Μεγέθυνση κειμένου
Το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ Ruins/Ερείπια: Οροθετικές γυναίκες. Το χρονικό μιας διαπόμπευσης είναι ένα χρονικό που πονάει.
Το ντοκιμαντέρ της Μαυρουδή είναι ένα σπάνιο και σπαραξικάρδιο ντοκουμέντο για τη συγκλονιστική υπόθεση ποινικοποίησης του HIV στην Ελλάδα.
Σε αυτό εξιστορείται ο ηθικός πανικός, η δαιμονοποίηση της οροθετικότητας, της σεξεργασίας και της εξάρτησης από ουσίες, ενώ έρχονται σε πρώτο πλάνο οι καταναγκαστικές ιατρικές πράξεις, όλα κομμάτια ενός προεκλογικού show που θα θέλαμε να μην είχε στηθεί στην Ελλάδα του 21ου αιώνα. Φευ.
Το ντοκιμαντέρ της Μαυρουδή εξιστορεί τη δίωξη των οροθετικών γυναικών, οι οποίες προσήχθησαν από την Ελληνική Αστυνομία, υπέστησαν εξαναγκαστικούς ελέγχους για ΗΙV, προφυλακίστηκαν για κακούργημα, και τελικά διαπομπεύτηκαν, όταν οι φωτογραφίες και τα προσωπικά τους δεδομένα δημοσιοποιήθηκαν στα ΜΜΕ, λίγες μέρες πριν από τις εθνικές εκλογές της 6ης Μαΐου 2012.
«Στις 27 Απριλίου του 2012, λίγες μόλις μέρες πριν από τις εθνικές μας εκλογές που θα αναμεταδίδονταν από τα Μέσα όλου του κόσμου, ήμουν ανάμεσα σε εκείνους τους Έλληνες που αιφνιδιάστηκαν από το πρωτοφανές και απεχθές θέαμα που ξετυλίχθηκε στις τηλεοράσεις μας» έχει δηλώσει η Μαυρουδή, προσθέτοντας:
«Οι φωτογραφίες και τα προσωπικά δεδομένα συνανθρώπων μας, θετικών στον ιό HIV, όλες γυναίκες, άρχισαν να παρελαύνουν στις βραδινές ειδήσεις και τα πρωϊνάδικα. Σύμφωνα με τις αρχικές πληροφορίες, και οι 31 γυναίκες ήταν ιερόδουλες που συνελήφθησαν σε μια μαζική επιχείρηση σκούπα της αστυνομίας, η οποία δημοσίευσε τις φωτογραφίες τους μετά από εισαγγελική εντολή. Γιατροί από το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων δήλωναν σε συνεντεύξεις ότι θα ακολουθούσαν και άλλοι “έλεγχοι”. Υπουργοί, αστυνομικοί και εκπρόσωποι του ιατρικού χώρου στήριζαν δημόσια την επιχείρηση ως μια επείγουσα κίνηση, απαραίτητη για την προστασία Ελλήνων αντρών και των οικογενειών τους».
H Ζωή Μαυρουδή είναι κινηματογραφίστρια, σεναριογράφος, θεατρική συγγραφέας και ηθοποιός. Η θεατρική δουλειά της έχει παρουσιαστεί στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, ενώ τα κινηματογραφικά της σενάρια έχουν βραβευτεί σε διεθνή φεστιβάλ και διαγωνισμούς. Έχει, επίσης, αρθρογραφήσει για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την άρρηκτη σχέση πολιτικής και κινηματογράφου εντός και εκτός ελληνικών συνόρων.
Το χρονικό μιας ελληνικής Ιεράς Εξέτασης
Η υπόθεση ξεκίνησε έξι μέρες πριν από τις εκλογές του Μαΐου 2012 καθώς η οικονομική κρίση «στραγγάλιζε» την Ελλάδα.
Εν μέσω οικονομικής κρίσης και με τον ελληνικό λαό να είναι έκθετος σε τεχνάσματα προεκλογικής προπαγάνδας, ο Υπουργός Υγείας Ανδρέας Λοβέρδος εξέδωσε την Υγειονομική διάταξη 39α/2012 για τον «περιορισμό της διάδοσης λοιμωδών νοσημάτων», δημοσιεύοντας φωτογραφίες και τα στοιχεία των οροθετικών γυναικών.
Τότε οι ελληνικές Αρχές είχαν προχωρήσει σε εκατοντάδες προσαγωγές γυναικών από τους δρόμους της Αθήνας εξαναγκάζοντάς τες να κάνουν τεστ για HIV, σε χώρους αστυνομικών τμημάτων. Μια κατάφορη παράβαση κάθε ιατρικής δεοντολογίας.
Από αυτές, εκείνες που διαγνώστηκαν θετικές, κατηγορήθηκαν για πορνεία και την πρόθεση να μεταδώσουν τον ιό, ενώ συνελήφθησαν με την κατηγορία ότι «εκδίδονταν και μετέδιδαν τον ιό του HIV/ AIDS».
Η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών απήγγειλε κατηγορίες για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη στις οροθετικές γυναίκες, ενώ η αρμόδια Εισαγγελέας έδωσε εντολή δημοσιοποίησης των φωτογραφιών και προσωπικών στοιχείων 29 εξ αυτών. 26 από αυτές προφυλακίστηκαν.
Παράλληλα, με πρόσχημα την προστασία της Δημόσιας Υγείας το κράτος προέβη σε σωρεία παρανομιών αναφορικά με την προσαγωγή, τη σύλληψη και την κράτησή τους.
«Το 50% της ευθύνης έχει η εκδιδόμενη γυναίκα και το άλλο 50% ο πελάτης. Έπρεπε να δημοσιοποιούνται και οι δικές τους φωτογραφίες, διότι η απροφύλακτη επαφή με εκδιδόμενες γυναίκες είναι πολύ σοβαρό ζήτημα, αφενός δημόσιας υγείας, αφετέρου κοινωνικής απαξίας. Πρόκειται για θέμα βαρύτατης αμέλειας, η οποία συνορεύει απόλυτα με τη γαϊδουριά» είχε υποστηρίξει τότε ο Λοβέρδος.
Στη συνέχεια, ο ίδιος έριχνε την ευθύνη για τη δημοσίευση των φωτογραφιών των οροθετικών γυναικών στην Εισαγγελία.
Τον Μάιο του 2013 η ντροπιαστική διάταξη καταργήθηκε από την υφυπουργό Υγείας, Φωτεινή Σκοπούλη, ωστόσο έναν μήνα μετά, τον Ιούνιο του 2013, ο Άδωνις Γεωργιάδης προχώρησε στην άρση της πράξης κατάργησης.
Η οριστική κατάργηση της 39Α έγινε τελικά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Τέσσερα χρόνια μετά, τον Δεκέμβριο του 2016, οι 11 οροθετικές γυναίκες που είχαν οδηγηθεί σε δίκη, κρίθηκαν αθώες από το Τριμελές Εφετείο Πλημμελειοδικών.
Δημόσια συγγνώμη, κοινή ντροπή
«Δεν θα αναφερθώ σε όσα προέκυψαν, κατά την ακροαματική διαδικασία, αλλά όσα δεν προέκυψαν. Δεν προέκυψε ουδόλως ότι εκδίδονταν, ουδόλως ότι ερχόντουσαν σε σαρκική επαφή χωρίς χρήση προφυλακτικού με άλλα άτομα, ουδόλως -εκτός της πρώτης κατηγορούμενης- ότι γνώριζαν την οροθετικότητά τους» είχε πει ο τότε εισαγγελικός λειτουργός.
Στην ακροαματική διαδικασία της υπόθεσης, τον Νοέμβριο του 2016, όπου 11 γυναίκες (τρεις εκ των οποίων πλέον είχαν πεθάνει, εσαεί ντροπιασμένες από τις ελληνικές αρχές) κατηγορήθηκαν για πλημμεληματικές κατηγορίες, ο τότε πρόεδρος του ΚΕΕΛΠΝΟ, Θεόφιλος Ρόζενμπεργκ, ζήτησε συγγνώμη για τη διαπόμπευση των γυναικών με τη δημοσιοποίηση των φωτογραφιών τους και των στοιχείων τους.
«Είναι υποχρέωσή μου να πω δημοσίως μια συγγνώμη για τη συμπεριφορά και μεταχείριση του ΚΕΕΛΠΝΟ στις γυναίκες αυτές. Πρόκειται για παραβίαση των δικαιωμάτων τους. Η διάγνωση οροθετικότητας είναι εντελώς απόρρητη και δεν μπορούν να δοθούν χωρίς άδεια από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων», ανέφερε ο Ρόζενμπεργκ.
Σε ερώτηση, δε, της προέδρου, για ποιον λόγο τα στοιχεία τους κοινοποιήθηκαν στις αστυνομικές αρχές, απάντησε: «Προέβαλαν αρχικά τον ισχυρισμό ότι έγινε για λόγους δημόσιας υγείας. Δευτερευόντως ενημερώθηκα ότι η κίνηση αυτή επιβλήθηκε από το υπουργείο Υγείας».
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης κατέθεσε και ο αστυνομικός Δημήτρης Μανάτος ο οποίος ανέφερε ότι μετά τη σύλληψη μίας οροθετικής σε «σπίτι» στις Αχαρνές ξεκίνησε όλη η επιχείρηση με άνωθεν πολιτικές εντολές.
«Ο ταξίαρχος είπε ότι άνωθεν πολιτικές εντολές ζητούσαν να πάνε όλοι οι προσαχθέντες στο ΚΕΕΛΠΝΟ. Δεν ήταν καθαρή πρωτοβουλία της αστυνομίας. Ξέραμε ότι επρόκειτο για εκδιδόμενες γυναίκες» είχε πει.