικά έκανε νέα στροφή και πήρε το διδακτορικό του στην κλινική ψυχολογία από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια.

Άσκησε για χρόνια το επάγγελμα του ψυχοθεραπευτή και έγραψε πολλά βιβλία ψυχολογίας για το ευρύ κοινό μόνος του ή με τη σύζυγό του, ενώ υπήρξε σταθερά ένθερμος υποστηρικτής των δικαιωμάτων των ομοφυλόφιλων.

Πολλοί ήταν αυτοί που άσκησαν κριτική στον όρο με το σκεπτικό ότι ναι μεν είναι χρήσιμος ως εργαλείο πολιτικού ακτιβισμού και συνειδητοποίησης της κοινής γνώμης, αλλά δεν στέκει επιστημονικά.

Ο Γουάινμπεργκ ποτέ δεν πείστηκε από τα αντεπιχειρήματα και πάντα υποστήριζε ότι η ομοφοβία είναι αυτό ακριβώς που λέει η λέξη: μια παράλογη φοβία. Επέμεινε μάλιστα ότι πρέπει ως όρος να συμπεριληφθεί στον επίσημο κατάλογο με τις ψυχικές διαταραχές – κάτι που δεν έχει συμβεί.

Ο Γουάινμπεργκ πέθανε στις 20 Μαρτίου 2017, σε ηλικία 87 ετών, καταβεβλημένος από τον καρκίνο.