Είναι η πιο διάσημη διατροφή στον κόσμο, αλλά ίσως είναι και η πιο παρεξηγημένη. Το βέβαιο είναι ότι η ιταλική κουζίνα, που για πολλούς είναι συνώνυμη της μεσογειακής κουζίνας, χρονολογείται εδώ και χιλιετίες, σύμφωνα με τον Αντόνιο Μοντουόρο, πρόεδρο της Διεθνούς Ακαδημίας Μεσογειακής Διατροφής. Το φαγητό είναι όμως μόνο ένα μέρος της. «Τα άλλα μέρη είναι τα τοπία, η ομορφιά της φύσης, τα ιστορικά μας κέντρα, η κληρονομιά μας», προσθέτει, εξηγώντας ότι «όλα αυτά είναι μέρος του τρόπου ζωής της μεσογειακής διατροφής».

Θα μπορούσε να είναι μια όμορφη ιστορία. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν είναι αλήθεια. Πενήντα χρόνια αφότου ο όρος επινοήθηκε από τον Αμερικανό φυσιολόγο Άνσελ Κις- και μιάμιση δεκαετία αφότου η UNESCO την αναγνώρισε ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας – η μεσογειακή διατροφή έχει γίνει ένα συνονθύλευμα από υπερβολές, μισές αλήθειες και κραυγές, ανακατεμένες μεταξύ τους για πολιτικούς και εμπορικούς σκοπούς.

Εν μέσω αντιδράσεων κατά της Πράσινης Συμφωνίας και του αγροτικού προστατευτισμού που σκληραίνει σε όλη την Ευρώπη, οι πολιτικοί και τα λόμπι του Νότου έχουν οπλίσει μια σειρά από συνταγές και συστατικά για να «τηγανίσουν» την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις φιλελεύθερες κλιματικές και εμπορικές πολιτικές της, ενισχύοντας παράλληλα τις κερδοφόρες – και συχνά ανθυγιεινές – εξαγωγές προς την Αμερική και την Ασία.

Οι πολιτικοί της Ιταλίας ήταν πάντα ευαίσθητοι όσον αφορά τα τρόφιμα, αλλά η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι το πήγε σε νέα άκρα, επιδιώκοντας μια βεντέτα στις Βρυξέλλες κατά των προσπαθειών να μειωθεί η κατανάλωση κρέατος, να συνταχθούν προειδοποιήσεις κατά του αλκοόλ και να επιλεγεί μια κοινή διατροφική ετικέτα στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας για την ΕΕ. Η ακροδεξιά φιγούρα ισχυρίζεται μέχρι αηδίας ότι αυτά στιγματίζουν τις προγονικές της διατροφικές παραδόσεις και έχει υποδαυλίσει μια γαστρονομική φρενίτιδα για να διευρύνει την υποστήριξη του κόμματός της Αδέλφια της Ιταλίας.

Η δημόσια υγεία έχει υποστεί μεγάλη ζημιά στην Ιταλία ως αποτέλεσμα. Η χώρα παλεύει με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής παχυσαρκίας στην ΕΕ. Το ένα δέκατο των πολιτών πίνει καθημερινά αλκοόλ και η υπερκατανάλωση αλατιού της κοστίζει περισσότερο από ό,τι η Γαλλία, η Ισπανία και η Ελλάδα μαζί, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών.

Αν συγκρίνουμε τη σύγχρονη ιταλική διατροφή με την αρχική ιδέα της μεσογειακής διατροφής, καταλήγουμε σε μια αναπόφευκτη αλήθεια: Η μεσογειακή διατροφή είναι νεκρή.

Τότε γιατί συνεχίζουμε να ακούμε γι’ αυτήν;

Cucina povera ή αλλιώς η κουζίνα της φτώχειας

Υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές θεωρίες για το πώς γεννήθηκε η μεσογειακή διατροφή. Και οι δύο ξεκινούν από τον Άνσελ Κις, τον ιδρυτή της. Γεννημένος στο Κολοράντο, πολυμαθής με διδακτορικά στη βιολογία και τη φυσιολογία, ο Κις ξεκίνησε την περιήγησή του στον κόσμο της διατροφής τη δεκαετία του 1930, αναπτύσσοντας μια φορητή διατροφή για τα στρατεύματα των Ηνωμένων Πολιτειών που ετοιμάζονταν να εισέλθουν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (η περίφημη «Κ-ration»).

Ένα πυκνό σε ενέργεια «τούβλο» από λουκάνικα και γλυκά, η Κ-ration δεν ήταν καθόλου σωτήρια. Αλλά ούτε και το σύγχρονο αμερικανικό φαγητό, η λιπαρή αφθονία του οποίου σκότωνε σωρηδόν τους άνδρες της μεσαίας τάξης. Εκείνη την εποχή, οι γιατροί έμειναν άναυδοι: Επρόκειτο για την πιο καλοθρεμμένη συνομοταξία του πλουσιότερου έθνους της Γης. Τι συνέβαινε;

Ο Κις και η χημικός σύζυγός του Μάργκαρετ υπέθεσαν ότι έφταιγε η διατροφή, και συγκεκριμένα τα πολλά κορεσμένα λίπη, και το 1951 πήγαν αεροπορικώς στη νότια Ιταλία για να το αποδείξουν. Ένας συνάδελφος τους είχε πει ότι οι Ναπολιτάνοι της εργατικής τάξης σπάνια υπέφεραν από καρδιακές προσβολές και γενικά ζούσαν περισσότερο από ό,τι, ας πούμε, τα στελέχη της Μινεσότα. Οι Κις μέτρησαν τη χοληστερίνη στον ορό αίματος των ντόπιων. Ήταν πολύ χαμηλότερη.

Αλλά ο συσχετισμός δεν είναι αιτιώδης συνάφεια, οπότε το ζευγάρι οργάνωσε μια πιλοτική μελέτη στη Νικοτέρα, μια ηλιόλουστη παραθαλάσσια πόλη στη «μύτη» της ιταλικής «μπότας». Οι Κις «στρατολόγησαν» 35 οικογένειες και, για τα επόμενα τρία χρόνια, έλαβαν δείγματα αίματος, υπολόγισαν τη σωματική μάζα και τούς έστηναν καρτέρι τις ώρες των γευμάτων για να δουν τι – και πόσο – έτρωγαν πραγματικά.

Ήταν η «cucina povera» (αγροτική κουζίνα), περιέγραψε ο Μοντουόρο, οι συγγενείς του οποίου θυμούνται ότι τους πλησίαζαν οι ιδιόρρυθμοι ξένοι ερευνητές. Ό,τι έτρωγαν ήταν τοπικό και βιολογικό, ριζωμένο σε παραδοσιακές συνταγές που προμηθεύονταν από τη βιοποριστική γεωργία.

Τα αποτελέσματα της έρευνας των Κις ήταν απίστευτα. Εκτός από τη σπάνια στεφανιαία νόσο, το πείραμα βρήκε ελάχιστους καρκίνους ή εκφυλιστικές ασθένειες. Με αφορμή τα ευρήματά τους, οι επιστήμονες οργάνωσαν τη «Μελέτη των Επτά Χωρών», τη μεγαλύτερη επιδημιολογική έρευνα στην ιστορία, που κάλυψε 12.000 άνδρες σε τρεις ηπείρους. Μετέτρεψε τους Κις σε celebrities, και το ζευγάρι έβγαλε αρκετά βιβλία μαγειρικής που έγιναν μπεστ σέλερ.

Το βιβλίο «How to Eat Well and Stay Well the Mediterranean Way» (Πώς να τρως καλά και να μένεις καλά με τον μεσογειακό τρόπο) εκδόθηκε το 1975, φέρνοντας μια πανδαισία ρουστίκ πιάτων στα υπερσιτισμένα νοικοκυριά της βιομηχανικής Αμερικής. Οι ειδυλλιακές εικόνες ήταν το κλειδί της επιτυχίας του, συμβάλλοντας στη διάδοση της έννοιας la dolce vita στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Αυτό συνέβαλε στη δραματική μείωση των καρδιακών προσβολών, σώζοντας χιλιάδες ανθρώπους και δίνοντας ώθηση στην παγκόσμια άνοδο του ιταλικού φαγητού.

Μέχρι στιγμής, όλα καλά. Εκεί που διχάζονται οι δύο θεωρίες είναι στο τι πραγματικά βρήκαν οι Κις στη Νικοτέρα. Η μία άποψη υποστηρίζει ότι το αμερικανικό δίδυμο ανακάλυψε ένα φανταστικά θρεπτικό, κυρίως φυτικό σχήμα με επίκεντρο το μέτρο και το συλλογικό φαγητό, καθώς και μια διατροφική πυραμίδα που μοιάζει πολύ με αυτή που όλοι βλέπαμε όταν ήμασταν παιδιά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία τους, οι νεαροί άνδρες λάμβαναν το ένα τρίτο της ημερήσιας πρόσληψής τους από δημητριακά, το ένα τρίτο από φρούτα και λαχανικά, το ένα πέμπτο από κρασί και το ένα δέκατο από ζωικές πρωτεΐνες και ελαιόλαδο. Η ζάχαρη και το αλάτι ήταν αμελητέα. Είναι η κυρίαρχη ερμηνεία και αυτή στην οποία βασίζονται οι σύγχρονοι διατροφολόγοι όταν υποστηρίζουν ότι η μεσογειακή διατροφή είναι η πιο υγιεινή στον κόσμο.

Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή. Υποστηριζόμενη από εικονοκλαστικούς ακαδημαϊκούς και ανθρωπολόγους, η απόδοση αυτή υποστηρίζει ότι τα βιβλία του Άνσελ Κις δεν είχαν ποτέ σκοπό να είναι περιγραφικά – ήταν κανονιστικά. «Οι Ιταλοί δεν εφάρμοσαν ποτέ τη μεσογειακή διατροφή», δήλωσε ο Αλμπέρτο Γκράντι, συγγραφέας του βιβλίου «Το ιταλικό φαγητό δεν υπάρχει» και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πάρμας.

«Ο στόχος είναι να κάνουν τους Αμερικανούς να τρώνε καλύτερα και έτσι [ο Κις] φτιάχνει ένα ιδανικό μοντέλο διατροφής», ένα φανταστικό αμάλγαμα συστατικών που καλλιεργούνται γύρω από τη λεκάνη της Μεσογείου, επέμεινε ο Γκράντι. Η διατροφή δεν ανακαλύφθηκε τόσο, όσο εφευρέθηκε – και η αδυναμία των κατοίκων της Νικοτέρα οφειλόταν σε ένα διαφορετικό συστατικό: Την πείνα.

Οι Κις «πήγαιναν στα σπίτια των ανθρώπων και οι άνθρωποι ντρέπονταν και τους έλεγαν ελάτε πάλι αύριο γιατί σήμερα δεν θα φάμε τίποτα. Ή είχαν μόνο πολέντα ή αλεύρι από κάστανο», υποστηρίζει ο Γκράντι. Ο ισχυρισμός ότι αυτά τα άτομα απολάμβαναν κάποιο αρχαίο, γαστρονομικό ελιξίριο είναι πραγματικά προσβλητικός για τη μνήμη των παππούδων και των προπαππούδων μας. Γιατί εκείνοι πεινούσαν».

Πρόκειται για μια αμφιλεγόμενη άποψη που έχει κάνει τον Γκράντι διαβόητο στην Ιταλία. Αρκετοί από τους ανθρώπους με τους οποίους μίλησε το Politico, απορρίπτουν τον ακαδημαϊκό του Βορρά ως έναν εντυπωσιοθήρα που τραβάει την προσοχή. Άλλοι, ωστόσο, τον υποστήριξαν, επικαλούμενοι αρχαιολογικά στοιχεία, ερμηνείες των Κις και γονικές αναμνήσεις. Είναι αδύνατον να γνωρίζουμε με βεβαιότητα και, κατά κάποιον τρόπο, δεν έχει σημασία.

Το συμπέρασμα είναι ότι ενώ η μεσογειακή διατροφή μπορεί να στέκεται πάνω από άλλες σε υπεροχή, τα πόδια της είναι βυθισμένα στο μυστήριο. Και για πολλούς, αυτό είναι βολικό, αφού αυτή η ασάφεια υπήρξε καθοριστική για τη μετατροπή της χοντροκομμένης χωριάτικης μαγειρικής της Νικοτέρα των μέσων του αιώνα στο κομψό εμπορικό σήμα του μαζικού μάρκετινγκ που γνωρίζουμε σήμερα.

Cucina commerciale ή αλλιώς η εμπορική κουζίνα

Τα είδωλα χρειάζονται χρόνο για να εδραιωθούν και η μεσογειακή διατροφή δεν θα μπορούσε να διαφέρει. Οι εύποροι, μετριοπαθείς βόρειοι αρχικά γελούσαν με την ιδέα των Κις ότι θα έπρεπε να μιμηθούν τον φτωχό, υστερούντα νότο, δήλωσε ο Τζον Ντίκι, καθηγητής ιταλικών σπουδών στο University College του Λονδίνου και συγγραφέας του βιβλίου «Delizia: Η επική ιστορία των Ιταλών και του φαγητού τους».

Χρειάστηκαν είκοσι ταραχώδη χρόνια για να αλλάξουν γνώμη. Πρώτα ήταν το οικονομικό θαύμα της δεκαετίας του 1960, το οποίο εκβιομηχάνισε την Ιταλία την ίδια στιγμή που η «πράσινη επανάσταση» της γεωργίας οδήγησε τους ανθρώπους από τα αγροκτήματα στα εργοστάσια. Ακολούθησαν τα «χρόνια του μολύβδου», κατά τη διάρκεια των οποίων αναρχικοί και μαφιόζοι βομβάρδιζαν το κράτος. Στη συνέχεια ήρθε το οικονομικό κραχ που προκλήθηκε από την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970.

Συγκλονισμένοι, οι Ιταλοί στράφηκαν σε ένα μυθικό παρελθόν, αγκαλιάζοντας τα λαϊκά φαγητά και μια γαστρονομική σταυροφορία για τη λεγόμενη «αυθεντικότητα». «Αυτά που συνδέουμε με την ιταλική διατροφή, αυτές οι υποτιθέμενες παραδόσεις, πολλά από αυτά χρονολογούνται από την [περίοδο] κατά την οποία οι Ιταλοί άφησαν πολύ πίσω τους την αγροτική ζωή και την κάλυψαν με μια νοσταλγία για την επαρχία», δήλωσε ο Ντίκι.

Ακολούθησαν αντι-αμερικανικές αντιδράσεις. Το κίνημα Slow Food ξέσπασε το 1986 μετά το άνοιγμα ενός McDonald’s στο κέντρο της Ρώμης. Εξοργισμένη με την «μπαναλοποίηση του φαγητού», η αριστερή αγροτική συμμαχία ήθελε μια επιστροφή στη γαστρονομική καταγωγή της Ιταλίας, συμπεριλαμβανομένης της όλο και πιο γνωστής μεσογειακής διατροφής, δήλωσε η Μπάρμπαρα Ναπίνι, η σημερινή πρόεδρος του Slow Food Italy.

Αυτό άρεσε και στους δεξιούς και σύντομα υιοθέτησαν την ορολογία. Οι αγροτικές ενώσεις και οι εταιρείες τροφίμων εντόπισαν την ευκαιρία και άσκησαν πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα – τον πρόδρομο της ΕΕ – για προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας και προβολή στο εξωτερικό, την οποία και έλαβαν τη δεκαετία του 1990.

Ωστόσο, ακόμα και καθώς η μεσογειακή διατροφή, η οποία σε μεγάλο βαθμό δεν περιέχει κρέας, προσέλκυε το αυξανόμενο ενδιαφέρον του ιατρικού κλάδου, στη λαϊκή φαντασία γινόταν όλο και πιο ανοιχτή σε ερμηνείες. Η τρέλα για την υγεία της δεκαετίας του 1990 σφράγισε τη δίαιτα στα περιοδικά γυμναστικής, τα οποία ήταν λιγότερο σχολαστικά όσον αφορά τις ζωικές πρωτεΐνες. Το κρέας και το τυρί απέκτησαν σιγά σιγά μεγαλύτερη προβολή, όπως και το ελαιόλαδο, ενώ τα φρούτα και τα λαχανικά πέρασαν σταδιακά στο περιθώριο.

«Αρχίζει ο πυρετός της κληρονομιάς των Ευρωπαίων», θυμήθηκε ο Μικέλε Φίνο, αμπελουργός και καθηγητής ευρωπαϊκού δικαίου. «Τυριά, αλλαντικά, κονσέρβες λαχανικών, αρτοσκευάσματα, ζυμαρικά – μια ολόκληρη, τεράστια γκάμα». Μαζί με το κρασί, αυτά είναι οι χρηματοδότες, δημιουργώντας μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία και αποκομίζοντας περισσότερα κέρδη από τα ταπεινά δημητριακά, φρούτα και λαχανικά που προωθούνται από τους Κις. Είναι όμως και τα λιγότερο υγιεινά προϊόντα, που προορίζονται να καταναλώνονται με φειδώ. Ήταν περίπου εκείνη την εποχή που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κατέταξε το αλκοόλ ως καρκινογόνο, για το οποίο δεν υπάρχει ασφαλές επίπεδο χρήσης (το επεξεργασμένο κρέας πήρε τον ίδιο βαθμό το 2015, με το κόκκινο κρέας να καταγράφεται ως «πιθανώς καρκινογόνο»).

Μέχρι τη στιγμή που η UNESCO αναγνώρισε τη δίαιτα ως άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ανθρωπότητας το 2010, είχε γίνει μια νοητική αλλαγή. Θεωρητικά, η αναγνώριση από την UNESCO δεν έχει σκοπό να αποφέρει κανένα εμπορικό όφελος. Στην πράξη, αυτή ενέκρινε – και απελευθέρωσε – ένα από τα πιο επιτυχημένα εμπορικά σήματα στον κόσμο. Η «Μεσογειακή Διατροφή» έγινε συνώνυμη με το «μεσογειακό φαγητό» – λες και ό,τι έτρωγαν οι Ιταλοί ήταν εξ ορισμού υγιεινό.

Εκείνη τη χρονιά οι ιταλικές εξαγωγές αγροδιατροφικών προϊόντων ανήλθαν σε 27 δισεκατομμύρια ευρώ, με κυριότερα τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά (πάνω από 4 δισεκατομμύρια ευρώ σε αξία), τα οποία ήταν περίπου στα ίδια επίπεδα με το κρέας, το τυρί και τα επεξεργασμένα ζυμαρικά μαζί. Πάνω από μια δεκαετία αργότερα, οι εξαγωγές έχουν τριπλασιαστεί, ξεπερνώντας πέρυσι τα 70 δισεκατομμύρια ευρώ.

Η σύνθεση έχει επίσης αλλάξει. Το κρασί κυριαρχεί στην κατάταξη (8 δισ. ευρώ), ακολουθούμενο από τα ζυμαρικά και τα προϊόντα με βάση τη ζύμη (7 δισ. ευρώ), τα γαλακτοκομικά (6 δισ. ευρώ) και τα μεταποιημένα λαχανικά (σάλτσες ντομάτας κ.λπ.). Τα νωπά προϊόντα έχουν επίσης αυξηθεί, αν και όχι τόσο πολύ όσο τα αλλαντικά και το ελαιόλαδο, τα οποία αντιστοιχούν πλέον σε δύο δισεκατομμύρια το καθένα.

Αυτή η εξέλιξη αντικατοπτρίζεται από μια αλλαγή στον τρόπο που τρώνε οι Ιταλοί. Τα ράφια των σούπερ μάρκετ της χώρας έχουν γεμίσει με σνακ από ζύμη και επεξεργασμένες σάλτσες, πυροδοτώντας μια κρίση παχυσαρκίας και αυξημένου βάρους. Οι κάτοικοι του Νότου και τα παιδιά έχουν πληγεί ιδιαίτερα, με τα τελευταία να κατατάσσονται στα δεύτερα πιο παχύσαρκα παιδιά της Ευρώπης (πίσω από τα παιδιά στην Κύπρο και ακριβώς μπροστά από τη γειτονική Ελλάδα, την Κροατία και την Ισπανία).

Τα εξαιρετικά επεξεργασμένα τρόφιμα και τα ζαχαρούχα ποτά παίζουν αναμφίβολα μεγάλο ρόλο, αλλά το ίδιο ισχύει και για τα τοπικά βασικά προϊόντα. Αν και είναι βολικό να κατηγορούμε για την παχυσαρκία τις ξένες εισαγωγές, οι ηλικίες κάτω των 18 ετών είναι επίσης οι μεγαλύτεροι καταναλωτές κρέατος, γαλακτοκομικών, ζυμαρικών και γλυκών, καθώς και οι λιγότερο προσεκτικοί όσον αφορά το υπερβολικό αλάτι και εκείνοι που καταναλώνουν λιγότερα φρούτα και λαχανικά, σύμφωνα με το στατιστικό ινστιτούτο της χώρας.

Στα πιάτα των σημερινών παιδιών της Νικοτέρα είναι πιο πιθανό να βρίσκεται ένα παγωτό παρά μια ντομάτα. Ωστόσο, αυτό δεν εμπόδισε τις εταιρείες να χρησιμοποιήσουν τη διατροφή για να πλασάρουν τρόφιμα που οι παππούδες τους δύσκολα θα αναγνώριζαν. «Η μεσογειακή διατροφή θέτει ρεκόρ στα παγκόσμια τραπέζια», πανηγύριζε η Coldiretti, η μεγαλύτερη ένωση αγροτών της Ιταλίας, σε ένα δελτίο Τύπου αυτό το μήνα, καθώς γιόρταζε την «έκρηξη» των πωλήσεων των κρασιών με εμπορικά σήματα, του ελαιολάδου και των εργοστασιακών ζυμαρικών.

Σύμφωνα με τον Μασιμιλιάνο Τζιανσάντι, τον επικεφαλής της τρίτης μεγαλύτερης ένωσης αγροτών της Ιταλίας, Confagricoltura, όλα αυτά είναι σάλτσα. Όταν ρωτήθηκε αν οι άνθρωποι μπερδεύουν τους όρους, παραδέχτηκε ότι «υπάρχει πιθανός κίνδυνος», αλλά υποστήριξε ότι δεν πρέπει να λέμε στους ανθρώπους τι να τρώνε.

«Εξάγουμε τα προϊόντα της μεσογειακής μας διατροφής στον κόσμο», κατέληξε με υπερηφάνεια.

Cucina politica ή αλλιώς πολιτική κουζίνα

Οι Ιταλοί λέγεται ότι έχουν δύο εμμονές: Το ποδόσφαιρο και το φαγητό. Ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι εκμεταλλεύτηκε περίφημα το πρώτο, κερδίζοντας μεγάλους εκλογικούς πόντους εκμεταλλευόμενος την τρέλα για το calcio (το κόμμα του Forza Italia πήρε το όνομά του από ένα ποδοσφαιρικό άσμα). Η Τζόρτζια Μελόνι ασχολήθηκε με το δεύτερο, «μαγειρεύοντας» μια πικάντικη γαστρονομία με τον υπουργό Γεωργίας και πρώην γαμπρό της Φραντσέσκο Λολομπρίτζιντα.

Η Μελόνι έβριζε τις Βρυξέλλες για τα τρόφιμα πριν έρθει στην εξουσία, κάνοντας τις επιθέσεις στη στρατηγική Farm to Fork, το γεωργικό σκέλος της Πράσινης Συμφωνίας, πυλώνα του προγράμματός της. Μιλώντας σε εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2021, η τότε πολιτικός της αντιπολίτευσης ισχυρίστηκε ότι υπήρχαν «πολιτικές διακρίσεων» κατά του κρέατος, αναφερόμενη στα σχέδια της ΕΕ για τη μείωση των εκπομπών από τα ζώα και την ενθάρρυνση πιο βιώσιμων, φυτικών διατροφών.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήθελε επίσης να καθιερώσει μια ετικέτα τροφίμων σε όλη την Ένωση για να βοηθήσει τους καταναλωτές να κάνουν καλύτερες επιλογές. Ο κορυφαίος υποψήφιος ήταν το Nutri-Score της Γαλλίας, το οποίο παρείχε στους αγοραστές μια απλή, πεντάχρωμη διατροφική αξιολόγηση από το πράσινο έως το κόκκινο. Η Μελόνι το κατήγγειλε ως «τρελό», υποστηρίζοντας ότι ευνοούσε τα γαλλικά προϊόντα και τιμωρούσε άδικα τα ιταλικά βασικά προϊόντα, όπως το σαλάμι, την παρμεζάνα και το ελαιόλαδο (στην πραγματικότητα, αυτά τα λιπαρά προϊόντα έπαιρναν την ίδια βαθμολογία με τα αντίστοιχα γαλλικά).

Τα λόμπι όπως το Coldiretti και το Confagricoltura είχαν όμως μια λύση. Οι ερευνητές είχαν συγκεντρώσει στοιχεία που έδειχναν ότι η μεσογειακή διατροφή (η αποκλειστικά χορτοφαγική) ήταν από τις πιο υγιεινές στον κόσμο. Τα κρέατα και τα τυριά της Ιταλίας που έβγαζαν χρήμα εξακολουθούσαν να βρίσκονται στη φαρέτρα της, όσο ελάχιστα κι αν ήταν. Γιατί να μην πούμε απλώς ότι το Nutri-Score συγκρούεται με την αδιαμφισβήτητη μεσογειακή διατροφή;

Έτσι έκανε η Μελόνι. Μετά τη σαρωτική νίκη της τον Οκτώβριο του 2022, επιστράτευσε μια πολύπλευρη προσπάθεια επιρροής στις Βρυξέλλες για να θάψει τη νομοθεσία για τη σήμανση στο μπροστινό μέρος της συσκευασίας. Ενώ ο Λολομπρίτζιντα ξεσπούσε στη μηνιαία συνάντηση των υπουργών Γεωργίας, οι βουλευτές της Μελόνι συμμετείχαν σε flash mobs και διαδηλώσεις έξω από αυτήν.

Εκεί, το προσωπικό των Coldiretti και Confagricoltura σήκωσε πλακάτ που έλεγαν «Ιταλικά προϊόντα = ποιότητα» και «Όχι στο Nutri-Score». Στο παρασκήνιο, ο Ιταλός πρέσβης συναντήθηκε επίσης με τον Επίτροπο Γεωργίας Γιάνους Βοϊτσεκόφσκι – μέλος της πολιτικής οικογένειας των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών της Μελόνι – και τον πίεσε να καταργήσει τον νόμο για τη σήμανση. Μέρες αργότερα, ο προσωπάρχης του Πολωνού έστειλε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον Επίτροπο Υγείας, ο οποίος ήταν επικεφαλής του φακέλου, για να επιχειρηματολογήσει κατά του γαλλικού συστήματος, σύμφωνα με έγγραφα που δόθηκαν πρόσφατα στη δημοσιότητα σε ΜΚΟ στο πλαίσιο μιας πράξης για την ελευθερία της πληροφόρησης.

«Ήταν η αεροπειρατεία της μεσογειακής διατροφής», είπε μιλώντας στο Politico ο Σερζ Χέρκμπεργκ, καθηγητής στη Σορβόννη και εφευρέτης του Nutri-Score. «Ήξεραν ότι ήταν ψευδές. Έπρεπε να το ξέρουν. Αλλά με τη δύναμη της επανάληψης, πίστευαν ότι θα μπορούσαν να πείσουν, και το έκαναν». Περισσότεροι από 300 επιστήμονες δημοσίευσαν μια έκθεση που αντέκρουε τους ισχυρισμούς το 2023, αλλά μέχρι τότε ήταν πολύ αργά. Η Επιτροπή έθεσε τον νόμο στο συρτάρι. «Είναι η γραμμή του Γκέμπελς», δήλωσε ο Χέρκμπεργκ. «Επαναλαμβάνεις μια ατάκα αρκετά συχνά και γίνεται η αλήθεια».

Το εγχειρίδιο ήταν τόσο επιτυχημένο που η Ρώμη το επανέλαβε με το αλκοόλ, επιμένοντας ότι η πρόθεση της Επιτροπής να βάλει προειδοποιήσεις για τον καρκίνο στα ποτά παραβίαζε τη μεσογειακή διατροφή.

Ιστορικά, είχαν περισσότερο δίκιο εδώ, δεδομένου ότι οι κάτοικοι της Νικοτέρα έπιναν υπερβολικές ποσότητες αλκοόλ για το συκώτι, αλλά επιστημονικά η έρευνα είχε προχωρήσει. Γνωρίζουμε πλέον ότι οι παράκτιες κοινότητες δεν ήταν υγιείς λόγω της κατανάλωσης κρασιού, αλλά παρά την κατανάλωσή του. Δεν πειράζει. Η Επιτροπή απέσυρε και αυτό το σχέδιο. Η Ιρλανδία πήγε τελικά μόνη της, αντιμετωπίζοντας έναν καταιγισμό ιταλικών επικρίσεων, με τον Λολομπρίτζιντα να ισχυρίζεται ότι επρόκειτο για μια συνωμοσία προστατευτισμού για να χτυπηθεί το κρασί υπέρ του τοπικού ουίσκι (παρά το γεγονός ότι θα φέρουν την ίδια ετικέτα).

Ο Λολομπρίτζιντα επιτέθηκε επίσης στο κρέας που παράγεται στο εργαστήριο και κυνήγησε τα λουκάνικα λαχανικών, ενώ ενώθηκε με ακροδεξιά κόμματα στην Ισπανία, τη Γαλλία, την Ουγγαρία και την Πολωνία για να καυτηριάσει τις Βρυξέλλες για τις υποτιθέμενες προσπάθειές τους να διαλύσουν τις εθνικές διατροφικές παραδόσεις.

Όσο παράλογες κι αν ήταν οι κατηγορίες, κέρδισαν καρδιές και μυαλά. Δεξιοί ή αριστεροί, σχεδόν όλοι οι Ιταλοί που μίλησαν στο Politico δήλωσαν αντίθετοι με τις αγροδιατροφικές πολιτικές των Βρυξελλών. Ήταν πεπεισμένοι ότι η μαγειρική τους ήταν από τις πιο υγιεινές στον κόσμο και ότι η παχυσαρκία ήταν εισαγόμενη από ξένες εταιρείες. Αυτό είναι εν μέρει αλήθεια. Αλλά είναι επίσης εν μέρει ψευδές, και μέχρι οι Ιταλοί να αναγνωρίσουν ότι δεν τρώνε πλέον όπως έτρωγαν οι πρόγονοί τους, οι ίδιοι και τα παιδιά τους θα είναι αυτοί που θα πληρώσουν το τίμημα.

Η μεσογειακή διατροφή είναι νεκρή. Και κάποιος πρέπει να το πει στους Ιταλούς.