
Πηγή: Pride.gr
Μεγέθυνση κειμένου
Το Pride.gr πέρασε λίγες στιγμές συζητώντας με τον Αλέξανδρο Ζυγούρη, τον γλύπτη του Καστελλορίζου που δαμάζει την ύλη και σμιλεύει τη σκέψη
Το πανέμορφο Καστελλόριζο έχει τα πιο ενδιαφέροντα φανερά μυστικά. Αν γυρίσεις το κεφάλι σου προς το μέρος τους θα τα δεις, αλλιώς ίσως και να μην τα γνωρίσεις ποτέ. Ένα από αυτά είναι ο Αλέξανδρος Ζυγούρης!
Ήσυχα και γαλήνια στην πλευρά του, στην άκρη του ανατολικού νησιού των Δωδεκανήσων, κρύβει έναν θησαυρό Τέχνης και ζωής. Όταν τα βήματα σε βγάλουν στο κατώφλι του, θα συναντήσεις τη μεγαλειότητά του έργου του. Σε περίπτωση, όμως, που δεν περπατήσεις προς εκείνον, η ευκαιρία σου να «κοινωνήσεις» μαζί του, χάνεται.
Τις μέρες που ο φετινός Αύγουστος εξέπνεε, και ζωντάνευε ο Σεπτέμβρης, ο δικός μας χάρτης μάς έστειλε στο ακριτικό Καστελλόριζο. Μεγάλο συμβάν, το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Beyond Borders έκλεινε τον 9ο κύκλο του. Καλλιτέχνες από τη χώρα μας κι όλο τον κόσμο βρίσκουν στο μικρό νησί ένα σημείο συνάντησης και τότε οι μικρές πλατείες του μετατρέπονται στο πιο εντυπωσιακό θερινό σινεμά, με φόντο την καταγάλανη θάλασσα και το κοντινό Κας της Τουρκίας, τα βραδινά φώτα του οποίου ενώνονται με εκείνα του Καστελλορίζου και δημιουργούν την ψευδαίσθηση πως σχεδόν είναι ένα, καθώς οι δύο τοποθεσίες απέχουν μόλις κάτι παραπάνω από 20 λεπτά με το καραβάκι.
Πριν ξεκινήσουν οι προβολές, κάτω από το φως του ήλιου, πήραμε το μονοπάτι που θα μας έβγαζε στο ατελιέ του Αλέξανδρου Ζυγούρη, στην άκρη του νησιού. Όταν πλέον περάσαμε την αυλή του ξενοδοχείου, μπήκαμε στο σύμπαν του γλύπτη που δαμάζει την ύλη και σμιλεύει το νησί. Κυριολεκτικά.
Ο Αλέξανδρος Ζυγούρης ζει στο Καστελλόριζο από το 1979. Σπίτι του είναι οι βράχοι, σταθεροί εκεί, έχουν «δει» τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που συνδέονται με την ιστορία του ανατολικότερου άκρου της Ευρώπης. Ο τρόπος ζωής του δεν είναι κρυφός για όποιον θέλει να τον μάθει: Λιτός, χωρίς τη λάμψη της σύγχρονης ζωής, ξυπόλητος οργώνει το βραχώδες νησί απ’ άκρη σ’ άκρη, χαράζοντας το τοπίο γύρω του. Τα έργα του θα μείνουν για πάντα εκεί. Και τη λάμψη της ζωής τη δημιουργεί κι αυτήν ο Αλέξανδρος Ζυγούρης, γιατί είναι ένας αυτόφωτος καλλιτέχνης, απομονωμένος στη γωνιά του από τη μία, αλλά και παρών ταυτόχρονα.

Μαζί του κάναμε μια συζήτηση που στην αρχή προοριζόταν να αφορά αποκλειστικά τα έργα του. Εξελίχθηκε, όμως, σε ένα μανιφέστο δημιουργίας, σκέψης και ζωής. Σε ένα ταξίδι στα ενδότερα της σύγχρονης καθημερινότητας με πυξίδα την Τέχνη, φυσικά. Σε μια συζήτηση από αυτές που σε κάνουν λίγο σοφότερο, λίγο πιο ανοιχτομάτη. Μια συζήτηση που έγινε στο φευγιό του καλοκαιριού σε μια θαλασσινή άκρη, αλλά την κουβαλάς μαζί σου σαν εισιτήριο για άλλους ορίζοντες.
«Για να βγάλω όλο το είναι μου καταφεύγω και στους βράχους»
«Κάνω γλυπτική, μόνο γλυπτική», είπε στην αρχή της κουβέντας μας. «Χρησιμοποιώ ό,τι υλικό είναι πρόσφορο σε εμένα, δηλαδή να έχω πρόσβαση, να μπορώ να το αποκτήσω. Αν κοστίζει σε χρήμα και μπορώ να το πληρώσω, το αγοράζω».
«Αλλιώς φροντίζω να βρω κάποια πέτρα κατάλληλη και να είναι κατάλληλος και ο όγκος», εξηγεί, προσθέτοντας πως το είδος της πέτρας έχει σημασία, καθώς «υπάρχουν πέτρες που είναι διαβρωμένες, φαίνονται εξωτερικά συμπαγείς ενώ εσωτερικά δεν είναι. Άλλες πέτρες έχουν νερό μέσα, έχουν διαφορετικά χρώματα».
Την πρώτη ύλη και ταυτόχρονα τον καμβά της δημιουργίας του τα βρίσκει στη φύση κυρίως, για διάφορους πρακτικούς λόγους. «Αν σηκώνεται, αν είναι ελαφρύ το φέρνουμε» το υλικό, σημειώνει ο ίδιος, ο οποίος περιορίζεται σε κινητά γλυπτά μέχρι 100 κιλά.
«Και για να βγάλω όλο το είναι μου καταφεύγω στους βράχους», εκμυστηρεύεται κι εμείς αμέσως επιβεβαιώνουμε την εντύπωσή μας πως όλα τα γλυπτά που είδαμε στο μονοπάτι προς το ατελιέ του κ. Ζυγούρη ξεχειλίζουν από το «είναι» του.
Η μοναξιά, το αναπόσπαστο στοιχείο της δημιουργίας
Ζητήσαμε από τον καλλιτέχνη να μας πει δύο λόγια για τη «γωνιά» του, το εργαστήρι του, το οποίο είναι ντυμένο στο πράσινο, τυλιγμένο στα βράχια και «επιπλέει» στη θάλασσα. Χτίστηκε το 1910 ως αποθήκη καυσίμων, για τις μηχανές των σκαφών.
Χρησιμοποιήθηκε ως τέτοια μέχρι το 1930-1935, «άντε μέχρι το 1940-1943», μας λέει, αλλά ποτέ δεν δούλεψε κανονικά γιατί οι κάτοικοι του Καστελλορίζου άρχισαν να φεύγουν προς την Αυστραλία ήδη από το 1913, πούλησαν τα καράβια τους και άφησαν πίσω το νησί, οπότε δεν είχε λόγο ύπαρξης κατά κάποιον τρόπο.
Όταν το 1979 ο Αλέξανδρος Ζυγούρης μπήκε στον χώρο, τον θεώρησε αμέσως ιδανικό γιατί είναι απομονωμένος. «Τον έχτισαν να είναι έξω από τον οικισμό για λόγους πυρασφάλειας. Για εμένα είναι ιδανικός για λόγους ησυχίας».
«Γιατί χρειαζόμαστε μοναξιά, είναι αναπόσπαστο στοιχείο στη δημιουργία. Δεν μπορείς χωρίς μοναξιά να δημιουργήσεις. Γεννηθήκαμε με τη μοναξιά. Και δεν είναι κακό καθόλου, πολύ ευχάριστο».
Ο ίδιος διατυπώνει πως η μοναξιά αυτή για την οποία μιλάει είναι στην πραγματικότητα επικοινωνία. Συμφωνεί πως η επικοινωνία με τον εαυτό παραμένει επικοινωνία, αλλά «πιο πολύ επικοινωνώ με το έργο».
«Αν είναι ιστορία θα το κρίνει ο κόσμος»
Τα έργα του Αλέξανδρου Ζυγούρη έχουν φτιαχτεί για να μείνουν χαραγμένα στις πέτρες του Καστελλορίζου για πάντα. Εκτός εάν ένα πολύ σκοτεινό μέλλον ή μια πολύ θυμωμένη φύση τα καταστρέψει.
Όσα δημιούργησε ο Αλέξανδρος Ζυγούρης είναι δικά του, αλλά ανήκουν σε όλους. Δεν είναι κρυμμένα όλα μέσα σε ένα ιδιωτικό εργαστήρι. Είναι χαραγμένα πάνω σε μια πέτρα που μπορείς να καθίσεις για να πιεις λίγο νερό και να ξεκουραστείς από τη διαδρομή. Είναι κομμάτι μιας δημόσιας υπόθεσης.
«Δεν με ενδιαφέρει αυτό», σχολιάζει ο ίδιος. «Εγώ τελείωσα. Τη στιγμή που είπα εδώ σταματώ το κάθε έργο, έχει τελειώσει, δεν υπάρχει. Τι θα γίνει στο μέλλον δεν με ενδιαφέρει».
Πρόκειται για «το πάθος της στιγμής» που διαπνέει το κάθε έργο και δεν κουβαλά καμία φιλοδοξία. Και «ανήκει σε όλους, ναι». Αλλά, εάν η δημιουργία του είναι ιστορία «θα το κρίνει ο κόσμος, θα κριθεί».
Έχει πάψει ο συλλογικός μύθος
«Οι σημερινοί καλλιτέχνες δεν έχουμε από πού να αντλήσουμε θέματα», μας λέει ο κ. Ζυγούρης. Ο λόγος είναι τόσο απλός, όσο και περίπλοκος: «Έχει πάψει το συλλογικό, ο συλλογικός μύθος. Και έτσι προσπαθούμε να βγάλουμε θέματα από τον προσωπικό μας μύθο».
«Ακόμα και οι αρχαίοι δεν εμπνέονταν από τη Δημοκρατία του Περικλή. Κανένας δεν εμπνεόταν από τη Δημοκρατία του Περικλή», ισχυρίζεται. «Εμπνέονταν από το συλλογικό. Συλλογικά χτίστηκε η Ακρόπολη, δεν χτίστηκε από μια εταιρεία. Όλοι συμμετείχαν, από την Πεντέλη μέχρι την Ακρόπολη».
Και όταν λείπει το συλλογικό στοιχείο, λείπει και η έμπνευση, συμφωνεί ο κ. Ζυγούρης γιατί τότε «από πού θα αντλήσεις θέματα; Τα προσωπικά μας δεν αφορούν κανέναν». «Καταφεύγουμε σε αυτά γιατί πλέον το συλλογικό έχει πάψει να υπάρχει».
Η Τέχνη, το αίσθημα
Η διαπίστωση αυτή κρύβει έναν κίνδυνο, γιατί «κάποια στιγμή θα πάψουμε να καταλαβαίνουμε την Τέχνη», επειδή θα είναι κάτι εντελώς προσωπικό και όχι συλλογικό, επειδή «η Τέχνη είναι αίσθημα. Και τι μπορεί να είναι πέρα από αίσθημα», αναρωτιέται.
«Τη στιγμή που δημιουργείς ένα έργο, η ψυχή σου αποβάλλεται. Αποβάλλεται η ψυχή μου από εμένα και μεταφέρεται σε αυτό».
«Και μέχρι να τελειώσει είναι εκεί. Και περιμένω να την ξαναπάρω πίσω στο τελείωμα του έργου», δηλαδή «όταν πω ότι δεν μπορώ να προχωρήσω άλλο. Είμαι ικανοποιημένος όταν πια έχει φύγει μέχρι και η τελευταία ρανίδα ψυχής πάνω στο έργο».

Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι