icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Επί 12 χρόνια η Joan Bellingham υποβαλλόταν σε ηλεκτροσοκ επειδή είναι λεσβία. 50 χρόνια μετά, διηγήθηκε την ιστορία της με την ελπίδα ότι κανείς δεν θα περάσει ποτέ αυτό που πέρασε εκείνη

Η Joan Bellingham μεγάλωσε στη Νέα Ζηλανδία θέλοντας να γίνει νοσοκόμα, όπως η μαμά και η αδελφή της. Έτσι, έφυγε από το σπίτι στα 18 της και σπούδασε στο νοσοκομείο Burwood στο Christchurch. Για τα επόμενα 12 χρόνια θα μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο, όχι ως νοσοκόμα αλλά ως «ασθενής» που βασανιζόταν για τη σεξουαλικότητά της.

Τη δεκαετία του 1970 η σεξουαλικότητα δεν συζητιόταν ανοιχτά, τουλάχιστον όχι στο Christchurch, λέει η Joan. Έτσι, όταν διαδόθηκε ότι ήταν λεσβία, η Joan βασανίστηκε, κυρίως από τους ανθρώπους που την εκπαίδευαν.

«Ειδικά η προϊσταμένη προσβλήθηκε πραγματικά από το γεγονός ότι ήμουν ομοφυλόφιλη. Μια μέρα με κοίταξε επίμονα και μου είπε ότι η ομοφυλοφιλία είναι λάθος. Έγραφε σχόλια στους βαθμούς των γραπτών μου λέγοντας: Αν νομίζεις ότι θα γίνεις νοσοκόμα, κάνεις λάθος» είχε δηλώσει το 2020 στο Renews. «Ήταν η πρώτη φορά που βίωνα την προκατάληψη τόσο ανοιχτά και άμεσα… Θυμάμαι ότι ένιωθα τρομερή ντροπή».

Τα πράγματα κλιμακώθηκαν όταν η Joan κατηγορήθηκε ψευδώς για κλοπή ναρκωτικών από ένα τρόλεϊ. Το εκπαιδευτικό προσωπικό την μετέφερε στο νοσοκομείο Princess Margaret στο Christchurch και της είπε ότι χρειαζόταν «θεραπεία» για αυτό που αργότερα αποκάλεσαν «νευρωτική διαταραχή προσωπικότητας». «Δεν το συνειδητοποίησα τότε, αλλά θα περνούσα τα επόμενα 12 περίπου χρόνια ως ασθενής εκεί και δεν θα ολοκλήρωνα ποτέ την εκπαίδευσή μου ως νοσοκόμα». Η Joan πέρασε τον πρώτο χρόνο, από το 1970 έως το 1971, σε ψυχιατρικό θάλαμο. Θυμάται να λέει στο προσωπικό ότι πρέπει να είχε γίνει κάποιο λάθος, αλλά κανείς δεν την άκουσε. Απλώς της έδιναν περισσότερα φάρμακα για να την κρατήσουν ήσυχη.

«Θυμάμαι ότι η μητέρα μου ήταν βαθιά ανήσυχη που βρισκόταν στο νοσοκομείο και ήθελε να μάθει γιατί έπρεπε να βρίσκομαι εκεί. Αλλά δεν αμφισβητούσες την εξουσία ενός γιατρού εκείνες τις εποχές. Ήταν σαν θεοί».

Μεταξύ 1970 και 1982, η Joan εισήχθη σε κλινική 24 φορές. Οι ιατρικές σημειώσεις της δείχνουν ότι υποβλήθηκε σε ηλεκτροσπασμοθεραπεία (ECT) πάνω από 200 φορές, μερικές φορές δύο φορές την ημέρα.

«Μου έδιναν μυοχαλαρωτικό για να με παραλύσουν. Ένιωθα ξυράφια να περνούν μέσα από το σώμα μου. Ήσουν σε πλήρη εγρήγορση και μπορούσες να δεις το ασημένιο μηχάνημα και τους βοηθούς που κρατούσαν τα ηλεκτρόδια και τα τοποθετούσαν γύρω από το κεφάλι μου πριν χάσω τις αισθήσεις μου».

Η Joan θυμάται ότι ένιωθε αδύναμη και έκανε εμετό μετά από κάθε φορά. Φώναζε και τους παρακαλούσε να μην το ξανακάνουν, αλλά δεν την άκουγαν ούτε καν απαντούσαν. Μερικές φορές έχανε εντελώς την όρασή της, η οποία επέστρεφε σταδιακά με την πάροδο του χρόνου. Είναι 72 ετών τώρα, αλλά οι κομμωτές μπορούν ακόμα να της δείξουν τα σημάδια στο κεφάλι της από τα ηλεκτρόδια.

«Προσπαθούσαν να μου αλλάξουν το μυαλό ώστε να αλλάξει η σεξουαλικότητά μου», λέει η Joan. «Ήθελαν να γίνω straight σαν κι αυτούς. Αλλά δεν επρόκειτο να το πολεμήσω, γιατί ήξερα ότι αυτό ήταν κάτι που ήταν μέρος του εαυτού μου».

Η Joan κρατούνταν συχνά σε δωμάτια που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως κελιά φυλακής. «Μερικές φορές δεν υπήρχε τίποτα απολύτως στο δωμάτιο. Μου έδιναν μεγάλη ποσότητα φαρμάκων και δεν μπορούσα να περπατήσω. Δεν μπορούσα να πάω στην τουαλέτα και έτσι κατουρούσα στο πάτωμα, πράγμα για το οποίο τιμωρήθηκα. Ήμουν σαν κινούμενο ζόμπι».

«Με έκαναν να χάσω τον εαυτό μου»

Η Joan Bellingham είχε δημοσιοποιήσει την ιστορία της στο δικαστήριο στο πλαίσιο της Βασιλικής Επιτροπής Έρευνας για την Κακοποίηση στη Φροντίδα. Αυτή τη φορά, οι άνθρωποι την άκουσαν.

«Νομίζω ότι ήδη έχει συγκινήσει πολλούς ανθρώπους. Αν άγγιξε ή όχι ανθρώπους στον ιατρικό τομέα, δεν ξέρω. Ελπίζω όμως να αλλάξει κάτι για τους ανθρώπους. Τέτοια πράγματα δεν πρέπει να ξανασυμβούν ποτέ».

Το ‘99, πήρε αποζημίωση τόσο για τα εγκαύματα, όσο και για τους χρόνιους πονοκεφάλους που προέκυψαν, ενώ το 2012 της έδωσαν επιπλέον 4.000 δολάρια αλλά ο διακανονισμός έπρεπε να μείνει μυστικός. Κανένα ποσό δεν είναι αρκετό, ωστόσο.

«Μπορώ να θυμηθώ τον πόνο, τους φρικτούς πονοκεφάλους μετά, τον συνεχή εμετό, την τύφλωση μερικές φορές, τα σοβαρά εγκαύματα στο κεφάλι μου. Ακόμα και την ίδια μέρα μου έκαναν πάλι θεραπεία ξανά με ηλεκτροσόκ. Όταν μπήκα εκεί μέσα δεν ήμουν ένας άρρωστος άνθρωπος. Μου προκαλούσαν αυτόν τον απερίγραπτο πόνο, μου αφαιρούσαν τη μνήμη, μου αφαιρούσαν την προσωπικότητα, με τύφλωναν, μου έκαιγαν το κεφάλι. Αυτό ήταν βασανιστήριο για μένα» δήλωσε μετά από χρόνια, καλώντας την κυβέρνηση της χώρας να αναγνωρίσει τα βασανιστήρια που πραγματοποιούνται με το πρόσχημα της ιατρικής περίθαλψης σε εγκαταστάσεις σε όλη τη χώρα.