icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Τι πρέπει να κάνουμε για να προστατέψουμε την αναπαραγωγή των καρέτα καρέτα και να τις βοηθήσουμε για να μην χάνουν τον δρόμο τους

Οι θαλάσσιες χελώνες είναι γνωστές για τις απίστευτες μεταναστεύσεις τους, ταξιδεύοντας χιλιάδες μίλια σε απέραντους ωκεανούς με λίγα ορατά ορόσημα. Τώρα, μια νέα μελέτη αποκαλύπτει ότι οι χελώνες καρέτα καρέτα, το πιο πολυάριθμο είδος θαλάσσιας χελώνας, μαθαίνουν τα μαγνητικά πεδία συγκεκριμένων γεωγραφικών τοποθεσιών. Αυτή η υπερδύναμη πιθανότατα τις βοηθά να επιστρέψουν σε οικολογικά σημαντικές περιοχές για φώλιασμα και τροφή.

Ενώ προηγούμενες έρευνες έδειξαν ότι οι χελώνες επισκέπτονται συνεχώς συγκεκριμένες τοποθεσίες και χρησιμοποιούν μαγνητικά πεδία για πλοήγηση, οι ερευνητές ανέφεραν ότι αυτή η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, είναι η πρώτη του είδους που προσδιορίζει ότι οι καρέτα καρέτα απομνημονεύουν αυτά τα μαγνητικά πεδία, ιδιαίτερα όσα σχετίζονται με πηγές τροφής, για να επιστρέψουν μόλις ολοκληρώσουν τη μετανάστευση.

Οι ερευνητές εντόπισαν ότι νεαρές καρέτα καρέτα σε αιχμαλωσία ανταποκρίνονται στα μαγνητικά πεδία με αυτό που η ομάδα περιέγραψε ως «χορό» εν αναμονή της τροφής σε σημεία όπου είχαν προηγουμένως τραφεί. Κάτι που δείχνει ότι συσχετίζουν τα μαγνητικά σημάδια με τις θέσεις σίτισης.

Η μελέτη αποκάλυψε επίσης μια βασική πληροφορία για την πλοήγηση των χελωνών. Οι καρέτα καρέτα βασίζονται σε δύο διαφορετικά μαγνητικά συστήματα — έναν μαγνητικό χάρτη για την παρακολούθηση τοποθεσιών και μια μαγνητική πυξίδα για τον προσανατολισμό.

Όταν εκτίθενται σε ραδιοκύματα RF – τον ίδιο τύπο ακτινοβολίας που εκπέμπεται από συσκευές όπως κινητά τηλέφωνα ή ραδιοπομπούς – ο μαγνητικός χάρτης τους παραμένει σταθερός, ενώ η πυξίδα τους διαταράσσεται.

Αυτή η αποκάλυψη εγείρει ανησυχίες για τη διατήρησή τους, καθώς τα σκάφη και η χρήση τέτοιων συσκευών κοντά σε παραλίες όπου φτιάχνουν τις φωλιές τους, μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα των χελωνών να μεταναστεύσουν, σύμφωνα με την επικεφαλής συγγραφέα της μελέτης Dr. Kayla Goforth, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα βιολογίας του Texas A&M University, η οποία εργάστηκε στην έρευνα ως διδακτορική φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του North Carol, Chapel Hill.

Οι ερευνητές προτείνουν την ελαχιστοποίηση των ραδιοκυμάτων σε βασικούς βιότοπους χελωνών για την προστασία αυτών των αρχαίων θαλάσσιων πλασμάτων.

Τι κάνει τις χελώνες να χορεύουν

Οι χελώνες μπορούν να ανιχνεύσουν όλα τα γήινα μαγνητικά πεδία, που κυμαίνονται από περίπου 25.000 νανοτέσλα έως 65.000 νανοτέσλα – ένα μέτρο της έντασης του μαγνητικού πεδίου, σύμφωνα με την Goforth.

Για να κατανοήσουν τους μαγνητικούς υποδοχείς των χελωνών, οι ερευνητές συνέλεξαν 14 έως 16 νεοεκκολαφθείσες χελώνες καρέτα καρέτα κάθε Αύγουστο από το 2017 έως το 2020. Οι χελώνες προέρχονταν από οκτώ με δέκα διαφορετικές φωλιές στο Bald Head Island της Βόρειας Καρολίνας.

Η ομάδα τοποθέτησε τις χελώνες σε μεμονωμένες δεξαμενές με ελεγχόμενες θερμοκρασίες νερού και τυπικές τροφές για την προσομοίωση των φυσικών συνθηκών του θαλασσινού νερού.

Προηγούμενα πειράματα με χελώνες χρησιμοποίησαν μαγνητικές εντάσεις με διαφορά πεδίου τουλάχιστον 2.000 νανοτέσλα, ωστόσο η Goforth και η ομάδα της επέλεξαν τοποθεσίες κατά μήκος της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ σε όλο τον Ατλαντικό Ωκεανό, αναπτύσσοντας ένα σύστημα πηνίου για παραγωγή πεδίων μεταξύ 2.000 και 10.000 nanoteslas.

Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου προετοιμασίας δύο μηνών, η ομάδα μελέτης τοποθέτησε τις χελώνες σε μικρούς κουβάδες με τεχνητό θαλασσινό νερό και τις εξέθεσε σε δύο διαφορετικά μαγνητικά πεδία για το ίδιο χρονικό διάστημα. Το ένα πεδίο ταίριαζε με τη μαγνητική δύναμη μιας τοποθεσίας στον Κόλπο του Μεξικού και συσχετίστηκε με την τροφή (το πεδίο «επιβράβευσης»), ενώ το άλλο προσομοίωσε τη μαγνητική ροή μιας τοποθεσίας κοντά στο Νιου Χάμσαϊρ και δεν είχε τροφή (το πεδίο «χωρίς ανταμοιβή»).

Μόλις ολοκληρώθηκε η προετοιμασία, οι χελώνες δοκιμάστηκαν ξανά και στα δύο μαγνητικά πεδία, αλλά αυτήν τη φορά κανένα δεν περιείχε τροφή, επιτρέποντας στους ερευνητές να προσδιορίσουν εάν οι χελώνες είχαν μάθει να συσχετίζουν το «βραβευμένο» πεδίο με τη διατροφή.

Στο πεδίο «ανταμοιβής», όλες οι χελώνες εμφάνισαν, σε κάποιο βαθμό, συμπεριφορά «χορού», η οποία περιελάμβανε την κάθετη κλίση του σώματός τους και το κράτημα του κεφαλιού τους κοντά ή πάνω από την επιφάνεια του νερού, το άνοιγμα του στόματος, τη γρήγορη κίνηση των μπροστινών πτερυγίων και μερικές φορές ακόμα και στριφογύρισμα, σύμφωνα με τη μελέτη.

Για να επιβεβαιώσουν τη συνέπεια αυτών των ευρημάτων σε διαφορετικές τοποθεσίες, οι ερευνητές διεξήγαγαν το ίδιο πείραμα χρησιμοποιώντας μαγνητικά πεδία που μιμήθηκαν εκείνα στις ακτές της Κούβας έναντι του Ντέλαγουερ, του Μέιν έναντι της Φλόριντα, αλλά και δύο επιπλέον τοποθεσιών.

Σε καθεμία από τις πέντε δοκιμές, περίπου το 80% των χελωνών «χόρεψε» περισσότερο στα σημεία «επιβράβευσης», σε σύγκριση με τα «χωρίς ανταμοιβή», αποδεικνύοντας ότι αυτό συμβαίνει σε όλες τις… πίστες παγκοσμίως, όχι μόνο σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία.

Ενώ ο «χορός της χελώνας» είναι ιδιαίτερα αξιαγάπητος, η Goforth σημείωσε ότι αυτή η συμπεριφορά πιθανότατα εμφανίζεται μόνο σε αιχμαλωσία. Ωστόσο, το μοτίβο κίνησης είναι χρήσιμο για να δείξει εάν οι χελώνες έμαθαν το μαγνητικό πεδίο και το συσχέτισαν με την τροφή.

Μετά το αρχικό πείραμα, οι επιστήμονες εξέτασαν ξανά 16 χελώνες, τέσσερις μήνες αργότερα, για να αξιολογήσουν τη μακροπρόθεσμη μνήμη τους. Ακόμα και χωρίς πρόσθετη ενίσχυση, το 80% των καρέτα καρέτα έκανε επίδειξη των χορευτικών του ικανοτήτων στην περιοχή «ανταμοιβής», αν και οι φιγούρες δεν ήταν στο ίδιο επίπεδο. Σύμφωνα με την Goforth, οι χελώνες πιθανότατα θυμούνται το μαγνητικό πεδίο για πολύ μεγαλύτερη διάρκεια, αφού οι περισσότερες καρέτα καρέτα φεύγουν από την παραλία που γεννήθηκαν ως νεογνά και επιστρέφουν περίπου 20 χρόνια αργότερα για να φτιάξουν τη δική τους φωλιά.

Χρήση του μαγνητικού πεδίου της Γης για πλοήγηση

Μόλις οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι χελώνες ανταποκρίνονται στα μαγνητικά πεδία που σχετίζονται με την τροφή, θέλησαν να προσδιορίσουν εάν οι χελώνες χρησιμοποιούν τα ίδια ή διαφορετικά βιολογικά συστήματα για τον μαγνητικό τους χάρτη (γνωρίζοντας πού βρίσκονται) και τη μαγνητική τους πυξίδα (γνωρίζοντας ποια κατεύθυνση να πάνε).

Χρησιμοποιώντας ραδιοκύματα – ένα είδος ενέργειας που μπορεί να διαταράξει τους βιολογικούς αισθητήρες, όπως αυτούς που χρησιμοποιούν τα πουλιά για να ανιχνεύσουν το μαγνητικό πεδίο της Γης – οι ερευνητές εξέτασαν αν οι χελώνες μπορούσαν ακόμη να αξιοποιήσουν τον μαγνητικό τους χάρτη και τη μαγνητική τους πυξίδα.

Η μία ομάδα χελωνών δοκιμάστηκε με κύματα RF, ενώ η άλλη χωρίς. Κανονικά, οι χελώνες κολυμπούν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση ανάλογα με το πεδίο στο οποίο ζουν για να παραμείνουν στα σωστά ωκεάνια ρεύματα μεταναστεύοντας. Ωστόσο, όταν υπήρχαν κύματα RF, οι χελώνες κολύμπησαν τυχαία, υποδεικνύοντας ότι η πυξίδα τους είχε διαταραχθεί.

Η ικανότητά τους να αναγνωρίζουν τον μαγνητικό χάρτη (ή τις τοποθεσίες που σχετίζονται με την τροφή) παρέμεινε, ωστόσο, ανεπηρέαστη, ακόμα και με παρεμβολές ραδιοσυχνοτήτων.

«Αυτό παρέχει πρόσθετες πληροφορίες για να καταλάβουμε πώς οι θαλάσσιες χελώνες κι άλλα ζώα μπορούν να πλοηγηθούν εκατοντάδες και χιλιάδες μίλια σε ωκεανούς που δεν έχουν εμφανή φυσικά χαρακτηριστικά για να τις βοηθήσουν στην πλοήγηση», είπε ο Dr. Daniel Evans, ερευνητής βιολόγος της Sea Turtle Conservancy. Ο Evans δεν συμμετείχε στη μελέτη.

Για να διερευνήσει περαιτέρω πώς οι χελώνες ερμηνεύουν τις μαγνητικές ενδείξεις, η ομάδα μελέτης εξέτασε τα δύο βασικά χαρακτηριστικά του μαγνητικού πεδίου της Γης: τη ροπή των γραμμών του μαγνητικού πεδίου σε σχέση με την επιφάνεια της Γης και την ένταση ή την ισχύ του μαγνητικού πεδίου.

Οι ερευνητές δημιούργησαν αταίριαστα μαγνητικά πεδία συνδυάζοντας τη ροπή από μια γεωγραφική τοποθεσία με την ένταση από μια άλλη, ανταλλάσσοντας τις τιμές σε όλη τη διάρκεια των δοκιμών.

Οι χελώνες δεν αναγνώριζαν ένα μέρος, εκτός αν ταίριαζαν τόσο η ροπή όσο και η ένταση, αποδεικνύοντας ότι βασίζονται σε έναν συνδυασμό αυτών των παραγόντων για να καθορίσουν τη θέση τους.

Αυτή η τελευταία έρευνα αποκαλύπτει ότι, παρόμοια με τα πουλιά και τα αμφίβια, οι χελώνες βασίζονται επίσης σε συστήματα διπλής μαγνητοδεκτικότητας, τα οποία θα μπορούσαν να παρέχουν περαιτέρω πληροφορίες για άλλα αποδημητικά σπονδυλωτά.

Ατενίζοντας τη διατήρηση της θαλάσσιας χελώνας

Το πιο σημαντικό στοιχείο της έρευνας για την προστασία του είδους, είναι ότι τα κύματα ραδιοσυχνοτήτων που παράγονται από ηλεκτρονικές συσκευές επηρεάζουν αρνητικά την πλοήγηση των θαλάσσιων χελωνών, τονίζει η Goforth.

Εάν οι χελώνες ζουν σε ωκεάνιες περιοχές με έντονη κίνηση σκαφών ή πηγαίνουν σε παραλίες για να φτιάξουν τη φωλιά τους όπου οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πολύ κινητά τηλέφωνα, οι αισθήσεις πλοήγησής τους μπορεί να διαταραχθούν.

Μπορούν έτσι να ληφθούν προληπτικά μέτρα περιορίζοντας τη χρήση των συσκευών στο νερό ή στις συγκεκριμένες παραλίες (βλέπε Ζάκυνθο) για να ελαχιστοποιηθούν οι εξωγενείς παρεμβάσεις στις θαλάσσιες χελώνες.

«Από άποψη διατήρησης, πρέπει τώρα να εξετάσουμε τις πιθανές επιπτώσεις των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε αυτούς τους διαφορετικούς μηχανισμούς», σημειώνει ο Evans. «Οι περιοχές στις οποίες συνεχίζουν να επιστρέφουν οι θαλάσσιες χελώνες είναι σημαντικές γι΄ αυτές τις χελώνες κι αυτές οι περιοχές χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή για την προστασία τους».

Με πληροφορίες από CNN