Μεγέθυνση κειμένου
Ο Γιάσερ Αραφάτ κυριάρχησε στην παλαιστινιακή πολιτική για μια γενιά πριν από το θάνατό του, πριν από 20 χρόνια. Για ορισμένους συμβόλιζε τα όνειρα για παλαιστινιακή κρατική υπόσταση, για άλλους ήταν απλώς ένας «αδυσώπητος εχθρός»
Μισητός και σεβαστός, ο Γιάσερ Αραφάτ κυριάρχησε στο παλαιστινιακό τοπίο, και μαζί με αυτό, σε μεγάλο μέρος του πολιτικού χάρτη της Μέσης Ανατολής για σχεδόν πέντε δεκαετίες. Κατά τη διάρκεια της ζωής του, αναμφισβήτητα κέρδισε την προσοχή, τόσο από εκείνους που τον σέβονταν ως σύμβολο της αντίστασης, όσο και από εκείνους που τον περιφρονούσαν επειδή πήρε τα όπλα.
Για τους Παλαιστίνιους υποστηρικτές του ήταν ένας μάρτυρας, που συμβόλιζε τις εθνικές φιλοδοξίες του λαού του, όμως οι αντίπαλοί του τον κατήγγειλαν συχνά ως διεφθαρμένο ή υπερβολικά υποταγμένο στις παραχωρήσεις του στην ισραηλινή κυβέρνηση. Στο Ισραήλ τον θεωρούσαν τρομοκράτη.
Ο θάνατός του πριν από 20 χρόνια, που ήρθε κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες μετά από χρόνια απομόνωσης στη Ραμάλα, υπό ισραηλινή πολιορκία, σηματοδότησε την αρχή του τέλους της επανάστασης, που αφύπνισε την εθνική συνείδηση των Παλαιστινίων και τους έδωσε τη δυνατότητα να καθορίσουν οι ίδιοι τη μοίρα τους στη δική τους γη.
Ο Αραφάτ πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 2004 σε νοσοκομείο το Παρισιού σε ηλικία 75 ετών. Αιτία του θανάτου του ήταν η εγκεφαλική αιμορραγία, που προήλθε από εντερική φλεγμονή. Μερικά χρόνια μετά τον θάνατό του, το 2012, εξετάστηκε η πιθανότητα δηλητηρίασης του με ραδιενεργό πολώνιο, καθώς ίχνη της ουσίας ανιχνεύθηκαν σε προσωπικά του αντικείμενα. Ωστόσο οι αναλύσεις που έγιναν σε ελβετικό εργαστήριο δεν βρήκαν ίχνη πολωνίου.
Η επέτειος του θανάτου του έρχεται σε μια στιγμή βαθιάς τραγωδίας για τον παλαιστινιακό λαό. Η συνεχιζόμενη ισραηλινή επίθεση στη Γάζα, η οποία ξεκίνησε μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου 2023, έχει στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 43.600 Παλαιστίνιους, ενώ περισσότεροι από 102.900 έχουν τραυματιστεί – πολλοί από αυτούς γυναίκες και παιδιά. Χιλιάδες πτώματα παραμένουν παγιδευμένα κάτω από ερείπια, απρόσιτα λόγω των συνεχιζόμενων βομβαρδισμών.
Στη Δυτική Όχθη, συμπεριλαμβανομένης της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, περισσότεροι από 780 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί, συμπεριλαμβανομένων 167 παιδιών, από την έναρξη της ισραηλινής επίθεσης.
Είκοσι χρόνια μετά τον θάνατό του, οι πλήρεις συνέπειες της εποχής του Αραφάτ – μιας περιόδου κατά την οποία έδρασε ως ιδρυτής του πολιτικού κινήματος Φατάχ, ηγέτης της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και πρόεδρος της Παλαιστινιακής Εθνικής Αρχής – δεν έχουν ακόμη «μετρηθεί».
Καθ’ όλη τη διάρκεια της ηγεσίας του, ο Αραφάτ αντιμετώπισε πολλές προκλήσεις, από στρατιωτικές συγκρούσεις με τις ισραηλινές δυνάμεις μέχρι διπλωματική απομόνωση. Η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του ήταν να βγάλει τους Παλαιστίνιους από την υλική, πολιτική και ηθική καταστροφή της Νάκμπα του 1948, της καταστροφής που είδε περισσότερους από 700.000 ανθρώπους να χάνουν τα σπίτια τους.
Οι υποστηρικτές και οι αντίπαλοί του εξακολουθούν να διαφωνούν σχετικά με τη ζωή και την κληρονομιά που άφησε πίσω του. Για ορισμένους συμβόλιζε τα όνειρα για παλαιστινιακή κρατική υπόσταση, για άλλους ήταν απλώς ένας «αδυσώπητος εχθρός».
Παρά τις διαφορές σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης του πολιτικού κύρους του Αραφάτ, οι περισσότεροι -συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που παίρνουν αποστάσεις από τις ιδέες του- συμφωνούν, ότι ο τελικός του αντίκτυπος στον παλαιστινιακό αγώνα και στην περιοχή της Μέσης Ανατολής στο σύνολό της, είναι σημαντικός.
Οι υποστηρικτές του είδαν στο πρόσωπό του τον πολεμιστή, τον πολιτικό και τον ειρηνοποιό, ο οποίος κατάφερε να βάλει το παλαιστινιακό ζήτημα στην παγκόσμια ατζέντα και να μετατρέψει τον παλαιστινιακό αγώνα σε νόμιμο αγώνα για ανεξαρτησία.
Για τον Κόφι Ανάν, πρώην γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, ο Αραφάτ ήταν ένας άνθρωπος που «εξέφραζε και συμβόλιζε στο πρόσωπό του τις εθνικές προσδοκίες του παλαιστινιακού λαού».
Ο Ζακ Σιράκ, ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας, είχε πει για τον Αραφάτ ότι ήταν «ένας άνθρωπος με θάρρος και πεποίθηση που ενσάρκωσε επί 40 χρόνια τον αγώνα των Παλαιστινίων για την αναγνώριση των εθνικών τους δικαιωμάτων».
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Ρώσος πρόεδρος, είχε χαρακτηρίσει τον Αραφάτ ως «έναν μεγάλο πολιτικό ηγέτη διεθνούς σημασίας».
Όμως οι αντίπαλοι του Αραφάτ τον έβλεπαν ως έναν χειραγωγικό τρομοκράτη και αυταρχικό ηγέτη, του οποίου ο πραγματικός στόχος ήταν να παραμείνει στην εξουσία. Ήταν persona non grata στις ΗΠΑ και την Ευρώπη για πολλά χρόνια και θεωρούνταν ένας άνθρωπος περισσότερο προσηλωμένος στη βία, παρά στη διπλωματία.
Ο Τζέιμς Φίλιπς, ερευνητής σε θέματα Μέσης Ανατολής στο Ίδρυμα Heritage, ένα συντηρητικό think tank των ΗΠΑ, έγραψε σε ένα σχόλιο του 2004 με τίτλο «Η καταστροφική κληρονομιά του Γιάσερ Αραφάτ», ότι «υπό την ηγεσία του Αραφάτ η Παλαιστινιακή Αρχή έγινε διεφθαρμένη, ανεξέλεγκτη και αφοσιωμένη στην προστασία των συμφερόντων του ίδιου και όχι των συμφερόντων του παλαιστινιακού λαού».
Ο Φίλιπς συνέχισε λέγοντας: «Η άρνησή του να τερματίσει την τρομοκρατία δηλητηρίασε τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, οδήγησε το Ισραήλ να επανακαταλάβει παλαιστινιακές περιοχές και να κλείσει τα σύνορά του στους Παλαιστίνιους εργάτες και ακρωτηρίασε την παλαιστινιακή οικονομία. Οι Παλαιστίνιοι γονείς με τρόμο είδαν τα παιδιά τους, με πλύση εγκεφάλου να γίνονται βομβιστές αυτοκτονίας και υλικό για τα επαναστατικά όνειρα του Αραφάτ».
Παρ’ όλα αυτά, φίλοι και εχθροί παραδέχονται ότι ο Αραφάτ κατάφερε να συνδεθεί με τον πόνο των Παλαιστινίων και ότι ήταν η ενσάρκωση του αγώνα τους για ένα ανεξάρτητο κράτος.
Αμφιλεγόμενη φιγούρα
Στη ζωή του, και μετά το θάνατό του, ο Αραφάτ ήταν και θα παραμείνει πιθανότατα ο πιο αμφιλεγόμενος και επιβλητικός Άραβας πολιτικός στη σύγχρονη ιστορία.
Η αντίδραση του κόσμου στο θάνατό του στο Παρίσι το 2004 (με δάκρυα και πυροβολισμούς, επαίνους και καταδίκες) αντανακλούσε τις μακροχρόνιες διαφωνίες σχετικά με τον Αραφάτ ως πολεμιστή και ως βασικό παράγοντα της δυσεπίλυτης κατάστασης στη Μέση Ανατολή.
Τα επιτεύγματα και οι ευθύνες του Αραφάτ κατά τη διάρκεια της ζωής του δείχνουν ότι ήταν ένας πολιτικός ακτιβιστής, ένας πολεμιστής και κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Ειρήνης το 1994 «για τις προσπάθειές του να δημιουργήσει ειρήνη στη Μέση Ανατολή, αποκηρύσσοντας τις τρομοκρατικές ενέργειες και γινόμενος ειλικρινής συμμετέχων σε μια πραγματική ειρηνευτική διαδικασία».
Υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος της Παλαιστινιακής Εθνικής Αρχής, ηγέτης του κυβερνώντος κινήματος Φατάχ, αρχηγός της PLO και διοικητής των ενόπλων δυνάμεών της.
Στο εσωτερικό, ο Αραφάτ κατάφερε να ασκήσει βέτο στην ανάδειξη μιας εναλλακτικής παλαιστινιακής ηγεσίας και να συνδέσει τη μοίρα του με εκείνη του έθνους του.
Η Χαμάς, το ισλαμιστικό κίνημα αντίστασης που συχνά ερχόταν σε αντιπαράθεση με τον Αραφάτ, χαιρέτισε τον εκλιπόντα πρόεδρο ως εικόνα της ενότητας και του αγώνα.
Η Χαμάς αναδείχθηκε ισχυρότερη μετά το θάνατο του Αραφάτ και κατέλαβε την εξουσία στη Γάζα το 2007, ένα βήμα που οι περισσότεροι Παλαιστίνιοι πιστεύουν ότι ο Αραφάτ δεν θα επέτρεπε ποτέ.
«Αν αυτή η διαίρεση είχε συμβεί επί εποχής Αραφάτ, αυτός θα ένιωθε σαν να πέθαινε 10 φορές κάθε ώρα», είχε πει στο AFP ο Σαέμπ Ερακάτ, ισόβιος σύμβουλος του Αραφάτ και επικεφαλής Παλαιστίνιος διαπραγματευτής.
Σε διεθνές επίπεδο αντιμετωπίστηκε παγκοσμίως ως αρχηγός κράτους, ένας μεγάλος πολιτικός ηγέτης με διεθνή σημασία.
Ο Αραφάτ παρέμεινε ο ηγέτης του μακροβιότερου επαναστατικού κινήματος του πλανήτη και πέθανε πριν δει το επιτυχές τέλος του παλαιστινιακού αγώνα.
Είκοσι χρόνια μετά, ο θάνατός του σημαίνει την απώλεια ενός ανθρώπου που εκπροσωπούσε την προσπάθεια αναγνώρισης των νόμιμων δικαιωμάτων του παλαιστινιακού λαού, αν και οι αντίπαλοί του πιστεύουν ότι ο κόσμος είναι καλύτερος χωρίς αυτόν.
Τα τελευταία χρόνια και ο θάνατος του Αραφάτ
Στα χρόνια που προηγήθηκαν του θανάτου του, ο Αραφάτ παρέμεινε μια προσωπικότητα τεράστιας σημασίας για τον παλαιστινιακό λαό. Μετά την αποτυχία της Συνόδου Κορυφής του Καμπ Ντέιβιντ το 2000, ο Αραφάτ αρνήθηκε να υποχωρήσει στις ισραηλινές απαιτήσεις που πίστευε ότι θα έθεταν σε κίνδυνο τα παλαιστινιακά δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένου του ελέγχου της Ιερουσαλήμ.
Η στάση του αυτή οδήγησε στο ξέσπασμα της Δεύτερης Ιντιφάντα και επέφερε νέα πίεση από το Ισραήλ. Στα τέλη του 2001, οι ισραηλινές δυνάμεις πολιόρκησαν το συγκρότημα του Αραφάτ στη Ραμάλα, μια πολιορκία που διήρκεσε μέχρι το θάνατό του το Νοέμβριο του 2004.
Ο θάνατός του, που επισήμως αποδόθηκε σε εγκεφαλικό επεισόδιο, καλύφθηκε από αμφισβήτηση και παραμένει αντικείμενο εικασιών, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι μπορεί να είχε δηλητηριαστεί. Ανεξάρτητα από αυτό, ο θάνατος του Αραφάτ άφησε ένα βαθύ κενό στην παλαιστινιακή ηγεσία και στο ευρύτερο πολιτικό τοπίο της Μέσης Ανατολής.
Σημαντική παρακαταθήκη
Παρόλο που ο Αραφάτ δεν είναι πλέον παρών, η κληρονομιά του συνεχίζει να διαμορφώνει την παλαιστινιακή ταυτότητα και τον αγώνα για δικαιοσύνη.
Το όραμά του για μια ελεύθερη Παλαιστίνη, η επιμονή του απέναντι σε συντριπτικές αντιξοότητες και η ικανότητά του να συσπειρώνει τον παλαιστινιακό λαό γύρω από έναν κοινό σκοπό είναι βαθιά ριζωμένα στην εθνική συνείδηση. Η ακλόνητη αντίστασή του ενάντια στην καταπίεση συνεχίζει να εμπνέει γενιές Παλαιστινίων που αγωνίζονται για τα δικαιώματα, την αξιοπρέπεια και την ελευθερία τους.
Καθώς η Γάζα υφίσταται άλλον ένα βίαιο γύρο βίας, η ανάμνηση της ηγεσίας του Αραφάτ παραμένει ένας φάρος ανθεκτικότητας. Ο παλαιστινιακός λαός συνεχίζει να αντιστέκεται στην κατοχή, αποφασισμένος να τιμήσει την κληρονομιά του ηγέτη του και να αγωνιστεί για ένα μέλλον δικαιοσύνης και ειρήνης.
Στην 20ή επέτειο του θανάτου του, ο Γιάσερ Αραφάτ μνημονεύεται όχι μόνο ως ο πατέρας του παλαιστινιακού έθνους αλλά και ως σύμβολο της ακλόνητης δέσμευσης στην υπόθεση της απελευθέρωσης.
Με πληροφορίες από Guardian, Al Jazeera