icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Τα τελευταία ευρήματα από τις τούφες του συνθέτη κατέδειξαν αρσενικό και υδράργυρο παγιδευμένα στις τρίχες του, σχεδόν 200 χρόνια μετά τον θάνατό του

Τα υψηλά επίπεδα μολύβδου που ανιχνεύθηκαν σε επικυρωμένες τούφες των μαλλιών του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν δείχνουν ότι ο συνθέτης είχε υποστεί δηλητηρίαση από μόλυβδο, η οποία μπορεί να συνέβαλε σε ασθένειες που υπέστη κατά τη διάρκεια της ζωής του, συμπεριλαμβανομένης της κώφωσης.

Πιστεύεται πως ο Μπετόβεν πέθανε από ηπατική και νεφρική νόσο σε ηλικία 56 ετών. Ωστόσο, η σαφής κατανόηση των αιτιών που προκάλεσαν τα πολλά και σοβαρά προβλήματα υγείας του εξελίχθηκε για τους επιστήμονες σε ένα χρόνιο, πολύ πιο περίπλοκο γρίφο.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του, είχε επαναλαμβανόμενα γαστρεντερικά προβλήματα, ενώ υπέστη δύο κρίσεις ίκτερου και αντιμετώπισε σοβαρή ηπατική νόσο.

Μία διεθνής ομάδα ερευνητών μελέτησε τούφες από τα μαλλιά του Μπετόβεν και με τη χρήση DNA, κατάφερε να αναλύσει το γονιδίωμά του, καθορίζοντας αρχικά ποιες από τις τρίχες ανήκαν πραγματικά στον συνθέτη και ποιες όχι.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Clinical Chemistry, εκτός από τις υψηλές συγκεντρώσεις μολύβδου, τα τελευταία ευρήματα από τις τούφες του συνθέτη κατέδειξαν αρσενικό και υδράργυρο παγιδευμένα στις τρίχες του, σχεδόν 200 χρόνια μετά τον θάνατό του.

Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν 64 φορές υψηλότερα επίπεδα από το φυσιολογικό στην τούφα Bermann (Bermann lock, που εκτιμάται πως αποκτήθηκε από τα τέλη του 1820 έως τον Μάρτιο του 1827) και 95πλάσια στην τούφα Halm-Thayer (Halm-Thayer lock, τρίχες που ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε δώσει αυτοπροσώπως στον πιανίστα Άντον Χαλμ, τον Απρίλιο του 1826).

Πώς ωστόσο κατέληξε ο Μπετόβεν να έχει τόσο μόλυβδο, αρσενικό και υδράργυρο, στον οργανισμό του;

«Οι ουσίες πιθανόν συσσωρεύτηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του συνθέτη μέσω των τροφίμων και των ποτών» απαντά ο Ναντέρ Ριφάι, καθηγητής παθολογίας στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ και διευθυντής κλινικής χημείας στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης.

Ο Μπετόβεν ήταν γνωστό ότι αγαπούσε το κρασί, ενώ συχνά έπινε ένα μπουκάλι την ημέρα. Και μια συνήθης πρακτική παρασκευής κρασιού εκείνη την εποχή ήταν η προσθήκη οξικού μολύβδου ως γλυκαντικού και συντηρητικού.

Αγαπούσε και το ψάρι. Την εποχή εκείνη, σημαντική πηγή αλιείας ήταν ο Δούναβης, όπου όμως κατέληγαν τα απόβλητα της πόλης, οπότε τα ψάρια που αλιεύονταν προς κατανάλωση πιθανότατα περιείχαν αρσενικό και υδράργυρο, λέει ο Ριφάι.

Στη διαθήκη του, ο ίδιος ο Μπετόβεν είχε εκφράσει την επιθυμία του οι παθήσεις του να μελετηθούν «ώστε τουλάχιστον ο κόσμος να μπορέσει να με καταλάβει και να συμφιλιωθεί μαζί μου μετά το θάνατό μου».

Με πληροφορίες από CNN