Το 1977, η Jo Ann Callis τράβηξε μια φωτογραφία ενός γυναικείου κεφαλιού γυρισμένου προς τα πίσω, με τον λαιμό τεντωμένο και δεμένο με ένα φιόγκο στον οποίο καταλήγουν οι λεπτές τιράντες χρώματος baby blue του λευκού δαντελένιου φορέματος.

Είναι μια εικόνα που παραπέμπει σε μια μακρά ματιά, καθώς η ένταση αυξάνεται στην ακινησία της: ο εκτεθειμένος λαιμός της γυναίκας τεντώνεται υπό γωνία, ένα ανοιχτό κόκκινο σημάδι ξεπροβάλλει κοντά στο σφιχτά δεμένο τσόκερ. Ακριβώς πάνω από τον ώμο της, δύο πουλιά στην ταπετσαρία βουτούν μαζί, με τα ράμφη τους σχεδόν να ακουμπούν θαρρείς πως παίρνουν μέρος σε έναν ερωτικό ή επιθετικό χορό.

Αν και τράβηξε αυτήν την εικόνα πριν από τεσσεράμισι δεκαετίες, η «Γυναίκα με τον Μπλε Φιόγκο» φαίνεται εντυπωσιακά σύγχρονη – ένα διαχρονικό σύμβολο για τους περιορισμούς της θηλυκότητας.
Αυτήν τη στιγμή εκτίθεται στην ομαδική έκθεση «Del Cielo» στο Rosegallery στη Σάντα Μόνικα της Καλιφόρνια, αλλά έχει παρουσιαστεί στις εκθέσεις της Callis κατά τη διάρκεια των δεκαετιών καθώς και στο βιβλίο της το 2009, «Woman Twirling».

Η Callis είναι πρωτοπόρος τόσο της σκηνοθετημένης φωτογραφίας, όσο και του έγχρωμου φιλμ στην τέχνη, με την πρώιμη δουλειά της να απεικονίζει σκιερά, έντονα ψυχολογικά πορτρέτα γυναικών.
Τα θέματά της συχνά διατηρούνται ανώνυμα μέσα από γυρισμένα κεφάλια και κομμένα καρέ. Είναι εικόνες με υπόγεια ρεύματα επιθυμίας και ανησυχίας: Σε μία, τα χέρια ενός άνδρα αρπάζουν τους αστραγάλους μιας γυναίκας με τακούνια που στέκεται σε μια καρέκλα.

Σε μια άλλη, μια ξανθιά γυναίκα φαίνεται από πίσω και πάνω στο κρεβάτι, με το σώμα της να χωρίζεται από μια ενιαία μαύρη γραμμή που ξεκινά από τα μαλλιά της και συνεχίζει προς τα κάτω στη σπονδυλική στήλη της.

«Όλες αυτές οι φωτογραφίες φαίνεται να έχουν μια αίσθηση ευχαρίστησης», εξήγησε η Callis, σε μια τηλεφωνική συνέντευξη. «Αλλά πηγαίνει πέρα, δώθε μεταξύ ταλαιπωρίας και άνεσης».

Στην “Blue Bow”, το μοντέλο ποζάρει με το πρόσωπο μακριά από την κάμερα – «μια γυναίκα που υπερασπίζεται όλες τις γυναίκες», ανέφερε η Callis.

Πρόσφατα χωρισμένη την ώρα που τράβηξε τη φωτογραφία, η Callis σκεφτόταν τους περιορισμούς που είχε βιώσει στη ζωή της και τις περιοριστικές προσδοκίες του φύλου της. Είχε επιστρέψει στο μεταπτυχιακό για τη φωτογραφία, ενώ μεγάλωνε τα δύο μικρά παιδιά της.

«Ο κόσμος άνοιξε μπροστά μου», θυμάται, εξηγώντας ότι μέχρι τότε φιλοτεχνούσε και γλυπτά στο σπίτι. «Όταν επέστρεψα στο σχολείο, ένιωσα τόσο απελευθερωμένη… Αυτό είναι, ξέρετε, έτσι ήταν αυτό το έργο, απλώς ελευθερία και περιορισμός».

«Όμορφα, αλλά λίγο σβησμένα»

Η Callis παρουσίασε την πρώιμη δουλειά της στην κορυφή του φεμινιστικού κινήματος τέχνης, καθώς καλλιτέχνες όπως η Cindy Sherman, η Hannah Wilke και η Ana Mendieta εξερευνούσαν το φύλο, τη δύναμη και την πολιτική μέσα από εικόνες του γυναικείου σώματος.

Αν και η Callis και το σύνολο της δουλειάς της ταιριάζουν απόλυτα σε αυτήν την ομάδα, δεν είναι μια ετικέτα που υιοθέτησε τότε ή τώρα. «Αλλά φυσικά, υποθέτω ότι είμαι», πρόσθεσε.

Τράβηξε την «Blue Bow» σκεπτόμενη τα δικά της χρόνια ως έφηβη τη δεκαετία του 1950, όταν ήταν σύνηθες για τις γυναίκες να φορούν κρινολίνες κάτω από φορέματα – ρούχα «που ήταν τρομερά άβολα», σημείωσε – και, μερικές φορές, κορδέλες στον λαιμό για επίσημες περιστάσεις.

Άλλες περιοριστικές τάσεις μόδας τής ήρθαν επίσης στο μυαλό, από την παράδοση αιώνων με το δέσιμο των ποδιών στην Κίνα έως τους πιο ήπιους περιορισμούς της κινητικότητας σε ρούχα όπως οι pencil φούστες. Όλα τους διατηρώντας τη γυναικεία μόδα σύμφωνα με τις κοινωνικές προσδοκίες του φύλου.

Το κόκκινο αποτύπωμα στον λαιμό του μοντέλου, που παραπέμπει σε δυσφορία, δεν προκλήθηκε στην πραγματικότητα από τον φιόγκο, εξήγησε η Callis, αλλά ήταν μάλλον μια ψευδαίσθηση χάρη στο μακιγιάζ.

Είναι μόνο μία από τις πολλές αποχρώσεις της έγχρωμης δουλειάς της που δεν θα μπορούσε να βγάλει σε μαύρο και άσπρο. Εκείνη την εποχή, ωστόσο, η έγχρωμη φωτογραφία εξακολουθούσε να θεωρείται ως ακαλλιέργητη στους κύκλους των καλών τεχνών, με την έκθεση ορόσημο του William Eggleston στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, «Photographs» να προκαλεί διαμάχες για τις έγχρωμες εικόνες.

Όπως ο Eggleston και αργότερα, ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Λιντς, μεταξύ άλλων, η Κάλις είδε τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί τις θορυβώδεις αποχρώσεις που θα μπορούσαν να μεταμορφώσουν μια εικόνας.

Εμπνεύστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις εικόνες του Paul Outerbridge, ο οποίος φωτογράφισε έγχρωμα ερωτικά πορτρέτα γυμνών γυναικών τη δεκαετία του 1930, δεκαετίες μπροστά από την εποχή του.

«Νόμιζα ότι το χρώμα θα πρόσθετε ένα άλλο συναισθηματικό στοιχείο στο έργο», είπε. «Μου αρέσουν τα sour χρώματα – όμορφα, αλλά λίγο σβησμένα. Αυτή είναι ακόμη η παλέτα που μου αρέσει».

Οι κινηματογραφικές ιδιότητες της δουλειάς της είναι μια αναφορά σε κινηματογραφιστές όπως ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο οποίος επηρέασε επίσης την αισθητική της. Αλλά, με τη σειρά της, υπήρξε πηγή έμπνευσης τόσο για τη σκηνική φωτογραφία όσο και για την κινηματογραφική παραγωγή — συγκεκριμένα, η Sofia Coppola ανέφερε την «Blue Bow» ως φωτογραφία στην οποία επέστρεφε κατά τη δημιουργία της ταινίας της το 2017 «The Beguiled», για ένα σχολείο θηλέων της εποχής του Εμφυλίου Πολέμου.

«Ταιριάζει με το συναίσθημα στο The Beguiled, της απογοήτευσης και της παγίδευσης στην υπερ-θηλυκότητα», έγραψε η Coppola για τη φωτογραφία στο πρόσφατο βιβλίο της Archive.

Το γεγονός ότι η εικόνα της Callis έχει τέτοια διαχρονική δύναμη είναι «αποθαρρυντικό, κατά κάποιο τρόπο, ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει αρκετά», υποστηρίζει ωστόσο η Callis. «Στις σύγχρονες σχέσεις υπάρχει περισσότερη ισότητα, αλλά όχι πάντα. Οι γυναίκες είναι συχνά αυτές που φροντίζουν»…

Με πληροφορίες από CNN