Από ανιματέρ σε παιδικά πάρτι, στον «Στενό Κορσέ» και την «Ταράτσα» του Φοίβου Δεληβοριά: η Άννη Θεοχάρη, η Μένη της «Μουρμούρας», η πληθωρική Κίρμπυ στα «Νούμερα» και η αγαθή Αδελφή Χρυσοβαλάντω από τους «Φόνους στο Καμπαναριό», είναι ένα αεικίνητο πλάσμα που θέλει συνεχώς να εξελίσσεται.

Μιλώντας στο pride.gr, περιγράφει την αγάπη της για την Τέχνη, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι καλλιτέχνες σήμερα, ενώ απαντά στο γιατί δεν είναι το καλύτερό της να την αποκαλούν «ιέρεια του body positivity».

Η πολύπλευρη καλλιτέχνιδα, ηθοποιός, χορεύτρια, μουσικός, στιχουργός και τραγουδίστρια, συγγραφέας παιδικών βιβλίων και εκπληκτική εικονογράφος, είναι μία τύπισσα που θέλει – και μπορεί – να τα κάνει όλα και το κυριότερο; Το απολαμβάνει με την ψυχή της!

Πηγή: Άννη Θεοχάρη / Δημήτρης Μακρής

Πόσο εύκολο είναι για έναν καλλιτέχνη να επιλέγει κάτι ποιοτικό που ταυτόχρονα να έχει και εμπορική επιτυχία;

Είναι αρκετά δύσκολο! Οι περισσότεροι δεν έχουμε την πολυτέλεια να επιλέγουμε. Οι δουλειές είναι λίγες και οι ηθοποιοί δεν αμείβονται τόσο καλά όσο νομίζουμε – τουλάχιστον το μεγαλύτερο ποσοστό.

Προσωπικά, για όλους μου τους ρόλους πέρασα από κάστινγκ. Οι δουλειές ήταν όλες ποιοτικές, με εξέλιξαν και με ανέδειξαν, αλλά αυτό δεν έγινε επειδή εγώ ήμουν «σοφή» και επέλεξα σωστά. Ήταν τύχη σε συνδυασμό με σκληρή δουλειά.

Δεν έχουν υπάρξει όλοι τόσο τυχεροί να τους έρθει ένας ρόλος, όπως της Κίρμπυ στα «Νούμερα», και να πουν θα επιλέξω αυτή τη δουλειά και όχι την άλλη – ειδικά όταν πρωτοξεκινούν. Και όταν πρέπει να βγάλεις τα προς το ζην και να πληρώσεις τις υποχρεώσεις σου – γιατί η ζωή είναι πλέον πολύ ακριβή – η λέξη «επιλογή» με κάνει και γελάω.

Η γνωριμία σου με τον Φοίβο Δεληβοριά ήταν – θα λέγαμε – καρμική

Με τον Φοίβο συναντιόμαστε κάπου το 2016. Μαζί με την κολλητή μου την Έλσα [Λουμπαρδιά] είχαμε πρωτοφτιάξει τον «Στενό Κορσέ». Εκείνη την περίοδο είχα βρει μία φοβερή τύπισσα, τη La Dandizette, που έκανε σεμινάρια burlesque στην Ελλάδα και, κάπως έτσι, ήρθα πιο κοντά στο κέντρο μου.

Και ενώ συζητάμε με την Έλσα να στήσουμε μία παράσταση με στοιχεία από burlesque και καμπαρέ, σε ένα παράλληλο σύμπαν ο Φοίβος φτιάχνει την «Ταράτσα» του. Ψάχνοντας πληροφορίες, πέφτει πάνω στην La Dandizette, την παίρνει τηλέφωνο και εκείνη τον προσκαλεί σε μία χριστουγεννιάτικη μουσικοχορευτική παράστασή μας.

Τελευταία στιγμή, πέφτει η πρόταση να βάλουμε και το τραγούδι «Χριστούγεννα» του Φοίβου για να το ακούσει. Ξεκινά η παράσταση, και ενώ του έχουμε κρατήσει τραπέζι μπροστά-μπροστά, εκείνος δεν εμφανίζεται… Εγώ να σκέφτομαι: «Ok! Σιγά μην έρθει» και μόλις ξεκινά το τραγούδι του, ανοίγει η πόρτα και μπαίνει – ήταν πολύ κινηματογραφικό όλο αυτό!

Θεωρώ πως με τον Φοίβο «κάπως συντονίστηκαν τα σύμπαντά μας», δηλαδή του άρεσε η ενέργεια και η κοριτσίστικη φρεσκάδα που είχαμε βγάλει με την Έλσα – το vintage, cabaret, variété – όλο αυτό το ρετρό. Ήταν φοβερή συγκυρία οτι, εκείνη την περίοδο, έφτιαχνε την «Ταράτσα» του και έτσι του «ταιριάξαμε».

Ήταν σαν να με «άγγιξε» με ένα μαγικό ραβδάκι! Πάντα θα λέω ότι του χρωστάω ο,τι καταφέρνω γιατί, από την γνωριμία μας και μετά, άνοιξε για μένα ένας διαφορετικός κόσμος.

Όλα όμως ξεκίνησαν από τον πρωτοποριακό «Στενό Κορσέ»

Πράγματι! Η ομάδα «Στενός Κορσές» είναι ένα μουσικοχορευτικό ντουέτο που αποτελείται απο εμένα και την Έλσα Λουμπαρδιά. Το «Αμπαζούρ», η πρώτη παράσταση της ομάδας, θα έλεγα ότι ήταν αρκετά μπροστά από την εποχή της – μιλάμε για δέκα χρόνια πίσω, με σατιρικά σκετς, πετυχημένα κείμενα και πολύ κέφι.

Τότε το κάναμε με την τρέλα που είχαμε – ήταν ένας τρόπος να εκφράσουμε την τέχνη μας. Ήμασταν πέντε άτομα και μοιραζόμασταν εντελώς «κομμουνιστικά» τα έσοδα από τα εισιτήρια, ενώ συμμετείχαμε όλοι στη δημιουργία. Το κάναμε από την ψυχή μας.

Μάλιστα, επειδή τα κείμενα και οι ιδέες παραμένουν πιο επίκαιρες από ποτέ, αποφασίσαμε να ανεβάσουμε ξανά το «Αμπαζούρ» στο Red Jasper, για πολύ λίγες παραστάσεις τον Φεβρουάριο του 2025.

Δεδομένου ότι η κοινωνία είναι πολύ διαφορετική πλέον, έχει γίνει συζήτηση για το αν θα πρέπει να «πειράξετε» κείμενα ή στίχους από τραγούδια του «Στενού Κορσέ» ώστε να συμβαδίζουν με την πολιτική ορθότητα του σήμερα;

Η αλήθεια είναι πως τότε είχαμε γράψει κάποια κείμενα που πλέον μας φαίνονται ότι πάνε σε «λάθος δρόμους». Δεν θα τα αλλάξουμε, σίγουρα όμως θα τα σχολιάσουμε με σημερινούς όρους!

Ας πούμε είχαμε ένα τραγούδι το «Τι σου έχει κάνει η Μαμά σου;». Ουσιαστικά ήταν μία τύπισσα που βγήκε με κάποιον, αυτός δεν την ξαναπήρε τηλέφωνο και σε όλο το τραγούδι αναρωτιόταν μήπως τον συνέλαβαν, μήπως τον απήγαγαν ή έχασε το κινητό του – έμπαινε λοιπόν το ρεφρέν που έλεγε ότι τίποτα από όλα αυτά δεν συμβαίνει: απλώς δεν σε θέλει! Τι σου έχει κάνει λοιπόν η μαμά σου, αγόρι μου, και δεν ξέρεις πώς να μου φερθείς;

Δεν με απασχολεί να είμαι κοινωνικά και συστημικά σωστή. Όσοι δεν επιθυμούμε τον γάμο δεν σημαίνει ότι έχουμε δαιμονοποιήσει τη συντροφικότητα

Την εποχή εκείνη το κοινό γελούσε πολύ με αυτό: τους φαινόταν έξυπνο και στοχευμένο. Εκ των υστέρων, ωστόσο, σκέφτομαι πως υπήρχε και ένας μπαμπάς. Δηλαδή εγώ, ως δημιουργός, προσπάθησα να καυτηριάσω ότι ο τύπος είχε πολλά θέματα, αλλά στην ουσία κατηγορούσα μία άλλη γυναίκα, τη μαμά του.

Φέτος, λοιπόν, που θα ανεβάσουμε ξανά την παράσταση, δεν θα αφαιρέσουμε το συγκεκριμένο τραγούδι, αλλά θα ψάξουμε να βρούμε τρόπο να το εντάξουμε στο σήμερα, έτσι όπως πρέπει!

Ένα έργο, εξάλλου, δεν μπορεί να είναι αποκομμένο από το κοινωνικοπολιτικό του πλαίσιο

Σίγουρα όχι! Στη σχολή, όταν διαβάζαμε τους διάφορους ρόλους, μας έλεγαν πάντα να ψάχνουμε την περίοδο που το έγραψε ο συγγραφέας και τι γινόταν εκείνη την εποχή κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά γιατί όλα αυτά τα στοιχεία τον οδήγησαν να πλάσει τους χαρακτήρες με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Δεν μπορεί ο δημιουργός να είναι ανεπηρέαστος από το περιβάλλον όπου ζει, εμπνέεται και παίρνει προσλαμβάνουσες.

Σίγουρα, λοιπόν, δεν θα άλλαζα πράγματα αλλά θα ήθελα να σχολιαστούν. Δηλαδή, οι λευκοί ηθοποιοί που βαφόντουσαν μαύροι (blackface) ήταν κάποτε μία πραγματικότητα που δεν μπορούμε να διαγράψουμε.

Δεν πρέπει, όμως, να το θάψουμε ή να το ξεχάσουμε, αλλά να το δούμε, να αναλύσουμε γιατί συνέβαινε και να εξηγήσουμε γιατί είναι πλέον ανεπίτρεπτο – και μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε σωστά.

Έχεις γράψει και τη «Γεροντοκόρη». Είναι για ‘σένα ο γάμος μία κοινωνική σύμβαση;

Η αλήθεια είναι πως δεν ασχολήθηκα ποτέ με το να είμαι κοινωνικά και συστημικά σωστή. Εξάλλου, όσοι δεν επιθυμούμε τον γάμο δεν σημαίνει ότι έχουμε δαιμονοποιήσει τη συντροφικότητα.

Επειδή οι γυναίκες έχουμε καταφέρει να έχουμε την επιλογή να ορίζουμε το σώμα μας, πασχίζουν να μας το πάρουν πίσω

Όταν μπαίνουμε στη διαδικασία να κουβαλάμε προσδοκίες άλλων, για παράδειγμα των γονιών μας, ναι μεν αυτό προκύπτει από την αγάπη και την ανάγκη τους να μας δουν σε μία ισορροπία, όμως φέρει και ένα κομμάτι άλλης εποχής, όταν η γυναίκα δεν δούλευε και δεν μπορούσε να υπάρξει ως ξεχωριστή προσωπικότητα στην κοινωνία.

Καυτηριάζοντας αυτό το στερεότυπο έγραψα τη «Γεροντοκόρη»: Εγώ στα 30 μου αποφασίζω από τώρα ότι θα μείνω γεροντοκόρη – δεν είναι κατάντια, είναι επιλογή και θα πάρω και τη γάτα, όπως λέει το στερεότυπο, και δεν έχω ανάγκη να έχω σύντροφο γιατί μπορώ και μόνη μου – με την έννοια ότι δεν θα υποκύψω σε αυτό που θέλετε να μου «φορέσετε».

Είναι γενικά τρομερό το ότι προσπαθούν να μας επιβληθούν με κάθε τρόπο και να μας στερήσουν βασικά δικαιώματα, όπως σε δεκάδες πολιτείες των ΗΠΑ, όπου απαγορεύονται πλέον οι αμβλώσεις.

Επειδή έχουμε καταφέρει να ορίζουμε το σώμα μας, πασχίζουν να μας το πάρουν πίσω. Γι’ αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό να ορθώνουμε το ανάστημά μας και να τοποθετούμαστε γιατί ο στόχος είναι κοινός: δεν πρέπει να υπάρχει καμία κοινωνική ομάδα που να νιώθει ότι έχει λιγότερα δικαιώματα από άλλη.

Κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τις γυναίκες και τα αναπαραγωγικά τους δικαιώματα, αλλά και με τα queer άτομα και οποιαδήποτε ομάδα προσπαθούν να παραγκωνίσουν.

Καταγγέλλεις συχνά ρατσιστικές συμπεριφορές με αναρτήσεις σου – έχεις αναφερθεί και στον ηλικιακό ρατσισμό στον χώρο σας

Ναι! Με προβληματίζει γιατί, όταν περάσουν τα χρόνια, θα είναι πολύ πιο δύσκολα τα πράγματα. Στην Ελλάδα θέλουν να είσαι τυποποιημένος για να σου δώσουν κάποιο ρόλο.

Δηλαδή, αν είσαι χοντρή, θα κάνεις πάντα την κολλητή, την κουμπάρα, τη θεία, την «ελαφρών ηθών» φίλη της πρωταγωνίστριας – λες και οι χοντρές δεν έχουν ερωτική ζωή, δεν έχουν κατακτήσεις, δεν κλαίνε, δεν γελούν ή δεν έχουν έντονη κοινωνική ζωή.

Αυτό ισχύει, βέβαια, και για τους άντρες. Για παράδειγμα, έχεις δει άνδρα που να έχει αραίωση στα μαλλιά, και να του δώσουν τον ρόλο του σέξι πρωταγωνιστή;

Πρέπει να έχεις συγκεκριμένα χαρακτηριστικά για να σου δώσουν σέξι ρόλο. Λες και οι χοντρές ή οι άνδρες με αραίωση δεν έχουν ερωτική ζωή

Η Τέχνη δημιουργείται για να ταυτιστείς και να συγκινηθείς – ουσιαστικά κάνεις προβολή τον εαυτό σου. Όταν βλέπεις έναν ρόλο, ταυτίζεσαι μαζί του ή όταν ακούς ένα τραγούδι, μπαίνεις σε μία διαδικασία και λες ότι μιλάει για ‘σένα.

Οι παραγωγές, όμως, μέχρι τώρα πουλάνε συγκεκριμένα πρότυπα – πάνω σε αυτά έχει στηριχθεί όλη η βιομηχανία – οπότε είναι πολύ δύσκολο να τολμήσουν κάτι διαφορετικό.

Annie_Theochari
Πηγή: Άννη Θεοχάρη / Δημήτρης Μακρής

Τώρα που λές «διαφορετικό»… Πώς σου φαίνεται που έχεις ανακηρυχθεί «ιέρεια του body positivity των social media»; Δηλαδή, στην εποχή του ozempic, των botox και των υαλουρονικών έρχεσαι εσύ να «πλασάρεις» μία «αλλιώτικη» εικόνα

Διαφορετικό δεν είναι αυτό που «πλασάρω» εγώ. Διαφορετικές είναι οι ψηλές ξανθές, αψεγάδιαστες κουκλάρες. Αυτό είναι το μη σύνηθες! Όλα τα υπόλοιπα είναι τα κοινά, τα φυσιολογικά, αυτά που είμαστε όλοι.

Δεν θεωρώ πως οι καλλιτέχνες οφείλουμε να είμαστε πρότυπα ή οι ήρωες που θα «σώσουν» τους ανθρώπους

Εγώ όταν ξεκίνησα να ποστάρω, δεν είχα τόσο κόσμο στο προφίλ μου. Άρχισα, λοιπόν, να το κάνω για να τα βλέπω εγώ και να με χαίρομαι και να γουστάρω. Έφτιαξα μία σελίδα που θα ήθελα να υπάρχει όταν ήμουν 16 χρονών για να μπορώ να εμπνέομαι. Γιατί όταν ήμουν μικρότερη υπήρχε δυσκολία στον να βρω ανθρώπους να ταυτιστώ.

Στην πορεία, άρχισαν να μου στέλνουν μηνύματα, κυρίως μαμάδες που μόλις είχαν γεννήσει, ή γυναίκες που προσπαθούσαν να χάσουν κιλά ή να βρουν το κίνητρο να γυμναστούν, αλλά δεν το τολμούσαν.

Βέβαια, από τη στιγμή που ξεκίνησαν να αναπαράγονται αυτά τα posts, κάπως τα περιόρισα, γιατί είδα ότι αυτό που με έκανε να νιώθω καλά με το σώμα και τον εαυτό μου, άρχισε να μοιράζεται χωρίς να έχω πλέον τον έλεγχο – και με τίτλους που δεν με εξέφραζαν.

Γενικά, δεν πιστεύω πως οι καλλιτέχνες είμαστε υποχρεωμένοι να είμαστε πρότυπα ή ήρωες και να «σώσουμε» τους ανθρώπους – δεν είναι δική μας δουλειά, δεν πρέπει να το φορτωθούμε, αλλά ούτε είναι ωραίο να το φέρουμε ως σημαία.

Άλλωστε, και η σιωπή έχει σημασία και, καμιά φορά, κουβαλάει ηχηρά μηνύματα.

Στα σκαριά…

Η Άννη Θεοχάρη έχει ήδη ξεκινήσει γυρίσματα για την καινούργια σειρά του Αντώνη Αγγελόπουλου, «Το σπίτι δίπλα στο ποτάμι» που θα παίζεται στον Alpha και είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Λένας Μαντά.

Τα Χριστούγεννα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάκτος το βιβλίο «Το άλλο μας μισό», στο οποίο έχει κάνει την εικονογράφηση και που βασίζεται σε μια από τις ιστορίες που αναφέρονται στον έρωτα στο «Συμπόσιο» του Πλάτωνα, διασκευασμένο για παιδιά από την Αθηνά Μαξίμου.

Στις 30/1, 1/2, 6/2 και 8/2 θα ανέβει η παράσταση «Αμπαζούρ» του μουσικοθεατρικού ντουέτου «Στενός Κορσές», στο Red Jasper (Κεφαλληνίας 18), ενώ από το Πάσχα και μετά θα συμμετέχει στο καινούργιο θεατρικό έργο του Τόλη Παπαδημητρίου

Φωτογραφίες @dimitris_makris