Μεγέθυνση κειμένου
Πώς διαχειρίζεται τα άγχη της η Gen Z και γιατί τα social είναι το πρώτο σκαλοπάτι διάγνωσης αλλά όχι η λύση
«Η υπερβολική προσκόλληση καταστρέφει τις σχέσεις». «Κατατάξτε τα red flags σας». «Αποσύνδεση: γιατί συμβαίνει σε σένα, σε μένα και σε όλους μας».
Αυτοί είναι μόλις τρεις τίτλοι από βίντεο, φωτογραφίες και reels στο Instagram και το TikTok, τα οποία αγγίζουν την ψυχολογία, ορισμένους τύπους προσκόλλησης, τοξικές δυναμικές και άλλα θέματα που σχετίζονται με την ψυχική υγεία και απασχολούν τους ανθρώπους.
Όταν η 21χρονη Carmen και η 20χρονη Bea μπαίνουν στους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι σύνηθες να βρίσκουν τέτοιου είδους περιεχόμενο. Και οι δύο νεαρές γυναίκες είναι μέλη της Gen Z (γεννημένες μεταξύ 1997 και 2012), μιας γενιάς νέων για την οποία δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ του εικονικού και του πραγματικού κόσμου.
Και, ως εκ τούτου, σε πολλές περιπτώσεις, η Carmen και η Bea, όπως και πολλοί άλλοι άνθρωποι της ηλικίας τους παγκοσμίως, μεταπηδούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να λύσουν τα προβλήματά τους, να διαχειριστούν τα τραύματά τους και να προσπαθήσουν να κατανοήσουν καλύτερα τον εαυτό τους και τις σχέσεις τους.
Εν ολίγοις, πραγματοποιούν θεραπεία μέσω μιας οθόνης, ακόμη και αν το άτομο στην άλλη πλευρά δεν είναι επαγγελματίας ψυχικής υγείας.
Γνωστό ως «Instagram therapy» -μια έννοια που επινόησε η Katy Waldman στο The New Yorker- αυτό το διαδικτυακό φαινόμενο λειτουργεί με έναν πολύ απλό τρόπο που η Gen Zs εφαρμόζει στην καθημερινή της ζωή.
Μπαίνουν στο Instagram ή στο TikTok, λαμβάνουν μια αυτοδιάγνωση μέσω ενός reel ή μιας ανάρτησης και προσαρμόζονται στα συμπτώματά της. Και, όταν δεν ξέρουν πώς – ή δεν μπορούν – να διαχειριστούν τα προβλήματά τους, απλά ανοίγουν ξανά το Instagram ή το TikTok.
Μόλις άκουσε τον όρο «benching», το να αφήνεις ένα άτομο στην άκρη διατηρώντας ελάχιστη επαφή και μην παίρνοντας δέσμευση να προχωρήσετε τη σχέση σας, η Bea λέει ότι άνοιξε το TikTok και διαπίστωσε ότι μια κοπέλα που γνώρισε το καλοκαίρι της έκανε benching.
Όσο για την Carmen – μετά από μια ώρα που έμαθε για διάφορους τύπους προσκόλλησης μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης – διέγνωσε τον εαυτό της με «αγχώδες στυλ προσκόλλησης» για δύο λόγους: επειδή οι γονείς της ήταν υπερπροστατευτικοί όσο μεγάλωνε και γιατί μιλούσε για αγάπη στο αγόρι της από τις – πολύ – αρχές της σχέσης τους.
Από τα ερωτήματά τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η Carmen και η Bea είναι σε θέση να απαριθμήσουν τα λεγόμενα red flags των πρώην συντρόφων τους ή να εντοπίσουν αν ένα άτομο στο περιβάλλον τους «βομβαρδίζεται με αγάπη» – μια υπερβολική δόση επίμονων και επαναλαμβανόμενων εκδηλώσεων στοργής και υπερβολικής αγάπης, οι οποίες συχνά τελειώνουν απότομα.
Αλλά αποδέχονται επίσης το γεγονός ότι κάποιος γνωστός τους μπορεί να μην απαντήσει στο μήνυμά τους για τρεις ημέρες. Επίσης, ανέχονται την έλλειψη σεβασμού προς το πρόσωπό τους χαρακτηρίζοντας τους εαυτούς τους ως HSPs (highly sensitive persons).
Για τη Silvia Sanz – κλινική ψυχολόγο και σεξολόγο που ειδικεύεται στη θεραπεία ζευγαριών – τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αυτού του είδους το περιεχόμενο έχουν βοηθήσει τους νέους να συνειδητοποιήσουν ορισμένα θέματα που προηγουμένως ήταν ταμπού στη δημόσια συζήτηση. Είναι επίσης σε θέση να έχουν μεγαλύτερες γνώσεις σχετικά με την κοινωνική δυναμική.
Ωστόσο, για τη María Arias – κλινική ψυχολόγο – αν και θεωρεί θετικό το γεγονός ότι τα στίγματα εξαφανίζονται, η κανονικοποίηση της επίσκεψης στον ψυχολόγο και η εξαφάνιση του ταμπού μπορεί να οδηγήσει στο άλλο άκρο, όπου η λέξη «θεραπεία» χάνει την αξία της.
Και οι δύο ψυχολόγοι θεωρούν ότι το να εντοπίζεις διάφορα ζητήμαστα στο διαδίκτυο είναι κάτι θετικό και επίσης αποτελεί την αρχή της θεραπείας και της διαχείρισης των προβλημάτων. Το πρόβλημα ξεκινά όμως από το γεγονός ότι οι άνθρωποι κανονικοποιούν προβληματικές συμπεριφορές και τις δικαιολογούν χωρίς να ψάχνουν λύσεις, βλέποντας ότι πολύς κόσμος αντιμετωπίζει ανάλογα ζητήματα.
Κι αυτό είναι σαφές ότι συνιστά κίνδυνο με δεδομένο ότι κανένα κοινωνικό μέσο δεν μπορεί να αντικαταστήσει έναν ειδικό ψυχικής υγείας.
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι