icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Η Σοφία Τσακαλίδου, Διευθύντρια του 3ου Γυμνασίου Μίκρας, μεταδιδακτορική ερευνήτρια, διδάσκουσα του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΑΠΘ εξηγεί

Στο ερώτημα πώς μπορούν εκπαιδευτικοί και γονείς να βοηθήσουν ένα παιδί με ειδικές εκπαιδευτικές ικανότητες, το πρώτο πράγμα που φέρνει στο μυαλό της η εκπαιδευτικός Σοφία Τσακαλίδου είναι ένα σκίτσο στο οποίο βρίσκονται στη σειρά, μπροστά από ένα δέντρο, μια μαϊμού, ένας πιγκουίνος, ένας ελέφαντας, ένα ψάρι, μία φώκια και ένας σκύλος. Ο καθηγητής βρίσκεται απέναντί τους, μπροστά στο γραφείο του και καθισμένος στην καρέκλα του. Απευθυνόμενος στους μαθητές του λέει «θα σας εξετάσω όλους επί ίσοις όροις: παρακαλώ σκαρφαλώστε στο δέντρο». Η επόμενή της σκέψη είναι τα λόγια του Άλμπερτ Αϊνστάιν, ότι «αν κρίνεις ένα ψάρι από την ικανότητά του να σκαρφαλώσει σε ένα δέντρο, θα ζήσει όλη του τη ζωή πιστεύοντας ότι είναι ανόητο»…

Με τον τρόπο αυτό η κ. Τσακαλίδου, Διευθύντρια του 3ου Γυμνασίου Μίκρας, μεταδιδακτορική ερευνήτρια, διδάσκουσα του Τμήματος Γερμανικής Γλώσσας και Φιλολογίας του ΑΠΘ, επισημαίνει ότι «υπάρχει μια λανθασμένη εντύπωση ότι κάποια παιδιά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εκπαίδευση, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πως τα παιδιά αυτά έχουν διαφορετική αντίληψη των πραγμάτων και διαφορετικό τρόπο σκέψης». Η ίδια σχολιάζει ότι παιδιά με δυσλεξία, διάσπαση προσοχής, αυτισμό και χαρισματικά παιδιά αναφέρονται στη βιβλιογραφία ως παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, με αναπηρία ή με δυσκολίες. «Για μένα αυτοί δεν είναι όροι που πρέπει να χρησιμοποιούμε ως εκπαιδευτικοί γιατί θεωρώ ότι τα παιδιά λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Γι’ αυτό το λόγο προτιμώ να χρησιμοποιώ τον όρο ειδικές εκπαιδευτικές ικανότητες», συμπληρώνει και υπογραμμίζει ότι «οι λέξεις “ανάγκες” ή “δυσκολίες” παραπέμπουν σε κάτι αρνητικό ενώ στην πραγματικότητα δεν πρέπει να έχουμε μια τέτοια αντίληψη για τα παιδιά».

Τι μπορούν να κάνουν γενικά εκπαιδευτικοί και γονείς

Στο πλαίσιο μιας γενικής προσέγγισης, η κ. Τσακαλίδου αναφέρει ότι το βασικότερο όλων είναι η συνεργασία μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων, ώστε να δημιουργηθεί μια ασπίδα που θα προστατεύει το παιδί και θα δημιουργήσει το γόνιμο έδαφος που απαιτείται προκειμένου να εξελιχθεί και να αξιοποιήσει στο 100% τις όποιες δυνατότητες και ταλέντα διαθέτει.

Συγκεκριμένα προτείνει την ενημέρωση των εκπαιδευτικών από τους γονείς ώστε να έχουν μια ξεκάθαρη εικόνα για το παιδί. «Θα πρέπει πρώτα ο γονιός να πει τι πιστεύει ότι ζορίζει περισσότερο το παιδί, για παράδειγμα η ορθογραφία, ή η κλίση των ρημάτων, αλλά και το ποια είναι τα δυνατά του σημεία, τι του αρέσει να κάνει, πού τα καταφέρνει καλύτερα. Στη συνέχεια μπορούν οι εκπαιδευτικοί να προχωρήσουν σε μια παιδαγωγική αξιολόγηση, όχι με όρους βαθμολογίας, η οποία λειτουργεί ανασταλτικά στα παιδιά αλλά με όρους που θα βοηθήσουν στην πράξη τον εκπαιδευτικό να βοηθήσει το παιδί να μαθαίνει καλύτερα και με χαρά» σημειώνει. Όλα τα παραπάνω, άλλωστε, θα πρέπει να συμβαίνουν με θετική προδιάθεση και από τις δυο πλευρές, χτίζοντας από το μηδέν μια σχέση βασισμένη στην αγάπη, χωρίς την υιοθέτηση επικριτικών συμπεριφορών εκατέρωθεν.

Σε ένα επόμενο βήμα είναι χρήσιμη η δημιουργία κλίματος σεβασμού στη διαφορετικότητα εντός της σχολικής τάξης αφού, όπως λέει, «κάθε παιδί είναι ξεχωριστό. Ακόμη και σε ένα σπίτι κάθε ένα από τα αδέλφια έχει διαφορετική προσωπικότητα και χαρακτήρα, αν και έχουν μεγαλώσει με τους ίδιους γονείς, κοινές παρέες, στο ίδιο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο. Οι διαφορές αυτές μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερες σε μια τάξη, μεταξύ συμμαθητών και φίλων, που έχουν μεγαλώσει ο καθένας σε διαφορετικό πλαίσιο».

Αξιολόγηση, βαθμολογία, οπτικοποίηση, κίνητρα

Σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση θεωρεί ότι αυτή πρέπει να γίνεται όχι με τον ίδιο γνώμονα αλλά με βάση την ατομική ιδιοσυγκρασία κάθε παιδιού. «Αν ένα παιδί δυσκολεύεται στα μαθηματικά και δω έστω την παραμικρή πρόοδο ή προσπάθεια, αυτό είναι πολύ σημαντικό ενώ αν δω έναν μαθητή του 20 να γράφει 19 θα σκεφτώ ότι δεν έχει δώσει το 100% των δυνατοτήτων του» σημειώνει.

Παράλληλα αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι η βαθμολογία μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά στα παιδιά και αντιπροτείνει, όπου αυτό είναι εφικτό, την παράθεση λεκτικών και περιγραφικών σχολιασμών. Σε μαθήματα όπου χρειάζεται η απομνημόνευση μεγάλου όγκου πληροφοριών τονίζει ότι λειτουργούν θετικά για τα παιδιά τα σύντομα βίντεο, η χρήση γνωστικών χαρτών και διαγραμμάτων με λίγες και απλές λέξεις, οι χρονογραμμές, η οπτικοποίηση των πληροφοριών και η χρήση ερωτήσεων. Θεμελιώδους σημασίας είναι επίσης και η παροχή κινήτρων στα παιδιά ώστε να εκτελούν συνθετότερα έργα. Για παράδειγμα αν τα παιδιά πρέπει να γράψουν έκθεση και ένας μαθητής αγαπάει πολύ το ποδόσφαιρο, μπορεί να επιλέξει το συγκεκριμένο ως θέμα.

Βοήθεια στη δυσλεξία

Σε ένα πιο εξειδικευμένο επίπεδο, η κ. Τσακαλίδου αναφέρεται στη δυσλεξία σημειώνοντας ότι πρόκειται για «μια πολύ παρεξηγημένη περίπτωση, που ονομάζεται και MIT disease, στην οποία τα παιδιά δυσκολεύονται με το κείμενο. Το κείμενο, στην ουσία, είναι μια σύμβαση που δημιουργήθηκε πριν από πάρα πολλά χρόνια και αποτελείται από σύμβολα χωρίς λογική βάση που κωδικοποιούνται με ήχους και προκαλούν δυσκολία στην αποκωδικοποίηση. Από την άλλη πλευρά, άτομα με δυσλεξία έχουν απλώς διαφορετικό τρόπο που αντιλαμβάνονται τη γνώση, δεν αντιμετωπίζουν γνωστικά προβλήματα, είναι πανέξυπνα και εξαιρετικά καλλιτεχνικές φύσεις, διαθέτουν απίστευτες επικοινωνιακές ικανότητες και σημειώνουν εξαιρετικές επιδόσεις όταν υποστηρίζονται σωστά».

Για την υποστήριξή τους στο εκπαιδευτικό περιβάλλον προτείνονται η ηχογράφηση ενός κειμένου από τους γονείς, ώστε να το ακούν αρκετές φορές πριν κοιμηθούν, η χρήση γνωστικών χαρτών αλλά και η οπτικοποίηση. «Στα μαθήματα της φυσικής ή της χημείας αν ένας εκπαιδευτικός δώσει σε ένα παιδί με δυσλεξία ένα κύκλωμα διαλυμένο, εκείνο μπορεί με μεγάλη ευκολία να το φτιάξει και πάλι καθώς διαθέτει πολύ καλή οπτική και σφαιρική αντίληψη» σχολιάζει.

Υποστήριξη στη διάσπαση προσοχής

Στην περίπτωση, άλλωστε, της διάσπασης προσοχής μπορούν οι εκπαιδευτικοί να χρησιμοποιούν δραστηριότητες που δίνουν στα παιδιά τη δυνατότητα να κινηθούν, αντί να βρίσκονται για πολλή ώρα καθηλωμένα στο θρανίο. «Αν ένα παιδί με ΔΕΠΥ σηκωθεί, σταθεί λίγο σε κάποιο σημείο της τάξης και επιστρέψει στη θέση του, αυτό δεν θα πρέπει να κατακρίνεται, ούτε η τάξη να ασχολείται με αυτό. Επιπλέον τα παιδιά αυτά κουράζονται με τις χρονοβόρες δραστηριότητες και για τον λόγο αυτό προτιμάται η κατάτμησή τους από τους εκπαιδευτικούς ώστε να έχουν τη δυνατότητα ενός διαλείμματος, στο οποίο ενδεχομένως θα ζωγραφίσουν ή θα κάνουν κάτι άλλο για να ξεφύγει λίγο ο εγκέφαλός τους. Βοηθητικές μπορεί να είναι και οι κινητικές δραστηριότητες που εκτονώνουν την υπερκινητικότητα» συμπληρώνει.

Έμφαση στα ενδιαφέροντα των παιδιών με αυτισμό

Αναφερόμενη στον αυτισμό, κάνει λόγο για μια τεράστια παλέτα με μεγάλες διαφοροποιήσεις, ωστόσο τονίζει ότι πολλά παιδιά είναι απίστευτα λειτουργικά και υπογραμμίζει την ανάγκη ενημέρωσης των εκπαιδευτικών και απόκτησης της σχετικής γνώσης από αυτούς ώστε να καταλαβαίνουν πώς λειτουργεί κάθε παιδί. «Αυτό που είναι σημαντικό είναι να εντοπιστούν τα ενδιαφέροντά του. Αν σε οποιοδήποτε άτομο παίζει μεγάλο ρόλο το κίνητρο, στην περίπτωση των ατόμων που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού, αυτό παίζει ρόλο δέκα φορές μεγαλύτερο ώστε να επιτευχθούν μαθησιακοί και γνωστικοί στόχοι» τονίζει.

Επιπλέον σημειώνει ότι καθώς υπάρχει μια συστολή και μια δυσκολία στην κοινωνικοποίηση, είναι ιδιαίτερα βοηθητικό να εντάσσονται τα παιδιά σε ομαδικές δραστηριότητες. Αυτό μπορεί να γίνει, όπως λέει, ακόμη και στο μάθημα της ιστορίας όπου μπορούν να δημιουργηθούν ομάδες που δεν είναι πάντα μόνιμες, ούτε αλλάζουν διαρκώς. Στις ομάδες αυτές κάθε παιδί αναλαμβάνει κάποιο ρόλο: είτε διαβάζει το μάθημα, είτε φτιάχνει εικόνες, είτε υπογραμμίζει τις βασικές πληροφορίες, είτε δημιουργεί χρονογραμμές. Στο τέλος μία ομάδα αναλαμβάνει να διδάξει το μάθημα στις υπόλοιπες ομάδες της τάξης, με τεράστια οφέλη στην εκμάθηση του τρόπου μετάδοσης της πληροφορίας, τη λειτουργία της ομάδας, την κατανομή ρόλων και εργασιών, την εστίαση στα σημαντικά.

Πώς να ακολουθήσει ένα χαρισματικό παιδί τη ροή της τάξης

Για την περίπτωση των χαρισματικών παιδιών αναφέρει ότι «είναι ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, πολύ υποτιμημένο, καθώς στη χώρα μας δεν αγγίζεται καν, ενώ τα παιδιά αυτά εμπίπτουν στο πλαίσιο των ειδικών εκπαιδευτικών ικανοτήτων». Τα χαρισματικά παιδιά έχουν και αυτά ανάγκες αλλά όταν ακολουθούν το τυπικό μάθημα, οι ικανότητές τους αδικούνται, οπότε το εκπαιδευτικό πλαίσιο δεν ανταποκρίνεται σε αυτές. Αφενός ακολουθούν τη ροή της τάξης, αφετέρου δείχνουν να βαριούνται ή να μην καταλαβαίνουν γιατί πρέπει να ασχοληθούν περισσότερο. Απέναντι στην κατάσταση αυτή οι εκπαιδευτικοί έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τα ειδικά ενδιαφέροντα των παιδιών αλλά και να τους προτείνουν να αναλαμβάνουν ηγετικό ρόλο σε ομαδικές δραστηριότητες, καθοδηγώντας τα υπόλοιπα παιδιά, με οφέλη την παροχή ενδιαφέροντος και κινήτρου στα χαρισματικά άτομα και την υποστήριξη των υπολοίπων παιδιών.

Η κ. Τσακαλίδου δηλώνει ότι έχει τέσσερα παιδιά μέσα στο δικό της σπίτι και 122 στο σχολείο… Στέλνει σε όλα τα παιδιά και στους γονείς το μήνυμα να μην επαναπαύονται σε μια γνωμάτευση και συνιστά στους μαθητές και τις μαθήτριες να βάζουν στόχους, για να φτάσουν όσο πιο ψηλά μπορούν, ξεπερνώντας τις δυσκολίες, με την υποστήριξη των δικών τους και τη δική τους θέληση. «Δεν θεωρώ τίποτε ανέφικτο. Όλα τα παιδιά πρέπει να έχουν τη φροντίδα που χρειάζονται για να ανθίσουν και να αναπτυχθούν όπως τα λουλούδια» προσθέτει με νόημα.

ΑΠΕ – ΜΠΕ