icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Η ταινία που αναμένεται να βγει στους ελληνικούς κινηματογράφους στα τέλη Οκτωβρίου δεν συστήνεται σε όσους έχουν ευαίσθητο στομάχι

Το νέο body horror φιλμ, “The Substance” διηγείται ένα στόρι που πηγάζει από τις προσωπικές ανασφάλειες και την κυριαρχία της εικόνας και καταλήγει να είναι ένα απολαυστικά εξωφρενικό και ακραία splatter «Πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» – που έχει προκαλέσει ανατριχίλα στις αίθουσες των κινηματογράφων στις χώρες όπου έχει ξεκινήσει η προβολή.

Στην ταινία, η πρωταγωνίστρια Ντέμι Μουρ ενσαρκώνει μια ξεπεσμένη σταρ που αποφασίζει να χρησιμοποιήσει ένα αμφιβόλου ποιότητας φάρμακο, το οποίο χάρη σε μια μιμητική ουσία δίνει τη δυνατότητα κατασκευής ενός νεαρότερου, βελτιωμένου εαυτού της, τον οποίο υποδύεται η Μάργκαρετ Κουόλι.

Το φιλμ της Coralie Fargeat που ξεσήκωσε το φεστιβάλ Καννών, κερδίζοντας μάλιστα και το Βραβείο Σεναρίου – κάτι που δεν συμβαίνει συχνά με ταινίες που έχουν αίμα, τέρατα και ακραίες σκηνές – και που αναμένεται στη χώρα μας στα τέλη του Οκτωβρίου, δεν συστήνεται σε όσους έχουν ευαίσθητο στομάχι.

to-the-substance-alles-treis-tainies-me-akraies-skines-pou-ekanan-tous-theates-na-fygoun-sti-mesi-tis-provolis
Πηγή: IMDb / The Substance

Μια ταινία που λατρεύεις να μισείς

Πολλοί θεατές στο εξωτερικό μοιράζονται στο διαδίκτυο την εμπειρία τους μετά την παρακολούθηση της ταινίας, με αρκετούς να παραδέχονται πως εγκατέλειψαν την κινηματογραφική αίθουσα. Η αλήθεια είναι πως το “The Substance” ανήκει στην κατηγορία των “love it or hate it” ταινιών – που είτε λατρεύει το κοινό είτε απεχθάνεται.

«Έχω δει χιλιάδες ταινίες και είναι πολύ δύσκολο να με σοκάρει κάτι, αλλά αυτή η ένδοξα παρανοϊκή ταινία ήταν σκέτη τρέλα», έγραψε ένας χρήστης στο X, με έναν άλλο να συμπληρώνει πως το “The Substance” δεν είναι «για τους αδύναμους», αφού κατά τη διάρκεια της προβολής, παρατήρησε πως πολλά άτομα έφυγαν στη μέση της ταινίας.

Ωστόσο, το φιλμ, που για πολλούς κριτικούς αναμένεται να γίνει ένα μελλοντικό cult classic, περιέχει τις πιο δυνατές σκηνές τα τελευταία 30 λεπτά – παρόλο που οι πιο λιγόψυχοι «εγκαταλείπουν τη μάχη» στα πρώτα 20.

Ένας άλλος χρήστης της πλατφόρμας ανέφερε σε ανάρτησή του πως μετά το τέλος του “The Substance” στην αίθουσα επικρατούσε νεκρική σιωπή, ενώ κανείς δεν κουνιόταν από τη θέση του. Κάποια στιγμή κάποιος φώναξε: «Είστε όλοι καλά;» για να λάβει την ομόφωνη απάντηση «Όχι!».

Για πολλούς, βέβαια, είναι κρίμα που πολλοί θεατές επιλέγουν να φύγουν και να μη δουν το συγκλονιστικό τέλος, καθώς η ταινία περιέχει μερικές από τις πιο εξωφρενικές και τολμηρές σκηνές που έχουν προβληθεί στον κινηματογράφο εδώ και χρόνια – κάτι που εντυπωσίασε και τους κριτικούς στις Κάννες, όπως αναφέρει ο Jacob Stolworthy, δημοσιογράφος του Independent.

Μη αναστρέψιμος – Ο βιασμός της Μπελούτσι

Δεν είναι, ωστόσο, η πρώτη φορά που το κοινό φαίνεται να σοκάρεται από τις ωμές σκηνές μίας ταινίας. Πολλοί Μillennials αλλά και Boomers θα θυμούνται τον χαμό που είχε προκληθεί στις αρχές του 2000 – και συγκεκριμένα το 2002, με την ταινία «Μη Αναστρέψιμος».

Το κοινό δεν είχε προλάβει καν να «εγκληματιστεί» αφού, από την πρώτη σκηνή, ήρθε αντιμέτωπο με τον τρελαμένο Μάρκους (Vincent Cassel) να κυνηγά τον βιαστή της συντρόφου του, Άλεξ (Μόνικα Μπελούτσι) και να του συνθλίβει το κεφάλι με έναν πυροσβεστήρα.

Η πιο συγκλονιστική, παρ’ όλα αυτά, σκηνή που έκανε πολλούς να αποχωρήσουν είναι ο σχεδόν 10λεπτος βιασμός της Άλεξ από έναν νταβατζή σε μία υπόγεια διάβαση.

Τα γεγονότα που συνέβησαν στην ταινία παρουσιάστηκαν με αντίστροφη χρονολογική σειρά (Irreversible), ενώ οι σκηνές ήταν τόσο ακραία ρεαλιστικές που όσο προετοιμασμένοι και αν ήταν οι θεατές ήταν πολύ δύσκολο να μην αποστρέψουν το βλέμμα.

Τα «αληθινά» πλάνα του Blair Witch Project

Μία άλλη ταινία που δίχασε το κοινό ήταν το “The Blair Witch Project” (1999). Οι άνω των 40 θα θυμούνται ότι εκείνη την περίοδο υπήρχε έντονα η φημολογία πως η ταινία περιείχε τα αληθινά πλάνα που βρέθηκαν σε μία κάμερα στη μέση ενός δάσους στο Maryland.

Το στόρι βέβαια είναι κλασικό των εφηβικών horror films: Η Heather (Heather Donahue), ο Mike (Michael C. Williams) και ο Josh (Joshua Granville Leonard), τρεις φοιτητές κινηματογράφου που θέλουν να γυρίσουν ένα ντοκιμαντέρ για τον τοπικό θρύλο της μάγισσας Blair Witch ταξιδεύουν στο Burkittsville για να μάθουν από τους ντόπιους περισσότερα για τον θρύλο. Όταν, όμως, αποφασίζουν να κάνουν πεζοπορία και να κατασκηνώσουν στο δάσος, ένας-ένας αρχίζουν να εξαφανίζονται μυστηριωδώς.

Οι Daniel Myrick και Eduardo Sánchez, οι οποίοι συνυπογράφουν το σενάριο, τη σκηνοθεσία και το μοντάζ της ταινίας, έκαναν γνωστή την τεχνική του “found footage”, με την ταινία να έχει γυριστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να μοιάζει με ντοκιμαντέρ.

Έχοντας προϊδεάσει τους θεατές για την τρομακτική ατμόσφαιρα και με το στόρι να «στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα», ήταν εξαιρετικά δύσκολο για πολλούς να παραμείνουν στη σκοτεινή αίθουσα – με αρκετούς να κάνουν εμετό και άλλους να φεύγουν άρομ-άρον από τον κινηματογράφο.

Ο βασανισμός στο Reservoir Dogs

Η κορυφαία ταινία “Reservoir Dogs” (1992) σε σκηνοθεσία Κουέντιν Ταραντίνο δεν θα μπορούσε να λείπει από τη λίστα με τα φιλμ που προκάλεσαν πανικό στους θεατές.

Γνωστός για τις σκηνές βίας σε όλες του τις ταινίες, ο Αμερικανός σκηνοθέτης έβαλε μία συμμορία από «ιερά τέρατα» του Hollywood, τον Mr. White (Harvey Keitel), τον Mr. Orange (Tim Roth), τον Mr. Pink (Steve Buscemi), τον Mr. Blonde (Michael Madsen), τον Mr. Blue (Edward Bunker), τον Mr. Brown (Quentin Tarantino), το αφεντικό της μαφίας Joe Cabot (Lawrence Tierney) και τον γιο του “Nice Guy” Eddie (Chris Penn) να κανονίζουν μία μεγάλη ληστεία σε ένα κοσμηματοπωλείο, η οποία όμως πηγαίνει εντελώς στραβά.

Η μη γραμμική αφήγηση της ταινίας επικεντρώνεται στα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα πριν και μετά την απόπειρα ληστείας. Επικρατεί ένταση, άγχος, δυσπιστία και όλα αυτά τα αρνητικά συναισθήματα που κάνουν τους ανθρώπους να χάνουν εύκολα την ψυχραιμία και το μυαλό τους.

Ειδικά σκηνές, όπως αυτή του βασανισμού – που έκτοτε έχει εξελιχθεί σε cult σκηνή και σημείο αναφοράς για πολλές άλλες ταινίες – θεωρήθηκαν ακραίες για πολλούς θεατές, οι οποίοι αποχώρησαν από τις κινηματογραφικές αίθουσες, κάνοντας τον Ταραντίνο να σχολιάσει πως τελικά η σκηνοθετική του ματιά «δούλεψε», αφού είχε το αποτέλεσμα που επιθυμούσε!

Με πληροφορίες από Independent