Δινόταν με πάθος σε ό,τι κι αν έκανε, από το θέατρο και τον κινηματογράφο, μέχρι τον αγώνα της κατά της χούντας και την εκστρατεία της για την προαγωγή του πολιτισμού με όραμά της την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Η Μελίνα Μερκούρη άφησε ανεξίτηλο το ίχνος της στη διεθνή πολιτιστική σκηνή
Η Μελίνα Μερκούρη δεν χώρεσε ποτέ σε καλούπια
Δινόταν με πάθος σε ό,τι κι αν έκανε, από το θέατρο και τον κινηματογράφο, μέχρι τον αγώνα της κατά της χούντας και την εκστρατεία της για την προαγωγή του πολιτισμού με όραμά της την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Η Μελίνα Μερκούρη άφησε ανεξίτηλο το ίχνος της στη διεθνή πολιτιστική σκηνή
Δινόταν με πάθος σε ό,τι κι αν έκανε, από το θέατρο και τον κινηματογράφο, μέχρι τον αγώνα της κατά της χούντας και την εκστρατεία της για την προαγωγή του πολιτισμού με όραμά της την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Η Μελίνα Μερκούρη άφησε ανεξίτηλο το ίχνος της στη διεθνή πολιτιστική σκηνή
Δινόταν με πάθος σε ό,τι κι αν έκανε, από το θέατρο και τον κινηματογράφο, μέχρι τον αγώνα της κατά της χούντας και την εκστρατεία της για την προαγωγή του πολιτισμού με όραμά της την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Η Μελίνα Μερκούρη άφησε ανεξίτηλο το ίχνος της στη διεθνή πολιτιστική σκηνή
Τη χαρακτήρισαν «τελευταία Ελληνίδα θεά» και «γυναίκα-φλόγα». Η Μελίνα Μερκούρη ήταν μία γυναίκα με χαρισματική προσωπικότητα, που διακρίθηκε στην έβδομη τέχνη, αλλά και στην «τέχνη» της πολιτικής, για τον αγώνα της κατά της δικτατορίας και την μάχη της για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στο σπίτι τους.
Ήταν μια από τις σημαντικότερες Ελληνίδες του 20ού αιώνα. Έστρεψε τους προβολείς στον πολιτισμό της Ελλάδας, θεωρώντας πως είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας, γι’ αυτό και πάλεψε για την ανάδειξή του.
Χάρη στην προσωπικότητά της και τους αγώνες της έγινε η Μελίνα, όχι μόνο των Ελλήνων, αλλά και των ξένων. Αν και τη βάφτισαν Αμαλία-Μαρία, δεν την φώναξαν έτσι ποτέ.
Το όνομα με το οποίο την προσφωνούσαν σε όλη της τη ζωή, και με το οποίο έγινε πασίγνωστη, ήταν το Μελίνα. Πολλές φορές δεν χρειαζόταν καν το επίθετο Μερκούρη για να συστηθεί.
Η σχέση με τον παππού Σπύρο και ο πρώτος γάμος
Γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 18 Οκτωβρίου του 1920. Καταγόταν από οικογένεια πολιτικών και ήταν η αγαπημένη εγγονή του Σπύρου Μερκούρη, ενός από τους πιο επιτυχημένους και δημοφιλείς Δημάρχους της Αθήνας για περισσότερα από 20 χρόνια.
Στο σπίτι του μεγάλωσε, δίπλα του έκανε τις πρώτες δημόσιες εμφανίσεις της σε νηπιακή ηλικία. Συναρπαζόταν από τότε από τις εκδηλώσεις λατρείας του κόσμου, έστω και αν απευθύνονταν στον «Μεγάλο Σπύρο» όπως όλοι φώναζαν τον παππού της. Δίπλα του έμαθε τους κανόνες της δημοκρατικότητας αλλά και την τέχνη του να συνομιλείς ισότιμα με όλους.
Παιδί ανήσυχο, και με το μυαλό προσηλωμένο σε οτιδήποτε άλλο εκτός από τα μαθήματα, ήταν από τις χειρότερες μαθήτριες.
Όταν ο παππούς Σπύρος πεθαίνει, η μικρή Μελίνα αισθάνεται για πρώτη φορά στη ζωή της προδομένη. Την είχε κάνει να πιστέψει πως ήταν αθάνατος…
Έφηβη ακόμα, ερωτεύεται τον Πάνο Χαροκόπο, ο οποίος της παρέχει πλήρη ελευθερία να ασχοληθεί με το θέατρο. Παντρεύονται κρυφά και ενημερώνουν τις οικογένειές τους με τηλεγράφημα:«Γάμος ετελέσθη». Μετά από χρόνια θα χωρίσουν.
Το πάθος για το θέατρο
Δίνει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου, απαγγέλοντας ποίημα του Κώστα Καρυωτάκη. Γίνεται δεκτή πανηγυρικά και την αναλαμβάνει ο Δημήτρης Ροντήρης, ο οποίος είδε μέσα της την τραγωδό.
Αποφοιτά το 1944 κι εντάσσεται στο δυναμικό του Εθνικού θεάτρου, όπου ερμηνεύει μικρούς ρόλους στην κεντρική σκηνή και στη σκηνή του Πειραιά, ενώ στη συνέχεια συνεργάζεται με τον Κάρολο Κουν και το Θέατρο Τέχνης.
Ακολουθεί μια περίοδος που ζει στο Παρίσι, όπου γνωρίζει τον Μαρσέλ Ασάρ, τον Ζαν Κοκτώ, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, την Κολέτ, τη Φρανσουάζ Σαγκάν.
Το 1953 παίρνει το έπαθλο «Μαρίκα Κοτοπούλη». Επιστρέφει στην Ελλάδα κι ανακαλύπτει το κοινωνικό πρόσωπο που κρύβει μέσα της και αναμιγνύεται με τον θεατρικό συνδικαλισμό.
Οι Κάννες και ο Ζυλ Ντασσέν
Με την επιστροφή της στην πατρίδα, τής γίνεται η πρώτη πρόταση να πρωταγωνιστήσει σε κινηματογραφική ταινία. Πρόκειται για τη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη από το θεατρικό έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια».
Η ταινία επαινέθηκε ιδιαίτερα στο κινηματογραφικό φεστιβάλ των Καννών το 1956, εκεί όπου γνωρίζει τον Αμερικανό σκηνοθέτη Ζυλ Ντασσέν, κατοπινό σύντροφό της δια βίου.
Η Μελίνα θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» την ίδια χρονιά και από τότε θα παίξει σε πολλές ακόμα ταινίες του, όπως στο «Ποτέ την Κυριακή», στη «Φαίδρα», στο «Τοπκαπί» κ.α.
Για την ερμηνεία της στην ταινία «Ποτέ την Κυριακή» θα πάρει στις Κάννες το βραβείο γυναικείας ερμηνείας. Η ταινία είναι υποψήφια για πέντε Όσκαρ και αποσπά ένα, αυτό του τραγουδιού με τον Μάνο Χατζιδάκι.
Στη συνέχεια συνεργάζεται με Βιτόριο Ντε Σίκα (Η Δευτέρα παρουσία), ο Νόρμαν Τζούισον (Σικάγο-Σικάγο), ο Καρλ Φόρμαν (Οι Νικητές) κ.α. Συνολικά, έχει πρωταγωνιστήσει σε 19 ταινίες.
Το 1960, είναι η χρονιά της. Τότε σημειώνεται και η μεγαλύτερη επιτυχία αυτής της περιόδου στο θέατρο, όπου συνεχίζει αδιάλειπτα την πορεία της έως το 1967.
Είναι το Γλυκό πουλί της νιότης σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν και παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης με συμπρωταγωνιστή τον Γιάννη Φέρτη.
Η διεθνής αναγνώριση είναι πλέον γεγονός. Η Μελίνα θα ανοίξει τα φτερά της το 1967 για το Μπρόντγουεϊ της Νέας Υόρκης, για να παίξει στο Ίλια Ντάρλινγκ με τον Ζυλ Ντασσέν, σύζυγό της από την προηγούμενη χρονιά, στο πλευρό της.
Ο αντιδικτατορικός αγώνας και η γνωριμία με τον Ανδρέα Παπανδρέου
Τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου, ο Μάνος Χατζιδάκις την ενημερώνει ότι στην Ελλάδα έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα. Η Μελίνα κάνει δηλώσεις στις τηλεοπτικές κάμερες των αμερικανικών μέσων μαζικής ενημέρωσης.
«Σας παρακαλώ μην πάτε στη χώρα μου» λέει κλαίγοντας. Για τις δηλώσεις αυτές, η χούντα θα της αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια στις 12 Ιουλίου του ίδιου χρόνου.
Εκείνη θα απαντήσει με το ιστορικό πλέον: «Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας».
Από τον Νοέμβριο του 1967 και επί τρεις μήνες, το FBI την παρακολουθεί παντού. Υπάρχει προειδοποίηση ότι θα γίνει δολοφονική απόπειρα εναντίον της.
Το σύνθημα για την αντιδικτατορική δράση έχει δοθεί. Με τον Ζυλ Ντασσέν, με τον Μίκη Θεοδωράκη, με άλλους φίλους, η Μελίνα θα γίνει ο εφιάλτης της χούντας.
Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς θα γνωρίσει και τον Ανδρέα Παπανδρέου. Κάνει πολιτική περιοδεία στις ευρωπαϊκές χώρες, συμμετέχει σε διαδηλώσεις, απεργίες πείνας, συναυλίες και πολιτικές εκδηλώσεις.
Δίνει συνεντεύξεις, κάνει ομιλίες, τραγουδά ενάντια στους συνταγματάρχες. Η χούντα αντιδρά, απαγορεύει στην Ελλάδα τα τραγούδια της και δεσμεύει την περιουσία της.
Στις 7 Μαρτίου του 1969, στο θέατρο της Γένοβας γίνεται βομβιστική επίθεση εναντίον της με βόμβα πέντε κιλών η οποία και εκρήγνυται, χωρίς ευτυχώς θύματα.
Στο πλαίσιο της ίδιας περιοδείας, γίνεται επίθεση εναντίον της από φασιστική οργάνωση στο Βέλγιο.
Ο θάνατος του πατέρα της (7 Ιουλίου 1968) τη βρίσκει στην ξενιτιά. Δεν έχει ιθαγένεια, ούτε διαβατήριο. Όταν πεθαίνει η μητέρα της (Ιούλιος 1972) της επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα για λίγες ώρες.
Στις 26 Ιουλίου του 1974, δύο μόλις μέρες μετά την πτώση της χούντας, επιστρέφει στην Ελλάδα. Στο αεροδρόμιο γίνεται διαδήλωση, θα κατέβει από το αεροπλάνο κάνοντας το σήμα της νίκης και θα χαθεί στις αγκαλιές των αγαπημένων της.
Η πολιτική δράση με φόντο τον πολιτισμό
Με την επιστροφή και την οριστική εγκατάστασή της στην Ελλάδα, συνεχίζει την πολιτική της δράση μέσα από το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα, του οποίου είναι από τα ιδρυτικά μέλη και με το οποίο εκλέγεται βουλευτής.
Η διεθνής ακτινοβολία της, της επιτρέπει να έρχεται σε επαφή με κορυφαίους Ευρωπαίους ηγέτες και να προβάλει τα εθνικά μας θέματα.
Όταν το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές τον Οκτώβριο του 1981, η Μελίνα Μερκούρη ορίζεται υπουργός Πολιτισμού και παραμένει στη θέση αυτή και τα οκτώ χρόνια διακυβέρνησης της χώρας από το κόμμα.
Ως υπουργός εφάρμοσε μια έντονη εξωτερική πολιτιστική πολιτική. Οργάνωσε πολλές και σημαντικές εκθέσεις σε μουσεία του εξωτερικού, καθώς και εκδηλώσεις ουσίας.
Συναντήθηκε με σπουδαίες προσωπικότητες όπως ο Λάνγκ, ο Αντρεότι, ο Γκένσερ, ο Πάλμε, ο Γκονζάλεθ, ο Πάπας, η Γκάντι, ο Μιτεράν κ.α. και διεκδίκησε μια εξέχουσα θέση για την Ελλάδα και τον πολιτισμό της.
Το όραμα για τα Μάρμαρα του Παρθενώνα
Ένα από τα σημαντικότερα οράματά της υπήρξε η επιστροφή στην Ελλάδα των Μαρμάρων του Παρθενώνα, που σύλησε και απέσπασε τον προηγούμενο αιώνα ο λόρδος Έλγιν και που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο.
Η ιδέα της επιστροφής των Μαρμάρων της γεννήθηκε κατά τη δεκαετία του ΄60, όταν, στα γυρίσματα της ταινίας «Φαίδρα», οι Βρετανοί ζήτησαν πληρωμή για να αφήσουν το ελληνικό συνεργείο να κινηματογραφήσει τα γλυπτά.
Έθεσε το θέμα επίσημα για πρώτη φορά ως Υπουργός Πολιτισμού τον Ιούλιο του 1982 στο Μεξικό, στη Διεθνή Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO και δεν σταμάτησε να αγωνίζεται γι’ αυτό μέχρι το θάνατό της.
«Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για μας», έλεγε. «Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας».
Και « Αν με ρωτήσετε εάν θα ζω όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λέω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δεν ζω πια, θα ξαναγεννηθώ».
Δεν έπαψε να επαναλαμβάνει ότι η Ελλάδα ζητούσε μόνο την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα και όχι και των άλλων αριστουργημάτων που βρίσκονται σε ξένα μουσεία. Κι αυτό επειδή τα Μάρμαρα του Παρθενώνα αποτελούν μέρος ενός μοναδικού μνημείου.
Για να υποβοηθηθεί το αίτημα της επιστροφής, συνέλαβε την ιδέα ενός νέου Μουσείου Ακροπόλεως που θα προσέφερε τον κατάλληλο χώρο που χρειάζονται τα αριστουργηματικά γλυπτά για να εκτεθούν και θα αφαιρούσε κάθε επιχείρημα από εκείνους που αντιτίθενται στην επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα.
Παράλληλα, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στις εργασίες αναστήλωσης των μνημείων της Ακρόπολης και στην ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Καθιέρωσε τη δωρεάν είσοδο των Ελλήνων πολιτών στα μουσεία και στους αρχαιολογικούς χώρους, σε μια προσπάθεια για την ευρύτερη παιδεία του λαού και ειδικά των νέων (προσπάθεια που σταμάτησε όμως αναγκαστικά λόγω σχετικών οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης).
Η Μελίνα Μερκούρη συνέλαβε την ιδέα ενοποίησης των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας, για τη δημιουργία ενός αρχαιολογικού πάρκου, συνέβαλε στο να ξεκινήσει ο θεσμός των Πολιτιστικών Πρωτευουσών της Ευρώπης, ενώ θέλησε να διαφυλάξει και να προστατέψει το περιβάλλον και τον πολιτισμό του Αιγαίου αρχιπελάγους.
Το τέλος
Η Μελίνα Μερκούρη πέρασε στην αιωνιότητα στις 6 Μαρτίου 1994, στο νοσοκομείο Μεμόριαλ της Νέας Υόρκης έπειτα από μάχη με τον καρκίνο των πνευμόνων και κηδεύτηκε στις 10 Μαρτίου με τιμές Πρωθυπουργού. Η κηδεία της ήταν πάνδημη.
Με πληροφορίες από Ίδρυμα Μελίνα Μερκούρη
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι