icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Ένα πρωινό Ιανουαρίου του 2006, υπάλληλοι εισπρακτικής εταιρείας μπήκαν σε ένα διαμέρισμα στο Λονδίνο μια και κανείς δεν πλήρωνε για πολύ καιρό ενοίκια. Νόμιζαν ότι θα το έβρισκαν άδειο. Έκαναν λάθος...

Έχουν περάσει 20 χρόνια από την ημέρα που τα βρετανικά μίντια έπαιξαν μια δυσάρεστη είδηση που αφορούσε στον θάνατο μιας νεαρής γυναίκας. Όσο στενάχωρο κι αν ακούγεται δεν διαφέρει πολύ από την καθημερινότητα των ειδήσεων που περιστρέφονται σε μεγάλο βαθμό γύρω από δυσάρεστα γεγονότα. Κι όμως, αυτή η ιστορία έχει παραμείνει χαραγμένη στο μυαλό των Βρετανών ως μία από τις πιο τραγικές στη χώρα. Όχι άδικα.

Ήταν 25 Ιανουαρίου του 2006, όταν υπάλληλοι μιας στεγαστικής εταιρείας επισκέπτονταν ένα μικρό υπό κατάσχεση διαμέρισμα στο Wood Green του Λονδίνου. Κανείς δεν είχε πληρώσει ενοίκιο για μεγάλο χρονικό διάστημα και υπέθεσαν ότι θα το βρουν άδειο. Έκαναν λάθος.

Μπαίνοντας στο σκοτεινό σπίτι, βρήκαν πάνω στον καναπέ έναν σκελετό. Στη γωνία του δωματίου η τηλεόραση ήταν ακόμα ανοικτή και συντονισμένη στο BBC1, όπως ανοικτή ήταν και η κεντρική θέρμανση. Στο πάτωμα βρίσκονταν μαζεμένα σε ένα σημείο κάποια χριστουγεννιάτικα δώρα, στον νεροχύτη ένας σωρός από άπλυτα πιάτα και ποτήρια.

Οι υπάλληλοι βρήκαν επίσης πολλά ανοιγμένα γράμματα πάνω σε ένα τραπέζι και αρκετά κλειστά στο εξωτερικό κουτί της αλληλογραφίας. Όταν άνοιξαν το ψυγείο πήραν μια πρώτη πληροφορία. Όλα τα προϊόντα είχαν ημερομηνία λήξης 2003.

Ο σκελετός ανήκε σε άνθρωπο που είχε πεθάνει τρία χρόνια πριν. Το πτώμα μπορούσε να ταυτοποιηθεί μόνο με τη σύγκριση των οδοντιατρικών αρχείων με μια παλιά φωτογραφία των διακοπών που την έδειχνε να χαμογελάει. Το όνομά της ήταν Τζόις Κάρολ Βίνσεντ.

Τις πρώτες πληροφορίες για το μακάβριο εύρημα άρχισαν να διαδέχονται λεπτομέρειες για τη ζωή της. Και ήταν θλιβερές. Η σκηνοθέτις Κάρολ Μόρλεϊ γύρισε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο Dreams of a Life αφιερωμένο στη Βίνσεντ.

Κι αυτό το ντοκιμαντέρ στη συνέχεια θα ενέπνεε την Παλόμα Φέιθ να γράψει το τραγούδι Lost and Lonely, το οποίο περιλαμβάνεται στο άλμπουμ The Architect.

Πριν από τον θάνατο της, η Τζόις είχε διακόψει σχεδόν κάθε επαφή με όσους την γνώριζαν. Παραιτήθηκε από τη δουλειά της το 2001 και μετακόμισε σε καταφύγιο για θύματα ενδοοικογενειακής κακοποίησης. Σταδιακά άρχισε να μειώνει τις επαφές με φίλους και συγγενείς. Ο θάνατός της εκτιμάται ότι επήλθε κάποια στιγμή τον Δεκέμβριο του 2003 και η αιτία θανάτου της πιστεύεται ότι ήταν είτε κρίση άσθματος είτε επιπλοκές από πεπτικό έλκος.

Μιλώντας στον Guardian η Κάρολ Μόρλεϊ θυμήθηκε τη στιγμή που διάβασε για την ιστορία της Βίνσεντ σε μια πεταμένη εφημερίδα στο μετρό.

«Η εφημερίδα ανέφερε για τις συνθήκες του θανάτου της – ‘Γυναίκα νεκρή στο διαμέρισμα εδώ και τρία χρόνια: ο σκελετός της Τζόις βρέθηκε στον καναπέ με την τηλεόραση ακόμα ανοικτή’- αλλά δεν αποκάλυψε σχεδόν τίποτα για τη ζωή της. Δεν υπήρχε ούτε μια φωτογραφία της.

Η εικόνα της τηλεόρασης να τρεμοπαίζει πάνω από το αποσυντιθέμενο σώμα της με στοίχειωνε καθώς κατέβαινα από το τρένο στην κατάμεστη πλατφόρμα.

Σε μια πόλη όπως το Λονδίνο, όπου ζουν 8 εκατομμύρια άνθρωποι, πώς γίνεται η απουσία κάποιου να περνάει απαρατήρητη για τόσο πολύ καιρό; Ποια ήταν η Τζόις Βίνσεντ; Πώς ήταν; Πώς μπόρεσε να ξεχαστεί;».

Στην περίπτωση της Τζόις, οι γείτονες δεν έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στα σημάδια του τι είχε συμβεί πίσω από την κλειστή εξώπορτα του διαμερίσματός της.

Κατά την ανάκριση, προέκυψε ότι η Τζόις είχε τοποθετηθεί στο καταφύγιο γυναικών ως θύμα ενδοοικογενειακής βίας.

Το διαμέρισμα ήταν μέρος ενός συγκροτήματος που έχει χτιστεί πάνω από ένα εμπορικό κέντρο στο Wood Green. Οι γείτονες είπαν ότι όποτε χτυπούσαν την πόρτα, κανείς δεν απαντούσε, οπότε υπέθεσαν ότι ήταν ακατοίκητο.

Ο Μάικλ Ντομπς, ο οποίος μετακόμισε εκεί το καλοκαίρι του 2004, ανέφερε ότι «πάντα πίστευα ότι ήταν ένα άδειο σπίτι. Είναι σοκαριστικό να σκέφτεσαι ότι είχε οικογένεια και κανείς δεν ήρθε.

Είναι επίσης απορίας άξιον πώς δεν της κόπηκε το ρεύμα, επειδή η τηλεόρασή της ήταν αναμμένη όλο αυτό το διάστημα».

Μιλώντας κι αυτός στον Guardian συμπλήρωσε ότι επρόκειτο για ένα θορυβώδες κτίριο στο οποίο σύχναζαν τοξικομανείς, γεγονός που θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί κανείς δεν παρατήρησε τον θόρυβο από την τηλεόραση.

Είπε ότι είχε ανακαλύψει κάποιον νεκρό, κρατώντας ένα μπουκάλι ποτό, στο ασανσέρ μερικές εβδομάδες νωρίτερα.

«Είχα παρατηρήσει μια δυσάρεστη μυρωδιά όπως και κάποια έντομα που έμπαιναν σπίτι μου, γι αυτό και κρατούσα κλειστά τα παράθυρα. Δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ τι συνέβαινε μέσα σε αυτό το διαμέρισμα».

Αφού η ΜόρλεΪ έκανε έρευνες για την Τζόις, κατάφερε να εντοπίσει κάποιους από τους συγγενείς της και να σχηματίσει μια πολύ πιο ξεκάθαρη εικόνα για τη γυναίκα που πέθανε μόνη της.

Βρήκε τον Μάρτιν Λίστερ, έναν παλιό φίλο της, τον οποίο είχε γνωρίσει όταν δούλευαν μαζί τη δεκαετία του 1980.

«Κοιτάζεις πίσω και σκέφτεσαι, μακάρι να είχα ρωτήσει περισσότερα, μακάρι να είχα καταλάβει περισσότερα».

Οι δύο φίλοι απολάμβαναν τους αγώνες τένις στο Wimbledon, την κλασική μουσική και την όπερα, καθώς και τα δείπνα σε εστιατόρια.

Στη Μόρλεϊ μίλησαν και άλλοι πρώην συνάδελφοι που είχαν συνεργαστεί με την Τζόις στην εταιρεία λογιστών Ernst & Young στο τμήμα ταμειακής διαχείρισης.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αρραβωνιάστηκε για δύο χρόνια, αλλά ο αρραβωνιαστικός παρέμεινε ανώνυμος.

Το 2001, η Τζόις παραιτήθηκε από τη δουλειά της, λέγοντας στους φίλους της ότι θα πήγαινε ταξίδι με 20 άτομα.

«Φαίνεται ότι μιλάμε για δύο διαφορετικούς ανθρώπους. Δεν μπορώ να συνδέσω την Τζόις που πέθανε με την Τζόις που ξέραμε», είπαν κάποιοι που δούλευαν σε διπλανά γραφεία συμπληρώνοντας ότι έδινε την εντύπωση ενός χαρούμενου ανθρώπου. Είχε υπέροχη φωνή και θα μπορούσε να κάνει επαγγελματική καριέρα στο τραγούδι, ενώ κάποτε βρήκε τρόπο να δειπνήσει με τον Στίβι Γουόντερ, τον οποίο και θαύμαζε. Στο σπίτι της, χρόνια πριν τον θάνατό της είχαν μπει διάφοροι βρετανοί καλλιτέχνες χάρη στις γνωριμίες που κατάφερε να αποκτήσει λόγω της ενασχόλησής της με τη μουσική.

Όπως αποδείχθηκε, οι συνάδελφοί της είχαν πλήρη άγνοια για το πού πήγαινε μετά τη δουλειά το τελευταίο διάστημα πριν φύγει από τη ζωή. «Νομίζαμε ότι είχε επιτέλους βρει τον ιδανικό σύζυγο και ετοιμάζονταν να κάνουν οικογένεια».

Με τον θάνατό της ή πιο σωστά με την αποκάλυψη της ιστορίας της, η Τζόις επανέφερε εκείνη την εποχή στη δημόσια συζήτηση ένα διαχρονικό πρόβλημα των ανθρώπων, όχι μόνο στο Λονδίνο. Τη μοναξιά…

Στη Βρετανία, περισσότεροι από 9.000 άνθρωποι βρέθηκαν μόνοι τους περισσότερο από μία εβδομάδα μετά το θάνατό τους το 2023. Στη δε Ιαπωνία, καταγράφονται περισσότερες από 60.000 τέτοιες περιπτώσεις κάθε χρόνο και υπάρχει και ειδική λέξη που περιγράφει τους «μοναχικούς θανάτους»:

Kodokushi.