Η Άσπεν Έλις, βιολόγος θαλασσοπουλιών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στη Σάντα Κρουζ, πέρασε μια δεκαετία κάνοντας εργασίες πεδίου σε απομακρυσμένα νησιά στα ανοικτά των ακτών των Ηνωμένων Πολιτειών. Συχνά ζούσε για μήνες ανάμεσα σε χιλιάδες πουλιά, βυθισμένη τόσο πολύ στους τρόπους τους, ώστε έμαθε ακόμη και να καταλαβαίνει από τις φωνές τους ποια αρπακτικά βρίσκονταν κοντά. Καθώς όμως πρόσθεσε τις παρατηρήσεις της σε 40 ή 50 χρόνια προηγούμενης έρευνας σχετικά με αυτές τις αποικίες, παρατήρησε ένα ανησυχητικό μοτίβο.

«Ξανά και ξανά, απλά έπιανα τον εαυτό μου να καταγράφει τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης με την πάροδο του χρόνου», θυμάται, από την άνοδο της στάθμης της θάλασσας που απειλούσε τις αποικίες αναπαραγωγής, μέχρι τα ψάρια που μετακινούνται σε ψυχρότερες περιοχές και αφήνουν τους νεοσσούς των θαλασσοπουλιών να λιμοκτονούν. «Χωρίς την αντιμετώπιση αυτού του ευρύτερου ζητήματος της κλιματικής αλλαγής, το έργο συνομιλίας που κάναμε με τα θαλασσοπούλια δεν ήταν επαρκές για να σώσουμε αυτούς τους πληθυσμούς», προσθέτει, μιλώντας στο BBC. Αποφάσισε να αλλάξει κατεύθυνση – και σήμερα, μελετά τρόπους για να γίνουν τα υπεράκτια αιολικά πάρκα καθαρής ενέργειας ασφαλέστερα για τα πουλιά.

Ο αντίκτυπος της παραγωγής ενέργειας στην άγρια ζωή έχει έρθει και πάλι στο προσκήνιο εν μέσω του σχεδίου του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να στρέψει τον εφοδιασμό της χώρας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως η αιολική, στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Τις πρώτες ημέρες της θητείας του, ο Τραμπ ανακάλεσε την απαγόρευση του πρώην προέδρου Τζο Μπάιντεν για νέες υπεράκτιες γεωτρήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου. «Θα τρυπήσουμε, μωρό μου, θα τρυπήσουμε», υποσχέθηκε ο Τραμπ κατά την ορκωμοσία του, βάζοντας παράλληλα φρένο στην επέκταση των αιολικών πάρκων. Ένα από τα επιχειρήματά του είναι ότι τα αιολικά πάρκα βλάπτουν τα πουλιά και τις φάλαινες. Το εκτελεστικό διάταγμά του που σταμάτησε την ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων ανέφερε τη σημασία της θαλάσσιας ζωής ως έναν από τους λόγους για την απόφαση.

Ενώ τα αιολικά πάρκα μπορεί να έχουν κάποιες αρνητικές επιπτώσεις στην τοπική άγρια ζωή στους οικοτόπους όπου βρίσκονται, μεταξύ άλλων μέσω του θορύβου, η Έλις και άλλοι επιστήμονες που ειδικεύονται στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των αιολικών πάρκων αμφισβητούν τον ισχυρισμό ότι η αιολική ενέργεια είναι πιο επιζήμια για την άγρια ζωή από την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων. Περιγράφουν την αιολική ενέργεια ως ένα ισχυρό και αναγκαίο όπλο κατά της κλιματικής αλλαγής, υποστηρίζοντας ότι οι επιπτώσεις της στην άγρια ζωή μπορούν να κατανοηθούν, να διαχειριστούν και να μειωθούν. Το αντιπαραβάλλουν με τον υπαρξιακό κίνδυνο που δημιουργούν τα ορυκτά καύσιμα που οδηγούν στην υπερθέρμανση του πλανήτη – μαζί με τον συνεχή θόρυβο και τη ρύπανση από την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Η συζήτηση αναδεικνύει ένα από τα πιο δύσκολα αινίγματα που αντιμετωπίζουν τα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας σε όλο τον κόσμο. Σε ποιο βαθμό πρέπει να εξισορροπήσουν τον αντίκτυπο που μπορούν να έχουν στο τοπικό περιβάλλον με τις παγκόσμιες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής; Και πώς συγκρίνονται αυτές οι επιπτώσεις που σχετίζονται με την αιολική ενέργεια με τις τοπικές επιπτώσεις των γεωτρήσεων πετρελαίου και φυσικού αερίου;

Ζυγίζοντας τις απειλές

«Τα ορυκτά καύσιμα και η επίδρασή τους στην κλιματική αλλαγή υπερτερούν των πάντων», λέει η Μπεθ Σκοτ, καθηγήτρια θαλάσσιας οικολογίας στο Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία, ένα έθνος που έχει εξελιχθεί σε εργοστάσιο παραγωγής αιολικής ενέργειας. «Η κλιματική αλλαγή είναι μακράν, μακράν ο χειρότερος εχθρός, για όλα τα άγρια ζώα και τους ανθρώπους». Μιλώντας από το Αμπερντίν, έδειξε προς το παράθυρό της, σε μια καταιγίδα που έμοιαζε να ετοιμάζεται να πλήξει τη Σκωτία αργότερα μέσα στην ημέρα. Είναι πολύ νωρίς για να πούμε αν η συγκεκριμένη καταιγίδα έχει γίνει ισχυρότερη λόγω της κλιματικής κρίσης, αλλά η συνολική εικόνα είναι σαφής – τα ακραία καιρικά φαινόμενα «μόνο χειρότερα θα γίνουν» σε έναν θερμότερο κόσμο, λέει.

Η Σκοτ και οι συνάδελφοί της μελετούν τον αντίκτυπο της αιολικής ενέργειας στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Ενώ οι επιπτώσεις αυτές είναι υπαρκτές, χαρακτηρίζει επίσης την αιολική ενέργεια ιδιαίτερα χρήσιμο εργαλείο για τη μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, φιλικές προς το κλίμα, επειδή μπορεί να κατασκευαστεί γρήγορα και σε κλίμακα.

Πηγή: Zhongyong Fan

«Μόλις ξεκινήσετε την κατασκευή, σε λιγότερο από δύο χρόνια, μπορείτε να κατασκευάσετε ένα [υπεράκτιο αιολικό] πάρκο 2 GW – το ισοδύναμο ενός πυρηνικού σταθμού», λέει η Σκοτ. Η κατασκευή πυρηνικών σταθμών μπορεί να διαρκέσει πάνω από μια δεκαετία. «Έτσι, όσον αφορά την ταχεία αντίδραση στην κλιματική αλλαγή, υπάρχει αυτό».

Η Έλις βλέπει επίσης την αιολική ενέργεια ως ιδιαίτερα υποσχόμενη. «Υπάρχει μεγάλη συναίνεση [μεταξύ των εμπειρογνωμόνων των θαλάσσιων πτηνών] σχετικά με την ανάγκη μετάβασης από τις παραδοσιακές πηγές ενέργειας σε ένα πλαίσιο ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, και η υπεράκτια αιολική ενέργεια έχει πραγματικά μεγάλες δυνατότητες να το κάνει αυτό», λέει. «Βλέπουμε τη βιομηχανία να ανθίζει πραγματικά πολύ γρήγορα, υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον γι’ αυτό διεθνώς, υπάρχει μεγάλη χωρητικότητα γι’ αυτό διεθνώς».

Εύρεση της σωστής τοποθεσίας

Ωστόσο, τα αιολικά πάρκα, τόσο στη στεριά όσο και στη θάλασσα, ενέχουν κινδύνους για τα πτηνά, όπως η απώλεια ενδιαιτημάτων και οι συγκρούσεις με την ανεμογεννήτρια ή τα πτερύγιά της. Στη Σκωτία, για παράδειγμα, δύο είδη θαλασσοπουλιών, το northern gannet και το black-legged kittiwake θεωρούνται ότι αντιμετωπίζουν υψηλό κίνδυνο σύγκρουσης με τα αιολικά πάρκα.

Τα θαλασσοπούλια μπορεί επίσης να υποστούν έμμεσες επιπτώσεις, για παράδειγμα εάν αλλάξουν τις διαδρομές τους για να αποφύγουν τα αιολικά πάρκα και στη συνέχεια δαπανήσουν περισσότερο χρόνο και ενέργεια για την αναζήτηση τροφής. Το κατά πόσο τα θαλασσοπούλια αποφεύγουν τα αιολικά πάρκα και πώς αυτό τα επηρεάζει, μπορεί να ποικίλλει σημαντικά και αποτελεί ακόμη αντικείμενο συνεχιζόμενης έρευνας. Ορισμένα, όπως το κηλιδοβούτι με τον χαρακτηριστικό κόκκινο λαιμό του, έχει αναφερθεί ότι αποφεύγουν τα αιολικά πάρκα, ενώ άλλα, όπως οι μεγάλοι γλάροι, έχουν μικτή αντίδραση σε αυτά, σύμφωνα με την έρευνα. Άλλα πάλι, όπως οι κορμοράνοι, αναζητούν τα αιολικά πάρκα για να βρουν τροφή και να κουρνιάσουν εκεί.

Πηγή: PELAgIO NERC ECOWind project

Στη Σκωτία, η Σκοτ και άλλοι επιστήμονες διεξάγουν ευρεία έρευνα σχετικά με τις επιπτώσεις των αιολικών πάρκων σε ολόκληρο το τροφικό πλέγμα, συμπεριλαμβανομένου του πλαγκτού, χρησιμοποιώντας ωκεάνια ρομπότ και άλλα όργανα. Η αιολική ενέργεια μεταβάλλει το οικοσύστημα, λέει η Σκοτ, αλλά ο αντίκτυπος δεν είναι απαραίτητα πάντα αρνητικός. Η έρευνα που παρακολουθεί τις φώκιες δείχνει ότι χρησιμοποιούν πλέον τα αιολικά πάρκα ως κυνηγότοπους για να αναζητήσουν ψάρια που συγκεντρώνονται γύρω από τις τουρμπίνες, για παράδειγμα, με τα ίχνη μιας φώκιας να δείχνουν πώς το ζώο διέσχισε το πάρκο και σταμάτησε σε διάφορες τουρμπίνες για να φάει.

Δεκαετίες ερευνών από όλο τον κόσμο δείχνουν ότι η παραγωγή πετρελαίου επηρεάζει τα πουλιά, τις φάλαινες και άλλα είδη άγριας ζωής με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Εκτός από τον κλιματικό παράγοντα, υπάρχει ο κίνδυνος πετρελαιοκηλίδων καθώς και μικρότερων, χρόνιων διαρροών, λένε οι επιστήμονες, οι οποίες μπορούν να βλάψουν τα θαλασσοπούλια, τις φάλαινες, τα δελφίνια και άλλα άγρια ζώα. Τα δελφίνια που εκτέθηκαν στη διαρροή πετρελαίου Deepwater Horizon στον Κόλπο του Μεξικού το 2010, για παράδειγμα, υπέστησαν προβλήματα υγείας, όπως χρόνια πνευμονοπάθεια και καρδιακές ανωμαλίες, όπως έδειξαν έρευνες.

Η Κέιτλιν Φρέιζιερ, αναπληρώτρια ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας Scripps του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας στο Σαν Ντιέγκο, και άλλοι ερευνητές μελέτησαν πώς η πρωτοφανώς μεγάλη και βαθιά υπεράκτια πετρελαιοκηλίδα επηρέασε μακροπρόθεσμα διάφορα είδη φαλαινών και δελφινιών. Χρησιμοποίησαν ακουστικούς αισθητήρες για να καταγράψουν τα clicks που εκπέμπουν τα ζώα, και από αυτό, υπολόγισαν την πυκνότητα του πληθυσμού τους στην περιοχή. Διαπίστωσαν ότι μια δεκαετία μετά τη διαρροή, επτά από τις οκτώ ομάδες ειδών που παρακολουθήθηκαν είχαν μειωθεί, συμπεριλαμβανομένων των φαλαινών φυσητήρων (έως και 31%) και των ραμφοφαλαινών (έως και 83%).

Αλλά οι αισθητήρες εντόπισαν και κάτι άλλο: Εκκωφαντικές εκρήξεις από την εξερεύνηση πετρελαίου στον Κόλπο του Μεξικού.

«[Ο Κόλπος του Μεξικού] είναι μια πραγματικά θορυβώδης περιοχή λόγω όλων των ερευνών που σχετίζονται με τις γεωτρήσεις, κάνουν αυτές τις σεισμικές έρευνες που δημιουργούν πολύ θόρυβο καθώς αναζητούν τους θύλακες πετρελαίου και κατανοούν πώς κινείται το πετρέλαιο», λέει η Φρέιζιερ.

Ηχορύπανση στη θάλασσα

Ο θόρυβος από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τις σεισμικές έρευνες που αναπτύσσουν αεροβόλα μηχανήματα εξορύξεων, τα οποία ρυμουλκούνται πίσω από τα πλοία και εκτοξεύουν πεπιεσμένο αέρα μέσα στο νερό κάθε 10 δευτερόλεπτα, λέει η Φρέιζιερ. «Το κάνουν αυτό σε βαθιά νερά, 1.000 μέτρα ή περισσότερο, και είναι πολύ χαμηλές συχνότητες, οπότε αυτά τα ηχητικά κύματα ταξιδεύουν πολύ μακριά στα βαθιά νερά», λέει. Ο ήχος είναι τόσο ισχυρός που «μπορείς να τον ακούσεις σε όλο τον Κόλπο του Μεξικού».

«Έτσι, όταν κάνουν έρευνες στα ανοιχτά του Τέξας, θα το ακούσετε στα ανοιχτά της Φλόριντα, θα το ακούσετε στα μεξικανικά ύδατα. Δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγεις από αυτόν τον ήχο», λέει.

Για τις φάλαινες, τα δελφίνια και άλλα θαλάσσια θηλαστικά που βασίζονται στον ήχο και τον ηχοεντοπισμό για να βρίσκουν την τροφή τους στα σκοτεινά και θολά νερά, ένας τόσο δυνατός και ξαφνικός υποβρύχιος θόρυβος μπορεί να αποπροσανατολίσει βαθιά, ισοδυναμώντας με τύφλωση, καθώς και να τα ταλαιπωρήσει πολύ, όπως έδειξαν έρευνες.

«Αν σκεφτείτε μια φάλαινα φυσητήρα, ένα από τα είδη της μελέτης μας, το ένα τρίτο του σώματος του ζώου είναι μια συσκευή παραγωγής ήχου. Τόσο σημαντικός είναι ο ήχος για το ζώο. Ολόκληρη η ζωή τους επικεντρώνεται γύρω από τη χρήση του ήχου», λέει η Φρέιζιερ.

Στον Κόλπο του Μεξικού, ο θόρυβος από τα αεροβόλα καθώς και από τα σκάφη μπορεί να δυσκολεύει τις φάλαινες και τα δελφίνια να αναζητήσουν τροφή, υποστηρίζει η Φρέιζιερ. Η βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου, ωστόσο, υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο θόρυβος από αεροβόλα τραυματίζει ή βλάπτει τη θαλάσσια ζωή, ισχυρισμός που αμφισβητούν οι περιβαλλοντικές ομάδες.

«Δεν είναι ότι πιστεύουμε ότι αυτοί οι ήχοι σκοτώνουν άμεσα τις φάλαινες, αλλά αυτές οι φάλαινες χρησιμοποιούν τον ήχο στην καθημερινή τους ζωή για να βρουν τροφή, να επικοινωνήσουν μεταξύ τους», λέει η Φρέιζιερ. «Φανταστείτε αν ένα φως εκτοξευόταν στο πρόσωπό σας κάθε 10 δευτερόλεπτα – αυτό θα ήταν ενοχλητικό καθώς προσπαθείτε να συνεχίσετε την ημέρα σας».

Η κατασκευή αιολικών πάρκων συνεπάγεται επίσης θόρυβο, για παράδειγμα κατά τη διάρκεια της τοπογράφησης αλλά και όταν ο πάσσαλος σφυρηλατείται στον βυθό της θάλασσας. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι φώκιες και τα δελφίνια επηρεάζονται από το θόρυβο που προκαλείται από το χτύπημα των πασσάλων, με αποτέλεσμα να φεύγουν για αρκετά μίλια και να επηρεάζεται η ικανότητά τους να τρέφονται.

Ωστόσο, η Φρέιζιερ υπογραμμίζει ότι με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, οι έρευνες πραγματοποιούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όχι μόνο πριν αλλά και κατά τη διάρκεια της εξόρυξης.

«Το βλέπουμε σε όλες τις ηχογραφήσεις μας», λέει για τον θόρυβο που σχετίζεται με το πετρέλαιο, τον οποίο περιγράφει ως ένα συνεχές σκηνικό στους ήχους των φαλαινών. «Είναι πολύ συγκλονιστικό να το ακούς».

Συγκριτικά, τα στοιχεία από τα ευρωπαϊκά υπεράκτια αιολικά πάρκα δείχνουν ότι ο δυνατός θόρυβος από την κατασκευή αιολικών πάρκων τείνει να είναι πιο προσωρινός και περιορίσιμος, καθώς συμβαίνει κατά τη φάση της διάνοιξης των τρυπών για τους πασσάλους. Στην Ευρώπη, ορισμένες χώρες, όπως η Γερμανία, υποχρεώνουν πλέον νομικά τους κατασκευαστές υπεράκτιων αιολικών πάρκων να τοποθετούν γύρω από τα εργοτάξια συσκευές που ονομάζονται κουρτίνες φυσαλίδων για την απομόνωση αυτού του θορύβου από το χτύπημα των πασσάλων και την προστασία των δελφινιών και άλλων θαλάσσιων ζώων.

Όταν το αιολικό πάρκο είναι στη θέση του, μπορεί να συνεχίσει να περιστρέφεται για δεκαετίες και στη συνέχεια να αντικατασταθεί με νέες ανεμογεννήτριες στην ίδια γη, ενώ η παραγωγή πετρελαίου συνεχίζεται μόλις εξαντληθεί ένας χώρος. Ωστόσο, υπάρχει επίσης συνεχής θόρυβος στα υπεράκτια αιολικά πάρκα από τις ανεμογεννήτριες που περιστρέφονται και τα σκάφη εφοδιασμού και συντήρησης. Ο θόρυβος των πλοίων – είτε από τα εν λόγω σκάφη συντήρησης, είτε από τη ναυτιλία γενικά – μπορεί με τη σειρά του να επηρεάσει τα θαλάσσια θηλαστικά, όπως τα δελφίνια.

Οι χερσαίες επιπτώσεις του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της αιολικής ενέργειας

Η Λίμπα Πέτζχαρ, καθηγήτρια και βιολόγος διατήρησης στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, και η ομάδα της συνέκριναν τις επιπτώσεις της αιολικής ενέργειας στην ενδοχώρα και του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στα οικοσυστήματα στο Κολοράντο και στο γειτονικό Γουαϊόμινγκ. Στις πολιτείες αυτές υπάρχουν αιολικά πάρκα, καθώς και κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Μία από τις πτυχές που μελέτησαν ήταν η απώλεια και ο κατακερματισμός των ενδιαιτημάτων, δηλαδή, τα ενδιαιτήματα της άγριας ζωής που χάνονται ή διασπώνται μέσω των δρόμων καθώς και των ίδιων των τουρμπίνων ή των κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Διαπίστωσαν ότι τόσο τα χερσαία αιολικά πάρκα όσο και η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου προκαλούν απώλεια οικοτόπων. Ωστόσο, «διαπιστώσαμε συνολικά ότι η αιολική ενέργεια οδήγησε σε λιγότερο κατακερματισμό των οικοτόπων από ό,τι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο και κυρίως σε λιγότερες επιπτώσεις μακροπρόθεσμα», λέει η ίδια. «Βραχυπρόθεσμα, οι επιπτώσεις ήταν συχνά κάπως ισοδύναμες, αλλά η αιολική ενέργεια είναι ένας ανανεώσιμος πόρος, οπότε μόλις τοποθετηθούν οι ανεμογεννήτριες, συνεχίζουν να αξιοποιούν την ενέργεια αυτή για τις επόμενες δεκαετίες. Ενώ το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο πρέπει να συνεχίσουν να κινούνται, και έτσι αυτές οι επιπτώσεις απλώς επιδεινώνονται σε όλο το τοπίο».

Ενώ οι κίνδυνοι της αιολικής ενέργειας για τα πουλιά, όπως οι περιπτώσεις πρόσκρουσης, είναι γνωστοί, η προκαταρκτική έρευνα της ομάδας της Πέτζχαρ δείχνει ότι η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου μπορεί επίσης να επηρεάσει αρνητικά τα πουλιά και το περιβάλλον τους και, για παράδειγμα, έχει επηρεάσει τα γεράκια στο Γουαϊόμινγκ.

Όπως και οι άλλοι επιστήμονες, η Πέτζχαρ υπογραμμίζει επίσης πώς η κλιματική αλλαγή, η οποία οφείλεται στα ορυκτά καύσιμα, αλλάζει ήδη το περιβάλλον. «Υπάρχει μεγαλύτερη συχνότητα αυτών των μεγάλων, καταστροφικών πυρκαγιών στο Κολοράντο ειδικότερα», λέει. «Μερικές φορές η άγρια ζωή μπορεί να ωφεληθεί από τη φωτιά, είναι μια φυσική μορφή διαταραχής, αλλά η κλίμακα αυτών των πυρκαγιών και η ένταση και η συχνότητα – θα μπορούσε να υπάρξει πλήρης αλλαγή της κατάστασης, όπου τα δάση δεν μπορούν πλέον να διατηρηθούν επειδή η φωτιά κινείται μέσα σε αυτά σε τόσο τακτική βάση. Έτσι, αυτό θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στις κοινότητες της άγριας ζωής».

Και οι δύο βιομηχανίες λαμβάνουν μέτρα για να μειώσουν τις επιπτώσεις που έχουν οι δραστηριότητές τους στο τοπικό περιβάλλον όπου δραστηριοποιούνται.

Σε μια μελέτη του 2022 με συνεπικεφαλής την Έλις, μια διεθνής ομάδα επιστημόνων, αλλά και οργανώσεων διατήρησης, όπως η American Bird Conservancy, ανέπτυξε μια διαδικασία που επιτρέπει στους κατασκευαστές αιολικών πάρκων να εντοπίζουν και να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους για τα θαλάσσια πτηνά. Συνέστησαν μέτρα για τη μείωση ή την αντιστάθμιση των επιπτώσεων, τα οποία περιλάμβαναν την επιλογή περιοχών που βρίσκονται λιγότερο κοντά στις γνωστές διαδρομές πτήσης των θαλασσοπουλιών ή στα ενδιαιτήματα τους, την κατασκευή εναλλακτικών θέσεων φωλεοποίησης από τους κατασκευαστές αιολικών πάρκων και τη χρηματοδότηση προγραμμάτων διατήρησης για την ενίσχυση των ειδών σε άλλα ενδιαιτήματα από τους κατασκευαστές.

«Τα θαλασσοπούλια είναι μια εξαιρετική μελέτη περίπτωσης για αυτή [τη διαδικασία], επειδή έχουμε πολλά δεδομένα για πολλά από αυτά τα είδη», λέει η Έλις. Επιπλέον, «η προστασία των θαλασσοπουλιών είναι πολύ καλά κατανοητή», λέει, τόσο όσον αφορά τις συγκεκριμένες απειλές για τα θαλασσοπούλια, όπως τα αρπακτικά και τα χωροκατακτητικά φυτά, όσο και όσον αφορά τον τρόπο αποτελεσματικής αντιμετώπισης αυτών των απειλών, για παράδειγμα με την απομάκρυνση των αρπακτικών, όπως οι αρουραίοι, και τον καθαρισμό των χωροκατακτητικών φυτών. Η διαδικασία αξιολόγησης που περιγράφεται στη μελέτη θα μπορούσε στη συνέχεια να χρησιμοποιηθεί και για τη μείωση των επιπτώσεων της αιολικής ενέργειας σε άλλα είδη, όπως οι νυχτερίδες και οι φάλαινες, με μέτρα που είναι κατάλληλα γι’ αυτά, λέει η ίδια.

Όσον αφορά τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο της εξόρυξης ορυκτών καυσίμων, ορισμένα από τα σημαντικότερα μέτρα έχουν ως στόχο τη μείωση των πετρελαιοκηλίδων και της χρόνιας ρύπανσης από πετρέλαιο, η οποία μπορεί να είναι καταστροφική για τα πτηνά και άλλα είδη άγριας ζωής. Παρακολουθώντας τα πτηνά που μολύνονται από πετρελαιοκηλίδες στη Βόρεια Θάλασσα της Ευρώπης, αποκαλύφθηκε μια απότομη μείωση του ποσοστού των πτηνών που έχουν υποστεί ρύπανση από πετρέλαιο, γεγονός που υποδηλώνει τη μείωση της ρύπανσης από πετρέλαιο και των πετρελαιοκηλίδων ως αποτέλεσμα μέτρων όπως η απαίτηση τα πετρελαιοφόρα να έχουν διπλό κύτος.

Ωστόσο, οι προσπάθειες να μειωθούν οι τοπικές επιπτώσεις των ενεργειακών υποδομών δεν συμβάλλουν στην αντιμετώπιση του ευρύτερου πλαισίου της κλιματικής αλλαγής, η απειλή της οποίας οδήγησε σε διεθνείς συμφωνίες για τη σταδιακή μείωση των ορυκτών καυσίμων. Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την καύση ορυκτών καυσίμων οδηγούν πολλά μέρη του κόσμου να αισθάνονται τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη.

Και αυτά αρχίζουν να επηρεάζουν και τα περιβάλλοντα όπου εξορύσσονται τα ορυκτά καύσιμα. Ο Κόλπος του Μεξικού, για παράδειγμα, βρίσκεται στη δίνη ενός θαλάσσιου καύσωνα που τροφοδοτείται από την κλιματική αλλαγή, ο οποίος μπορεί να κάνει τους τυφώνες πιο έντονους.

Παράλληλα με το διοξείδιο του άνθρακα που απελευθερώνεται από την καύση των ορυκτών καυσίμων, η ένταση της εξόρυξης πετρελαίου στον Κόλπο του Μεξικού έχει πρόσθετες επιπτώσεις στο κλίμα από την απελευθέρωση μεγάλων ποσοτήτων μεθανίου – ενός ακόμη πιο ισχυρού αερίου του θερμοκηπίου από το διοξείδιο του άνθρακα σε μια περίοδο 20 ετών.

Παρόλο που η παγκόσμια προσφορά ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αυξάνεται ραγδαία και η ζήτηση για πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα προβλέπεται να κορυφωθεί αυτή τη δεκαετία, ο αγώνας για την κατασκευή ενεργειακών υποδομών που δεν θα βλάπτουν την άγρια φύση φαίνεται ότι θα αποτελέσει πρόκληση για τα επόμενα χρόνια.

Ο τρόπος με τον οποίο θα ανταποκριθεί η ενεργειακή βιομηχανία θα γίνει αισθητός στους βιότοπους σε όλο τον κόσμο.