Ο Sir Chris Hoy ανακοίνωσε ότι πάσχει από καρκίνο σε τελικό στάδιο και ότι οι γιατροί τού δίνουν δύο έως τέσσερα χρόνια ζωής. Όπως και όταν βρισκόταν στο ζενίθ της αθλητικής του καριέρας, έτσι και τώρα μπροστά στα συγκλονιστικά νέα για τον καρκίνο, παραμένει πιστός σε αυτή τη φήμη του αθλητή-τζέντλεμαν, που τον ακολουθούσε μέσα κι έξω από τις ποδηλατικές πίστες.

Ο 48χρονος πρώην ποδηλάτης, ο οποίος είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους και αναγνωρίσιμους Ολυμπιονίκες της Βρετανίας, μοιράστηκε τη διάγνωσή του με την εφημερίδα Sunday Times, λέγοντας ότι αρχικά πήγε στο νοσοκομείο τον περασμένο Σεπτέμβριο, αφού ένιωσε πόνο στον ώμο του.

Ήταν στα τέλη του περασμένου Σεπτεμβρίου, όταν νόμιζε ότι είχε στραμπουλήξει τον ώμο. Δεν το αισθανόταν σαν κάτι σημαντικό. «Απλά είμαι λίγο μεγάλος για να σηκώνω μεγάλα βάρη», σκέφτηκε. Παραπέμφθηκε από τον φυσιοθεραπευτή του για σπινθηρογράφημα και πήγε μόνος του στο νοσοκομείο, περιμένοντας να του πουν, να μην ασχολείται με το πάνω μέρος του σώματος στο γυμναστήριο για μερικές εβδομάδες. «Λυπάμαι πραγματικά», του είπε ο γιατρός. Τα μάτια της νοσοκόμας γέμισαν δάκρυα. «Υπάρχει ένας όγκος στον ώμο σας».

Δύο ημέρες αργότερα, με τη σύζυγό του, Sarra, στο πλευρό του, τα νέα ήταν πολύ χειρότερα. Μια δεύτερη εξέταση διαπίστωσε πρωτοπαθή καρκίνο στον προστάτη του, ο οποίος είχε κάνει μετάσταση στα οστά του. Υπήρχαν όγκοι στον ώμο, τη λεκάνη, το ισχίο, τη σπονδυλική στήλη και το πλευρό του– ήταν 4ου σταδίου, του είπε ο γιατρός, και ανίατος. «Και κάπως έτσι», περιγράφει ο Hoy, «μαθαίνω πώς θα πεθάνω».

Νόμιζε ότι θα έκανε εμετό. Έγινε πράσινος, ξαφνικά ζεστός και κλειστοφοβικός, χαμήλωσε στο πάτωμα, παλεύοντας να αναπνεύσει. Η Sarra ρώτησε έναν σύμβουλο χειρουργό για τη θεραπεία, αλλά οι γιατροί το ονόμασαν διαχείριση. Τότε ήταν που ο Hoy ρώτησε πόσος χρόνος του απομένει, για να πάρει την απάντηση «δύο έως τέσσερα χρόνια».

Οι επόμενες εβδομάδες ήταν μια ζαλάδα από ιατρικά ραντεβού, εξετάσεις αίματος και τυφλό τρόμο. Ενώ η Sarra διατηρούσε την ψυχραιμία της, μεγάλα κύματα πανικού συνέχιζαν να ανατρέπουν τον Hoy, και αυτός ξετυλίγονταν σε μια απελπισία χωρίς ανάσα και ύπνο.

Το πώς θα το έλεγε στα μικρά παιδιά τους, τον Callum και την Chloe, τότε εννέα και έξι ετών, τον βασάνιζε. Το ζευγάρι συμφώνησε να είναι όσο πιο ειλικρινές μπορούσε. Ένα βράδυ τούς είπαν, ότι είχε καρκίνο στον ώμο του και χρειαζόταν κάποιο φάρμακο, που ονομάζεται χημειοθεραπεία.

«Θα πεθάνεις;» ρώτησε ο Callum. Ο Hoy του είπε ότι κανείς δεν ζει για πάντα, αλλά ελπίζει, χάρη στο φάρμακο, «να είναι εδώ για πολλά, πολλά χρόνια».

Η χημειοθεραπεία, η οποία ξεκίνησε τον Νοέμβριο, ήταν μια παράσταση τρόμου. Ο Callum ρωτούσε συνεχώς τον Hoy αν θα έχανε τα μαλλιά του, οπότε για χάρη του γιου του – και για να κρατήσει την κατάστασή του μυστική – ο Hoy υπέμεινε την παγωμένη αγωνία ενός κρύου σκουφιού, «σαν να είναι το κεφάλι σου σε μέγγενη», και κατά τη διάρκεια και των έξι κύκλων σε δεκαοκτώ εβδομάδες. Αυτό έσωσε τα μαλλιά του, αλλά πόνεσε περισσότερο από κάθε πόνο που είχε υποστεί ποτέ. «Και έχω πολύ υψηλό όριο πόνου», λέει.

Μια βίαιη αλλεργική αντίδραση στη χημειοθεραπεία στον δεύτερο γύρο παρέτεινε μια συνεδρία από δύο ώρες σε τέσσερις, και στο τέλος της ήταν «εντελώς διαλυμένος», θυμάται, περιγράφοντας μια ανάμνηση που τον στοιχειώνει και του προκαλεί αμηχανία, καθώς-όπως λέει-αισθάνθηκε δειλός.

Απέχοντας ακόμη πολύ από το να είναι έτοιμος να μοιραστεί τη διάγνωσή του με τον κόσμο, βρισκόταν στη μέση της χημειοθεραπείας, όταν ένας φίλος τηλεφώνησε στη Sarra και είπε ότι ένας δημοσιογράφος είχε μόλις τηλεφωνήσει για να ρωτήσει, αν ήταν αλήθεια ότι ο Hoy είχε «ανίατη ασθένεια». Το ζευγάρι είχε προετοιμαστεί για να διαρρεύσει η είδηση – εκ των υστέρων, ο Hoy εκπλήσσεται που χρειάστηκε τόσος χρόνος, γιατί μέχρι τότε το γνώριζαν δεκάδες άνθρωποι – αλλά εκείνη τη στιγμή ήταν θυμωμένος. «Ήταν πολύ απογοητευτικό».

Το ποιος διέρρευσε το μυστικό δεν παίζει πλέον στο μυαλό του. «Κάποια στιγμή θα είχε συμβεί», αιτιολογεί. «Και υπήρχε μια ανακούφιση με αυτό. Ήταν τρομερό, γιατί αυτό το κουτί της Πανδώρας άνοιξε και δεν μπορείς να το κλείσεις. Αλλά ήταν σαν μια εκτόνωση της πίεσης».

Δώδεκα χρόνια αφότου έγινε ο πιο πολυβραβευμένος Ολυμπιονίκης της Βρετανίας, τον Φεβρουάριο στεναχώρησε τους θαυμαστές του αποκαλύπτοντας τη διάγνωση του καρκίνου. «Αυτή τη στιγμή λαμβάνω θεραπεία, συμπεριλαμβανομένης της χημειοθεραπείας, η οποία ευτυχώς πηγαίνει πολύ καλά», έγραψε στο Instagram. «Είμαι αισιόδοξος, θετικός … Προς το παρόν αισθάνομαι καλά. Συνεχίζω να εργάζομαι, να κάνω ποδήλατο και να ζω τη ζωή μου κανονικά», έγραφε στην ανάρτηση που ήταν ο τρόπος του να δώσει έναν τίτλο στην πραγματικότητα. Απλά δεν αποκάλυψε όλη την αλήθεια με τη μία.

Καθώς ήρθε η άνοιξη και η χημειοθεραπεία τελείωσε, η σωματική του δύναμη άρχισε σιγά σιγά να επιστρέφει. Έχοντας χάσει μόνο πέντε ημέρες ποδηλασίας από τη στιγμή της διάγνωσής του, σε οικογενειακές διακοπές στην Ταϊλάνδη τον Απρίλιο, ήταν ενθουσιασμένος που έφτασε στην κορυφή ενός λόφου ψηλά πάνω από το ξενοδοχείο. «Αλλά το μεγαλύτερο μέρος της μάχης για μένα με τον καρκίνο δεν ήταν σωματικό. Για μένα, ήταν στο μυαλό μου».

Ο Hoy περιγράφει το πόσο διαλυμένος αισθάνθηκε από αυτή τη διάγνωση στο βιβλίο με τα απομνημονεύματά του, τα οποία σε διαλύουν συναισθηματικά όταν διαβάζεις το πόσο αμείλικτη ήταν η διάγνωση και συμμερίζεσαι την αγωνία του να αφήσει τα παιδιά του χωρίς πατέρα.

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το περασμένο καλοκαίρι, ο Hoy, σχολιαστής του BBC στο αγώνισμα της ποδηλασίας τα τελευταία χρόνια, επέστρεψε σε ένα περιβάλλον γεμάτο φίλους και συναδέλφους, που -γνωρίζοντας ότι ήταν άρρωστος- δεν έκρυψαν τη χαρά τους που τον είχαν ξανά κοντά τους και που φαινόταν καλά.

Με φρέσκο πρόσωπο και άψογα περιποιημένος, δεν έχει γεράσει σχεδόν καθόλου από τότε που κέρδισε το πρώτο του χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας πριν από δύο δεκαετίες. Ακολούθησαν άλλα πέντε μετάλλια κι ένας τίτλος ιππότη. Ένας τέλειος αθλητικός ήρωας ευκρινής, ευπαρουσίαστος, εξαιρετικά ευφυής, αταλάντευτα ταπεινός.

Το ότι οι πρώην συναθλητές του και οι συνάδελφοί του τον έβλεπαν καλά και τού το έλεγαν, «ήταν συγκινητικό», λέει, αλλά ταυτόχρονα τού ανέβηκε ένας κόμπος στο λαιμό…

Και πώς θα μπορούσε να γινει διαφορετικά, όταν ο Hoy γνωρίζει εδώ και ένα χρόνο – και το κρατούσε μυστικό μέχρι τώρα – ότι ο καρκίνος του δεν θα τελειώσει ποτέ. Είναι ανίατος.

Αφού έγραψε ένα βιβλίο με απομνημονεύματα για τον περασμένο χρόνο, είναι τώρα ένιωσε έτοιμος να πει όλη την ιστορία, αλλά και φοβισμένος. «Γιατί όταν ειπωθεί, δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω. Δεν μπορείς να το ξεστομίσεις». Η ιστορία ξεκινά με «μια φράση που μόλις σου είπε κάποιος άνθρωπος που δεν έχεις ξανασυναντήσει. Και μέσα σε μια πρόταση, μια απλή συλλογή λέξεων, όλος ο κόσμος σου κατέρρευσε».

Τον Φεβρουάριο, όταν έγραψε ότι ήταν «θετικός, αισιόδοξος», δεν ήταν απολύτως αληθινό. Αλλά μια ψυχολογική διαδικασία βρισκόταν μέχρι τότε σε εξέλιξη, που κόβει την ανάσα στην πειθαρχία της, η οποία εξηγεί γιατί μπορεί να κάθεται σήμερα εδώ και να λέει: «Με το χέρι στην καρδιά, είμαι αρκετά θετικός τις περισσότερες φορές και έχω γνήσια ευτυχία. Αυτό είναι μεγαλύτερο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Είναι μεγαλύτερο από οτιδήποτε άλλο. Αυτό έχει να κάνει με την εκτίμηση της ζωής και την εύρεση της χαράς».

Με ένα πλατύ χαμόγελο λέει: «Υπάρχει τόση θετικότητα που μπορεί να βγει από αυτό από όλες τις πλευρές. Είμαι πραγματικά ενθουσιασμένος που αυτό το βιβλίο ελπίζω, ότι θα μπορέσει να βοηθήσει τους ανθρώπους».

Η διάγνωση του σε τελικό στάδιο δεν είναι η μόνη βόμβα του βιβλίου. Στο τέλος των απομνημονευμάτων του ο Hoy αποκαλύπτει μια άλλη καταστροφή τόσο συγκλονιστική, που μοιάζει ελάχιστα πιστευτή. Εβδομάδες προτού ο Hoy μάθει ότι είχε καρκίνο, ο γενικός γιατρός της Sarra είχε διατάξει μια αξονική για να διερευνήσει μια περίεργη αίσθηση μυρμηγκιάσματος στο πρόσωπο και τη γλώσσα της. Μέσα στη θολούρα της διάγνωσης το ξέχασε τελείως και εκείνη δεν το ανέφερε. Η Sarra έλαβε τα αποτελέσματά της τον Νοέμβριο, αλλά δεν του το είπε μέχρι τον Δεκέμβριο: «Πιστεύουν ότι μπορεί να είναι σκλήρυνση κατά πλάκας».

Ήταν. Μια άλλη εξέταση λίγο πριν από τα Χριστούγεννα επιβεβαίωσε ότι η Sarra είχε «πολύ ενεργή και επιθετική» σκλήρυνση κατά πλάκας και χρειαζόταν επείγουσα θεραπεία.

«Είναι η πιο κοντινή στιγμή που ήρθα στο να σκεφτώ, γιατί εγώ; Απλά, τι; Τι συμβαίνει εδώ; Δεν φαινόταν αληθινό. Ήταν ένα τεράστιο χτύπημα, όταν είσαι ήδη σε σύγχυση. Νομίζεις ότι τίποτα δεν μπορεί να γίνει χειρότερο. Νιώθεις κυριολεκτικά ότι βρίσκεσαι στον πάτο και ανακαλύπτεις, ωχ όχι, έχεις κι άλλο να πέσεις. Ήταν βάναυσο».

Ο Hoy αισθανόταν πάντα τυχερός. «Ένιωθα σαν να είχα το άγγιγμα του Μίδα», γράφει, «ότι η τύχη με είχε ακολουθήσει». Από το πρώτο του χρυσό στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004, «φαινόταν ότι όλα πήγαιναν με τον τρόπο μου». Γνώρισε τη Sarra, μια δικηγόρο από το Εδιμβούργο, σε μια νυχτερινή έξοδο τρεις μήνες πριν από τους Κοινοπολιτειακούς Αγώνες του 2006, όπου έγινε ο πρώτος Βρετανός μετά από έναν αιώνα που κέρδισε τρία χρυσά σε έναν αγώνα, και δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκαν.

Το 2014 πίστεψε ότι η τύχη του είχε τελειώσει όταν ήρθε το πρώτο τους παιδί. Ο Callum γεννήθηκε 11 εβδομάδες πρόωρα, ζυγίζοντας μόλις ένα κιλό, και πέρασε τις πρώτες εννέα εβδομάδες στο νοσοκομείο. Ο Hoy πίστευε ότι ο γιος του θα πέθαινε. «Δεν είμαι προληπτικός, σχεδόν το αντίθετο. Με επιστημονικό τρόπο το βλέπω απλώς ως τον νόμο των μέσων όρων. Αν συνεχίζεις να ρίχνεις τα ζάρια και να πηγαίνεις στο μαύρο, δεν μπορεί να πέφτεις κάθε φορά στο μαύρο. Κάποια στιγμή θα είναι κόκκινο».

Όταν ο γιος τους επέζησε παρά τις αντιξοότητες, εξελισσόμενος σε ένα απόλυτα υγιές αγόρι, ένιωσε ακόμα πιο τυχερός. Η κόρη τους ήταν επίσης πρόωρη, κατά τέσσερις εβδομάδες, και είναι εξίσου υγιής. Οι γονείς αυτών των δύο ευτυχισμένων μικρών παιδιών έχουν τώρα και οι δύο ανίατες ασθένειες – αλλά ο Hoy είναι απολύτως σοβαρός όταν λέει: «Ακόμα νιώθω ότι είμαστε τυχεροί».

Δεν υπήρχε τίποτα το εκπληκτικό στην ακούραστη ευθυμία του Hoy, το αδιαμφισβήτητο λαχείο μιας ασυνήθιστα ευτυχισμένης ανατροφής. Γεννημένος από έναν επιστάτη οικοδομών και μια νοσοκόμα, μεγάλωσε σε ένα μεγάλο σπίτι στο Εδιμβούργο με αφοσιωμένους γονείς, μια μεγαλύτερη αδελφή, δύο παππούδες και γιαγιάδες και «αγάπη χωρίς όρους». Ξεκίνησε την οδήγηση BMX σε ηλικία επτά ετών, αφού εμπνεύστηκε από τη σκηνή καταδίωξης ποδηλάτων στην ταινία ET, και μέσα σε ένα χρόνο αγωνιζόταν σε όλη τη χώρα, υπό την επίβλεψη ενός πατέρα που τον λάτρευε αλλά «ποτέ δεν ήταν πιεστικός».

Ξεκινώντας την ποδηλασία πίστας στα τέλη της εφηβείας του, ο Hoy κέρδισε το αργυρό μετάλλιο στο ομαδικό σπριντ στο παγκόσμιο πρωτάθλημα μέσα σε λίγους μήνες από την αποφοίτησή του στις αθλητικές επιστήμες από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου το 1999, και το ασημένιο ολυμπιακό μετάλλιο στο ίδιο αγώνισμα στο Σίδνεϊ την επόμενη χρονιά στα 24 του. Στους επόμενους Αγώνες της Αθήνας έκανε νέο παγκόσμιο ρεκόρ, έγινε γνωστό όνομα τέσσερα χρόνια αργότερα στο Πεκίνο και, σε ένα παραμυθένιο τέλος, κέρδισε τα δύο τελευταία χρυσά του στο Λονδίνο το 2012.

Αν ο Hoy οφείλει την ευχάριστη διάθεσή του στην αγάπη της οικογένειάς του, ο ίδιος πιστώνει πάντα τη νοοτροπία του πρωταθλητή στον αθλητικό ψυχολόγο του για πάνω από 20 χρόνια, τον καθηγητή Steve Peters. Γνωστός ως «ο μηχανικός του μυαλού», ο Peters έχει επίσης συνεργαστεί με την Λίβερπουλ, τον παίκτη του σνούκερ Ronnie O’Sullivan και την ποδοσφαιρική ομάδα της Αγγλίας.

Δίδαξε στον ποδηλάτη την «τεχνική του ελικοπτέρου», να οραματίζεται τον εαυτό του ανεβαίνοντας πάνω από μια αγχωτική κατάσταση. «Όσο ψηλότερα ανεβαίνεις», γράφει ο Hoy, «τόσο μικρότερο γίνεται το πρόβλημα, καθώς κοιτάς έξω και βλέπεις πόσο μικροσκοπικός και ασήμαντος είσαι σε σύγκριση με τον ευρύτερο κόσμο γύρω σου». Ο σκοπός ήταν να «βρω προοπτική και να συνειδητοποιήσω ότι δεν πρόκειται για ζωή ή θάνατο και ότι ο κόσμος δεν θα σταματούσε να περιστρέφεται αν δεν κέρδιζα έναν ποδηλατικό αγώνα».

Αυτό λειτούργησε πολύ καλά για τον Hoy. «Και επομένως σκέφτεσαι, λοιπόν, ότι μπορώ να το εφαρμόσω αυτό στη ζωή. Και μπορείς». Κάνει μια παύση. «Μέχρι που είναι η ζωή και ο θάνατος».

Ο ίδιος ο Hoy μόλις και μετά βίας πίστευε ότι η αθλητική ψυχολογία θα μπορούσε να λειτουργήσει όταν απευθύνθηκε στον Peters για βοήθεια στην πρώτη τρικυμία της διάγνωσής του. Αλλά καθώς άρχισε να εφαρμόζει τις τεχνικές της προοπτικής και της θετικότητας σε αυτή την πραγματική κατάσταση ζωής και θανάτου, διαπίστωσε ότι λειτουργούσαν.

Έτσι ο θάνατος τού έγινε λιγότερο σκληρός. «Όσο αφύσικο κι αν φαίνεται, αυτή είναι η φύση. Όλοι γεννηθήκαμε και όλοι πεθαίνουμε, και αυτό είναι απλώς μέρος της διαδικασίας». Πολλοί θάνατοι είναι ξαφνικοί, δεν αφήνουν «καμία ευκαιρία να πούμε αντίο ή να συμφιλιωθούμε με τα πάντα. Αλλά μου δόθηκε αρκετός χρόνος». Ο καθημερινός ηρωισμός ενός φίλου που είναι καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι κάνει τη σημερινή φυσική κατάσταση του Hoy να μοιάζει με ευλογία.

Η φαρμακευτική του αγωγή τον κάνει κουρασμένο και αδύναμο, «αλλά υπενθυμίζεις στον εαυτό σου, ότι είσαι τυχερός που υπάρχει φάρμακο που μπορείς να πάρεις και θα το αποκρούσει για όσο το δυνατόν περισσότερο».

Ξέρει ότι αυτό μπορεί να ακούγεται απίστευτα ρομαντικό. «Αλλά δεν λέω απλώς αυτά τα λόγια. Έχω μάθει να ζω στη στιγμή και έχω μέρες γνήσιας χαράς και ευτυχίας». Τώρα, λέει, φροντίζει να απολαμβάνει τα πάντα.

«Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση για άρνηση ή αυταπάτη. Έχει να κάνει με την προσπάθεια να αναγνωρίσουμε, τι μπορούμε να ελέγξουμε». Ακριβώς όπως συνήθιζε και στην πίστα αγώνων, ο Hoy ελέγχει τις σκέψεις που θα επιτρέψει να μπουν στο κεφάλι του.

«Ο φόβος και το άγχος, όλα προέρχονται από την προσπάθεια να προβλέψουμε το μέλλον. Αλλά το μέλλον είναι αυτή η αφηρημένη έννοια στο μυαλό μας. Κανείς μας δεν ξέρει τι πρόκειται να συμβεί. Το μόνο που ξέρουμε είναι ότι έχουμε περιορισμένο χρόνο στον πλανήτη». Το μόνο που έχει αλλάξει, λέει στον εαυτό του, είναι ότι έχει «περισσότερες πληροφορίες» για τον δικό του από ό,τι οι περισσότεροι άνθρωποι.

«Αυτό που σκέφτηκα λοιπόν είναι, γιατί να χαλάσω αυτόν τον χρόνο; Συνεχίστε να απολαμβάνετε και να είστε ευγνώμονες για ό,τι έχετε. Δεν λέω ότι είμαι δάσκαλος του Ζεν και ότι έχω ελέγξει τις σκέψεις και τα συναισθήματά μου σε κάθε κατάσταση. Δεν προσπαθώ να προσποιηθώ ότι κάθε μέρα είναι καταπληκτική. Αλλά έχω γνήσιες στιγμές χαράς. Έχω στιγμές γέλιου. Δεν το σκέφτομαι όλη την ώρα. Έχω επιστρέψει στον παλιό μου εαυτό».

Πιστεύει ότι κάποιος μπορεί να εκπαιδεύσει το μυαλό του όπως έκανε και ο ίδιος. «Είναι το ίδιο με το να πηγαίνεις στο γυμναστήριο. Δεν σηκώνεις το βάρος από την πρώτη φορά, το αφήνεις κάτω και δοκιμάζεις ξανά όταν νιώθεις πιο δυνατός. Πρέπει να συνεχίσεις να σηκώνεις τα βάρη. Πρέπει λοιπόν να συνεχίσεις να εφαρμόζεις αυτές τις αρχές, αυτές τις τεχνικές, σε καθημερινή βάση, ώστε όταν έρθουν οι μεγάλες στιγμές να είσαι έτοιμος».

Αποκαλύπτει ότι τόσο ο παππούς του όσο και ο πατέρας του είχαν καρκίνο του προστάτη, αλλά ποτέ δεν έκανε εξέταση PSA -μια εξέταση αίματος που μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση της νόσου- επειδή το NHS, το βρετανικό σύστημα υγείας, δεν εξετάζει ασυμπτωματικούς άνδρες πριν κλείσουν τα 50. Ο υπαινιγμός ότι μια απλή εξέταση θα μπορούσε να είχε σώσει τη ζωή του μένει επιδεικτικά ασχολίαστος και διακόπτει γρήγορα την έκκλησή του για προγενέστερο έλεγχο για να μιλήσει αντ’ αυτού για έναν φίλο του που έκανε έλεγχο των επιπέδων PSA μόνο λόγω της διάγνωσης του Hoy.

«Και είχε καρκίνο. Και αντιμετωπίζεται. Και φαίνεται ότι τον πρόλαβε αρκετά νωρίς. Οπότε σκέφτεσαι, λοιπόν, ότι υπάρχει ένα άτομο που έχει επωφεληθεί. Καταπληκτικό».

Η χημειοθεραπεία του Hoy δεν είχε «καμία εγγύηση» για τη συρρίκνωση των όγκων του, αλλά στην κλίμακα των προβλέψεων πέτυχε τα πιο ελπιδοφόρα αποτελέσματα. Από τους άνδρες που δοκίμασαν για πρώτη φορά τη φαρμακευτική αγωγή το 2011, το ένα τέταρτο είναι ακόμη εν ζωή. «Το ένα στα τέσσερα μπορεί να ακούγεται σαν μια τρομερή στατιστική. Αλλά για μένα αυτό είναι σαν», και ακτινοβολεί, «ένα στα τέσσερα!». Μέχρι τη στιγμή που οι όγκοι του θα επανεμφανιστούν, προσθέτει λαμπρά, μπορεί να έχουν εφεύρει μια νέα θεραπεία. «Πιστεύω ότι συμβαίνουν συνεχώς εκπληκτικά πράγματα».

Η σκλήρυνση κατά πλάκας της συζύγου του είναι μια ανίατη, εκφυλιστική ασθένεια. Αντιμέτωπο με μια επιλογή ανάμεσα σε πιο δυνητικά αποτελεσματικές, αλλά πιο επικίνδυνες νέες θεραπείες και σε επιλογές χαμηλού κινδύνου αλλά λιγότερο αποτελεσματικές, το ζευγάρι επέλεξε τη δεύτερη. Τις κακές μέρες μπορεί να είναι αγώνας να βάλει το κλειδί της στην πόρτα, αλλά είναι ενθουσιώδης πειθαρχημένη στα μαθήματα γυμναστικής, «λατρεύει το τρέξιμο» και αρνείται κατηγορηματικά να δώσει έστω και μια στιγμή σημασία στην κατάστασή της.

«Λέει συνέχεια: «Πόσο τυχεροί είμαστε; Έχουμε και οι δύο ανίατες ασθένειες για τις οποίες υπάρχει κάποια θεραπεία. Δεν το έχει κάθε ασθένεια αυτό. Θα μπορούσε να είναι πολύ χειρότερα». Όσον αφορά την αισιοδοξία, σύμφωνα με τον Hoy, είναι θετικά απαισιόδοξος σε σύγκριση με τη Sarra.

Τα παιδιά δεν γνωρίζουν τίποτα για τη σκλήρυνση κατά πλάκας. Γνωρίζουν ότι ο καρκίνος του πατέρα τους είναι ανίατος και θα επανέλθει. «Αλλά όταν επιστρέψει», τους λέει, «ο μπαμπάς θα πάρει περισσότερη θεραπεία και θα το αντιμετωπίσουμε όπως έρθει». Κάνει μια παύση. «Δεν θέλω ποτέ να τους πω ψέματα. Αλλά υπάρχουν ορισμένα πράγματα που δεν χρειάζεται να τους τα πεις αμέσως».

Μόνο λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν ότι η Sarra πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας. Όπως και με τη διάγνωση του ίδιου του Hoy, «πολλοί θα το ακούσουν για πρώτη φορά από αυτή τη συνέντευξη». Όταν φτάσει στα περίπτερα, θα βρίσκεται στη Δανία, σχολιάζοντας ζωντανά στην τηλεόραση το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Στίβου. «Θα έχω το τηλέφωνό μου απενεργοποιημένο και θα κάνω τα δικά μου πράγματα».

Το κέντρο του στίβου θα είναι γεμάτο από παλιούς φίλους, συμπαίκτες και αντιπάλους. «Θα είναι δύσκολο όταν θα έρθει κόσμος. Αλλά υπενθυμίζω συνέχεια στον εαυτό μου, ότι θα είναι ένα καθαρό θετικό αποτέλεσμα. Θα μπορέσω να βγάλω αυτόν τον μανδύα της προσπάθειας να κρύψω τα μυστικά που εγώ και η Sarra έπρεπε να επωμιστούμε για τόσο καιρό». Αυτό που δεν θέλει, είναι λύπηση ή οίκτο. «Θέλω να έρθουν και να μου πουν: Χαίρομαι που σε βλέπω εδώ και χαίρομαι πολύ που είσαι εδώ, φαίνεται ότι τα πας καλά». «Και είμαι καλά. Σήμερα, εδώ και τώρα, είμαι καλά», λέει.

Ο χειρότερος φόβος του ήταν ότι ένα παιδί στο σχολείο θα μπορούσε να πει στον γιο ή την κόρη του: «Είδα τον μπαμπά σου στις ειδήσεις χθες το βράδυ και πρόκειται να πεθάνει». Για να μετριάσουν τον κίνδυνο, έκλεισαν οικογενειακές διακοπές δύο εβδομάδων. «Ας ελπίσουμε ότι η σκόνη θα έχει καταλαγιάσει» πριν επιστρέψουν στην πατρίδα. Για μια φευγαλέα στιγμή η ψυχραιμία του κλονίζεται. «Ξέρεις κάτι;» προσθέτει απαλά. «Μπορεί να συμβεί. Αν συμβεί, θα το αντιμετωπίσουμε».

Η μεγαλύτερη ελπίδα του είναι ότι η ιστορία του μπορεί να δώσει στον κόσμο μια νέα εικόνα για τον προχωρημένο καρκίνο. «Η αλλαγή της αντίληψης για το στάδιο 4 – αυτό θα μπορούσε να είναι κάτι πραγματικά ισχυρό».

Η επαγγελματική ενέργεια του Hoy είναι τώρα αφιερωμένη στη δημιουργία μιας ετήσιας φιλανθρωπικής ποδηλατοβόλτας «Tour de 4»- το σχέδιο είναι «όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι που έχουν επηρεαστεί από τον καρκίνο» να ποδηλατούν από τη Γλασκώβη στο Εδιμβούργο κάθε καλοκαίρι, για να δείξουν σε όλους ότι «το στάδιο 4 δεν είναι το τέλος της ζωής σου. Υπάρχουν κι άλλα που μπορείς να ζήσεις».

Παραδέχεται πως το πιο δύσκολο σε όλη αυτή την περιπέτεια είναι η διαχείριση των παιδιών. «Είναι δίκοπο μαχαίρι, γιατί τα παιδιά το κάνουν ακόμα πιο οδυνηρό όταν έχεις το φόβο του τι έχεις να χάσεις», λέει. «Αλλά σε βοηθούν επίσης να εκτιμάς την κάθε μέρα και να ξεπερνάς αυτές τις δύσκολες στιγμές».

Το τελευταίο κεφάλαιο των απομνημονευμάτων του-τα οποία ηχογραφεί- «είναι ουσιαστικά εκεί που γράφω στα παιδιά. Ξέρεις, το μήνυμά μου προς αυτά. Και διαβάζοντας τις λέξεις δυνατά, πρέπει να συνδεθείς συναισθηματικά. Πρέπει πραγματικά να διαβάσεις με τρόπο που να σημαίνει κάτι. Αλλά ο κίνδυνος είναι να πλησιάσεις πολύ κοντά σε αυτό – γιατί ξαφνικά σκέφτεσαι, αυτά είναι τα λόγια που θα ακούνε τα παιδιά μου όταν φύγω. Και αυτό είναι, χωρίς αμφιβολία, το πιο δύσκολο πράγμα που έχω κάνει ποτέ».

Με πληροφορίες από Sunday Times