icon zoom-in

Μεγέθυνση κειμένου

Α Α Α

Εκατό χρόνια πριν οι εύποροι φοιτητές του Σικάγο Nathan Leopold και Richard Loeb δολοφόνησαν βάναυσα τον 14χρονο Bobby Franks. Γιατί η λαϊκή κουλτούρα έχει εμμονή με αυτή τη φρικτή υπόθεση;

Χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια για να σοκάρει κάτι τις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1920.

Η χώρα εξακολουθούσε να υποφέρει από τις συνέπειες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ η εποχή της ποτοαπαγόρευσης οδήγησε σε ραγδαία αύξηση του βίαιου οργανωμένου εγκλήματος.

Και η δεκαετία ολοκληρώθηκε με δύο από τις χειρότερες οικονομικές υφέσεις στην ιστορία: την Ξεχασμένη Ύφεση του 1920-21 και το Κραχ της Γουόλ Στριτ το 1929.

Ωστόσο, οι ΗΠΑ πράγματι σοκαρίστηκαν το 1924 από δύο εύπορους φοιτητές στο Σικάγο, τον Nathan Leopold και τον Richard Loeb, και την προσπάθειά τους να διαπράξουν το λεγόμενο τέλειο έγκλημα.

Ένα σχέδιο με το οποίο πίστευαν ότι θα μπορούσαν να επιτύχουν τόσο την ανατριχιαστική έξαψη της διάπραξης ενός φόνου, όσο και την ακόμα μεγαλύτερη έξαψη της μη σύλληψης.

Αυτό που αρχικά ξεκίνησε ως ακαδημαϊκή περιέργεια, η οποία πήγαζε από τη φιλοσοφία που διάβαζαν, κατέληξε στη βάναυση δολοφονία ενός παιδιού.

Εκατό χρόνια μετά, το σοκ των ΗΠΑ εξακολουθεί να ηχεί, καθώς το έγκλημα έχει διαρκή αντίκτυπο στον πολιτισμό, στον κινηματογράφο, το θέατρο, τη λογοτεχνία και την τηλεόραση – με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν έργα όπως η κλασική ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ Rope.

Το σοκαριστικό έγκλημα

Οι Leopold και Loeb ήταν παιδικοί φίλοι από εύπορες οικογένειες. Κατά τη στιγμή της διάπραξης του εγκλήματός τους, ο 19χρονος Leopold είχε μόλις αποφοιτήσει από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο και ήλπιζε να γίνει δεκτός στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ, ενώ ο 18χρονος Loeb σπούδαζε ιστορία στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Σικάγο.

Στις 21 Μαΐου 1924, μετά από μήνες σχεδιασμού, οι δυο τους παρέσυραν τον 14χρονο Bobby Franks, μακρινό ξάδελφο του Loeb, σε ένα αυτοκίνητο. Ένας από το ζευγάρι των φίλων τον σκότωσε, αν και ακόμη συζητείται ποιος, πριν κρύψουν το πτώμα του σε μια απομακρυσμένη περιοχή.

Στη συνέχεια έθεσαν γρήγορα σε εφαρμογή το σχέδιο εξαπάτησης, τοποθετώντας ψεύτικα στοιχεία για να μπερδέψουν την αστυνομία, ιδίως μια ψεύτικη απαίτηση λύτρων προς την οικογένεια του Franks. Αλλά το σχέδιο κατέρρευσε πολύ γρήγορα.

Το σοκ από το έγκλημα που διέπραξαν οι Leopold και Loeb εξακολουθεί να ηχεί στα αφτιά της αμερικανικής κοινωνίας / Πηγή: The Paris Review

Το πτώμα βρέθηκε μόλις την επόμενη ημέρα, στις 22 Μαΐου, δηλαδή νωρίτερα από το αναμενόμενο, οπότε το τέχνασμα με τα λύτρα δεν κατάφερε να πείσει τις Αρχές.

Εν αγνοία των δολοφόνων, ο Leopold άφησε επίσης ένα ζευγάρι ειδικά σχεδιασμένων γυαλιών στον τόπο του εγκλήματος, το οποίο οδήγησε σε αυτόν.

Κάτω από πίεση, ο Leopold ομολόγησε το έγκλημα και ενέπλεξε τον Loeb ως συνεργό του. Ωστόσο, το κίνητρο πίσω από τη δολοφονία ήταν αυτό που συγκλόνισε το έθνος.

Ο Leopold και ο Loeb παρουσίασαν το έγκλημά τους ως μια πνευματική άσκηση, καθοδηγούμενοι από την πίστη τους στην έννοια του Übermensch – του υπεράνθρωπου που υπερβαίνει τη συμβατική ανθρώπινη ηθική – όπως την εξερεύνησε ο Γερμανός φιλόσοφος Friedrich Nietzsche.

Θεωρούσαν τους εαυτούς τους ως ανώτερα όντα που αναζητούσαν τη συγκίνηση και μπορούσαν να φτάσουν στην ιδιότητα του Übermensch μέσω της δολοφονίας.

Η δίκη τους ξεκίνησε τον Ιούλιο του 1924 και έκανε γρήγορα αίσθηση στα μέσα ενημέρωσης. Ο Clarence Darrow, διάσημος συνήγορος υπεράσπισης, ανέλαβε την υπόθεση και τάχθηκε κατά της θανατικής ποινής.

Οι Leopold και Loeb δήλωσαν ένοχοι και ο δικαστής τους καταδίκασε τελικά σε ισόβια κάθειρξη συν 99 χρόνια.

Το ζευγάρι των φίλων οδηγήθηκε σε διαφορετικές φυλακές και οι οικογένειές τους τους αποκήρυξαν.

Ο Loeb σκοτώθηκε αργότερα από συγκρατούμενό του το 1936, ενώ ο Leopold αποφυλακίστηκε τελικά το 1958 και έζησε το υπόλοιπο της ζωής του, ως το 1971 που πέθανε, στην αφάνεια, δημοσιεύοντας κάποια συγγράμματα.

Η υπόθεση των Leopold και Loeb, όπως έγινε γνωστή, άφησε βαθιά σημάδια στην αμερικανική κοινωνία και το νομικό της σύστημα.

Χαρακτηρίστηκε από τις εφημερίδες ως το έγκλημα του αιώνα και πυροδότησε συζητήσεις γύρω από το έγκλημα, την τιμωρία και την επανένταξη των καταδικασμένων στην κοινωνία.

Η συγγραφέας και δημοσιογράφος Nina Barrett μελέτησε σε βάθος την υπόθεση για το βιβλίο της The Leopold and Loeb Files (2018).

Με εκτεταμένη πρόσβαση σε ντοκουμέντα, πιστεύει ότι ο λόγος για το διαρκές ενδιαφέρον στην υπόθεση είναι σαφής. «Νομίζω ότι συνεχίζει να γοητεύει τους καλλιτέχνες, επειδή διαψεύδει τις αντιλήψεις μας για το κίνητρο και για το τι σημαίνει να είσαι πολιτισμένος», λέει στο BBC Culture, προσθέτοντας ότι «παρά το γεγονός ότι έχει τύχει μεγαλύτερης εξέτασης από οποιαδήποτε άλλη υπόθεση δολοφονίας στη σύγχρονη μνήμη, κανείς δεν έχει δώσει ποτέ μια ικανοποιητική εξήγηση στο γιατί οι Leopold και Loeb θεώρησαν ότι η δολοφονία ενός αγοριού της γειτονιάς θα ήταν συναρπαστική».

Έμπνευση για το θέατρο και τον κινηματογράφο

Το έγκλημα είχε μεγάλη-αν και μακάβρια-επιρροή στην κουλτούρα τόσο των Βρετανών, όσο και των Αμερικανών.

Στα τέλη του 1920 ο Βρετανός συγγραφέας Patrick Hamilton εμπνεύστηκε το Rope, έργο που έκανε πρεμιέρα στις 3 Μαρτίου 1929 στο Strand Theatre του Λονδίνου και γνώρισε αμέσως επιτυχία.

Η επιδέξια ανάπτυξη των χαρακτήρων από τον Hamilton αναστάτωσε το κοινό, όπως και η τολμηρή παρουσίαση ολόκληρου του έργου σε μία συνεχή πράξη χωρίς διάλειμμα.

Η δημοτικότητα του έργου στο West End οδήγησε γρήγορα σε μια παραγωγή στη Νέα Υόρκη, στο Theatre Masque του Broadway, όπου το έργο μετονομάστηκε σε Rope’s End.

Το 1939 έφτασε στη μικρή οθόνη, σε μια διασκευή του BBC. Μια άλλη παραγωγή μεταδόθηκε το 1947, με τον Dirk Bogarde στο ρόλο ενός από τους δολοφόνους, πριν ο Άλφρεντ Χίτσκοκ δημιουργήσει τη δική του εκδοχή για τη μεγάλη οθόνη το 1948.

Η ματιά του Χίτσκοκ

Ο ίδιος ο Χίτσκοκ γνώριζε καλά το αληθινό έγκλημα, οπότε δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το Rope απευθυνόταν στις νοσηρές ευαισθησίες του. Έδωσε τα διαπιστευτήριά του με το είδος αυτό νωρίς στην καριέρα του, άλλωστε.

Το Rope αποδείχθηκε μια από τις πιο επιδραστικές ταινίες του Χίτσκοκ
Το Rope αποδείχθηκε μια από τις πιο επιδραστικές ταινίες του Χίτσκοκ / Πηγή: The American Cinematographer

Ο σκηνοθέτης και ιστορικός του κινηματογράφου Mark Cousins επανεξέτασε πρόσφατα το έργο του Χίτσκοκ με αφορμή την ταινία του για τον σκηνοθέτη, My Name is Alfred Hitchcock (2023). «Το Rope είναι το διανοητικό και ηθικό κέντρο του έργου του Χίτσκοκ», υποστηρίζει ο Cousins.

«Δεν προσπαθούσε να είναι αστείος ή να διασκεδάσει. Αντί να κοιτάζει με καχυποψία το φόνο, στο Rope τον κοιτούσε κατάματα. Δεν χαλάρωσε τη στάση του».

Η ταινία είχε ένα πρόσθετο ρίσκο: Την – παράνομη τότε και έντονα υπονοούμενη – ομοφυλοφιλική σχέση μεταξύ των δύο κεντρικών ηρώων.

Το Rope ήταν επίσης απίστευτα πειραματικό για τον Χίτσκοκ: Όχι μόνο ήταν η πρώτη του ταινία σε Technicolor, αλλά, εμπνευσμένος από τη θεατρική της παρουσίαση στην τηλεόραση, αποφάσισε να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι γυρίστηκε σε μία ταυτόχρονη λήψη.

Παρόλο που στην πραγματικότητα αποτελούνταν από 10 λήψεις, το αποτέλεσμα δεν παύει να είναι μια μοναδική, εφιαλτική ταινία.

Το Rope αποδείχθηκε μια από τις πιο επιδραστικές ταινίες του Χίτσκοκ, αλλά τα άβολα ερωτήματα που έθεσε οδήγησαν σε μια ανάμεικτη υποδοχή.

Όπως έγραψε η κριτικός της Chicago Tribune Mae Tinne «αν ο σκοπός του κ. Χίτσκοκ με την παραγωγή αυτής της μακάβριας ιστορίας δολοφονίας ήταν να σοκάρει και να τρομοκρατήσει, το πέτυχε πάρα πολύ καλά».

Η ταινία έκανε κακές εισπράξεις, ενώ η εμπορική της αποτυχία επιδεινώθηκε από την απαγόρευση της ταινίας σε διάφορες πολιτείες και πόλεις.

Παρ’ όλα αυτά, η κακή φήμη της ταινίας δεν εμπόδισε άλλους δημιουργούς να αναζητήσουν έμπνευση στην υπόθεση των Leopold και Loeb. Στην πραγματικότητα, φάνηκε να τους ενθαρρύνει.

Το έγκλημα του αιώνα εξακολουθεί να εμπνέει

Ήταν στη δεκαετία του 1950 όταν ο Leopold προσεγγίστηκε για πρώτη φορά στη φυλακή από τον συγγραφέα Meyer Levin.

Σύγχρονος των δολοφόνων και γοητευμένος από την υπόθεση επί σειρά ετών, ο Levin πλησίασε τον Leopold με την ιδέα να μετατρέψει την ιστορία σε μυθιστόρημα.

Ο Leopold είπε στον Levin ότι δεν ήθελε να μυθιστορηματοποιηθεί το έγκλημά του, αντιθέτως πρότεινε στον Levin να τον βοηθήσει με τα απομνημονεύματά του, αλλά ο Levin προχώρησε ούτως ή άλλως, προς μεγάλη απογοήτευση του Leopold.

Το βιβλίο έγινε μπεστ σέλερ και το Compulsion βρέθηκε γρήγορα στο θέατρο, πριν το Χόλιγουντ μυριστεί και πάλι αίμα στο νερό και βάλει τον επιτυχημένο σκηνοθέτη Richard Fleischer να το μεταφέρει στον κινηματογράφο.

Με ένα καστ που περιλάμβανε τον Orson Welles στο ρόλο του δικηγόρου Jonathan Wilk, η ταινία σημείωσε επιτυχία παρά την προσπάθεια του Leopold να εμποδίσει την παραγωγή της.

Καλώς ή κακώς, η επιρροή της υπόθεσης συνέχισε να διαπερνά τη λαϊκή κουλτούρα. Περισσότερα βιβλία εμπνευσμένα από αυτήν εμφανίστηκαν γρήγορα στον απόηχο του Compulsion, όπως το μυθιστόρημα Nothing but the Night (1957) του James Yaffe και το Little Brother Fate (1957) της Mary Carter, μια συλλογή τριών ιστοριών εμπνευσμένων από διαβόητες υποθέσεις δολοφονιών στις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1920.

Στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, υπήρξε η ταινία Swoon του Tom Kalin (1992), η οποία είναι η πιο πρόσφατη άμεση δραματοποίηση της υπόθεσης.

Μόλις το 2019, η εμπνευσμένη από τον Νίτσε ψυχοπάθεια των δολοφόνων αποτέλεσε την έμπνευση για την κεντρική ιστορία της τρίτης σεζόν της επιτυχημένης αμερικανικής αστυνομικής σειράς The Sinner, και χωρίς αμφιβολία θα εμφανιστούν κι άλλες επανεκτελέσεις, καθώς συνεχίζεται η λαιμαργία των αληθινών εγκλημάτων του αιώνα.

Η δημοτικότητα του έργου στο West End οδήγησε γρήγορα σε μια παραγωγή στη Νέα Υόρκη, στο Theatre Masque του Broadway, όπου το έργο μετονομάστηκε σε Rope’s End.

Με πληροφορίες από BBC