«Το να είσαι άνδρας τοξικοεξαρτώμενος και να συμπεριφέρεσαι έτσι είναι πάντα ενισχυτικό και γοητευτικό. Μια γυναίκα που βιώνει αυτή την κατάσταση γίνεται τσούλα και κακή μητέρα»
H Marianne Faithfull δεν φοβήθηκε ποτέ την αλήθεια. Η τέχνη, οι ουσίες και η αποθέωση
«Το να είσαι άνδρας τοξικοεξαρτώμενος και να συμπεριφέρεσαι έτσι είναι πάντα ενισχυτικό και γοητευτικό. Μια γυναίκα που βιώνει αυτή την κατάσταση γίνεται τσούλα και κακή μητέρα»
«Το να είσαι άνδρας τοξικοεξαρτώμενος και να συμπεριφέρεσαι έτσι είναι πάντα ενισχυτικό και γοητευτικό. Μια γυναίκα που βιώνει αυτή την κατάσταση γίνεται τσούλα και κακή μητέρα»
«Το να είσαι άνδρας τοξικοεξαρτώμενος και να συμπεριφέρεσαι έτσι είναι πάντα ενισχυτικό και γοητευτικό. Μια γυναίκα που βιώνει αυτή την κατάσταση γίνεται τσούλα και κακή μητέρα»
Η Marianne Faithfull έζησε χίλιες ζωές πριν αποφασίσει ποια της ταίριαζε περισσότερο. Σε όλες τις περιόδους, ωστόσο, και τις περίεργες φάσεις της, ένα πράγμα δεν εγκατέλειψε ποτέ: την ανάγκη της να μοιράζεται την ωμή αλήθεια. Πέθανε την Πέμπτη (30/01) στο Λονδίνο, σε ηλικία 78 ετών. «Με βαθιά θλίψη ανακοινώνουμε τον θάνατο της Marianne Faithfull», ανέφερε η επίσημη δήλωση. «Θα μας λείψει πολύ».
Από νεαρή και χαριτωμένη τραγουδίστρια, έγινε μούσα και σύντροφος του Μικ Τζάγκερ (Mick Jagger), πρωταγωνίστησε στον κινηματογράφο και το θέατρο, έζησε για χρόνια στους δρόμους και εθίστηκε στην ηρωίνη και τις ουσίες, για να επανέλθει δυναμικά στα 35+ της χρόνια – ριζικά πια αλλαγμένη – και να αποθεωθεί από κοινό και κριτικούς.
«Αυτό που προσπαθούσα να κάνω, και νομίζω ότι τα κατάφερα μάλλον καλά, είναι να φέρω σε επαφή την περσόνα – ή αυτό που ήταν μια ψεύτικη περσόνα στην αρχή – και εμένα», είχε πει στον Independent το 2008.
@spiroszorpidis.vinylio Marianne Faithfull – So sad (Lp, Album Dangerous Acquaintances) 1981
♬ πρωτότυπος ήχος – Spiros Zorpidis
Οι ταινίες και τα βραβεία
Αλλά ο δρόμος μέχρι «να τα βρει» με τον εαυτό της ήταν μακρύς και επικίνδυνος: βίωσε μια αποβολή, την προσωρινή απώλεια του μοναδικού της παιδιού σε μια διαμάχη για την κηδεμονία του, μια απόπειρα αυτοκτονίας, μεγάλες περιόδους αποτοξίνωσης από ουσίες και μια σύλληψη για ναρκωτικά το 1967 – στην οποία εμπλέκονται και οι Rolling Stones – με πολλές πικάντικες και, συχνά, λανθασμένες πληροφορίες στα πρωτοσέλιδα της Βρετανίας.
Παρ’ όλα αυτά, όταν η Faithfull βρήκε τελικά έναν τολμηρό νέο δρόμο για τη μουσική της, ξεκινώντας το 1979 με το επηρεασμένο από τα νέα κύματα άλμπουμ “Broken English“, κέρδισε τις καρδιές του κοινού και έναν σεβασμό που δεν είχε απολαύσει ποτέ πριν.
Παράλληλα, ξεκίνησε καριέρα ως ηθοποιός στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Έκανε το ντεμπούτο της στη σκηνή το 1967 σε μια παραγωγή του Λονδίνου του έργου του Τσέχωφ «Τρεις αδελφές», ενώ την ίδια χρονιά είχε σημαντικό ρόλο στο “I’ll Never Forget What’s Isname“, στο οποίο κέρδισε τη διάκριση να είναι το πρώτο άτομο που είπε τη λέξη “fuck” σε ταινία του στούντιο.
Την επόμενη χρονιά είχε τον λαμπερό πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Το κορίτσι με τη μοτοσικλέτα» δίπλα στον Alain Delon. Το 1969, έπαιξε την «καταραμένη» Οφηλία σε μια πολύ αξιόλογη κινηματογραφική εκδοχή του «Άμλετ», ενώ ο ρόλος της ως 60χρονη πόρνη στη γαλλική ταινία “Irina Palm” του 2007 της χάρισε την υποψηφιότητα καλύτερης ηθοποιού στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου.
Wild horses couldn’t drag me away
Εκτός από τα περισσότερα από 20 άλμπουμ που κυκλοφόρησε, η Faithfull συνέβαλε και στους στίχους, ή στην έμπνευση, για αρκετά κλασικά τραγούδια των Rolling Stones. Ο Τζάγκερ βάσισε τους στίχους του “Sympathy for the Devil” εν μέρει στο ρωσικό μυθιστόρημα “The Master and Margarita” του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, το οποίο του είχε δώσει εκείνη.
Είπε επίσης τη φράση που ενέπνευσε το βασικό στιχουργικό ρεφρέν στο “Wild Horses” (“Wild horses couldn’t drag me away”) και συνέγραψε το “Sister Morphine“, το οποίο κυκλοφόρησε ως σόλο σινγκλ το 1969, δύο χρόνια πριν η εκδοχή των Stones εμφανιστεί στο άλμπουμ “Sticky Fingers“.
Μάλιστα, παρόλο που η Faithfull αναγνωριζόταν ως μία εκ των στιχουργών στη δική της ηχογράφηση του τραγουδιού, το όνομά της δεν αναφέρθηκε στο άλμπουμ των Stones παρά μόνο το 1994, μετά από μια μακρά δικαστική διαμάχη.
Ο κατάσκοπος και η βαρόνη
Η Marianne Evelyn Gabriel Faithfull γεννήθηκε στην περιοχή Hampstead του Λονδίνου στις 29 Δεκεμβρίου 1946, σε μια οικογένεια με σπάνια ιστορία: ο πατέρας της, Robert Glynn Faithfull, ήταν Βρετανός κατάσκοπος κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και αργότερα καθηγητής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Μάλιστα, ο ίδιος κατασκεύασε μια συσκευή που προοριζόταν να απελευθερώσει τη γυναικεία σεξουαλικότητα, την οποία ονόμασε “Frigidity Machine“.
Η μητέρα της, Eva von Sacher-Masoch, ήταν μια Βιεννέζα βαρόνη, πρώην χορεύτρια μπαλέτου και απόγονος του Leopold von Sacher-Masoch, συγγραφέα του ερωτικού μυθιστορήματος “Venus in Furs“, που γέννησε τον όρο «μαζοχισμός».
«Τολμώ να πω ότι έχω χαρακτηριστικά και από τους δύο γονείς μου», είχε πει η Faithfull το 2007.
Ωστόσο, ο γάμος των γονιών της τελείωσε όταν η ίδια ήταν 6 ετών και μετακόμισε με τη μητέρα της, η οποία είχε ελάχιστα δικά της χρήματα, σε ένα σπίτι στα δυτικά του Λονδίνου. Η μόρφωσή της, μάλιστα, σε ένα ρωμαιοκαθολικό μοναστηριακό σχολείο επιχορηγήθηκε από φιλανθρωπία.
Μετά την αποφοίτησή της, αντί να πάει στο κολέγιο, άρχισε να πηγαίνει σε κλαμπ του Λονδίνου για να εξερευνήσει την εκρηκτική underground καλλιτεχνική και μουσική σκηνή. Σε ένα πάρτι των Rolling Stones το 1964, την πλησίασε ο μάνατζέρ τους, Andrew Loog Oldham, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από την ομορφιά της.
«Με ρώτησε, “Μπορείς να τραγουδήσεις;”. Και του είπα, ‘Μμ-μμ, μπορώ’. […] Περίπου μια εβδομάδα αργότερα, έλαβα ένα τηλεγράφημα από τον Andrew που έλεγε, “Να είσαι στα Olympic Studios στις 2 η ώρα”».
Εκεί ηχογράφησε το πρώτο της κομμάτι, το “As Tears Go By”, που οι New York Times αναφέρουν ότι, ενδεχομένως, ήταν η πρώτη πρωτότυπη σύνθεση των Τζάγκερ και Κιθ Ρίτσαρντς (Keith Richards) των Rolling Stones, οι οποίοι μέχρι τότε ερμήνευαν κυρίως διασκευές σε μπλουζ και R&B.
Το single μπήκε στο Top 10 της Βρετανίας το 1964 και στο Top 25 του Billboard στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σε ηλικία 19 ετών, το 1965, η Faithfull παντρεύτηκε τον John Dunbar, ιδιοκτήτη της μοντέρνας γκαλερί Indica Gallery, όπου ο John Lennon θα συναντούσε την επόμενη χρονιά τη Yoko Ono. Έξι μήνες μετά τον γάμο τους, γέννησε τον γιο τους, Nicholas. Λίγο αργότερα, εγκατέλειψε τον σύζυγό της για να ζήσει με τον Τζάγκερ.
Τα ναρκωτικά και οι Stones
Η Faithfull και ο Jagger έγιναν ένα από τα πιο γοητευτικά, πολυφωτογραφημένα, ζευγάρια του Λονδίνου – καθώς επίσης και ένα από τα πιο «διαβόητα» μετά την έφοδο της αστυνομίας σε ένα πάρτι το 1967 στο σπίτι του Κιθ Ρίτσαρντς, κατά την οποία έψαχναν για ναρκωτικά. Τους βρήκαν, μαζί με την Faithfull, με μόνο ένα γούνινο χαλί τυλιγμένο γύρω της.
Ο Jagger και ο Richards κατηγορήθηκαν και έλαβαν ποινές που αργότερα απορρίφθηκαν. Παρόλο που στη Faithfull δεν απαγγέλθηκαν κατηγορίες, η ίδια θύμωσε για την άνιση μεταχείριση που είχε από τον Τύπο.
«[Τα δημοσιεύματα] με κατέστρεψαν», είχε πει το 1993. «Το να είσαι άνδρας τοξικοεξαρτώμενος και να συμπεριφέρεσαι έτσι είναι πάντα ενισχυτικό και γοητευτικό. Μια γυναίκα σε αυτή την κατάσταση γίνεται τσούλα και κακή μητέρα».
Το 1968, η Faithfull έμεινε έγκυος στο παιδί με τον Jagger, αλλά την ίδια χρονιά απέβαλε.
Δύσκολο να είσαι μούσα
Το 1969, ενώ βρισκόταν σε αεροπλάνο με τον Τζάγκερ για την Αυστραλία, όπου επρόκειτο να πρωταγωνιστήσει στην ταινία γουέστερν “Ned Kelly“, η Faithfull πήρε περισσότερα από 100 χάπια του βαρβιτουρικού Tuinal, με αποτέλεσμα να πέσει σε κώμα. «Είναι πολύ κακός τρόπος να προσπαθείς να αυτοκτονήσεις όταν είσαι με τον Mick Jagger», είχε πει το 2011.
Όταν ξύπνησε από το κώμα σε νοσοκομείο της Αυστραλίας έξι ημέρες αργότερα, τα πρώτα της λόγια φέρεται να ήταν: «Τα άγρια άλογα [Wild Horses] δεν μπόρεσαν να με σύρουν μακριά» – ωστόσο, η σχέση με τον Τζάγκερ είχε τελειώσει.
«Ήθελα απλώς να φύγω από αυτόν τον κόσμο. […] Δεν ήταν ότι δεν αγαπούσα τον Μικ. Αλλά δεν ήμουν φτιαγμένη για όλα αυτά. […] Είναι μεγάλη τιμή να είσαι μούσα, αλλά και πολύ δύσκολη δουλειά».
Για δύο χρόνια, η Faithfull έζησε στους δρόμους του Λονδίνου, όπου εθίστηκε στην ηρωίνη, ενώ έχασε την επιμέλεια του γιου της από τον Dunbar.
Το 1971, ένας παραγωγός δίσκων την έπεισε να κάνει ένα άλμπουμ, το “Rich Kid Blues“, το οποίο, όμως, δεν κυκλοφόρησε παρά μόνο το 1985. Στο μεταξύ, ένα άλλο άλμπουμ με θαυμαστές country επιρροές που ηχογράφησε το 1975, το “Dreamin’ My Dreams“, έφτασε στο Νο. 1 στην Ιρλανδία.
Περίπου εκείνη την εποχή συνδέθηκε ερωτικά με τον Ben Brierley του πανκ συγκροτήματος The Vibrators. Οι δυο τους παντρεύτηκαν το 1979. Άρχισε επίσης να ηχογραφεί ντέμο με μερικά από τα τραγούδια που θα κατέληγαν στο “Broken English“. Οι ηχογραφήσεις εντυπωσίασαν πολύ τον Chris Blackwell της Island Records ο οποίος κατάφερε να υπογράψει συμβόλαιο μαζί της.
Το υλικό στο “Broken English” περιείχε τραγούδια για την τρομοκρατία και για μια αυτοκτονική νοικοκυρά, καθώς και το γεμάτο κατάρες έπος “Why D’Ya Do It?” – σε στίχους από τον ποιητή Heathcote Williams.
Το άλμπουμ όχι μόνο ενθουσίασε τους κριτικούς – ήταν επίσης το πρώτο της που μπήκε στα αμερικανικά charts από το 1965. Απέσπασε πλατινένια διάκριση και μια υποψηφιότητα για Grammy για την καλύτερη γυναικεία ροκ φωνητική ερμηνεία.
Τα τελευταία albums
Παρόλα αυτά, ο εθισμός με τις ναρκωτικές ουσίες της Faithfull ήταν ακόμη υπαρκτός. Η ίδια δεν «καθάρισε» εντελώς παρά μόνο το 1985 – και μετά η μουσική της πήρε μια άλλη συναρπαστική τροπή, που αποκαλύφθηκε στο άλμπουμ “Strange Weather” του 1987, σε παραγωγή του Hal Willner.
Ο δίσκος την επανατοποθέτησε ως μια αξιόλογη καλλιτέχνιδα του gothic καμπαρέ, τραγουδώντας υλικό που κυμαίνεται από show tunes μέχρι κλασικά blues και το ομώνυμο κομμάτι, ένα νέο τραγούδι γραμμένο από τον Tom Waits και τη σύζυγό του, Kathleen Brennan.
Συμπεριέλαβε επίσης μια φρέσκια εκδοχή του “As Tears Go By” – μια πολύ πιο συνεκτική από το πρωτότυπο, που ταιριάζει καλύτερα στους στίχους.
Στο μεταξύ, η Faithfull είχε χωρίσει τον Brierley, ενώ το 1988, παντρεύτηκε έναν νεότερο άνδρα, τον Giorgio Della Terza.
Χώρισαν τρία χρόνια αργότερα, μετά από τα οποία άρχισε να ηχογραφεί παραγωγικά και να αποσπά εγκωμιαστικές κριτικές. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, στα μέσα της δεκαετίας του 1990, κυκλοφόρησε ένα πλούσια ενορχηστρωμένο άλμπουμ, το “A Secret Life“, μια λιτή ζωντανή συλλογή κυρίως τραγουδιών της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, το “20th Century Blues“, και μια εκδοχή του έργου «Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα» των Bertolt Brecht και Kurt Weill, ηχογραφημένη με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Ραδιοφωνίας της Βιέννης.
Ξεκινώντας με το “Kissin Time” το 2002, η Faithfull κυκλοφόρησε μια σειρά από άλμπουμ στα οποία συνεργάστηκε με πολλούς αξιόλογους καλλιτέχνες, όπως ο Beck, ο Jarvis Cocker, η PJ Harvey και ο Nick Cave.
Συνέχισε να περιοδεύει και να ηχογραφεί τα επόμενα χρόνια – ένα άλμπουμ του 2018 με καλές κριτικές, το “Negative Capability“, περιελάμβανε μια ακόμη εκδοχή του “As Tears Go By” και μπήκε στο βρετανικό Top 50.
Το τελευταίο της άλμπουμ, που κυκλοφόρησε το 2021, ήταν το “She Walks in Beauty“, μια συνεργασία με τον πολυοργανίστα Warren Ellis.
Τα τελευταία χρόνια η Faithfull πάλευε με τον καρκίνο του μαστού και την ηπατίτιδα C, για τα οποία έγραψε στα απομνημονεύματά της το 2007, “Memories, Dreams and Reflections” – μια πιο αισιόδοξη εκδοχή σε σχέση με την πρώτη της προσπάθεια στο “Faithfull“, που δημοσιεύτηκε 13 χρόνια νωρίτερα.
Κατά τη διάρκεια των πολλών εναλλαγών της ζωής της, η Faithfull παρέμεινε προσηλωμένη τόσο στο να μιλά για αυτές με ειλικρίνεια στις συνεντεύξεις της όσο και στο να τις μετατρέπει σε τέχνη:
«Δεν ξέρω πώς αλλιώς να είμαι παρά ωμή και ειλικρινής», είχε πει, το 2014, στη βρετανική Vogue. «Μπορεί να είναι δύσκολο για άλλους ανθρώπους να το δεχτούν. Αλλά ακόμα κι αν προσπαθήσω, δεν μπορώ να σταματήσω τον εαυτό μου από το να λέει αυτό που σκέφτομαι».
Ακολουθήστε το pride.gr στο Google News και ενημερωθείτε πρώτοι