Μεγέθυνση κειμένου
Ο Άλφερντ Πάκερ επέζησε για εβδομάδες στην παγωμένη άγρια φύση τρώγοντας τους συντρόφους του - έτσι παραδέχτηκε. Αλλά οι λεπτομέρειες που αποκαλύφθηκαν δεκαετίες αργότερα δεν ταιριάζουν με την επίσημη αφήγηση
Ο συνδυασμός καύσωνα και υγρασίας έκανε ανυπόφορη την 17η Ιουλίου του 1989 στο Λέικ Σίτι και ο ιδρώτας έσταζε από τα πρόσωπα των τελειόφοιτων που ξέθαβαν τους σκελετούς. Όταν αποκαλύφθηκε το πρώτο κρανίο με μια τρύπα στο μέτωπο, το συγκεντρωμένο πλήθος έβγαλε μια πνιχτή κραυγή και οι δημοσιογράφοι έσπευσαν στα τέσσερα δημόσια τηλέφωνα της πόλης για να μεταφέρουν τη συγκλονιστική ιστορία: «Καθηγητής ξεθάβει θύματα του Κανίβαλου του Κολοράντο 100 χρόνια μετά».
Όταν η ομάδα με επικεφαλής τον καθηγητή νομικής Τζέιμς Σταρς ολοκλήρωσε το σκάψιμο, είχε ανακαλύψει τους σκελετούς πέντε ανδρών. Όλοι φέρεται να δολοφονήθηκαν και να φαγώθηκαν εν μέρει από έναν αινιγματικό άνδρα γνωστό ως Άλφερντ Πάκερ, Άλφρεντ Πάκερ και, κυρίως, ως o Κανίβαλος του Κολοράντο.
Υπάρχουν πολλές εκδοχές της ιστορίας του Πάκερ, ωστόσο τα βασικά γεγονότα είναι τα εξής: Γεννημένος κοντά στο Πίτσμπουργκ το 1842, υπέφερε από επιληψία από νεαρή ηλικία – μια κατάσταση και ένα στίγμα που θα τον ακολουθούσε σε όλη του τη ζωή. Κατατάχθηκε στον Ομοσπονδιακό Στρατό κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, αλλά απολύθηκε λόγω των συχνών κρίσεων του.
Μετά τον πόλεμο, ο Πάκερ περιπλανήθηκε σε όλη τη χώρα, πριν βρει απάγκιο στη Γιούτα το 1873. Αργά εκείνου του φθινοπώρου εντάχθηκε σε μια ομάδα 20 χρυσοθήρων που κατευθύνθηκαν στο νοτιοδυτικό Κολοράντο. Υπήρχαν φήμες για μια φλέβα χρυσού εκεί, αλλά και για «παραμυθένιες ιστορίες του πώς μπορεί κάποιος να αποκτήσει μεγάλο πλούτο πολύ εύκολα, απλά ζητώντας το», σύμφωνα με τον τίτλο μιας εφημερίδας.
Τα ταξίδια τότε διαρκούσαν πολύ, ειδικά όταν ο χειμώνας έφτανε τόσο μανιασμένος και τόσο εκδικητικά νωρίς. Στο τέλος Ιανουαρίου οι χρυσοθήρες είχαν ξεμείνει από προμήθειες και έτρωγαν ζωοτροφές όταν έφτασαν σε έναν καταυλισμό Ινδιάνων Ute. Ο αρχηγός τους, ο Ouray, πρόσφερε στους άνδρες φαγητό και καταφύγιο, παροτρύνοντάς τους να μείνουν εκεί το χειμώνα, αφού «ούτε κανείς από τους Ute δεν θα ταξίδευε κάτω από τόσο σκληρές συνθήκες».
Το μεγαλύτερο μέρος της ομάδας αποδέχτηκε την πρόσκληση του αρχηγού, ωστόσο έξι χρυσοθήρες, «τυφλωμένοι» από τον πυρετό του χρυσού: οι Israel Swan, George Noon, Frank Miller, James Humphrey, Shannon Wilson Bell και Packer, αποφάσισαν να συνεχίσουν.
Σύντομα έχασαν τον δρόμο τους στα κακοτράχαλα βουνά του Σαν Χουάν και παγιδεύτηκαν στον χιονιά.
Στο μέσο του Απριλίου, μόνο ένας από τους έξι άνδρες εμφανίστηκε ζωντανός από τα βουνά. Ήταν ο Πάκερ, ο οποίος έδειχνε ύποπτα καλοφαγωμένος και ήταν γεμάτος μετρητά. Ξόδεψε πάνω από 100 δολάρια σε ποτό και τζόγο, ενώ φαινόταν παράξενα αδιάφορος για το φαγητό.
Ερωτηθείς για την τύχη των συνταξιδιωτών του, ο Πάκερ ήταν ασαφής. Τελικά, μετά από επίμονη ανάκριση, έδωσε την πρώτη από τις πολλαπλές αντιφατικές ομολογίες.
«Φάγαμε πρώτα τον γέρο Swan», είπε. Οι δυνατοί έτρωγαν τους αδύναμους έναν έναν, αφήνοντας το σώμα τους χιλιόμετρα μακριά, μέχρι που έμειναν μόνο αυτός και ο Bell. Στη συνέχεια ο Bell προσπάθησε να τον σκοτώσει, ισχυρίστηκε ο Πάκερ, έτσι τον πυροβόλησε και σκότωσε.
Ο Πάκερ συνελήφθη με την κατηγορία της δολοφονίας, αλλά δραπέτευσε πριν δικαστεί. Εν τω μεταξύ, ένας εικονογράφος για το Harper’s Weekly, που ταξίδευε από πόλη σε πόλη, έκανε μια φρικτή ανακάλυψη: εντόπισε τα λείψανα σε αποσύνθεση των πέντε αγνοουμένων χρυσοθήρων. Τέσσερις είχαν σπασμένα κρανία, το ένα πτώμα ήταν ακέφαλο, ενώ όλα έφεραν σημάδια σφαγής. Οι άνδρες είχαν δολοφονηθεί μαζί σε ένα μέρος, διαψεύδοντας τον Packer.

Εννέα χρόνια αργότερα, ο δραπέτης Πάκερ συνελήφθη στο Ουαϊόμινγκ και επέστρεψε στο Λέικ Σίτι, όπου δικάστηκε για φόνο, κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε θάνατο με απαγχονισμό. Όμως η ετυμηγορία ανατράπηκε λόγω ενός μικρού νομικού κωλύματος και ο καθ΄ ομολογίαν κανίβαλος γλύτωσε τη θηλιά.
Αφού δικάστηκε για δεύτερη φορά, ο Πάρκερ καταδικάστηκε σε 40 χρόνια κάθειρξη στο κρατικό σωφρονιστικό ίδρυμα για την ελαφρότερη κατηγορία, αυτήν της ανθρωποκτονίας. Αποδείχτηκε υπόδειγμα κρατουμένου και αποφυλακίστηκε μετά από 15 μόλις χρόνια.
Δεκαετίες αργότερα, το 1989, ο Σταρς ολοκλήρωσε την έρευνά του διακηρύσσοντας τον Πάκερ «απολύτως ένοχο» και η υπόθεση έκλεισε.
Ή μήπως δεν ήταν; Δεν ήταν όλοι όσοι εξέτασαν τα αποδεικτικά στοιχεία τόσο πεποισμένοι. Ο αείμνηστος Walter Birkby, ιατροδικαστής ανθρωπολόγος του Πανεπιστημίου της Αριζόνα που βοήθησε τον Σταρς, δήλωσε: «Δεν βρήκαμε τίποτα που να επιβεβαιώνει ή να διαψεύδει οτιδήποτε είπε ο Packer. Δεν θα μάθουμε ποτέ ποιος το έκανε με βάση οποιαδήποτε αδιάσειστα φυσικά στοιχεία».
Αν ο Μπίρκμπι ήταν αγνωστικιστής, η Μισέλ Πιρς, πρώην υπάλληλος του Λέικ Σίτι, είναι πεπεισμένη ότι ο Πάκερ δεν δολοφόνησε τους πέντε άντρες. Η αρχειακή της έρευνα ανέδειξε πολλές λεπτομέρειες που δεν ταιριάζουν με την επίσημη αφήγηση, ενώ σχημάτισε ένα πορτρέτο όχι ενός μεθοδικού δολοφόνου, αλλά μιας αξιολύπητης ψυχής της οποίας οι κοινωνικές παθολογίες πηγάζουν από μια παρεξηγημένη ασθένεια και τις σκληρές επικρίσεις των συγχρόνων του.
«Οι άνθρωποι τον αντιπαθούσαν πραγματικά», ισχυρίζεται η Πιρς, «πιθανότατα σε μεγάλο βαθμό επειδή τον φοβούνταν».
Με την πάροδο του χρόνου, ο φόβος για τον Packer θα αντικατασταθεί από ένα είδος αμφίβολης φήμης. Σήμερα είναι συγχρόνως ο προστάτης άγιος του Λέικ Σίτι και ο αντιήρωάς του, το πιο διάσημο τέκνο της και, όπως ειρωνεύτηκε ένας δημοσιογράφος, ο «επαίσχυντος συγγενής της που επανεμφανίζεται συνεχώς σε ακατάλληλες στιγμές».
Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα τη δεκαετία του 1870, οι χρυσοθήρες πλημμύρισαν το Lake City. Το μπαμ ωστόσο ήταν σύντομο, και σήμερα η απομακρυσμένη αυτή ορεινή πόλη, σε υψόμετρο 8.661 πόδια, φιλοξενεί μόλις μερικές εκατοντάδες κατοίκους. Οι περισσότεροι επισκέπτες έρχονται σε αυτή την άγρια βραχώδη γωνιά του Κολοράντο για να κυνηγήσουν, να ψαρέψουν ή να κάνουν πεζοπορία. Κάποιοι έρχονται ελπίζοντας να πάρουν μια γεύση από το φάντασμα του Αλ Πάκερ.
Στο Λέικ Σίτι είναι δύσκολο να διακρίνεις την αλήθεια από τον μύθο, ο οποίος μάλλον ενισχύεται εκεί, καθώς μπορείς να φας στο Packer Saloon & Cannibal Grill και να μείνεις στο Cannibal Cabins. Με τα χρόνια, μάλιστα, η πόλη άρχισε να φιλοξενεί την Ημέρα Αλ Πάκερ κατά την οποία διεξάγονται αγώνες με φέρετρα, αλλά και διαγωνισμοί τόσο κρεατοφαγίας, όσο και ομοιότητας με τον Al Packer.
«Πολλοί άνθρωποι εδώ, συμπεριλαμβανομένου και εμένα, θα σας έλεγαν ότι ο Packer ήταν ένοχος», λέει ο Γκραντ Χιούστον, επικεφαλής της Ιστορικής Εταιρείας της κομητείας Hinsdale και εκδότης της τοπικής εφημερίδας Lake City Silver World.
«Μεγάλωσα με τους ανθρώπους που ήταν εδώ στην αρχή του αιώνα και τους παππούδες τους που ήταν εδώ, ίσως ακόμα και με τους ενόρκους. Πίστευαν ότι «παρέσυρε τους άντρες εδώ, επειδή είχαν χρήματα ή όπλα ή κάτι που επιθυμούσε, τους σκότωσε και στη συνέχεια έφυγε».
Ενώ ο Χιούστον τάσσεται υπέρ της ενοχής του Packer, άλλοι έχουν αμφιβολίες σχετικά με την ικανότητα των ενόρκων. Από τους 57 υποψήφιους ενόρκους, οι 54 παραδέχτηκαν ότι είχαν γνώση της υπόθεσης, ενώ 44 δήλωσαν ότι ήταν προκατειλημμένοι για την ενοχή του Packer. Τελικά, ο δικαστής Μέλβιλ Τζέρι έπρεπε να διατάξει τον σερίφη να «ξεψαχνίσει τους δρόμους και τις παρακάμψεις» για να συσταθεί το σώμα ενόρκων. Κατά κάποιο τρόπο έφερε εις πέρας τη δουλειά σε λίγες ώρες.
«Νεκρός, νεκρός, νεκρός»
Το δικαστήριο της κομητείας Hinsdale στο Lake City, που χτίστηκε το 1877 και αποκαταστάθηκε πρόσφατα, είναι το παλαιότερο λειτουργικό δικαστήριο στο Κολοράντο. Τα ξύλινα πατώματα τρίζουν σε κάθε βήμα, ενώ οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με αναμνηστικά του Packer, συμπεριλαμβανομένων αποκομμάτων εφημερίδων και επίσημων αρχείων της δίκης.
Η αίθουσα του δεύτερου ορόφου μοιάζει πολύ με την εποχή του Πάκερ – εξαιρώντας τα πορσελάνινα πτυελοδοχεία και τις ταμπέλες που διατάζουν «Μην φτύνεις στο πάτωμα». Ένα πορτρέτο του Πάκερ κρέμεται στην πίσω γωνία.
Στις 9 Απριλίου 1883, την ημέρα που ξεκίνησε η δίκη του Πάκερ, η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν γεμάτη. Η εισαγγελία παρουσίασε καμιά δεκαριά μάρτυρες. Ο Otto Mears, ένας εξέχων τοπικός επιχειρηματίας, κατέθεσε ότι ο Packer διέθετε πολύτιμες επιταγές της Wells Fargo όταν βγήκε από τα βουνά. Ο αστυφύλακας Χέρμαν Λότερ διηγήθηκε πώς ο Πάκερ, όταν τον διέταξε να του παραδώσει ένα μαχαίρι, όρμησε πάνω του με φονικό βλέμμα.
Ο Πρέστον Νάτερ, ένας από τους χρυσοθήρες που παρέμειναν χειμώνα με τους Ινδιάνους, κατέθεσε ότι ο Πάκερ προσπαθούσε να μάθει πόσα χρήματα κουβαλούσε ο καθένας.
Η κατάθεση του Πάκερ διήρκεσε πάνω από έξι ώρες. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, ο άγριος καιρός ανάγκασε τον ίδιο και τους άλλους χρυσοθήρες να κατασκηνώσουν σε μια χαράδρα που πρόσφερε κάποιο καταφύγιο από το χιόνι και τον άνεμο.
«Φάγαμε τα μοκασίνια μας από δέρμα κατσίκας και ζούσαμε με μπουμπούκια τριαντάφυλλου έως ότου αποδυναμωθήκαμε, αδυνατίσαμε και χάσαμε εντελώς την ψυχική μας δύναμη», έγραψε αργότερα ο Πάκερ σε μια επιστολή. «Όμως, αν υπήρχε κάποιος λογικός από τους έξι, εγώ ήμουν αυτός».
Μια μέρα, καθώς είχαν στριμωχτοί κάτω από τις κουβέρτες τους, ο Πάκερ έφυγε για να αναζητήσει μια διέξοδο από τα βουνά. Όταν επέστρεψε, βρήκε τον Shannon Wilson Bell να ψήνει κρέας πάνω από μια φωτιά. Καθώς ο Πάκερ πλησίασε, ο Bell άρπαξε ένα τσεκούρι και τον κυνήγησε.
Ο Πάκερ σήκωσε το όπλο του και τον πυροβόλησε, πριν αρπάξει το τσεκούρι και τον αποτελειώσει με ένα χτύπημα στο κεφάλι. Σοκαρισμένος ανακάλυψε ότι ο Μπελ είχε χτυπήσει με το τσεκούρι τους υπόλοιπους μέχρι θανάτου.
Αν και παραδέχτηκε ότι επέζησε τρώγοντας τη σάρκα των νεκρών συντρόφων του μέχρι να μπορέσει να ξεφύγει από τα βουνά, υποστήριξε ανένδοτα ότι σκότωσε μόνο τον Μπελ και αυτό σε αυτοάμυνα.
Οι ένορκοι δεν πείστηκαν από την ιστορία του – όχι μόνο λόγω των καταδικαστικών καταθέσεων των μαρτύρων κατηγορίας, αλλά και λόγω της περίεργης μαρτυρίας του Packer. Συχνά αναφερόταν στον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο, ενώ έδειχνε να ενδιαφέρεται περισσότερο να διευθετήσει προσωπικές βεντέτες παρά να αποδείξει την αθωότητά του.
Χαρακτηρίζοντας τον αστυφύλακα Λότερ ψεύτη, ο Πάκερ ξεσπάθωσε: «Να σκεφτώ ότι ένας μικρός Ολλανδός θα μπορούσε να μου πάρει ένα μαχαίρι. Όχι, κύριε!».
Πήρε λίγο χρόνο στους ενόρκους να βρουν ένοχο τον Packer για φόνο και ο δικαστής Γκέρι τον καταδίκασε εις θάνατον: «Να κρεμαστείς μέχρι να είσαι νεκρός, νεκρός, νεκρός».
Ωστόσο, πριν ο Packer οδηγηθεί στην αγχόνη, το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο ανέτρεψε την θανατική του ποινή. Το υποτιθέμενο έγκλημα είχε συμβεί πριν το Κολοράντο προσαρτήσει την πολιτεία, και ίσχυε ένας παλιός τοπικός νόμος που απαγόρευε τη θανατική ποινή.
Οι κάτοικοι του Lake City εξοργίστηκαν και απείλησαν να κρεμάσουν οι ίδιοι τον Πάκερ, έτσι η δεύτερη δίκη του έγινε στο Gunnison, περίπου 50 μίλια μακριά. Εκεί ο Πάκερ κρίθηκε ένοχος για την ελαφρότερη κατηγορία της ανθρωποκτονίας και καταδικάστηκε σε 40 χρόνια κάθειρξης.
Το μυστηριώδες όπλο
Το 1994, περισσότερο από έναν αιώνα αφότου ο Πάκερ οδηγήθηκε στη φυλακή, ο David Bailey, πρώην επιμελητής ιστορίας στα Μουσεία του Δυτικού Κολοράντο, κατέγραφε μια συλλογή ιστορικών πυροβόλων όπλων όταν έπεσε πάνω σε ένα περίστροφο Colt του 1862, ένα συνοδευτικό όπλο που χρησιμοποιούνταν συνήθως από χρυσοθήρες του 19ου αιώνα. Τρία φυσίγγια, διαμετρήματος 38, ήταν ακόμη μέσα. Το κιτρινισμένο καρτελάκι έγραφε: «Αυτό το όπλο βρέθηκε στο σημείο όπου ο Άλφερντ Πάκερ σκότωσε και έφαγε τους συντρόφους του».
Η ανακάλυψη ώθησε τον Bailey σε μια 10ετή έρευνα. Έμαθε ότι κατά τη διάρκεια της εκταφής του 1989, είχε βρεθεί μια τρύπα στο μέγεθος μιας δακτυλήθρας στο οστό του ισχίου του Μπελ. Ο καθηγητής Σταρς απέδωσε την τρύπα στους κυνόδοντες ενός άγριου ζώου, αλλά ο Bailey αναρωτήθηκε αν μπορεί να είχε προκληθεί από σφαίρα.
Έπεισε την Ιστορική Εταιρεία της κομητείας Hinsdale, η οποία είχε ακόμη τα εγκληματολογικά στοιχεία του 1989, να τα μοιραστεί με τον Richard Dujay, διευθυντή του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικής Μικροσκοπίας στο Mesa State College. Ο Dujay και η ομάδα του εξέτασαν τα δείγματα από τον Bell και ανακάλυψαν ένα μικροσκοπικό θραύσμα μολύβδου. Η χημική σύνθεση του θραύσματος ταίριαζε με εκείνη των σφαιρών στο παλιό περίστροφο Colt του Bailey.
Χρησιμοποιώντας ένα παρόμοιο πιστόλι της δεκαετίας του 1860, η ομάδα πυροβόλησε ένα οστό ισχίου άλκης. Η τρύπα ταίριαζε με αυτήν στο ισχίο του Bell, ενισχύοντας τον ισχυρισμό του Packer ότι πυροβόλησε τον Bell. Ο Μπέιλι πίστευε ότι είχε λύσει την υπόθεση.
Ο Γκραντ Χιούστον, ωστόσο, παραμένει δύσπιστος. Εκείνη την εποχή, λέει, οι τουρίστες έβρισκαν πάντα παλιά όπλα και σφαίρες κοντά στο σημείο του μακελειού και ισχυρίζονταν ότι ανήκαν στον Πάκερ ή σε κάποιον από τους άλλους χρυσοθήρες. Ακόμα και η Michelle Pierce, ο πιο ένθερμος υπερασπιστής του Packer, δεν είναι πεπεισμένη ότι το πιστόλι του Bailey είναι το όπλο της υπόθεσης.
Αλλά στο δικαστήριο της κοινής γνώμης, ο Μπέιλι βγαίνει σταθερά νικητής. Κατά τη διάρκεια των ετών, οι κάτοικοι του Λέικ Σίτι, του Μπόλντερ κι άλλων πόλεων του Κολοράντο διεξήγαγαν εικονικές δίκες για τον Πάκερ. Ηθοποιοί έπαιζαν τους βασικούς ρόλους, ενώ οι ένορκοι προέρχονταν από το κοινό. Όταν συμπεριλήφθηκαν τα στοιχεία του Bailey, οι ένορκοι αθώωσαν τον Packer τις περισσότερες φορές.
«Αν και ήταν ψεύτικες δίκες», λέει ο Bailey, «ήταν κάπως δικαίωση για μένα».
«Τυφλή αδικία»
Η αναζήτηση δικαίωσης έγινε ο στόχος της ζωής του Πάκερ αφού βρέθηκε στη φυλακή. Έκανε πολλές εκκλήσεις για χάρη, αλλά απορρίπτονταν ξανά και ξανά.
Το 1899, η συγγραφέας του Denver Post, Polly Pry, επισκέφτηκε τον Packer στο κρατικό σωφρονιστικό κατάστημα του Κολοράντο στην Canon City. «Η διαβρωτική επιθυμία για ελευθερία έχει καταβροχθίσει την καρδιά του», ανέφερε, «και η τυφλή αδικία του κόσμου έχει φουσκώσει στην ψυχή του».
Πιστεύοντας ότι ο Packer είχε δικαστεί και καταδικαστεί άδικα, η Pry ξεκίνησε μια εκστρατεία στα μέσα ενημέρωσης για να επιστήσει την προσοχή στα δεινά του. Ο Packer απέκτησε πολλούς συμμάχους, οι οποίοι υπέγραψαν μια αναφορά που ζητούσε χάρη.
«Ας υποθέσουμε ότι διέπραξε το έγκλημα», έγραψε ένας υποστηρικτής του, στον κυβερνήτη του Κολοράντο Τσαρλς Τόμας. «Μετά από τέτοιες στερήσεις, δεν βλέπω πώς θα μπορούσε να θεωρηθεί ένοχος. Η γραμμή μεταξύ λογικής και παραφροσύνης είναι συχνά πολύ λεπτή και δεν νομίζω ότι το καταλαβαίνουμε».
Ως τελευταία πράξη του στο αξίωμα, ο κυβερνήτης Τόμας χορήγησε στον Πάκερ αναστολή, αλλά όχι χάρη.
Ο Πάκερ εγκαταστάθηκε στο Ντένβερ, αλλά βρήκε τη ζωή στην πόλη αφόρητη, έτσι μετακόμισε λίγα μίλια έξω στο Littleton για να είναι πιο κοντά στα βουνά. Αγόρασε κάποια δικαιώματα εξόρυξης χαλκού και πήγε ξανά για αναζήτηση, ώσπου η επιληψία τον χτύπησε. Πέθανε το 1907, σε ηλικία 65 ετών.
Πόσοι άνθρωποι γνωρίζουν πώς μπορεί να ένιωθε στην πραγματικότητα όταν έτρωγε ανθρώπινη σάρκα; «Μπορείς να φανταστείς την κατάστασή μου;» έγραψε o Πάκερ σε μια από τις πολλές επιστολές του, επιμένοντας στην αθωότητά του και ζητώντας χάρη. «Οι σύντροφοί μου νεκροί κι εγώ έφυγα μόνος, περικυκλωμένος από τη μεταμεσονύκτια φρίκη της πείνας καθώς και από αυτήν της απόλυτης απομόνωσης. Το σώμα μου αδύναμο, το μυαλό μου ενεργούσε με τέτοιο απαίσιο τρόπο που το μεγαλύτερο θαύμα είναι ότι επέστρεψα ποτέ σε μια λογική κατάσταση».
Με πληροφορίες από National Geographic

Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι