Μεγέθυνση κειμένου
Το «κουνιούνται τα αυτιά μου» ίσως και να είναι το νέο «είμαι όλος αυτιά». Και τα δύο υποδηλώνουν πως κάποιος ακούει με προσοχή
Έχετε συναντήσει ποτέ κάποιον άνθρωπο που να μπορεί να κουνήσει τα αυτιά του; Αν όχι, σας διαβεβαιώνουμε πως υπάρχουν. Το κούνημα των αυτιών περισσότερο μοιάζει με ένα κόλπο που κάνει τους υπόλοιπους να γελάνε στα πάρτι, καθώς είναι κάπως περίεργο για άνθρωπο να μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο.
Ωστόσο, όπως διαπίστωσαν ερευνητές, αν και δεν μπορούν, οι άνθρωποι εξακολουθούν να προσπαθούν να «τεντώσουν» τα αυτιά τους όταν ακούν προσεκτικά. Είναι γνωστό πως η κίνηση των αυτιών είναι ζωτικής σημασίας σε πολλά ζώα, βοηθώντας τα να εστιάσουν την προσοχή τους σε συγκεκριμένους ήχους και να προσδιορίσουν την κατεύθυνσή τους.
Αν και το ανθρώπινο αυτί είναι πολύ πιο στατικό από αυτά των ζώων, παραμένουν ίχνη του συστήματος προσανατολισμού των αυτιών των προγόνων μας, κάτι που έχει χαρακτηριστεί ως «νευρωνικό απολίθωμα» (neural fossil).
«Πιστεύεται ότι οι πρόγονοί μας έχασαν την ικανότητα να κινούν τα αυτιά τους πριν από περίπου 25 εκατομμύρια χρόνια. Ο ακριβής λόγος είναι δύσκολο να προσδιοριστεί», δήλωσε ο Αντρέας Σρέερ, κύριος συγγραφέας της έρευνας από το Πανεπιστήμιο του Ζάαρλαντ στη Γερμανία.
Διαβασε ακομα
Φανταστείτε έναν κόσμο όπου όλοι θα παίρναμε ψυχεδελικά«Ωστόσο, καταφέραμε να αποδείξουμε ότι τα νευρικά κυκλώματα φαίνεται να είναι ακόμα παρόντα σε κάποια μορφή, δηλαδή ο εγκέφαλός μας έχει διατηρήσει ορισμένες από τις δομές που επιτρέπουν την κίνηση των αυτιών, ακόμα κι αν αυτές δεν είναι πλέον χρήσιμες».
Η ομάδα προηγουμένως είχε ανακαλύψει ότι η κίνηση αυτών των μυών στους ανθρώπους σχετίζεται με την κατεύθυνση των ήχων στους οποίους δίνεται προσοχή. Τώρα, βρήκαν ότι ορισμένοι από αυτούς τους μύες ενεργοποιούνται όταν οι άνθρωποι ακούν προσεκτικά έναν ήχο.
Γράφοντας στο επιστημονικό περιοδικό Frontiers in Neuroscience, η ομάδα περιέγραψε πώς ζήτησε από 20 ενήλικες χωρίς προβλήματα ακοής να ακούσουν ένα ηχητικό βιβλίο από ένα ηχείο, ενώ ταυτόχρονα από το ίδιο σημείο έπαιζε ένα podcast.
Δημιούργησαν τρία διαφορετικά σενάρια: στο «ευκολότερο» σενάριο, το podcast ήταν πιο χαμηλό από το ηχητικό βιβλίο, με μεγάλη διαφορά τόνου μεταξύ των φωνών. Στο «δυσκολότερο» σενάριο, δύο podcast έπαιζαν ταυτόχρονα, συνολικά πιο δυνατά από το ηχητικό βιβλίο, ενώ το ένα είχε παρόμοιο τόνο με το βιβλίο.
«Μας ενδιέφερε να διαπιστώσουμε εάν το ακουστικό-κινητικό σύστημα στους ανθρώπους είναι ευαίσθητο στην προσπάθεια ακρόασης. Σκεφτείτε τη διαφορά μεταξύ του να προσπαθείτε να καταλάβετε τι λέει κάποιος σε ένα σχεδόν άδειο εστιατόριο και το να καταλάβετε κάποιον σε ένα πολύ θορυβώδες εστιατόριο», εξήγησε ο Σρέερ.
Κάθε συμμετέχων πέρασε από τα τρία διαφορετικά σενάρια δύο φορές, με τη θέση του ηχείου να αλλάζει στη δεύτερη επανάληψη. Φορούσαν ηλεκτρόδια, επιτρέποντας στους ερευνητές να καταγράψουν τη δραστηριότητα των μυών που εμπλέκονται στην κίνηση των αυτιών.
Μετά από κάθε δοκιμή, οι συμμετέχοντες αξιολογούσαν πόση προσπάθεια κατέβαλαν για να ακούσουν το ηχητικό βιβλίο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όσο πιο δύσκολο ήταν το σενάριο, τόσο μεγαλύτερη ήταν η αντιλαμβανόμενη προσπάθεια ακρόασης και η απώλεια συγκέντρωσης.
Η ομάδα διαπίστωσε αυξημένη δραστηριότητα στους άνω ωτικούς μυς, που σηκώνουν το αυτί προς τα πάνω και έξω, κατά τις πιο δύσκολες συνθήκες ακρόασης, σε σύγκριση με τις εύκολες και μεσαίες συνθήκες. Επίσης, οι οπίσθιοι ωτικοί μύες, που τραβούν το αυτί προς τα πίσω, ήταν πιο ενεργοί όταν οι ήχοι προέρχονταν από πίσω παρά από μπροστά.
«Σχεδόν κανένας από τους συμμετέχοντες δεν είχε την ικανότητα να κινεί τα αυτιά του εκούσια, επομένως τα αποτελέσματά μας δεν σχετίζονται με αυτήν την ικανότητα», ανέφερε ο Σρέερ, αν και σημείωσε ότι άλλες έρευνες έχουν δείξει πως οι άνθρωποι μπορούν να μάθουν να κουνάνε τα αυτιά τους.
Αν και η μελέτη είναι μικρή και πρέπει να επαναληφθεί σε μεγαλύτερο και πιο ποικιλόμορφο δείγμα, οι ερευνητές πιστεύουν ότι τα ευρήματα παρέχουν ενδιαφέρουσες πληροφορίες.
«Οι κινήσεις των αυτιών που θα μπορούσαν να προκληθούν από τα σήματα που καταγράψαμε είναι τόσο ανεπαίσθητες – ή ακόμα και ανύπαρκτες – που πιθανότατα δεν προσφέρουν κάποιο αντιληπτό όφελος», δήλωσε ο Σρέερ. «Επομένως, πιστεύουμε ότι αυτό το υπολειμματικό ακουστικό-κινητικό σύστημα “προσπαθεί όσο μπορεί”, αλλά πιθανότατα δεν καταφέρνει πολλά».
Με πληροφορίες από Guardian
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι