icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Ένας από τους μεγαλύτερους ποταμούς της Αυστραλίας έχει χάσει περισσότερο από το μισό του νερό μέσα σε 30 χρόνια

Πάνω από το μισό του νερό έχασε σε διάστημα τριών δεκαετιών ένα τμήμα του ποταμού Murrumbidgee, ενός από τους μεγαλύτερους ποταμούς της Αυστραλίας. Ο λόγος, όπως υποδεικνύει νέα έρευνα, είναι τα φράγματα και άλλες ανθρώπινες παρεμβάσεις που έχουν εφαρμοστεί.

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας εξέτασαν τις επιπτώσεις της φραγματοποίησης και της άρδευσης στη φυσική ροή των υδάτων στο κάτω μέρος του ποταμού Murrumbidgee από το 1890.

Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Journal of Environmental Management έδειξε πως αυτές οι παρεμβάσεις, καθώς και η αυξημένη κατανάλωση νερού από την πόλη της Καμπέρα, μείωσαν τη ροή του νερού στην πόλη Hay, στη νοτιοδυτική Νέα Νότια Ουαλία, κατά 43% από το 1958 έως το 2018. Από το 1988 έως το 2018, οι μειώσεις αυτές ήταν ακόμα μεγαλύτερες, φτάνοντας το 55%.

Οι ερευνητές σημείωσαν ότι οι πιο σοβαρές επιπτώσεις από τη μείωση της ροής των υδάτων εντοπίζονται στην πεδιάδα Lowbidgee, τον μεγαλύτερο υγρότοπο του ποταμού, που εξαρτάται από την τακτική πλημμυρική κάλυψη για να διατηρήσει το οικοσύστημά του.

«Η πεδιάδα Lowbidgee εξαρτάται από την τακτική πλημμυρική κάλυψη», δήλωσε ο Jan Kreibich, υποψήφιος διδάκτορας στο UNSW και επικεφαλής της μελέτης. «Χωρίς αυτήν, ολόκληρα οικοσυστήματα καταρρέουν».

Για να καταλήξουν στα ευρήματά τους, οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν δεδομένα φυσικής ροής και βροχοπτώσεων από τις αρχές του 20ού αιώνα, πριν κατασκευαστούν τα φράγματα και πριν η άρδευση επηρεάσει τη ροή του νερού.

Ένα μοντέλο προσομοίωσης υπολόγισε πώς θα ήταν η φυσική ροή κατά τη διάρκεια των τελευταίων 100 ετών χωρίς φράγματα και άλλες ανθρωπογενείς παρεμβάσεις, και οι ερευνητές συνέκριναν αυτά τα στοιχεία με τα πραγματικά δεδομένα ροής.

Η κλιματική κρίση θα μειώσει κι άλλο τη ροή του ποταμού

Οι ερευνητές ανακάλυψαν επίσης ότι το διάστημα μεταξύ μεγάλων πλημμυρικών περιόδων – απαραίτητων για την επιβίωση των υγροτόπων – είχε υπερδιπλασιαστεί, από κάθε δύο χρόνια σε κάθε 4,4 χρόνια.

Βρήκαν επίσης ότι η κλιματική αλλαγή μπορεί να μειώσει περαιτέρω τη ροή του ποταμού κατά 7% έως 10% από το 2047 έως το 2075.

«Το συνολικό μήνυμα είναι ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα είναι μια πρόσθετη επιβάρυνση», δήλωσε ο καθηγητής Ρίτσαρντ Κινγκσφορντ, διευθυντής του Κέντρου Επιστημών Οικοσυστήματος στο UNSW και συν-συγγραφέας της μελέτης.

«Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πόσο επηρεάζεται αυτό το ποτάμι από την απόσπαση νερού για άρδευση και για την Καμπέρα».

Επισήμανε ότι τα αποτελέσματα δείχνουν πως οι περιβαλλοντικές ροές είναι «ένα κλάσμα των αρχικών τους ποσοτήτων» και τόνισε την ανάγκη για κυβερνητική πολιτική που να προστατεύει τις εναπομείνασες περιβαλλοντικές ροές.

Μείωση των ειδών πτηνών του ποταμού

Ο Μπράντλεϊ Κλαρκ-Γουντ, συντονιστής για τα υδρόβια πτηνά στην οργάνωση BirdLife Australia, σχολίασε πως τα ευρήματα αντικατοπτρίζουν αυτό που βλέπουν οι φυσιολάτρες στην πράξη.

«Κατά τη διάρκεια των τακτικών μας παρατηρήσεων στα υδρόβια πτηνά, έχουμε παρατηρήσει μειώσεις στον πληθυσμό βασικών ειδών υγροτόπων λόγω της μείωσης της πλημμυρικής κάλυψης», είπε.

Πρόσθεσε ότι τα υδρόβια πτηνά βασίζονται στους υγροτόπους για την αναπαραγωγή τους — η επιτυχία της οποίας εξαρτάται από την ποσότητα του νερού και τη διάρκεια των πλημμυρών.
«Οποιαδήποτε μείωση σε αυτό σημαίνει ότι η επόμενη γενιά πτηνών είναι υπό μεγάλη πίεση και έχει περιορισμένες πιθανότητες επιτυχίας», είπε.

Ο Δρ Πολ Σινκλέρ από το Australian Conservation Foundation δήλωσε ότι η έρευνα «σημαίνει ξανά συναγερμό για την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και τις πολιτειακές κυβερνήσεις στην λεκάνη του Murray Darling για επιτάχυνση δράσης ώστε να αντιμετωπιστούν οι διπλές κρίσεις της κλιματικής αλλαγής και των μη βιώσιμων ρυθμίσεων ροής».

«Τα ποτάμια, όπως ο Murrumbidgee, πεθαίνουν αν χάσουν τη σύνδεση με την πλημμυρική πεδιάδα τους», ανέφερε. «Η ομοσπονδιακή και πολιτειακή κυβέρνηση πρέπει να αναλάβουν δράση ώστε να υπάρχει αρκετό νερό στα ποτάμια για να παραμείνουν συνδεδεμένα με τις πλημμυρικές πεδιάδες και να αντέξουν τις βαθύτερες και συχνότερες ξηρασίες που προκαλεί η υπερθέρμανση του πλανήτη».

Με πληροφορίες από Guardian