Tα δύο μόλις μέρη στον κόσμο όπου ζουν οι ορεινοί γορίλες και η μοναδική ταξιδιωτική εμπειρία με 724 ευρώ την ώρα. Αλλά αξίζει το κάθε λεπτό
Σώζοντας γορίλες στο «αδιαπέραστο δάσος» της Ουγκάντα
Tα δύο μόλις μέρη στον κόσμο όπου ζουν οι ορεινοί γορίλες και η μοναδική ταξιδιωτική εμπειρία με 724 ευρώ την ώρα. Αλλά αξίζει το κάθε λεπτό
Tα δύο μόλις μέρη στον κόσμο όπου ζουν οι ορεινοί γορίλες και η μοναδική ταξιδιωτική εμπειρία με 724 ευρώ την ώρα. Αλλά αξίζει το κάθε λεπτό
Tα δύο μόλις μέρη στον κόσμο όπου ζουν οι ορεινοί γορίλες και η μοναδική ταξιδιωτική εμπειρία με 724 ευρώ την ώρα. Αλλά αξίζει το κάθε λεπτό
Έχουν περάσει 30 χρόνια, αλλά η Dr. Gladys Kalema-Zikusoka θυμάται ακόμη την πρώτη φορά που αντίκρισε από κοντά έναν γορίλα του βουνού. Ήταν το καλοκαίρι του 1994. Βαθιά στη ζούγκλα του Εθνικού Πάρκου Bwindi Impenetrable στην Ουγκάντα όταν η 23χρονη τότε φοιτήτρια βρέθηκε εκατοντάδες μίλια μακριά από το σπίτι της, στην πρωτεύουσα της χώρας, Καμπάλα.
Το Bwindi είναι ένα από τα δύο μόλις μέρη στον κόσμο όπου ζουν οι ορεινοί γορίλες, και μετά την αποφοίτησή της από το Βασιλικό Κτηνιατρικό Κολλέγιο του Λονδίνου, η Kalema-Zikusoka είχε όνειρο ζωής να δει τους μεγάλους αυτούς γορίλες. Την πρώτη εβδομάδα είχε αποκλειστεί στο καταυλισμό λόγω τρομερού κρύου, αδυνατώντας να συμμετάσχει στις εξορμήσεις στη ζούγκλα, με την απογοήτευση και την προσμονή της να αυξάνονται καθημερινά.
Τελικά, μετά από ένα διάστημα ατέρμονης αναμονής, επέτρεψαν στην Kalema-Zikusoka να αρχίσει την πεζοπορία.
Περνώντας μέσα από μπερδεμένες κληματσίδες και ρίζες στο πυκνό δάσος, μπορούσε να ακούσει καταρράκτες, πουλιά, αλλά και χιμπατζήδες να κραυγάζουν. Αλλά οι γορίλες, λέει, είναι σιωπηλοί.
«Δεν τους ακούς, αλλά βλέπεις τα μονοπάτια τους καθώς περπατάς», αναφέρει η Kalema-Zikusoka. «Μπορεί να τους ψάχνεις, σκέφτεσαι ότι θα τους δω ποτέ; Τότε ξαφνικά – είναι εκεί. Είναι τόσο μαγικό συναίσθημα».
Καθισμένη σε ένα ξέφωτο του δάσους ήταν ένας ορεινός γορίλας (ονομάζονται και silverback λόγω της ασημένιας πλάτης τους), που λεγόταν Kacupira.

«Όταν ήρθε η στιγμή να δω τον Kacupira, που ήθελα να δω γορίλες από κοντά τόσο καιρό – ξαφνικά αυτός καθόταν εκεί και μασούσε ένα κομμάτι φλοιού, και είπα “ουάου”», θυμάται η Kalema-Zikusoka, 55 ετών πλέον.
«Κοίταξα τα πολύ έξυπνα καστανά μάτια του και ένιωσα μια πολύ βαθιά σύνδεση. Απλώς ήταν πρόθυμος να μας αφήσει να τον δούμε και καθόλου απειλητικός».
Μετά από αυτήν τη συνάντηση, η Kalema-Zikusoka αποφάσισε να μείνει στο Bwindi. Ο αρχικός ένας μήνας το καλοκαίρι έγινε τρεις δεκαετίες εργασιών διατήρησης στο πάρκο, όπου έγινε η πρώτη κτηνίατρος άγριας ζωής της χώρας το 1996. Με τη βοήθειά της, ο πληθυσμός των γοριλών στο Bwindi αυξήθηκε από λιγότερους από 300 σε 459 και δεν κινδυνεύουν πλέον σοβαρά, σύμφωνα με την Κόκκινη Λίστα της IUCN.
«Οι γορίλες του βουνού έχουν πραγματικά διαμορφώσει τη ζωή μου», εκμυστηρεύεται η Kalema-Zikusoka. Και με τη σειρά τους, «οι γορίλες έχουν πραγματικά μεταμορφώσει την Ουγκάντα και επανέφεραν τη διατήρηση και τον τουρισμό της Ουγκάντα στον χάρτη».

Μια ιστορία βίας
Για χιλιετίες, οι ορεινοί γορίλες περιφέρονταν στα δάση της Ουγκάντα, της Ρουάντα και της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.
Όμως, τα τελευταία 100 χρόνια, η αχαλίνωτη αποψίλωση των δασών, η λαθροθηρία και οι συγκρούσεις τούς έχουν οδηγήσει στο χείλος της εξαφάνισης. Πλέον ζουν σε δύο μόνο ενδιαιτήματα που επιβίωσαν: το Bwindi και το Virungas.
Στη δεκαετία του 1970, οι γορίλες της Ουγκάντα αντιμετώπισαν μια άλλη υπαρξιακή απειλή. Η οκταετής δικτατορία του Idi Amin – ο οποίος ήταν γνωστός ως ο «χασάπης της Ουγκάντα» για τη βαρβαρότητά του – λεηλάτησε τη χώρα, σκοτώνοντας έως και 300.000 άτομα, καταστρέφοντας γη και πόρους και σφαγιάζοντας μεγάλο μέρος της άγριας ζωής.
Η Kalema-Zikusoka ήταν μόλις δύο ετών την εποχή του στρατιωτικού πραξικοπήματος και ο πατέρας της ήταν υπουργός στην κυβέρνηση που ανατράπηκε από τον Amin.

«Όταν ο Amin ήρθε στην εξουσία, ο πατέρας μου ήταν ένα από τα πρώτα θύματα», θυμάται. «Τον απήγαγαν όταν μετέφερε έναν συγγενή του πίσω στο σπίτι, τον ακολούθησε ένα όχημα και δεν τον είδαν ποτέ ξανά».
Μεγαλώνοντας μέσα σε πολιτικές αναταραχές, η Kalema-Zikusoka βρήκε παρηγοριά στα πολλά κατοικίδια ζώα της: τα μεγαλύτερα αδέρφια της συχνά έσωζαν αδέσποτες γάτες και σκύλους, που έγιναν η παρέα της, αποφασίζοντας σε «πολύ νεαρή ηλικία» ότι ήθελε να γίνει κτηνίατρος.
Ήταν ο πίθηκος – κατοικίδιο της γειτόνισσας, ο Πόντσο, που πυροδότησε το ενδιαφέρον της για τα πρωτεύοντα: το άτακτο ζωάκι έμπαινε σπίτι της κρυφά από το παράθυρο και τραβούσε την ουρά του σκύλου, έκλεβε φαγητό, ενώ χτυπούσε μέχρι και τα πλήκτρα του πιάνου.
Ως έφηβη, η Kalema-Zikusoka έγινε μέλος της λέσχης άγριας ζωής του σχολείου της και σε μια εκδρομή στο Εθνικό Πάρκο της Βασίλισσας Ελισάβετ είδε διά ζώσης πόσο λίγη άγρια ζωή είχε απομείνει, ακόμα και σε προστατευόμενες περιοχές. «Άρχισα να σκέφτομαι, γιατί δεν μπορώ να γίνω κτηνίατρος που θα φέρει πίσω την άγρια ζωή στην Ουγκάντα;».

Ενώ οι σπουδές κτηνιάτρου της Kalema-Zikusoka την οδήγησαν στο Ηνωμένο Βασίλειο, πάντα σχεδίαζε να επιστρέψει στην Ουγκάντα και να συνεχίσει το έργο του πατέρα της.
«Όταν ήμουν αρκετά μεγάλη για να καταλάβω τι του είχε συμβεί, ένιωσα ότι ήθελα να συνεχίσω το όνειρό του, την κληρονομιά του, για μια ευημερούσα Ουγκάντα, μέσα από το πάθος μου για την άγρια ζωή».

Υγεία για όλους
Λιγότερο από ένα χρόνο αφότου η Kalema-Zikusoka άρχισε να εργάζεται στο Bwindi, υπήρξε ένα ξέσπασμα μιας άγνωστης δερματικής νόσου μεταξύ των γοριλών: έχαναν μαλλιά και ανέπτυξαν λευκό, φολιδωτό δέρμα. Η Kalema-Zikusoka συμβουλεύτηκε μια φίλη γιατρό, η οποία τής είπε για την ψώρα (ανθρώπινη ασθένεια), κοινή εκείνη την εποχή σε κοινότητες χαμηλού εισοδήματος στην αγροτική Ουγκάντα.
Μετά τους χιμπατζήδες και τους μπονόμπο, οι γορίλες είναι οι πιο στενοί γενετικοί συγγενείς μας, που μοιράζονται περίπου το 98,4% του DNA τους με τους ανθρώπους. Αυτή η γενετική ομοιότητα κάνει επίσης τους γορίλες ευάλωτους σε πολλές από τις ανθρώπινες ασθένειες.
Η Kalema-Zikusoka και η ομάδα της εντόπισαν την ταλαιπωρημένη οικογένεια γοριλών: ήταν η ομάδα του Kacupira, ο ευγενικός γίγαντας που είχε γνωρίσει στο πρώτο της ταξίδι. Πολλοί από τους πιθήκους ήταν εξαιρετικά αδιάθετοι, συμπεριλαμβανομένου ενός μωρού γορίλα που, παρά τις ιατρικές παρεμβάσεις, πέθανε.
«Αυτό με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι δεν μπορείς να προστατέψεις τους γορίλες αν δεν βελτιώσεις την υγεία των ανθρώπων – γειτόνων τους», λέει.
Το Bwindi βρίσκεται σε μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες αγροτικές περιοχές της Ουγκάντα, αφήνοντας περιορισμένο χώρο για ουδέτερη ζώνη. Αντίθετα, γεωργικές εκτάσεις και χωριά συνωστίζονται στα σύνορά του. Το πάρκο είναι επίσης σχετικά μικρό – με μόλις 321 τετραγωνικά χιλιόμετρα είναι μόλις το 2% του μεγέθους του Σερενγκέτι των 14.700 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην Τανζανία – γεγονός που ασκεί περαιτέρω πίεση στα όρια και τους πόρους του, αυξάνοντας την πιθανότητα αλληλεπίδρασης ανθρώπου-γορίλα.
Για να βοηθήσει να διορθωθεί η κατάσταση, η Kalema-Zikusoka ίδρυσε το Conservation Through Public Health (CTPH) το 2003, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση που έχει συνεργαστεί με περίπου 10.000 νοικοκυριά σε όλο το εθνικό πάρκο προκειμένου να βελτιώσει την υγεία και την ευημερία της κοινότητας.

Οι ντόπιοι αγρότες εκπαιδεύονται να επιστρέφουν με ασφάλεια τους γορίλες πίσω στο δάσος όταν εμφανίζονται στις κοινότητες, ενώ ένα δίκτυο υγειονομικών ομάδων του χωριού εκπαιδεύει τις οικογένειες σχετικά με τρόπους βελτίωσης της υγιεινής και μείωσης της εξάπλωσης ασθενειών.
Και τώρα που ο πληθυσμός των γοριλών αυξάνεται, το ίδιο συμβαίνει και με τον τουρισμό στην περιοχή: 27 οικογένειες γοριλών είναι πλέον συνηθισμένες στην παρουσία ανθρώπων, με τον αριθμό των «τουριστών για γορίλες» στην Ουγκάντα να έχει αυξηθεί από περίπου 1.300 το 1993 σε σχεδόν 39.000 το 2023.
Μια μοναδική μάλιστα ταξιδιωτική εμπειρία για να δει κανείς από κοντά τους γορίλες κοστίζει 724 ευρώ για μία ώρα, ωστόσο αξίζει το κάθε λεπτό.
Βελτιώνει την ευημερία των χωρικών που ζουν κοντά στο πάρκο, λέει ο Joshua Masereka, φύλακας στην Αρχή Άγριας Ζωής της Ουγκάντα.
«Όταν οι τουρίστες έρχονται σε αυτό το μέρος, υπάρχουν περισσότερα χρήματα και επομένως περισσότερα οφέλη, περισσότερες θέσεις εργασίας, περισσότερες ευκαιρίες, περισσότερες εξελίξεις», λέει, προσθέτοντας ότι το πάρκο διαθέτει το 20% των εσόδων του σε κοινοτικά έργα, όπως η κατασκευή σχολείων και δρόμων.
Το CTPH είναι ένας από τους «πρωταρχικούς εταίρους» της Αρχής για την άγρια ζωή με καθοριστική σημασία για το έργο διατήρησης στο πάρκο, λέει ο Masereka. «Η Gladys, νομίζω ότι έχει γεννηθεί με την προστασία της άγριας ζωής στο αίμα της. Αν δεις τη ζωή της οικογένειάς της, πώς μεγάλωσε, μεγάλωσε σε αυτή τη ζωή που ήταν οικολόγος και νομίζω ότι θα πεθάνει ως οικολόγος».

Η αφοσίωση της Kalema-Zikusoka έχει εμπνεύσει επίσης κι άλλους στην κοινότητα να αναλάβουν δράση. Γεννημένος και μεγαλωμένος γύρω από το Bwindi, ο Alex Ngabirano εργάστηκε για το CTPH για 15 χρόνια, προτού ξεκινήσει τη δική του μη κερδοσκοπική οργάνωση, Mubare Biodiversity, η οποία εστιάζει να απομακρύνει τους κυνηγούς από το πάρκο.
Οι γορίλες σπάνια πέφτουν θύματα λαθροθηρίας σκόπιμα, ωστόσο οι κυνηγοί που θέλουν να φέρουν φαγητό στο τραπέζι μερικές φορές κυνηγούν γουρούνια ή αντιλόπες στο δάσος και κατά λάθος παγιδεύουν ή σκοτώνουν γορίλες.

Εκπαιδεύοντας την τοπική κοινότητα για τα οφέλη του τουρισμού των γοριλών, ο Ngabirano και η ομάδα του έπεισαν περισσότερους από 300 πρώην λαθροκυνηγούς να αφήσουν τα όπλα και πλέον τους εκπαιδεύουν εκ νέου ως δασοφύλακες, οδηγούς και αγρότες.
«Η Dr. Gladys έχει κάνει καταπληκτική δουλειά στην κοινότητα Bwindi. Είναι το πρώτο άτομο που εισήγαγε τη μοναδική προσέγγιση υγείας σε αυτόν τον τομέα», λέει ο Ngabirano. «Η κοινότητα άρχισε να κατανοεί ότι στο μέλλον, τα παιδιά τους θα γίνουν δασοφύλακες και ξεναγοί, όλες εκείνες οι δουλειές που σχετίζονται με δραστηριότητες διατήρησης και τουρισμού».
Οι προσπάθειες της Kalema-Zikusoka έχουν αναγνωριστεί επίσης διεθνώς: είναι εξερευνήτρια του National Geographic, ενώ οι πολλές διακρίσεις της περιλαμβάνουν το Whitley Gold Award το 2009, το Leopold Award το 2020 και το Tällberg-SNF-Eliasson Global Leadership Prize το 2022.
Και η σκληρή δουλειά της συνεχίζει να καθρεφτίζεται στον αυξανόμενο πληθυσμό των γοριλών: μόνο τους τελευταίους δύο μήνες, τρία μωρά γορίλες γεννήθηκαν στο δάσος.
«Πάντα ενθουσιάζομαι πολύ όταν ακούω ότι γεννήθηκε ένα μωρό γορίλας του βουνού», λέει η Kalema-Zokusoka. «Μου δίνει ελπίδα ότι οι αριθμοί συνεχίζουν να αυξάνονται. Σημαίνει ότι επαναφέρουμε τους γορίλες από το χείλος της εξαφάνισης».
Με πηροφορίες από CNN

Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι