icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Ο κόσμος θα πρέπει να μειώσει την παιδική θνησιμότητα κατά 30% περίπου επιπλέον για να επιτύχει τον νέο στόχο του ΟΗΕ για τον ουσιαστικό τερματισμό των παιδικών θανάτων που μπορούν να προληφθούν μέχρι το 2030

Ο αριθμός των παιδιών που πεθαίνουν πριν από τα πέμπτα τους γενέθλια, παρόλο που έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, παραμένει ακόμα υψηλός και δείχνει, ότι η μάχη για τη μείωση της παιδικής θνησιμότητας δεν έχει τελειώσει.

Το 1990, 12,8 εκατομμύρια παιδιά πέθαναν πριν από την ηλικία των 5 ετών, αλλά στα χρόνια που ακολούθησαν ο αριθμός αυτός έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 60%.

Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία που δημοσίευσε ο ΟΗΕ και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, ο αριθμός των θανάτων παιδιών κάτω των 5 ετών μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο ρεκόρ των 4,8 εκατομμυρίων το 2023.

Η πρόοδος αυτή, αν και σημαντική, απειλείται από τις περικοπές χρηματοδότησης και τις αυξανόμενες ανισότητες σε παγκόσμιο επίπεδο, με την επικεφαλής του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά (UNICEF) να προειδοποιεί για τις συνέπειες αυτών των προκλήσεων.

«Εκατομμύρια παιδιά ζουν σήμερα λόγω της παγκόσμιας δέσμευσης για αποδεδειγμένες παρεμβάσεις, όπως τα εμβόλια, η διατροφή και η πρόσβαση σε ασφαλές νερό και βασικές συνθήκες υγιεινής», δήλωσε η Catherine Russell, Εκτελεστική Διευθύντρια της UNICEF.

«Το να φέρουμε τους θανάτους παιδιών που μπορούν να προληφθούν σε χαμηλό επίπεδο ρεκόρ είναι ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα. Αλλά χωρίς τις σωστές πολιτικές επιλογές και τις κατάλληλες επενδύσεις, κινδυνεύουμε να ανατρέψουμε αυτά τα σκληρά κερδισμένα οφέλη, με εκατομμύρια περισσότερα παιδιά να πεθαίνουν από αιτίες που μπορούν να προληφθούν. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να συμβεί κάτι τέτοιο», τόνισε.

Αποτρέψιμες αιτίες θανάτου παιδιών

Τα στοιχεία – που περιέχονται σε δύο εκθέσεις – έδειξαν επίσης ότι σχεδόν οι μισοί από τους θανάτους παιδιών κάτω των πέντε ετών συνέβησαν εντός του πρώτου μήνα της ζωής τους, κυρίως λόγω πρόωρου τοκετού και επιπλοκών κατά τη διάρκεια του τοκετού.

Για όσα παιδιά επέζησαν μετά τη βρεφική ηλικία, οι μολυσματικές ασθένειες – όπως η πνευμονία, η ελονοσία και η διάρροια – παρέμειναν οι κύριες αιτίες θανάτου που μπορούν να προληφθούν.

Επιπλέον, σχεδόν το ήμισυ των καθυστερημένων θνησιγενών γεννήσεων συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του τοκετού, συχνά λόγω μητρικών λοιμώξεων, παρατεταμένου ή παρεμποδισμένου τοκετού και έλλειψης έγκαιρης ιατρικής παρέμβασης.

Οι εμπειρογνώμονες τόνισαν ότι η βελτίωση της πρόσβασης σε υψηλής ποιότητας υγειονομική περίθαλψη μητέρων, νεογνών και παιδιών είναι κρίσιμη για την πρόληψη αυτών των θανάτων.

Περιφερειακές ανισότητες

Το πού γεννιέται ένα παιδί επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τις πιθανότητες επιβίωσής του. Στις χώρες με χαμηλό εισόδημα, οι βασικές υπηρεσίες, τα εμβόλια και οι θεραπείες είναι συχνά απρόσιτες, συμβάλλοντας σε δυσανάλογα υψηλά ποσοστά θνησιμότητας.

Ο κίνδυνος θανάτου πριν από τη συμπλήρωση των πέντε ετών είναι 80 φορές υψηλότερος στη χώρα με την υψηλότερη θνησιμότητα από ό,τι στη χώρα με τη χαμηλότερη θνησιμότητα, σύμφωνα με τις εκθέσεις. Εντός των χωρών, τα φτωχότερα παιδιά, εκείνα που ζουν σε αγροτικές περιοχές και εκείνα με λιγότερο μορφωμένες μητέρες αντιμετώπιζαν υψηλότερο κίνδυνο.

Οι θνησιγενείς γεννήσεις ακολούθησαν παρόμοια μοτίβα, με τις γυναίκες σε χώρες με χαμηλό εισόδημα να έχουν οκτώ φορές περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν θνησιγένεια από ό,τι εκείνες σε χώρες με υψηλό εισόδημα.

Τις κοινωνικές ανισότητες που καθορίζουν τη ζωή των ανθρώπων με βάση το πού γεννιούνται, αναδεικνύουν εμφατικά μέσα από τους στίχους του τραγουδιού τους «Για να νικήσουν» οι Social Waste.

«Είναι ένα θέμα που σε αφορά/Τούτος ο κόσμος δυο μάσκες φορά/Άλλη στο Νότο κι άλλη στο Βορρά/Και δεν είναι όλα μια χαρά», ξεκινά το τραγούδι αναδεικνύοντας την ανισότητα των συνθηκών ζωής που επικρατούν στις δύο αυτές περιοχές του κόσμου.

Στο Βορρά, τα παιδιά συχνά μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον με καλύτερη πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη, εκπαίδευση και διαβίωση, ενώ στο Νότο, η φτώχεια, οι πόλεμοι και η έλλειψη βασικών υποδομών αποτελούν σημαντικά εμπόδια για την επιβίωση.

Αυτό αποδεικνύεται και από τα στοιχεία της UNICEF, όπου τα ποσοστά θνησιμότητας παιδιών είναι πολύ υψηλότερα στις φτωχότερες περιοχές του κόσμου, ειδικά στην Υποσαχάρια Αφρική και άλλες αναπτυσσόμενες περιοχές.

Οι περικοπές στη χρηματοδότηση ανθρωπιστικών και ιατρικών προγραμμάτων επιδεινώνουν τις υγειονομικές ανισότητες, κλείνοντας κλινικές, μειώνοντας το ιατρικό προσωπικό και διακόπτοντας εκστρατείες εμβολιασμού. Οι χώρες που πλήττονται από ανθρωπιστικές κρίσεις και εκείνες με υψηλό χρέος είναι οι πιο ευάλωτες στην αύξηση της παιδικής θνησιμότητας.

Περιφερειακές εκτιμήσεις

Η υποσαχάρια Αφρική κατέγραψε το υψηλότερο εκτιμώμενο ποσοστό θνησιμότητας παιδιών κάτω των πέντε ετών, με 69 θανάτους ανά 1.000 γεννήσεις ζωντανών παιδιών, ενώ η συνολική εκτίμηση για την Αφρική ήταν 63 ανά 1.000.

Αντίθετα, τα εκτιμώμενα ποσοστά θνησιμότητας κάτω των πέντε ετών ήταν σημαντικά χαμηλότερα στην Ευρώπη (4) και τη Βόρεια Αμερική (6). Η Ασία εκτιμήθηκε σε 26 θανάτους, ενώ η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική σε 16 και η Ωκεανία σε 19.

Παρόμοια ανισότητα υπήρχε και στα εκτιμώμενα ποσοστά θνησιγένειας. Η Υποσαχάρια Αφρική είχε την υψηλότερη εκτίμηση με 22,2 θνησιγενείς γεννήσεις ανά 1.000 γεννήσεις, έναντι 2,7 στη Βόρεια Αμερική και 2,9 στην Ευρώπη.

Η Ασία εκτιμήθηκε σε 12,3 ανά 1.000, η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική σε 7,4 και η Ωκεανία σε 9,5. Για το σύνολο της Αφρικής, το εκτιμώμενο ποσοστό θνησιγενών γεννήσεων ανήλθε σε 21 ανά 1.000 γεννήσεις.

Περικοπές χρηματοδότησης

Οι περικοπές στη χρηματοδότηση των σωτήριων προγραμμάτων επιβίωσης των παιδιών επιδεινώνουν τις υπάρχουσες ανισότητες.

Η μείωση των πόρων έχει οδηγήσει σε ελλείψεις υγειονομικού προσωπικού, κλείσιμο κλινικών, διακοπές στις εκστρατείες εμβολιασμού και ελλείψεις βασικών προμηθειών, όπως θεραπείες για την ελονοσία.

Οι χώρες που πλήττονται από ανθρωπιστικές κρίσεις, οι χώρες με σημαντικό βάρος χρέους ή οι χώρες που αντιμετωπίζουν ήδη υψηλά ποσοστά παιδικής θνησιμότητας πλήττονται ιδιαίτερα.

Ο πιο σημαντικός αριθμός στον κόσμο

Η δραστική μείωση της παιδικής θνησιμότητας είναι το σημαντικότερο στατιστικό στοιχείο στον κόσμο, για διάφορους λόγους.

  • Εάν ένα παιδί καταφέρει να φτάσει μέχρι τα πέμπτα γενέθλιά του, αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες να ζήσει μια ολόκληρη ζωή. Δεδομένου ότι το προσδόκιμο ζωής συνολικά έχει επίσης αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό, αυτό μπορεί να σημαίνει τη διαφορά μεταξύ μιας ζωής λίγων ετών και μιας ζωής που εκτείνεται στα 70 χρόνια ή και περισσότερο. Με εκατομμύρια παιδιά που θα είχαν πεθάνει μόλις πριν από μερικές δεκαετίες να ζουν σήμερα, έχουμε δισεκατομμύρια χρόνια πρόσθετης ζωής.
  • Η παιδική θνησιμότητα είναι ένας από τους σημαντικότερους δείκτες της ανάπτυξης μιας χώρας. Πλούσια έθνη όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ σημείωσαν πρώτα πρόοδο στο να κρατήσουν τα παιδιά στη ζωή, αλλά πιο πρόσφατα φτωχότερα έθνη όπως η Ινδία έχουν κάνει τεράστια βήματα προόδου. (Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε κατά το εκπληκτικό 81% μεταξύ του 1980 και σήμερα στην Ινδία).
  • Η μείωση της παιδικής θνησιμότητας είναι ίσως το καλύτερο παράδειγμα της διεθνούς κοινότητας που θέτει έναν στόχο και σημειώνει σημαντική πρόοδο προς την κατεύθυνση αυτή. Το 2000, ο ΟΗΕ έθεσε ως στόχο τη μείωση της παιδικής θνησιμότητας στα δύο τρίτα κάτω από τα επίπεδα του 1990 έως το 2015. Αν και δεν τα καταφέραμε μέχρι τότε, τώρα είμαστε σχεδόν εκεί. Η παγκόσμια υγεία είναι ένα φωτεινό σημείο σε σύγκριση με τους αγώνες για την επίτευξη προόδου όσον αφορά την κλιματική αλλαγή.
  • Δεν θα έπρεπε να χρειαζόμαστε οικονομικά κίνητρα για να θέλουμε να μειώσουμε τους παιδικούς θανάτους, αλλά η μειωμένη παιδική θνησιμότητα συνδέεται επίσης με καλύτερες οικονομικές επιδόσεις. Τα μεγέθη των οικογενειών μειώνονται σε ένα πιο διαχειρίσιμο επίπεδο στις φτωχές χώρες και περισσότεροι μελλοντικοί εργαζόμενοι επιβιώνουν μέχρι την παραγωγική ηλικία.

Πώς φτάσαμε εδώ – και πού πηγαίνουμε

Δεν υπάρχει μυστική συνταγή για τη μείωση της παιδικής θνησιμότητας. Βελτίωση του προγεννητικού ελέγχου, του τοκετού και της μεταγεννητικής φροντίδας κρατούν τα παιδιά ζωντανά κατά τους ευάλωτους πρώτους μήνες τους. Η καλύτερη υγιεινή και διατροφή αποτρέπουν τους πρώιμους θανάτους από ασθένειες που μεταδίδονται από το νερό και τον υποσιτισμό.

Τα εμβόλια έχουν, φυσικά, σώσει αμέτρητα εκατομμύρια παιδιά από κάποτε συνηθισμένους δολοφόνους όπως η ιλαρά, η διφθερίτιδα και η πολιομυελίτιδα.

Παρά την τεράστια αυτή επιτυχία, 4,8 εκατομμύρια παιδιά – περίπου ο πληθυσμός της Ιρλανδίας – εξακολουθούν να πεθαίνουν πριν από τα πέμπτα γενέθλιά τους. Ο κόσμος θα πρέπει να μειώσει την παιδική θνησιμότητα κατά 30% περίπου επιπλέον για να επιτύχει τον νέο στόχο του ΟΗΕ για τον ουσιαστικό τερματισμό των παιδικών θανάτων που μπορούν να προληφθούν μέχρι το 2030.

Δυστυχώς, δεν είμαστε σε αυτή την πορεία. Ενώ ο αριθμός των παιδικών θανάτων εξακολουθεί να μειώνεται, η πρόοδος έχει επιβραδυνθεί, και αυτό συνέβαινε πριν από τις μαζικές περικοπές της εξωτερικής βοήθειας των ΗΠΑ και άλλων χωρών. Τα υψηλότερα επίπεδα παιδικής θνησιμότητας σήμερα βρίσκονται σε εξαιρετικά φτωχά υποσαχάρια αφρικανικά έθνη όπως το Τσαντ και το Μάλι, όπου η ανθρωπιστική βοήθεια θα είναι η διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου.

Από την άλλη, στις χώρες της Δύσης, η απομάκρυνση από τα παιδικά εμβόλια εγκυμονεί τον κίνδυνο να επαναφέρει τους προ πολλού νικημένους δολοφόνους των παιδιών. Το γεγονός ότι ένα ανεμβολίαστο παιδί στο Τέξας πέθανε πρόσφατα από ιλαρά – την ίδια ασθένεια που στερούσε τη ζωή παιδιών το 1800, τότε που δεν υπήρχε προστασία από τον ιό – θα πρέπει να μας τρομοκρατήσει όλους.

Είτε πρόκειται για την αναβίωση των πιο αποτελεσματικών μορφών εξωτερικής βοήθειας, είτε για την επαναβεβαίωση της εμπιστοσύνης μας στα εμβόλια που έχουν σώσει εκατομμύρια ανθρώπους, είναι στο χέρι μας να τερματίσουμε τελικά τους παιδικούς θανάτους που μπορούν να προληφθούν. Μπορούμε να διασφαλίσουμε ότι μια μέρα κανένας γονέας δεν θα βιώσει τον πόνο της απώλειας ενός παιδιού.

Με πληροφορίες από United Nations, Vox