icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Οι «σταθμοί άνεσης», όπως ονομάζονταν, ήταν διαχωρισμένοι κατά φύλο, αλλά οι γυναικείες εγκαταστάσεις ήταν συχνά μικρότερες και είχαν λιγότερες τουαλέτες από τις ανδρικές

Η είσοδος των γυναικών στη δημόσια ζωή γύρω στις αρχές του 20ού αιώνα αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για τη δημιουργία δημόσιων τουαλετών με διαχωρισμό φύλου. Όπως γράφει η ακαδημαϊκός Daphne Spain, πολλές ακτιβίστριες για τα δικαιώματα των γυναικών άσκησαν τότε πιέσεις στις δημοτικές κυβερνήσεις για να κάνουν τις πόλεις πιο φιλόξενες για εκείνες, πιέζοντας για υποδομές, όπως γυναικείες δημόσιες τουαλέτες, κλινικές και παιδικούς σταθμούς.

Τόσο στις μικρές όσο και στις μεγάλες πόλεις, σημειώνει ο ιστορικός Peter C. Baldwin, οι γυναίκες εργάστηκαν για να εξασφαλίσουν τη διαθεσιμότητα δημόσιων τουαλετών με βάση το φύλο, που τους παρείχαν ιδιωτικότητα, ασφάλεια και αυτονομία – εφόσον, δηλαδή, ήταν λευκές και εύπορες – διαφορετικά, η πρόσβαση στις εγκαταστάσεις λειτουργούσε ως εργαλείο διαχωρισμού.

Οι πρώτες δημόσιες τουαλέτες για άνδρες

Οι πρώτες δημόσιες τουαλέτες στις ΗΠΑ εμφανίστηκαν στα τέλη του 1800. Οι ιδιοκτήτες διαφόρων παμπ και κέντρων αναψυχής – αποκλειστικά για άνδρες – τις προσέφεραν στους πελάτες τους για να αυξήσουν τις δουλειές τους και να κρατήσουν τους πότες να πίνουν.

Όμως, όπως σημειώνει ο Baldwin, οι παμπ και τα σαλούν ήταν ακατάλληλα, αφιλόξενα και, μερικές φορές, επικίνδυνα περιβάλλοντα για τις γυναίκες, και άρα ήταν εγκαταστάσεις μόνο για άντρες, που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά και μόνο τις δικές τους ανάγκες.

Μόλις λίγες δεκαετίες αργότερα, σύμφωνα με τη Spain, οι γυναίκες άρχισαν να αμφισβητούν τη θέση τους στην κοινωνία. Και ενώ εκείνες που προέρχονταν από τις μεσαίες και ανώτερες τάξεις επιθυμούσαν να βγουν έξω στον κόσμο για να κοινωνικοποιηθούν, να κάνουν ψώνια και να ταξιδέψουν, οι γυναίκες των κατώτερων τάξεων είχαν ήδη πιάσει δουλειά σε εργοστάσια και άλλα μη οικιακά περιβάλλοντα, κερδίζοντας τα δικά τους χρήματα. Παράλληλα, πολλές γυναίκες άρχισαν να διεκδικούν μία θέση στην πολιτική ζωή της χώρας τους, απαιτώντας να τους δοθεί δικαίωμα ψήφου.

Οι συνθήκες απαιτούσαν, πλέον, να μοιράζονται τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες από κοινού τα πεζοδρόμια, τα μέσα μεταφοράς, τα πάρκα, τα καταστήματα και τους χώρους αναψυχής.

Οι «σταθμοί άνεσης» και τα ανθρώπινα απόβλητα

Όταν τελικά, μετά από πολλούς αγώνες, οι γυναίκες εισήλθαν στη δημόσια ζωή, τα «όρια ευπρέπειας» άρχισαν να μεταβάλλονται για να τις φιλοξενήσουν: ο διαχωρισμός των φύλων έγινε πρωταρχικό μέλημα, σύμφωνα με τον Baldwin, για τη διατήρηση της σεμνότητας και της ευπρέπειας των γυναικών.

Ταυτόχρονα, δεδομένου ότι πολλοί χώροι δεν διέθεταν ακόμη διαθέσιμες τουαλέτες, πολλοί άνδρες είχαν συνηθίσει να ανακουφίζονται στο δρόμο, κάτι που όμως είχε αρχίσει να φαίνεται – τουλάχιστον – «άκομψο» εφόσον πλέον κυκλοφορούσαν στους δρόμους και γυναίκες, ενώ η νέα επιστήμη της θεωρίας των μικροβίων κατέστησε σαφές ότι η χρήση των πεζοδρομίων και των δρόμων ως τουαλέτας αποτελούσε κίνδυνο για την υγεία, όπως αναφέρεται στο JSTOR daily.

Έτσι, σχεδιαστές αστικού περιβάλλοντος, γιατροί και ομάδες πολιτών άσκησαν πιέσεις στις δημοτικές κυβερνήσεις του Σικάγο, της Βοστώνης, της Νέας Υόρκης και αλλού για να δώσουν μια υγειονομική λύση στο πρόβλημα των ανθρώπινων αποβλήτων.

Οι πρώτες δημόσιες τουαλέτες, που κατ’ ευφημισμόν ονομάζονταν «σταθμοί άνεσης», εμφανίστηκαν στις αμερικανικές πόλεις τη δεκαετία του 1890, σύμφωνα με τον Baldwin. Μέχρι το 1919, περίπου εκατό πόλεις, μεταξύ των οποίων το Ντένβερ, το Κλίβελαντ, το Ντιτρόιτ, η Φιλαδέλφεια και το Σιάτλ, διέθεταν εγκαταστάσεις τουαλέτας δωρεάν ή με κάποιο μικρό αντίτιμο.

Ορισμένες χρηματοδοτήθηκαν από φιλάνθρωπους και μεταρρυθμιστές με γνώμονα την υγεία, οι οποίοι ενδιαφέρονταν όχι μόνο για τη «σωματική» αλλά και για την «ηθική καθαριότητα», γράφει ο κοινωνιολόγος Alexander K. Davis, καθώς πίστευαν ότι τα δύο αυτά στοιχεία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα.

Πρόσβαση κατά βούληση

Οι σταθμοί άνεσης ήταν διαχωρισμένοι κατά φύλο, αλλά οι γυναικείες εγκαταστάσεις ήταν συχνά μικρότερες και είχαν λιγότερες τουαλέτες από τις ανδρικές. Ωστόσο, για τις γυναίκες εκείνες που στερούνταν το προνόμιο της εισόδου στα πολυκαταστήματα λόγω φυλής ή έλλειψης χρημάτων, ήταν η μόνη επιλογή για να αποκτήσουν κάποια ιδιωτικότητα σε δημόσιο χώρο.

Από την άλλη πλευρά, οι επιχειρήσεις, τα εργοστάσια παραγωγής, τα γραφεία και τα κυβερνητικά κτήρια δεν διέθεταν σχεδόν καθόλου τουαλέτες χωρισμένες κατά φύλο, και επειδή ήταν σκανδαλώδες για μια γυναίκα να εισέλθει σε μια τουαλέτα που χρησιμοποιούσαν οι άνδρες, η έλλειψη γυναικείων εγκαταστάσεων έστελνε ένα σαφές μήνυμα σχετικά με το ποιος ήταν και ποιος δεν ήταν ευπρόσδεκτος σε έναν συγκεκριμένο χώρο. Έτσι, χωρίς ισότιμη πρόσβαση, οι γυναίκες δεν μπορούσαν να συμμετέχουν πλήρως στη ζωή εκτός σπιτιού.

Επιπλέον, οι δημόσιοι σταθμοί ήταν ακριβοί στη συντήρησή τους και γρήγορα μετατράπηκαν σε βρώμικους και δύσοσμους χώρους. Πολλοί, μάλιστα, ήταν υπόγειοι ή σε απομονωμένες περιοχές και άκρως επικίνδυνοι για τις γυναίκες.

Ο Baldwin επισημαίνει ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1920, οι πόλεις μείωσαν τους προϋπολογισμούς, οπότε οι σταθμοί «αχρηστεύθηκαν» λίγο καιρό αφότου εμφανίστηκαν, και ορισμένες από τις ίδιες ακτιβίστριες που τους είχαν ζητήσει, υπέβαλαν αίτημα για το κλείσιμό τους.

Έτσι, η παροχή τουαλέτας έγινε τελικά – σε μεγάλο βαθμό – αρμοδιότητα των ιδιωτών που μπορούσαν να παρέχουν ή να περιορίζουν την πρόσβαση κατά βούληση.