icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Υποκύπτοντας στην anti-woke επιχείρηση λόμπινγκ στις ΗΠΑ, μεγάλες εταιρείες κάνουν στροφή στις πολιτικές τους

Τις πρακτικές συμπερίληψης που είχαν υιοθετήσει, υποκύπτοντας στη λεγόμενη anti-woke ατζέντα, ειδικά μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, εγκαταλείπουν, η μία μετά την άλλη, μεγάλες εταιρείες στις ΗΠΑ.

Τελευταία, η McDonald’s ανακοίνωσε ότι βάζει στο συρτάρι ορισμένες από τις πρακτικές που είχε υιοθετήσει για την προώθηση του πλουραλισμού, μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που τερματίζει τα μέτρα «θετικής διάκρισης» στην εισδοχή στα αμερικανικά πανεπιστήμια.

Οι εταιρείες Ford, Jack Daniel’s και Walmart έχουν ήδη ανακοινώσει ότι περιορίζουν δραστικά τα προγράμματά τους στο πλαίσιο της «θετικής διάκρισης» ανταποκρινόμενες στην anti-woke επιχείρηση λόμπινγκ στις ΗΠΑ. Η Walmart μάλιστα εγκατέλειψε στις επικοινωνιακές της δραστηριότητες και το ακρωνύμιο DEI (diversity, equality, inclusion, πλουραλισμός, ισότητα, συμπερίληψη).

Μεταξύ των αλλαγών που ανακοινώθηκαν από τη McDonald’s είναι η απαλλαγή των προμηθευτών από την υποχρέωση του σεβασμού ορισμένων στόχων της «DEI» και την κατάργηση των εξωτερικών ελέγχων για την τήρησή τους. Η επιτροπή πλουραλισμού της McDonald’s θα μετονομασθεί σε «ομάδα επιφορτισμένη με την παγκόσμια συμπερίληψη». Η McDonald’s θα κατευθυνθεί μάλλον προς «μία περισσότερο ολοκληρωμένη συζήτηση με τους προμηθευτές σχετικά με τη συμπερίληψη», διευκρινίζεται στην ανακοίνωση της εταιρείας.

Η εταιρεία ανακοίνωσε επίσης το τέλος «της θέσπισης φιλόδοξων στόχων στο επίπεδο της εκπροσώπησης» ώστε να ευνοηθεί «η διατήρηση του στόχου μας για την ένταξη πρακτικών συμπερίληψης που αυξάνουν τις δραστηριότητές μας στις διαδικασίες μας και τις καθημερινές μας πρακτικές». Στο κείμενο της ανακοίνωσης επισημαίνεται πάντως ότι «η θέση της McDonald’s και η προσήλωσή της στη συμπερίληψη είναι ισχυρές».

Υποκύπτουν στους συντηρητικούς Αμερικανούς

Η στροφή των MacDonald’s και των άλλων εταιρειών ακολουθεί την anti-woke εκστρατεία των Αμερικανών συντηρητικών η οποία συνεπικουρήθηκε από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου το 2023 για την κατάργηση των προγραμμάτων «θετικής διάκρισης» στο πανεπιστήμιο, που υπήρξε μία από τις κατακτήσεις των αγώνων για τα πολιτικά δικαιώματα της δεκαετίας του 1960.

Συντηρητικές ομάδες πίεσης χρησιμοποίησαν αυτήν την απόφαση για να εκκινήσουν αγωγές κατά εταιρειών ή δημοσίων θεσμών με στόχο τον τερματισμό των προγραμμάτων για το τέλος ιστορικών φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ.

Χαρακτηρίζουν τα προγράμματα αυτά «βιτρίνες αρετής» και «απολογία της πολιτικής ορθότητας», ενώ ισχυρίζονται ότι αδικούν κυρίως τους λευκούς άνδρες.

Η υιοθέτηση των προγραμμάτων αυτών ακολούθησε το κύμα αντιρατσιστικής διαμαρτυρίας που εκδηλώθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2020, μετά τον θάνατο του 47χρονου μαύρου Τζορτζ Φλόιντ ο οποίος δολοφονήθηκε από λευκό αστυνομικό στη Μινεάπολις.

Ο Ρόμπι Στάρμπακ, πιστός οπαδός του Ντόναλντ Τραμπ, έχει ξεκινήσει πραγματική σταυροφορία κατά της πολιτικής ορθότητας, ενώ καυχιέται ότι ανάγκασε την Ford και τη Harley-Davidson να υποκύψουν.

Συλλογική αγωγή εργαζομένων κατά της McDonald’s για διακριτική μεταχείριση, ομοφοβία, ρατσισμό και παρενόχληση

Την ίδια ώρα, περισσότεροι από 700 εργαζόμενοι στη McDonald’s συμμετέχουν σε ομαδική αγωγή κατά του αμερικανικού ομίλου στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπως ανακοίνωσε η δικηγορική εταιρεία που τους εκπροσωπεί, ενάμισι χρόνο μετά την έρευνα του BBC που έφερε στο φως τις πρακτικές της εταιρείας.

Τα πρόσωπα αυτά περιγράφουν περιστατικά διακριτικής μεταχείρισης που συνδέονται με αναπηρία, ομοφοβία, ρατσισμό και παρενόχληση, αναφέρεται στην ανακοίνωση της Leigh Day, σύμφωνα με την οποία η αγωγή αφορά προς το παρόν περισσότερα από 450 εστιατόρια της McDonald’s.

Η αλυσίδα απασχολεί περισσότερα από 170.000 εργαζόμενους στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην πλειονότητά τους νεαροί ή και έφηβοι, με προσωρινές συμβάσεις.

Η συλλογική αυτή αγωγή, στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν εργαζόμενοι μικρότεροι των 20 ετών την εποχή των γεγονότων, ξεκίνησε μετά την έρευνα του BBC τον Ιούλιο του 2023, που περιλάμβανε σειρά μαρτυριών.

Τότε, ο γενικός διευθυντής της McDonald’s στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, Αλιστερ Μακρό, είχε ζητήσει συγγνώμη εκ μέρους του ομίλου για «σαφείς παραλείψεις» στην προστασία των εργαζομένων. Είχε αποκαλύψει επίσης ότι η εταιρεία αντιμετωπίζει «μία ή δύο» κατηγορίες την εβδομάδα για σεξουαλική παρενόχληση από εργαζόμενους στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Ο Αλιστερ Μακρό αναμένεται να καταθέσει ενώπιον νομοπαρασκευαστικής επιτροπής της Βουλής, στο πλαίσιο προετοιμασίας νόμου που θα μεταρρυθμίσει το εργατικό δίκαιο.

«Χρειάστηκε να αντιμετωπίσω ομοφοβικά σχόλια εκ μέρους της διεύθυνσης και μελών της ομάδας», δήλωνε 19χρονος εργαζόμενος την εποχή των καταγγελλόμενων γεγονότων, σύμφωνα με την ανακοίνωση της Leigh Day. «Ο προϊστάμενός μου μου είχε πει ότι δεν μπορούσα να τα αντιμετωπίσω και ότι θα έπρεπε απλώς να παραιτηθώ».

Το BBC, σε νέο δημοσίευμα, επικαλείται την περίπτωση εργαζόμενου που έπεσε θύμα bullying διότι έπασχε από αναπηρία και μόλυνση στα μάτια. Τελικά αναγκάστηκε να παραιτηθεί.

Η McDonald’s δεν ανταποκρίθηκε σε αίτημα του AFP για σχόλιο.

Το 2019, η αλυσίδα είχε γίνει επίσης στόχος κατηγοριών, όταν το συνδικάτο των Εργαζομένων στην Αρτοποιία και την Διατροφή (BFAWU) είχε καταγγείλει ότι περισσότεροι από 1.000 εργαζόμενοι δήλωναν ότι είχαν πέσει θύματα σεξουαλικής παρενόχλησης και κακομεταχείρισης στον τόπο εργασίας.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ