icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Το Καζακστάν πρόκειται να υποδεχτεί ξανά ένα ζώο που δεν έχει παρατηρηθεί στη φύση εκεί για πάνω από 70 χρόνια: την τίγρη

Το κρατικό φυσικό καταφύγιο Ile-Balkhash του Καζακστάν είναι σήμερα ένα διαφορετικό μέρος από ό,τι ήταν πριν από μια δεκαετία. Το οικοσύστημα του Δέλτα, το οποίο καταλαμβάνει περίπου 4.151 τετραγωνικά χιλιόμετρα στην περιοχή Αλμάτι και Μπαλκτάς της χώρας, στερούνταν μεγάλων θηλαστικών και οι θάμνοι, τα έλη και τα δάση του είχαν υποβαθμιστεί.

Σήμερα, εν έτει 2024, σπάνια θηλαστικά όπως το βακτριανό ελάφι και το τουρκμενικό kulan, ένα είδος άγριου γαϊδάρου, βόσκουν στην περιοχή, περιτριγυρισμένα από πάνω από 50 εκτάρια αποκατεστημένου δάσους. Τώρα, πρόκειται να υποδεχθούν ξανά ένα ζώο που δεν έχει παρατηρηθεί στη φύση εκεί για πάνω από 70 χρόνια: την τίγρη.

Οι κορυφαίοι αυτοί θηρευτές κάποτε περιπλανιόντουσαν σε ολόκληρη την Κεντρική Ασία, από την Τουρκία στα δυτικά έως την κορεατική χερσόνησο στα ανατολικά, και από τα βόρεια σιβηρικά εδάφη της Ρωσίας έως τα τροπικά νησιά της Ινδονησίας στον Ισημερινό. Σήμερα οι τίγρεις καταλαμβάνουν λιγότερο από το 7% της περιοχής εξάπλωσής τους, ενώ στο Καζακστάν, το συστηματικό κυνήγι και η μείωση της λείας των τίγρεων οδήγησαν στην εξαφάνισή τους στην περιοχή της Κασπίας τη δεκαετία του 1950.

Τον Σεπτέμβριο, δύο τίγρεις της Σιβηρίας σε αιχμαλωσία μεταφέρθηκαν από το Stichting Leeuw, ένα καταφύγιο στις Κάτω Χώρες, ενω τώρα εγκαθίστανται σε ένα ημιφυσικό κλουβί τριών εκταρίων εντός του καταφυγίου – με την ελπίδα ότι οι απόγονοί τους θα είναι από τις πρώτες άγριες τίγρεις στη χώρα εδώ και δεκαετίες.

«Αυτές οι τίγρεις επιλέχθηκαν επειδή μοιάζουν με αυτές που θα μπορούσαν να βρεθούν στην περιοχή της Κασπίας (πριν από την εξαφάνισή τους)», λέει στο CNN ο Stuart Chapman, επικεφαλής της Πρωτοβουλίας Tigers Alive, του συντονισμένου δικτύου του WWF που αποτελείται από γραφεία για την εξάπλωση των τίγρεων, κυβερνητικούς φορείς, εταίρους και κοινότητες. Οι τίγρεις της Σιβηρίας, που συνήθως βρίσκονται στην Άπω Ανατολή της Ρωσίας, μπορούν να επιβιώνουν στα ζεστά καλοκαίρια και τους παγωμένους χειμώνες, δηλαδή ένα κλίμα παρόμοιο με αυτό της περιοχής Balkhash.

Οι δύο τίγρεις, που ονομάζονται Bodhana και Kuma, μεταφέρθηκαν από την Ολλανδία στη Γερμανία, από εκεί είχαν μια εξάωρη πτήση στο αμπάρι ενός εμπορικού αεροπλάνου για το Καζακστάν και στη συνέχεια πέρασαν 20 λεπτά σε ελικόπτερο μέχρι το καταφύγιο. Ο Chapman χαρακτηρίζει το γεγονός ως μια στιγμή ορόσημο για τη διατήρηση των τίγρεων, λέγοντας πως υπάρχει ελπίδα – όχι μόνο για την περιοχή, αλλά και παγκοσμίως.

«Αυτή είναι η πρώτη φορά που οι τίγρεις διασχίζουν διεθνή σύνορα για να επανενταχθούν στη φύση» υπογραμμίζει.

Μια δεύτερη ευκαιρία

Οι Bodhana και Kuma είναι μόνο η αρχή. Τουλάχιστον οκτώ ακόμη τίγρεις αναμένεται να προστεθούν στο ζεύγος τα επόμενα χρόνια, με στόχο μέχρι το 2035 να κυκλοφορούν 50 άγριες μεγάλες γάτες στο καταφύγιο.

Το έργο όμως δεν θα τελειώσει εκεί: οι συντηρητές θα πρέπει να διαχειριστούν τις συγκρούσεις ανθρώπου-άγριας ζωής στην περιοχή. Ενώ δεν υπάρχουν κοινότητες μέσα στην περιοχή του καταφυγίου, τέσσερα χωριά βρίσκονται στα περίχωρα και φιλοξενούν περίπου 6.000 άτομα.

Εκπαιδευτικά κι άλλα προγράμματα έχουν ήδη δημιουργηθεί πολύ πριν από την απελευθέρωση των τίγρεων και ο Chapman προσθέτει ότι με τη ραδιοσήμανση θα μπορέσουν να δημιουργήσουν ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για τα χωριά, το οποίο έχει αποδειχθεί επιτυχημένο σε κατοικημένες περιοχές της Ινδίας.

Ενώ ο συνολικός παγκόσμιος πληθυσμός των τίγρεων αυξήθηκε από περίπου 3.200 το 2010, σε περίπου 5.573 το 2023, δεν ήταν όλες οι προσπάθειες διατήρησης επιτυχημένες. Την ίδια στιγμή που το Νεπάλ τριπλασίασε τον πληθυσμό των τίγρεων, οι τίγρεις εξαφανίστηκαν στο Λάος και ο αριθμός τους συνέχισε να μειώνεται στη Μαλαισία, τη Μιανμάρ και την Ινδονησία.

Σύμφωνα με την IUCN, οι τίγρεις έχουν χάσει περίπου το 93% του εύρους εξάπλωσής τους, και ενώ ορισμένοι πληθυσμοί είναι ισχυροί, ο κατακερματισμός των ενδιαιτημάτων και των προστατευόμενων περιοχών εξακολουθεί να αποτελεί απειλή για το είδος.