Ο ιός του Δυτικού Νείλου, που κάποτε σπάνια καταγραφόταν εκτός της Ανατολικής Αφρικής και τη Μέση Ανατολή, εξαπλώνεται συνεχώς σε όλες τις ΗΠΑ. Το 2023, ο ιός ανιχνεύθηκε σε περισσότερες από 1.100 δεξαμενές κουνουπιών, κυρίως στο Κουίνς. Μέχρι σήμερα, το 2024, έχουν εντοπιστεί κρούσματα του ιού του Δυτικού Νείλου σε 39 Πολιτείες. Υπολογίζεται ότι το 70-80% των λοιμώξεων είναι πολύ ελαφριές ή εντελώς ασυμπτωματικές, αλλά οι σοβαρές λοιμώξεις μπορεί να οδηγήσουν σε μόνιμες νευρολογικές επιπλοκές.

Μια ακόμα πιο ανησυχητική τάση είναι η άνοδος της εγκεφαλίτιδας των ιπποειδών (EEE), ενός άλλου ιού που μεταδίδεται από κουνούπια και είναι πολύ πιο επικίνδυνος, με ποσοστό θνησιμότητας που φτάνει το 30%. Ο ιός αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά ως απειλή για τη δημόσια υγεία το 1938, αλλά τα τελευταία 20 χρόνια, σποραδικά κρούσματα στα βορειοανατολικά των ΗΠΑ επανεμφανίζονται με αυξανόμενη συχνότητα.

Ενώ οι λοιμώξεις από τον EEE είναι ευτυχώς ακόμη σπάνιες, το 2019 σημειώθηκε η μεγαλύτερη επιδημία στις ΗΠΑ στην πρόσφατη ιστορία, με ρεκόρ 38 κρουσμάτων που εντοπίστηκαν σε ολόκληρη τη χώρα. Το 2024, συνολικά 10 κρούσματα έχουν αναφερθεί μέχρι σήμερα σε έξι Πολιτείες, γεγονός που οδήγησε σε ψεκασμό κουνουπιών στη Μασαχουσέτη, όπου σημειώθηκαν τα περισσότερα κρούσματα, για την πρόληψη της μόλυνσης.

Σύμφωνα με τους ειδικούς σε θέματα λοιμωδών νόσων, τα ασυνήθιστα μοτίβα με τα παθογόνα που μεταδίδονται από κουνούπια γίνονται κανόνας. Νωρίτερα τον Σεπτέμβριο του 2024, ένας άνδρας στο Νιου Χαμσάιρ νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο όχι με μία, αλλά με τρεις ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια ταυτόχρονα: πυρετός του Δυτικού Νείλου, EEE και εγκεφαλίτιδα του Αγίου Λουδοβίκου. «Αυτό που βλέπουμε όλο και περισσότερο είναι άνθρωποι που μολύνονται από πολλαπλές ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια ταυτόχρονα», λέει η Chloé Lahondère, βιολόγος που μελετά τα έντομα στο Virginia Tech.

Στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο, οι ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια εμφανίζονται σε όλο και πιο ασυνήθιστα μέρη. «Πέρυσι, είχαμε τοπικά κρούσματα ελονοσίας στις ΗΠΑ για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια», λέει η Desiree LaBeaud, καθηγήτρια παιδιατρικής και λοιμωδών νοσημάτων στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Ο δάγκειος πυρετός έχει επίσης ανιχνευθεί στην Καλιφόρνια και την Αριζόνα. Εν τω μεταξύ, νέος αριθμός ρεκόρ κρουσμάτων δάγκειου πυρετού έχει καταγραφεί σε όλη την Ευρώπη, ενώ πρωτοφανή θανατηφόρα κρούσματα έχουν σημειωθεί στο Περού.

Η σύνδεση με το κλίμα

Μεγάλο μέρος αυτού του φαινομένου σχετίζεται με την αλλαγή των κλιματικών συνθηκών, οι οποίες επιτρέπουν σε διάφορους πληθυσμούς κουνουπιών που μεταφέρουν αυτούς τους ιούς, όπως διάφορα υποείδη του γένους των κουνουπιών Aedes και το είδος Culex coronator, να εξαπλωθούν σε νέες περιοχές.

Από τη στιγμή που οι θερμοκρασίες αυξάνονται, τα κουνούπια μπορούν να εισβάλλουν και να ευδοκιμούν σε μέρη που κάποτε αποτελούσαν εχθρικά περιβάλλοντα. Από τότε που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Λουιζιάνα το 2004, το κουνούπι C. coronator έχει εξαπλωθεί σχεδόν σε όλες τις νοτιοανατολικές Πολιτείες, μεταφέροντας ασθένειες όπως ο Δυτικός Νείλος και η εγκεφαλίτιδα του Αγίου Λουδοβίκου, ενώ άλλα είδη κουνουπιών μπορούν πλέον να επιβιώσουν άνετα ακόμη βορειότερα.

Λόγω της κλιματικής κρίσης, οι ορεινές περιοχές γίνονται πιο θερμές και πιο φιλικές προς τα κουνούπια, με αποτέλεσμα ασθένειες -όπως η ελονοσία και ο δάγκειος πυρετός- να αρχίζουν να φτάνουν ακόμη και σε μερικά από τα πιο απομακρυσμένα μέρη του πλανήτη. Για παράδειγμα, ενώ η ελονοσία είναι ενδημική στο Νεπάλ, η συχνότητα εμφάνισης της νόσου αυξάνεται στους λόφους και τα βουνά της χώρας – τοποθεσίες που προηγουμένως θεωρούνταν απαλλαγμένες από την ελονοσία.

«Η ελονοσία θεωρείται σε μεγάλο βαθμό ασθένεια των πεδινών περιοχών», λέει ο Paul Tambyah, πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Λοιμωδών Νοσημάτων. «Αλλά τώρα ο ορισμός της πεδινής περιοχής ”σέρνεται” προς τα πάνω, καθώς οι θερμοκρασίες αυξάνονται, οπότε τα κουνούπια είναι σε θέση να επιβιώνουν σε υψηλότερα υψόμετρα».

Ανησυχητικές προβλέψεις

Η εξάπλωση των ασθενειών, αναμένεται να έχει δραστικές συνέπειες για τη δημόσια υγεία. Οι ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια προσβάλλουν ήδη περίπου 700 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα ένα εκατομμύριο θανάτους.

Κατά τη διάρκεια του επόμενου αιώνα, οι κλιματικές προβλέψεις δείχνουν ότι περίπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι, κυρίως στην Ευρώπη και στις υποτροπικές περιοχές, θα μολυνθούν για πρώτη φορά από ιό που μεταδίδεται από κουνούπια, ενώ η μετάδοση της νόσου σε τμήματα της Ασίας και της υποσαχάριας Αφρικής αναμένεται να μετατραπεί από εποχιακή σε ετήσια. Ορισμένοι ερευνητές κάνουν λόγο για μια σταθερή κατεύθυνση προς «έναν πιο ζεστό και πιο άρρωστο κόσμο».

Γιατί δεν υπάρχουν εμβόλια

Τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) δήλωσαν στο BBC ότι 2.000 Αμερικανοί αρρωσταίνουν από τον ιό του Δυτικού Νείλου κάθε χρόνο, οδηγώντας σε 1.200 απειλητικές για τη ζωή νευρολογικές ασθένειες και πάνω από 120 θανάτους. «Ο καθένας μπορεί να κινδυνεύσει», λέει η Kristy Murray, καθηγήτρια παιδιατρικής στο Πανεπιστήμιο Emory στην Ατλάντα της Τζόρτζια, η οποία μελετά τον ιό του Δυτικού Νείλου εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες. «Ένα απλό τσίμπημα κουνουπιού αρκεί για να μολυνθεί κάποιος. Και ενώ βλέπουμε κυρίως ηλικιωμένα άτομα να παθαίνουν σοβαρή λοίμωξη, το παθαίνουν και νέοι άνθρωποι», λέει.

Κανείς δεν γνωρίζει πώς ακριβώς εισήχθη ο ιός στις ΗΠΑ από περιοχές της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής, της Νότιας Ευρώπης και της Ρωσίας όπου κυκλοφορούσε για δεκαετίες, αλλά οι έρευνες έχουν δείξει ότι τα πτηνά είναι οι κύριοι φορείς του ιού. Τα κουνούπια προσβάλλονται από τον ιό όταν τρέφονται με μολυσμένα πτηνά, πριν τον μεταδώσουν στον άνθρωπο.

Τώρα, αυξάνονται οι ανησυχίες ότι τα κρούσματα του Δυτικού Νείλου στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο θα γίνουν πιο συχνά λόγω της κλιματικής κρίσης. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί επίσης το γεγονός ότι ενώ οι λοιμώξεις είναι κατά κύριο λόγο ασυμπτωματικές, με μόνο έναν στους πέντε ανθρώπους να εμφανίζει ήπια συμπτώματα, οι σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μόνιμη αναπηρία. Σε περίπου 1 στα 150 άτομα, ο ιός μπορεί να εισβάλει στον εγκέφαλο και το κεντρικό νευρικό σύστημα, προκαλώντας απειλητική για τη ζωή φλεγμονή και σε πολλές περιπτώσεις εγκεφαλική βλάβη.

Ωστόσο, παρά αυτούς τους εγγενείς κινδύνους, δεν υπάρχει επί του παρόντος εμβόλιο ή ακόμη και ειδική θεραπεία που να μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους που πάσχουν από τη λοίμωξη. «Έχει γίνει πραγματικά μια παραμελημένη ασθένεια», λέει η Murray. «Μόνο φέτος, έχω έρθει σε επαφή τόσες πολλές φορές με ασθενείς που έχουν πρόσφατα διαγνωστεί με τον Δυτικό Νείλο και με ρωτούν: Τι μπορούμε να κάνουμε; Κι εγώ απαντώ: Δεν υπάρχει πραγματικά τίποτα να κάνουμε. Μου ραγίζει η καρδιά όταν πρέπει να τους το λέω αυτό», λέει. Όσον αφορά την έλλειψη προληπτικών μέτρων κατά των λοιμώξεων από τον Δυτικό Νείλο, ίσως μια από τις μεγαλύτερες ειρωνείες είναι ότι ασφαλή και εξαιρετικά αποτελεσματικά εμβόλια είναι διαθέσιμα μόνο για τα άλογα τα τελευταία 20 χρόνια.

Μεταξύ 2004 και 2016, πραγματοποιήθηκαν εννέα κλινικές δοκιμές διαφορετικών υποψήφιων εμβολίων για τον άνθρωπο, δύο από τις οποίες ξεκίνησαν από τη γαλλική φαρμακευτική εταιρεία Sanofi, ενώ οι υπόλοιπες χρηματοδοτήθηκαν είτε από εταιρείες βιοτεχνολογίας, είτε από ακαδημαϊκά ιδρύματα, είτε από διάφορους κυβερνητικούς οργανισμούς των ΗΠΑ.

Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι όλα ήταν γενικά καλά και προκαλούσαν ανοσολογική απόκριση, καμία από αυτές τις δοκιμές δεν έφτασε σε κλινική δοκιμή της φάσης 3. Αυτό είναι το τελευταίο και πιο κρίσιμο στάδιο πριν από την έγκριση ενός εμβολίου και περιλαμβάνει τη δοκιμή της αποτελεσματικότητας μιας θεραπείας. Η τελευταία από αυτές τις δοκιμές, που χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργιών και Λοιμωδών Νοσημάτων των ΗΠΑ, δεν προχώρησε πέρα από τη φάση 1 – το πρώτο βήμα, το οποίο συνήθως αποσκοπεί στο να διακριβωθεί αν η παρέμβαση με εμβόλιο είναι ασφαλής.

Η Carolyn Gould, ιατρική λειτουργός του Τμήματος Νοσημάτων στο Fort Collins του Κολοράντο, εξηγεί ότι ο σποραδικός και απρόβλεπτος χαρακτήρας των κρουσμάτων του Δυτικού Νείλου ήταν ένα μεγάλο εμπόδιο, καθώς ο ιός πρέπει να κυκλοφορεί εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή για να μπορέσει να αποδειχθεί ότι ένα εμβόλιο όντως λειτουργεί.

Το 2006, μια μεγάλη μελέτη της σχέσης κόστους-αποτελεσματικότητας των εμβολίων κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα καθολικό πρόγραμμα εμβολιασμού κατά του ιού του Δυτικού Νείλου είναι απίθανο να εξοικονομήσει χρήματα στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης. Η Gould πιστεύει ότι το τεράστιο κόστος ανάπτυξης ενός εμβολίου, σε συνδυασμό με τα αβέβαια οφέλη ή τις οικονομικές αποδόσεις από την πλευρά των φαρμακευτικών εταιρειών, αποτέλεσε σημαντικό αποτρεπτικό παράγοντα.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια έχουν προσφερθεί διάφορες πιθανές εναλλακτικές λύσεις. Ορισμένοι επιστήμονες έχουν συστήσει ένα ειδικό πρόγραμμα εμβολιασμού για άτομα άνω των 60 ετών που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από τον ιό, ενώ η Gould προτείνει ένα πρόγραμμα που θα απευθύνεται σε συγκεκριμένες περιοχές των ΗΠΑ, όπου τα κουνούπια που μεταφέρουν τον ιό είναι πιο διαδεδομένα.

Επιπλέον, πιστεύει ότι τα αυξανόμενα στοιχεία που περιβάλλουν τις μακροπρόθεσμες συνέπειες των νευρολογικών βλαβών που προκαλεί ο ιός του Δυτικού Νείλου θα μπορούσαν να καταστήσουν πιο ελκυστική τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης εμβολίων. Πρόσφατες εκτιμήσεις έχουν υποδείξει ότι η οικονομική επιβάρυνση των ασθενών που νοσηλεύονται με τον ιό του Δυτικού Νείλου ανέρχεται σε 56 εκατομμύρια δολάρια, ενώ το βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο κόστος μπορεί να ξεπεράσει τα 700.000 δολάρια ανά ασθενή.

«Πιο πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι θα μπορούσε να είναι οικονομικά αποδοτικό εάν αναπτυχθεί σε ομάδες υψηλού κινδύνου σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές», λέει η Gould. «Από τη σκοπιά ενός κατασκευαστή, θα ήταν σημαντικό να ληφθεί υπόψη ο μεγάλος αριθμός των ανθρώπων που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για νόσο του ιού του Δυτικού Νείλου με σοβαρές συνέπειες», λέει.

Δεδομένων των θανάτων και των νευρολογικών αναπηριών που προκαλεί ο ιός, ο Paul Tambyah, πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Λοιμωδών Νοσημάτων, περιγράφει τη σημερινή αδυναμία εξεύρεσης λύσης ως «έλλειψη φαντασίας». «Όλοι σκέφτονται ότι πρέπει να κάνουμε αυτή τη μαζική δοκιμή φάσης 3 στις ΗΠΑ, η οποία είναι δύσκολη για μια ασθένεια που εμφανίζεται μόνο για δυόμισι μήνες το χρόνο, η οποία είναι επίσης απρόβλεπτη, καθώς κάποια χρόνια έχουμε μαζικό ξέσπασμα και κάποια άλλα όχι», λέει ο Tambyah.

Αντ’ αυτού, ο Tambyah προτείνει μια μεγάλη διεθνή δοκιμή με εκατοντάδες διαφορετικές περιοχές δοκιμών, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά και σε μέρη της Αφρικής όπου ενδημεί ο ιός, ως έναν πιο αποτελεσματικό τρόπο συλλογής των απαιτούμενων στοιχείων. Αν και θα απαιτούνταν χρηματοδότηση αρκετών εκατομμυρίων δολαρίων για την έναρξη μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, λέει ότι θα μπορούσε να γίνει εφικτή με τη βοήθεια συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, συγκεντρώνοντας τους πόρους διαφόρων κυβερνήσεων των πληγεισών χωρών, αλλά και μικρών και μεσαίων φαρμακευτικών εταιρειών, ώστε να μετριαστεί ο οικονομικός κίνδυνος, σε περίπτωση που η δοκιμή αποτύχει να αποδείξει την αποτελεσματικότητά της.

«Υπάρχουν μερικοί πιθανοί μηχανισμοί για να συμβεί αυτό», λέει. «Απλώς απαιτείται η θέληση να κάνουμε κάτι γι’ αυτό» υπογραμμίζει.

Με πληροφορίες από BBC