Πηγή: Unsplash / Hanna Postova
Μεγέθυνση κειμένου
Το νερό και το σαπούνι δεν ήταν πάντα αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς των ανθρώπων, ενώ η τρέλα με τα αποσμητικά και τα αρώματα είναι μάλλον αποτέλεσμα μάρκετινγκ
Βρισκόμαστε ήδη στην καρδιά του Ιουλίου και με τον έναν «πιο θερμό μήνα» να διαδέχεται τον άλλον, το αιώνιο πρόβλημα κάθε καλοκαίρι παραμένει: «Πώς θα μπω πάλι στο λεωφορείο;».
Εκεί που τα ιδρωμένα κορμιά πλησιάζουν επικίνδυνα, που τα βλέμματα συναντώνται αναγκαστικά, καθώς το «σε απόσταση αναπνοής» αποκτά κυριολεκτικό νόημα, και οι μυρωδιές που μπλέκονται μεταξύ τους ενώνονται σαν μια γροθιά, χτυπώντας κατακούτελα κάθε νέο επιβάτη που, με το που ανοίξει η πόρτα του λεωφορείου, επιχειρεί να «κουμπώσει» σαν άλλο κομμάτι παζλ του tetris, καλύπτοντας τα τελευταία κενά στον χώρο, δεν μπορεί να μη σου έρθει κατευθείαν στο νου η ερώτηση: «Μα καλά, δεν σου μίλησε κανείς για το αποσμητικό;»
Η αλήθεια είναι πως κάτι τέτοιες μέρες, όσο και να έχεις φροντίσει για την προσωπική σου υγιεινή, είναι από δύσκολο έως απίθανο να καταφέρεις να μην ιδρώσεις. Φυσικά υπάρχουν πάντα εκείνοι που αποστρέφονται μετά βδελυγμίας τα προϊόντα αυτά είτε γιατί επιβαρύνουν – αποδεδειγμένα – το περιβάλλον είτε γιατί τελευταία, αναφέρεται όλο και περισσότερο ότι μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην υγεία – δερματικά και άλλα.
Υπάρχουν, ωστόσο, κι εκείνοι που απλώς δεν πλένονται. Σε μία άλλη εποχή, να ξέρεις, αυτοί οι τελευταίοι ήταν ο κανόνας και εσένα ούτε που θα σε πείραζε γιατί, κατά πάσα πιθανότητα, θα μύριζες κι εσύ!
Όταν σαπουνίζονταν οι κόμισσες
Πότε, όμως, άρχισαν οι άνθρωποι να νοιάζονται τόσο πολύ για τις μυρωδιές που αναδύονται από το σώμα τους; Τους τελευταίους αιώνες, μια σειρά παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της ευρείας αποδοχής της θεωρίας των μικροβίων, της αυξημένης αστικής πυκνότητας και της ανόδου της εταιρικής κουλτούρας, προκάλεσε μία γενικότερη περιφρόνηση για τις διάφορες – απολύτως φυσιολογικές – μυρωδιές που αποπνέει το ανθρώπινο σώμα.
Κάποτε η πολυτέλεια του να μυρίζεις ωραία ανήκε κυρίως στους αριστοκράτες
Κάποτε βέβαια, η πολυτέλεια του να μυρίζεις ωραία ανήκε κυρίως στους αριστοκράτες, ωστόσο, σύντομα η βιομηχανία προσωπικής υγιεινής σκέφτηκε να λανσάρει σαπούνια και αρώματα και για τις κατώτερες τάξεις και έφτασε σήμερα να αξίζει περισσότερα από μισό τρισεκατομμύριο δολάρια – και φυσικά αυξάνεται.
Παρόλο που η αλλαγή στη μυρωδιά ή η ασυνήθιστα έντονη οσμή του σώματος μπορεί να είναι σημάδι προβλημάτων υγείας, είναι επίσης «ένα φυσικό μέρος της ανθρώπινης βιολογίας», λέει ο Johan Lundström, καθηγητής Ψυχολογίας στο Karolinska Institutet στη Σουηδία.
Οι μυρωδιές του ανθρώπου, μάλιστα, συχνά αλλάζουν ή ποικίλουν σε ένταση, ανάλογα με τις περιβαλλοντικές συνθήκες, τα βακτήρια που ζουν στο δέρμα, καθώς και τη γενετική, τη διατροφή και την υγεία του ατόμου.
Μυρωδιές για να διώξουν άλλες μυρωδιές
Οι άνθρωποι πειραματίζονταν με τα αρώματα εδώ και χιλιετίες: Από τις παχύρευστες αλοιφές της αρχαίας Αιγύπτου μέχρι τα ακριβά αποστάγματα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, στο παρελθόν, η αντίληψη των ανθρώπων ήταν πως το άρωμα, το ξίδι, το λιβάνι, ο καπνός, εκτόπιζαν άλλες επικίνδυνες μυρωδιές, όπως αυτές που αναδύονταν στην ατμόσφαιρα μετά από επιδημίες, από σαπισμένα τρόφιμα και αέρια του βάλτου, λέει η ιστορικός φύλου και φυλής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια Kathleen Brown.
Ωστόσο, ακόμη και όταν οι άνθρωποι φρόντιζαν να κάνουν τον εαυτό τους να μυρίζει καλύτερα εξακολουθούσαν να περιμένουν από τους υπόλοιπους να ‘βρομάνε’ λίγο», αναφέρει.
Στη Δύση του 17ου αιώνα, για παράδειγμα, η έμφαση δεν δινόταν στον καθαρισμό του σώματος αλλά των ρούχων. Κοντολογίς, όπως ισχυρίζεται η Brown, ένας Γάλλος της ανώτερης τάξης μπορεί να ξεχώριζε με τα λευκά λινά πουκάμισά του τα οποία μοσχομύριζαν γιατί πλένονταν συχνά, αλλά ο ίδιος από κάτω θα έζεχνε, αφού θα «έπαιρνε το μπάνιο του» μια φορά στο τόσο.
Έτσι, αφού ο πλούσιος δεν πλενόταν και ο ίδιος, σπάνια θα κατέκρινε και τον εργάτη της κατώτερης τάξης επειδή ήταν άπλυτος ή βρομούσε. «Οι βρόμικοι αριστοκράτες ήταν κατά κάποιο τρόπο ο κανόνας», λέει η Katherine Ashenburg, συγγραφέας του βιβλίου The Dirt on Clean: An Unsanitized History.
Κάνε πιο πέρα, βρομάς!
Οι αντιλήψεις για την οσμή του σώματος, όμως, σύντομα άλλαξαν: Τον 18ο και 19ο αιώνα, το μπάνιο έγινε συνήθεια, δημιουργώντας μια νέα συσχέτιση μεταξύ της μυρωδιάς του σώματος και αρνητικών πραγμάτων, όπως η φτώχεια και οι ασθένειες.
Η άνοδος των δημόσιων ιδρυμάτων, όπως τα σχολεία, τα άσυλα, τα νοσοκομεία και τα γραφεία, συνέβαλε σε μια πιο «αρωματισμένη» προσωπική υγιεινή
«Καθώς οι πιο μορφωμένοι άνθρωποι των ανώτερων τάξεων ξεκίνησαν να πλένονται, άρχισαν να τους ‘βρωμάνε’ οι εργατικές τάξεις και οι υπηρέτες τους», λέει η Ashenburg.
Ξαφνικά, το επιμελές λουτρό και η φροντίδα του σώματος έγιναν ένας τρόπος για την ελίτ να ενισχύσει το κύρος της. Η άνοδος των δημόσιων ιδρυμάτων, εξάλλου, όπως τα σχολεία, τα άσυλα, τα νοσοκομεία και τα γραφεία, συνέβαλε επίσης σε μια πιο «αρωματισμένη» προσωπική υγιεινή.
Στα 1800, οι άνθρωποι άρχισαν να αναπτύσσουν μία ευαισθητοποίηση γύρω από τις μυρωδιές και τη σχέση τους με τις αρρώστειες, ιδιαίτερα σε πολυσύχναστους χώρους. Αυτοί οι φόβοι προέκυψαν, εν μέρει, από τις ευρέως διαδεδομένες πεποιθήσεις για τους κινδύνους των κακών οσμών.
Η θεωρία του μιάσματος
Οι κακές μυρωδιές θεωρούνταν αρχικά ότι περιείχαν παράγοντες ασθενειών, σύμφωνα με τη Virginia Smith, ιστορικό και συγγραφέα του βιβλίου Clean: A History of Personal Hygiene and Purity. Η λεγόμενη «θεωρία του μιάσματος», που ήταν διαδεδομένη μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, υποστήριζε ότι ασθένειες, όπως η χολέρα και η πανούκλα, προκαλούνταν από την εισπνοή βλαβερών αναθυμιάσεων.
Τις επόμενες δεκαετίες, η θεωρία των μικροβίων για τις ασθένειες αντικατέστησε τελικά τη θεωρία του μιάσματος, αν και οι ανησυχίες για την καθαριότητα – και οι αρνητικές συσχετίσεις με τις μυρωδιές – παρέμειναν.
Καθώς οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί – ιδίως στις ΗΠΑ – αυξήθηκαν και τα υδραυλικά συστήματα έγιναν πιο προσιτά, οι υγειονομικοί υπάλληλοι άρχισαν να κατασκευάζουν και να προωθούν τα δημόσια λουτρά για μαζική υγιεινή.
Πού πας εσύ με το αξύριστο το πόδι;
Πλέον, ένα καλό λουτρό δεν ήταν προνόμιο μόνο της ελίτ. Ξαφνικά όλοι όσοι μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε εσωτερικές υδραυλικές εγκαταστάσεις, εκπαίδευση και δουλειές γραφείου άρχισαν, σύμφωνα με την Brown, να φροντίζουν την προσωπική τους υγιεινή για να ξεχωρίζουν από εκείνους που έκαναν ακόμη χειρωνακτικές εργασίες και έμοιαζαν αρκετά ατημέλητοι.
Πολλές διαφημίσεις της δεκαετίας του 1930 επιχείρησαν να κάνουν τις γυναίκες να αισθάνονται άσχημα για τις τρίχες στα πόδια τους
Και κάπου εκεί, στο γύρισμα του 20ού αιώνα, αυτές οι τεράστιες πολιτισμικές αλλαγές διασταυρώθηκαν και με τα εταιρικά συμφέροντα: Διαφημιστές άρχισαν να «παίζουν με τις ανασφάλειες» των ανθρώπων γύρω από τη μυρωδιά του σώματός τους, κάνοντας λογοπαίγνια και περίεργους συσχετισμούς μεταξύ της οσμής του σώματος και την αξιοπρέπεια, για να αγοράσει ο κόσμος σαπούνι σώματος, απορρυπαντικό πλυντηρίου και «μαγικά ελιξίρια» που σκοτώνουν τα μικρόβια, λέει η Brown.
Η Odorono (ή, Odor! Oh no! – Μυρωδιά! Ω όχι!), ένας πρώιμος κατασκευαστής αντιιδρωτικών, έφτασε στο σημείο να εκφοβίζει τις γυναίκες ότι οι ρομαντικές τους προοπτικές θα απειλούνταν σοβαρά εάν δεν ξεφορτώνονταν την ανεπιθύμητη οσμή της μασχάλης.
Ταυτόχρονα, η δυσάρεστη αναπνοή και οι τρίχες του σώματος, μπήκαν επίσης στο στόχαστρο! Στις ΗΠΑ, οι κοντύτερες φούστες και οι διάφανες κάλτσες αυξήθηκαν σε δημοτικότητα, αποκαλύπτοντας μέρη του γυναικείου σώματος που προηγουμένως ήταν καλά κρυμμένα, δημιουργώντας νέα προβλήματα…
Όπως και με την οσμή του σώματος, πολλές διαφημίσεις της δεκαετίας του 1930 επιχείρησαν να «κάνουν τις γυναίκες να αισθάνονται άσχημα για τις τρίχες στα πόδια τους», λέει η Ashenburg.
Αυτή μέχρι και λεύκανση δοντιών θα σε βάλει να κάνεις
Η προσωπική υγιεινή έχει περάσει πλέον σε άλλο επίπεδο, με τις κοινωνικές νόρμες να επιτάσσουν τη δυσανεξία στις τρίχες, τη λεύκανση των δοντιών, ακόμη και την απόξεση της γλώσσας και την αισθητική οδοντιατρική – καλά, για το αντιιδρωτικό roll-on ή σπρέι, δεν το συζητώ, αυτό έχει γίνει κανόνας.
Παρόλο που οι τάσεις ήρθαν με καθυστέρηση από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη και χρειάστηκαν περισσότερο χρόνο για να εδραιωθούν εκεί, χάρη στο έξυπνο μάρκετινγκ και την ευρεία εξαγωγή αγαθών, οι συνήθειες προσωπικής υγιεινής είναι «λιγότερο πολιτισμικά διακριτές τώρα», αναφέρει η Smith, προσθέτοντας πως, σύμφωνα με έρευνες, εξακολουθούν να υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις, κυρίως μεταξύ αγροτικών και αστικών περιοχών.
«Νομίζω ότι όσο πιο μητροπολιτική και όσο πιο εταιρική είναι [μια κοινότητα], τόσο πιο έντονη είναι αυτή η προσπάθεια να αποστασιοποιηθούμε από αυτό που κάποιοι άνθρωποι μπορεί να αντιλαμβάνονται ως ένα είδος ζωώδους πρωτόγονου σώματος», λέει η Brown.
Η εξάπλωση της εταιρικής κουλτούρας, με τα σχετικά άκαμπτα αισθητικά της πρότυπα, έχει μετατρέψει τις μητροπολιτικές περιοχές σε αυτό που η ίδια αποκαλεί «κόμβους ακραίας πειθαρχίας του σώματος».
Πλέον, η απέχθεια προς την οσμή του σώματος είναι τόσο έντονη που, για τη σύγχρονη κοινωνία, καλύτερα να είσαι εγκληματίας παρά να μυρίζουν οι μασχάλες σου. «Υπάρχει τεράστιο στίγμα γύρω από αυτό», όπως λέει η Lundström.
Με πληροφορίες από National Geographic
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι