icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Επί 4 ημέρες, η κατάσταση της υγείας της Ελίζαμπεθ χειροτέρευε αλλά τα μέλη μιας θρησκευτικής σέκτας θεωρούσαν ότι ο Θεός θα την έσωζε

Δεκατέσσερα μέλη μιας μικρής θρησκευτικής σέκτας στην Αυστραλία κρίθηκαν ένοχα για την ανθρωποκτονία ενός 8χρονου διαβητικού κοριτσιού, το οποίο πέθανε αφού δεν του χορηγήθηκε ινσουλίνη για μέρες.

Τα μέλη της σέκτας θεωρούσαν ότι ο Θεός θα θεράπευε, επειδή πίστευαν ακράδαντα ότι ο Θεός θα την θεράπευε τη μικρή Ελίζαμπεθ και όσο η κατάσταση της υγείας της επιδεινωνόταν και πλησίαζε προς τον θάνατο, στράφηκαν στην προσευχή και το τραγούδι. Σύμφωνα μάλιστα με το CNN, ακόμα και όταν το κορίτσι σταμάτησε να αναπνέει, συνέχισαν την προσευχή ζητώντας από τον Θεό τους να την αναστήσει.

Κι αν όλα αυτά είναι μία φορά σοκαριστικά, το πράγμα γίνεται ακόμα χειρότερο με τη διαπίστωση ότι ανάμεσα στα μέλη της Εκκλησίας που την Τετάρτη κρίθηκαν ένοχα μετά από δίκη εννέα εβδομάδων σε δικαστήριο του Μπρισμπέιν, ήταν και οι γονείς της 8χρονης.

Ανακοινώνοντας την ετυμηγορία, ο δικαστής Martin Burns είπε ότι ο θάνατος της Ελίζαμπεθ ήταν «αναπόφευκτος», αφού η ομάδα απέφυγ να χορηγήσει ινσουλίνη ή να ζητήσει ιατρική βοήθεια καθώς πέθαινε επί έξι ημέρες τον Ιανουάριο του 2022 στο σπίτι της στην Toowoomba, δυτικά του Μπρισμπέιν.

Και τα 14 μέλη είχαν αρνηθεί να δηλώσουν την ενοχή τους.

Στην απόφασή του την Τετάρτη, ο Burns είπε ότι, μέχρι τον θάνατό της, η Ελίζαμπεθ ήταν ένα «ζωντανό, χαρούμενο παιδί που «φροντίζονταν με αγάπη… και λατρευόταν από όλα τα μέλη της εκκλησίας», συμπεριλαμβανομένων των κατηγορουμένων.

«Ωστόσο, εξαιτίας μιας μοναδικής πίστης στη θεραπευτική δύναμη του Θεού, η οποία, κατά τη γνώμη των γονέων της και των άλλων μελών της Εκκλησίας, δεν άφηνε περιθώρια προσφυγής σε οποιαδήποτε μορφή ιατρικής φροντίδας ή θεραπείας, στερήθηκε το μοναδικό πράγμα που θα την κρατούσε σίγουρα στη ζωή – την ινσουλίνη», είπε ο Burns στο δικαστήριο.

Η Ελίζαμπεθ διαγνώστηκε με διαβήτη τύπου 1 το 2019 και πέθανε στις 7 Ιανουαρίου 2022 από διαβητική κετοξέωση, μια επιπλοκή που προκλήθηκε από τη μη χορήγηση ινσουλίνης. Ουσιαστικά, το σάκχαρό της στο αίμα ανέβηκε σε δυσθεώρητες τιμές

Ο πνευματικός ηγέτης της ομάδας Μπρένταν Στίβενς και ο πατέρας του κοριτσιού Τζέισον Στρουχς κατηγορήθηκαν αρχικά για φόνο λόγω απερίσκεπτης αδιαφορίας, αλλά και οι δύο κρίθηκαν ένοχοι για τη μικρότερη κατηγορία της ανθρωποκτονίας, επειδή ο Μπερνς δεν πείστηκε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι «γνώριζαν ότι η Ελίζαμπεθ πιθανώς θα πέθαινε».

Κατά τη διάρκεια της δίκης, το δικαστήριο άκουσε ότι η αίρεση είχε περιοριστεί σχεδόν πλήρως σε τρεις οικογένειες, οι οποίες κατά τη στιγμή του θανάτου της Ελίζαμπεθ συναντιόντουσαν τρεις ημέρες την εβδομάδα.

Δεν ανήκαν σε κανένα θρησκευτικό δόγμα, αλλά θεωρούσαν τους εαυτούς τους χριστιανούς που ακολουθούσαν τη Βίβλο. Πίστευαν ότι μέσω της προσευχής, ένα άτομο μπορούσε να λάβει το Άγιο Πνεύμα και να θεραπευτεί με τη βοήθεια του Θεού. Απέρριπταν τη συμβατική ιατρική, την οποία χαρακτήριζαν ως «μαγεία».

Στις 2 Ιανουαρίου, ο πατέρας της Ελίζαμπεθ ανακοίνωσε στους υπόλοιπους ότι το παιδί έχει θεραπευθεί. Η 8χρονη είχε κάνει την ένεσή της το προηγούμενο βράδυ και είχε ξυπνήσει με φυσιολογικό σάκχαρο το πρωί και είναι άγνωστο γιατί ο Στρουχς οδηγήθηκε σε ένα τέτοιο συμπέρασμα.

Είπε στην κόρη του να πετάξει τον μετρητή γιατί δεν το χρειαζόταν πια και η Ελίζαμπεθ τον χρησιμοποίησε για τελευταία φορά στις 3 Ιανουαρίου.

Τις επόμενες τέσσερις ημέρες, τα μέλη της εκκλησίας παρακολουθούσαν εναλλάξ την κατάσταση της Ελίζαμπεθ, καθισμένοι δίπλα στο κρεβάτι της. Προφανώς και με δεδομένο ότι δεν έπαιρνε την ινσουλίνη της, το σάκχαρό της ανέβαινε.

Αν και το κοριτσάκι είχε φτάσει πια σε σημείο να κάνει εμετούς, ο επικεφαλής της σέκτας διαβεβαίωνε τους γονείς ότι ο Θεός θα επικρατούσε.

Ακόμα και όταν η 8χρονη σταμάτησε να αναπνέει νωρίς στις 7 Ιανουαρίου, η ομάδα συγκεντρώθηκε γύρω της, τραγουδώντας «χορωδίες» και προσευχόμενη να «αναστηθεί από τους νεκρούς».

Ένα γραπτό μήνυμα μεταξύ των κατηγορουμένων έλεγε: «Η Ελίζαμπεθ δεν φαίνεται να αναπνέει προφανώς, αλλά θα δούμε μια νίκη πολύ σύντομα. Ο Θεός μπορεί να κάνει τα πάντα!».

Ο Jason Struhs κάλεσε τελικά τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης 36 ώρες μετά τον θάνατο της κόρης του, λέγοντας στους άλλους ότι «αν και ο Θεός θα αναστήσει κάποια στιγμή την Elizabeth, δεν μπορούσαν να αφήσουν ένα πτώμα στο σπίτι».

Όταν η αστυνομία έφτασε στο σπίτι, έστησε μια σκηνή εγκλήματος, οδηγώντας τους πιστούς της εκκλησίας έξω. Μια ντετέκτιβ είπε στο δικαστήριο ότι όταν έφτασε, είδε περίπου 20 άτομα στην μπροστινή αυλή να παίζουν μουσική, να τραγουδούν και να προσεύχονται.